Η αριστερά στην διαχείριση της κρίσης

Θωμάς, Ψύρρας

2012-10-04


Από την εποχή της ανεξαρτησίας το ελληνικό κράτος προσέφερε ελάχιστη ασφάλεια και κακές υπηρεσίες στους πολίτες. Έτσι αναπτύχθηκαν δίκτυα επιβίωσης που το αντικαθιστούσαν “με την ισχυρή οικογενειακή μονάδα-τροφό, τα πελατειακά δίκτυα και τελικά τη δημόσια διαφθορά και την ανομία” (1).

Οι μαρξιστικοί καθορισμοί περί κοινωνικών τάξεων αδυνατούν να περιγράψουν αυτό το κατεξοχήν βαλκάνιο φαινόμενο. «.. Η οργανωτική μορφή των “ομάδων” ήταν και είναι συνήθως άτυπη, βασίζεται σε οικογενειακούς και τοπικούς δεσμούς, που έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα σε μια μικρή χώρα. Αυτή η κοινωνία πολιτών έχει την ικανότητα και την ισχύ να εκμεταλλεύεται τα κενά και τις αδυναμίες του δημόσιου, να αιχμαλωτίζει, να επιβάλλει ή να διαφθείρει δημόσιες πολιτικές και να οικειοποιείται πόρους νομίμως, ατύπως ή παρανόμως» (2).

Μεταπολιτευτικά τα δίκτυα αυτά γιγαντώθηκαν καθώς διαπλέχθηκαν με τον κυρίαρχο δικομματισμό. Τα δύο μεγάλα κόμματα λειτούργησαν ως πάτρωνες (πάτρωνες-κομματάρχες, πάτρωνες-βουλευτές, πάτρωνας-κόμμα, πάτρωνες-κομματικές ομάδες) και πραγματοποίησαν μια άνευ προηγουμένου «διανομή ωφελημάτων» και νομή ενός μέρους των καρπών της εξουσίας μέσω των spoils, των ανταλλαγμάτων: οικονομικά προνόμια, μικρές, μεγαλύτερες ή πολύ μεγάλες διευκολύνσεις, ελαφρύνσεις, απαλλαγές, παροχές... Με όλα αυτά μεταμόρφωσαν τα παλαιά δίκτυα σε πελατειακά δίκτυα(3) “συνενοχής” με αλληλοσυμπληρούμενα ή και, σε κάποιες περιπτώσεις, αλληλοσυγκρουόμενα μεταξύ τους συμφέροντα (4).

Με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του ’80 ενισχύθηκαν νέες δυναμικές συντεχνιακές ομάδες (εργαζόμενοι στις ΔΕΚΟ, μη προνομιούχοι, δημόσιοι υπάλληλοι, επαγγελματίες, μικροϊδιοκτήτες, μικρομεσαίοι) και η διαστροφική ανάπτυξη του συνδικαλιστικού και του συνεταιριστικού κινήματος οδήγησε σε μια έτι περαιτέρω ενίσχυση των πελατειακών δικτύων τα οποία ανέλαβαν να στηρίζουν τους πολιτικούς φορείς του δικομματισμού.

Στην Ελλάδα διαμορφώθηκε και εμπεδώθηκε σταδιακά ένα σύστημα ιδιότυπο -που γίνεται ακόμη πιο ιδιαίτερο από τη στιγμή που μπαίνουμε στην ευρωπαϊκή Κοινότητα. Ένας καπιταλισμός όχι όπως τον γνώρισαν οι δυτικές κοινωνίες, αλλά μια ευρωβαλκάνια εκδοχή κρατισμού στην οποία συλλειτουργούν δίκτυα πελατειακών σχέσεων κοινωνικών ομάδων, πολιτικών τζακιών, συνδικαλιστών, ομαδώσεις συμφερόντων γύρω από ευρωπαϊκές επιδοτήσεις και προγράμματα, όλα βασισμένα στους συγγενικούς δεσμούς, στις συντεχνιακές ή στις τοπικιστικές στηρίξεις, στην πολιτική αντιπαροχή, στη συνενοχή και τελικά στην ανοιχτή κι ασύστολη λαμογιά (5)...

Αυτό το μωσαϊκό της ελληνικής κοινωνίας λειτούργησε αποτελεσματικά καθώς “όλοι”, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο είχαν να περιφρουρήσουν κάποιο μικρό ή μεγάλο προνόμιο. Με βάση επιμέρους προνόμια που διαμοιράζονταν οι ομάδες-ψηφίδες παγιώνονταν και οι σχέσεις των ομάδων με το πολιτικό σύστημα(6) . Ο κρατισμός διαπότισε όλους τους χώρους και διαμόρφωσε ένα νόθο ιδιωτικό πεδίο και ένα προβληματικό δημόσιο. Καθώς τα πελατειακά δίκτυα εξασφάλιζαν τη συνέχειά τους μέσα από την δικομματική εναλλαγή, και αντίστροφα, το πολιτικό σύστημα εξασφάλιζε την διαιώνισή του μέσα από την διατήρηση και ενίσχυση των πελατειακών δικτύων , δεν υπήρχε πρακτικά η δυνατότητα να θέσει κανείς το ζήτημα μιας ριζικής αναθεώρησης του συστήματος.

Αλλά το “κοινωνικό συμβόλαιο” που είχε συνομολογηθεί από την περίοδο της Μεταπολίτευσης ανάμεσα στα δύο κόμματα που εναλλάσσονταν στην εξουσία και στα μικρομεσαία στρώματα καταρρέει το 2009.

Η οικονομική κρίση καταδεικνύει ότι η κρίση ενυπήρχε δυνάμει στην ελληνική κοινωνία. Η οικονομική κρίση απλώς έφερε στην επιφάνεια τα χρόνια προβλήματα και τις στρεβλώσεις, την διαφθορά, το υπερτροφικό και αντιπαραγωγικό κράτος, τον κρατικοδίαιτο ιδιωτικό τομέα, την υπαλληλοποίηση, τις μεγάλες ανισότητες, κλπ.

Η κρίση ανέδειξε τα εγγενή προβλήματα και το μνημόνιο (που επέβαλε αναγκαστικές περικοπές δαπανών και διαρθρωτικές μεταβολές αν και επιβλήθηκε δυστυχώς ως τιμωρία) έως ένα βαθμό ήρθε και επιβεβαίωσε την αδυναμία της ελληνικής κοινωνίας να εξορθολογιστεί. Οι έλληνες δεν εννόησαν ότι εάν δεν υπήρχε το επιβαλλόμενο μνημόνιο έπρεπε εμείς οι ίδιοι να δημιουργήσουμε ένα δικό μας μνημόνιο ώστε να εξορθολογίσουμε την μωσαϊκή ελληνική κοινωνία και να αντιμετωπίσουμε τις γηγενείς ευρωβαλκάνιες παθογένειες.

Η αδυναμία των ελληνικών κυβερνήσεων τα δύο τελευταία χρόνια να προχωρήσουν σε διαρθρωτικές μεταβολές, δηλαδή να τα βάλουν με τα λογής πελατειακά δίκτυα, έχει να κάνει ακριβώς με την αντίσταση αυτών των ομάδων στον εξορθολογισμό του συστήματος. Οι εργαζόμενοι στη ΔΕΗ δεν θέλουν να χάσουν το προνόμιο να καταναλώνουν φτηνότερο ρεύμα, οι δικαστές θέλουν να λαμβάνουν αποδοχές και αναδρομικά το ύψος των οποίων θα καθορίζουν οι ίδιοι, οι υπάλληλοι της Βουλής δεν θέλουν να χάσουν το Bonus των εκλογών, οι νηπιαγωγοί θέλουν να διατηρήσουν το μικρό ωράριο, οι στρατιωτικοί να παίρνουν σύνταξη με δύο βαθμούς παραπάνω από αυτόν που αποστρατεύτηκαν, οι συνδικαλιστές θέλουν να παίρνουν δεύτερη συνδικαλιστική σύνταξη, κάποιοι υγιείς θέλουν να παίρνουν αναπηρική, κάποιοι γιατροί θεωρούν αυτονόητο δικαίωμα το φακελάκι, οι πρυτάνεις να μην αποδίδουν λογαριασμό σε κανέναν, κ.ο.κ. ών ουκ έστιν αριθμός.

Στα χρόνια που πέρασαν (2009-2012) οι ελληνικές κυβερνήσεις Καραμανλή, Παπανδρέου, Παπαδήμου “προσπάθησαν” να διαχειριστούν το διαρθρωτικό πρόβλημα. Απέτυχαν γιατί δεν είχαν τη δυνατότητα να αντιληφθούν το διαρθρωτικό ζητούμενο (ποια ήταν η φύση του, ποια η ουσία, ποια η προοπτική του) και - κυρίως - ποια ακριβώς ήταν η αμφίδρομη σχέση των κομμάτων του δικομματισμού με τα πελατειακά δίκτυα. Διότι οι ρήξεις δεν είναι εύκολες όταν έχεις δημιουργήσει, συντηρήσει, ενισχύσει τέτοιους δεσμούς και επομένως είσαι μέρος του προβλήματος.

Κι εδώ παρεισφρύει η αριστερά.

Ο ΣΥΡΙΖΑ -όσο περνάει ο καιρός και “ξεκαθαρίζει” την πολιτική του- μεταλλάσσεται σε φορέα που υπερασπίζεται την προ Μνημονίου κοινωνία και σταδιακά αποζητά να ενσωματώσει όλα τα δυσαρεστημένα πελατειακά δίκτυα. Ουσιαστικά υπόσχεται έναν νέο δικομματισμό με αριστερή νομιμοποίηση.

Η ΔΗΜΑΡ με την “τρελλή” και “ριψοκίνδυνη” απόφασή της να συμμετέχει σε μια τρικομματική κυβέρνηση ειδικού σκοπού θέτει ένα ζήτημα που υπερβαίνει τα μέτρα του μνημονίου, τις περικοπές δαπανών και τις λογιστικές προσπάθειες εξοικονόμησης ισοδυνάμων... Το ζήτημα αυτό αφορά τη μορφή της ελληνικής κοινωνίας των επόμενων δεκαετιών. Και ο εξορθολογισμός είναι το πρώτο βήμα. Για να επιτευχθεί είναι απαραίτητη η συνέργεια πολλών δυνάμεων γιατί αυτό δεν είναι ζήτημα ενός κόμματος ή μιας και μόνο ηγεσίας. Η ΔΗΜΑΡ προφανώς γνωρίζει ότι η διαδικασία του εξορθολογισμού και των διαρθρωτικών μεταβολών, δηλαδή η αποδιάρθρωση των πελατειακών δικτύων, δεν είναι μια πολιτική τυπικά “αριστερή”, τουλάχιστο με όρους μαρξιστικούς, είναι όμως μια πολιτική αναγκαία για να παγιωθεί ένας κοινωνικός σχηματισμός και να καταστεί βιώσιμος. Το σύστημα των πελατειακών σχέσεων αποτελεί τροχοπέδη για την κοινωνία μας και πρέπει τώρα να φτιάξουμε κανόνες, αρχές, θεσμούς τους οποίους θα σεβαστούμε για να τελειώνουμε με την κοινωνία των “εαυτών” και των “εαυτούληδων”.

Βέβαια σε τέτοιες συνθήκες κρίσης ευνοείται ο πολιτικός ανορθολογισμός, η διαμαρτυρία, η πρωτόγονη πολιτικοποίηση και η άνοδος των ακραίων, αναπτύσσεται ένας δεξιός/αριστερός εξτρεμισμός ο οποίος μάλιστα στην ελληνική περίπτωση βασίζεται στη ρητορική περί “κατοχής” της χώρας από τους Γερμανούς και τη Μέρκελ.

Η αντίδραση των πελατειακών δικτύων είναι και θα είναι σφοδρή(7) .

Όμως χρέος της ΔΗΜΑΡ είναι να βάλει πλάτη και για να σωθεί η οικονομία της Ελλάδας, αλλά και για να περιφρουρήσει τη δημοκρατία από την περαιτέρω υποβάθμιση.

Κι αυτό είναι το πρώτο βήμα.

Και είναι ό,τι πιο επαναστατικό μπορούμε να κάνουμε τώρα.

Το δεύτερο είναι η πρόταση για την μορφή της αυριανής κοινωνίας, ένα αίτημα που πρέπει να τίθεται σε κάθε κόμμα ή κίνημα που θέλει να ορίζεται ως “αριστερό”.

Η ανθρωπότητα -και μαζί της η Ελλάδα- προχωράει επώδυνα σε μια καινούργια εποχή. Θα αλλάξουν και η κοινωνική διαστρωμάτωση και η οικονομία και οι καταναλωτικές μας συνήθειες και πιθανώς και ο τρόπος αντιπροσώπευσης και άσκησης της πολιτικής. Η ΔΗΜΑΡ πρέπει να αποφύγει τον εγκλωβισμό σε σχήματα που είτε είναι υπονομευμένα από την ιστορική τους παρουσία (σοσιαλδημοκρατία), είτε ασαφή ως προς το ιδεολογικό περιεχόμενο (κεντροαριστερά) και να λειτουργήσει πέραν αυτών ως κόμμα-μαγιά για την παραγωγή μιας συνεκτικής εναλλακτικής πρότασης.

Να μιλήσει για την κοινωνία της αλληλεγγύης, για την κοινωνία της συνύπαρξης, για τον αντικαταναλωτισμό, για την ηθική, για τη συλλογικότητα, για τη δημιουργικότητα, για την καινοτομία...

Όλα τα προηγούμενα βέβαια ισχύουν, αν η ΔΗΜΑΡ επιβιώσει από το σοκ του πρώτου μετέωρου βήματος που τώρα επιχειρεί. Κι αυτό πιθανόν να κριθεί στους λίγους επόμενους μήνες. Αλλά κάθε αλλαγή έχει ένα τίμημα. Κάποιες φορές δεν γίνεται να αλλάξεις για να κερδίσεις κάτι, αν δεν χάσεις κάτι άλλο.

Ανάμεσα όμως στο πρώτο και το δεύτερο βήμα παρεμβαίνει ένας κρίσιμος παράγοντας. Οι Ευρωπαίοι. Το πιο ευρωπαϊκό κόμμα του ελληνικού κοινοβουλίου, η ΔΗΜΑΡ, επένδυσε το πολιτικό της μέλλον στον εξορθολογισμό της κοινωνίας και της οικονομίας μας. Διέπραξε μια εξαιρετική υπέρβαση για τα ελληνικά δεδομένα μπαίνοντας σε μια κυβέρνηση με κόμματα που είχαν ευρωπαϊκό προσανατολισμό πλην όμως ήταν οι κατασκευαστές και οι συντηρητές των πελατειακών δικτύων. Προέκρινε το ευρωπαϊκό και θεώρησε δευτερεύουσα την ενοχή τους. Η ΔΗΜΑΡ προφανώς ευελπιστούσε ότι μετεκλογικά οι Ευρωπαίοι θα επεδείκνυαν στάση ανεκτικότητας και κατανόησης, διαπιστώνει όμως ότι η τρόικα, εκτελώντας προφανώς πολιτικές εντολές, επιβάλλει μέτρα που οδηγούν σε κοινωνική έκρηξη και πολιτικό χάος. Ουσιαστικά οι Ευρωπαίοι υπονομεύουν την ίδια τη διαδικασία εξορθολογισμού της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας. Βεβαίως οι Ευρωπαίοι ούτε ενιαία έκφραση έχουν, ούτε κοινές επιδιώξεις. Μάλλον οι ηγεσίες τους αποδεικνύονται αδρανείς, ανεπαρκείς και κατώτερες των περιστάσεων(8) , παραδέρνοντας σε κοντόφθαλμες εθνικές τακτικές και επιδιώξεις...

Πως λοιπόν ως βουλευτής της ΔΗΜΑΡ να σηκώσω το χέρι αποδεχόμενος τα βάρβαρα μέτρα που θα διαλύσουν την κοινωνία μου χωρίς να έχω την παραμικρή ένδειξη προς τα που οδηγούν οι Ευρωπαίοι τα πράγματα και μάλιστα δίχως μία στοιχειώδη εγγύηση και ελάχιστη δέσμευση ότι τουλάχιστον θα πάρουμε το περιβόητο πακέτο των 32 δις για να κινηθεί η στεγνή οικονομία μας;(9)

Η συνείδησή μου ξέρει ποιο είναι το πρέπον, ποιο το μελλοντικά ωφέλιμο και ποιο το άμεσα και έμμεσα αποδοτικό. Αλλά δεν το ξέρουν εκείνοι οι οποίοι έπρεπε να σκέφτονται όχι μόνο με τη λογιστική αλλά με βάση την πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης.

Δυστυχώς η ελληνική περίπτωση ίσως αποδειχτεί αρνητικός καταλύτης για την ευρωπαϊκή ιδέα.

Σημειώσεις

1.   Θάνος  Βερέμης, Πρόοδος και παλινδρομήσεις,  Βήμα 17-5-2010

2.  Γιάννης Βούλγαρης, «Η Ελλάδα από τη Μεταπολίτευση στην Παγκοσμιοποίηση», εκδ. Πόλις, 2008

3. Γεώργιος Κοντογιώργης (επιμ.): Κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα . Αθήνα 1977, σ.76 “Η σχέση πελατείας είναι μία σχέση εκούσιας διπολικής ανταλλαγής ανάμεσα σε κοινωνικούς φορείς άνισης κοινωνικής και οικονομικής ισχύος, που στηρίζεται στην αμοιβαία ανάληψη υποχρεώσεων παροχής ορισμένων διαφορετικών υπηρεσιών, χωρίς το πλέγμα αυτό των υποχρεώσεων να εντάσσεται σ’ ένα δεδομένο έννομο ή οπωσδήποτε θεσμοποιημένο σύστημα αξιολογικών κανόνων συμπεριφοράς και αντιστοίχων κυρώσεων.”

4.  Γεώργιος Β. Δερτιλής , Κοινωνικά και πελατειακά δίκτυα, Βήμα, 20-08-2000

5.  Είναι χαρακτηριστικό ότι η λέξη  “λαμογιά” δεν περιλαμβάνεται στο λεξικό του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη που εκδόθηκε το 1998. Η λέξη έχει “ζωή” μια δεκαπενταετία, δηλαδή από τότε που αποθρασύνθηκαν τα πελατειακά δίκτυα.

6. Γι’ αυτό άλλωστε ήταν καταδικασμένη να αποτύχει ακόμη η προσπάθεια των νεοφιλελεύθερων μέσα στη Νέα Δημοκρατία. Δες : - Πέτρος Α. Γέμτος, «Οικονομική Ελευθερία και Φιλελεύθερη Οικονομική Πολιτική στη Μεταπολεμική Ελλάδα» στο “Ο Φιλελευθερισμός στην Ελλάδα: Φιλελεύθερη Θεωρία και Πρακτική στην Πολιτική και στην Κοινωνία της Ελλάδος”, Αθήνα, Εστία, 1991, σσ. 111-117. Μιχάλης Παπαγιαννάκης,  «Νεοφιλελευθερισμός – ένα γηραιό φάντασμα». Το Βήμα, 10-7-1983.

7. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα πρωτοσέλιδα των ΜΜΕ μονοπωλούν οι αντιδράσεις κυρίως των ευνοημένων ή εύπορων ομάδων (δικαστές, γιατροί, στρατιωτικοί,...) κι όχι των ανέργων των αδιόριστων, των εξαθλιωμένων...

8. Χαρακτηριστική είναι η πρόσφατη απόφαση των Γάλλων πράσινων να συνταχθούν με τη θέση της Μέρκελ και να μην αποδεχτούν την επικύρωση του ευρωπαϊκού δημοσιονομικού συμφώνου.

9. Να γιατί ο  Σπύρος Λυκούδης δήλωσε στις 25 Σεπτεμβρίου 2012 ότι : “διαφωνούντες με τα μέτρα είναι και οι 17 βουλευτές της ΔΗΜΑΡ. Δεν είναι ούτε δύο, ούτε τρεις, με κατατεθειμένη την ευαισθησία τους. Από τον πρόεδρο μέχρι τον τελευταίο βουλευτή, είμαστε σε ένσταση και σε αντίθεση με τα μέτρα που πιέζουν αφόρητα την κοινωνία και την έχουν ισοπεδώσει. Από κει και πέρα, αρχίζει και μπαίνει το άλλο πολύ μεγάλο πρόβλημα: τι γίνεται με το συνολικό προσανατολισμό της χώρας».

---

 



Θωμάς Ψύρρας

Βουλευτής ΔΗΜΑΡ Λάρισας


Εκτύπωση στις: 2024-03-28
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=6835&export=word