Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Η Έρευνα και Τεχνολογία στην Ελλάδα

Με αφορμή τις ακροάσεις-συζητήσεις στην Ειδική Μόνιμη Επιτροπή Έρευνας και Τεχνολογίας της Βουλής

Βασίλης, Κωστόπουλος

2012-12-06


Η Ειδική Επιτροπή Έρευνας και Τεχνολογίας της Βουλής οργάνωσε τον τελευταίο καιρό δύο ξεχωριστές ακροάσεις-συζητήσεις για θέματα έρευνας και τεχνολογίας.

Η πρώτη, με τον Γενικό Γραμματέα Ερευνάς και Τεχνολογίας (Καθηγητή ΕΜΠ Βασίλη Μάγκλαρη) , είχε ενημερωτικό χαρακτήρα αλλά περιείχε και την σημαντική "αναγνώριση" ότι υπάρχει έρευνα και έξω από την ΓΓΕΤ και σε άλλα Υπουργεία και ότι πρέπει να υπάρξει συνεργασία.

Η δεύτερη ακρόαση-συζήτηση στο Θέμα της Έρευνας και Τεχνολογίας έγινε με τον Πρόεδρο και τον Αντιπρόεδρο του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας και Τεχνολογίας (ΕΣΕΤ). Ο Πρόεδρος του ΕΣΕΤ Ακαδημαϊκός Σταμάτης Κριμιζής έδωσε μια εξαιρετική ομιλία για τα πεπραγμένα και τις προτάσεις του ΕΣΕΤ για το μέλλον της έρευνας και της τεχνολογίας στην Ελλάδα, θεωρώντας επίσης ότι πρέπει να υπάρξει συνεργασία με τα Υπουργεία Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων και Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.

Δεν χρειάζεται κάποια σημαντική ανάλυση ή τεκμηρίωση στο ότι η έρευνα και η τεχνολογία αποτελούν σημαντικό μέρος της βιωσιμότητας της οικονομίας κάθε ανεπτυγμένης χώρας και στο ότι υπάρχει ελληνικό επιστημονικό δυναμικό που διαπρέπει διεθνώς από την Ελλάδα ή από πολλά σημαντικά Πανεπιστήμια σε όλο τον πλανήτη.

Η ερευνητική πολιτική της κάθε χώρας όμως, δεν σχεδιάζεται αποκλειστικά και μόνο από διοικητικές υπηρεσίες τύπου ΓΓΕΤ ή από Εθνικά Συμβούλια Έρευνας και Τεχνολογίας . Στην σχεδίαση χρειάζονται προφανώς να συνυπάρχουν:

• Η βιομηχανία (κρατική και ιδιωτική) με στοχευόμενες επενδύσεις και υποδομές

• Οι εθνικοί τελικοί χρήστες που λειτουργούν σε όλα τα κράτη του κόσμου και καλύπτουν διεθνείς και εθνικές ανάγκες του κάθε κράτους, είτε αυτές αφορούν την άμυνα και την ασφάλεια, είτε αυτές αφορούν την γεωργία, είτε αφορούν το περιβάλλον, είτε αφορούν τις φυσικές καταστροφές, είτε τον καιρό και το κλίμα.

Συμπέρασμα πρώτον: Από την ίδρυση της ΓΓΕΤ, δεν υπήρξε ποτέ συνεργασία με τα Υπουργεία Γεωργίας (σήμερα Αγροτικής ανάπτυξης και τροφίμων) και Περιβάλλοντος (σήμερα ΥΠΕΚΑ) για την κοινή σχεδίαση της έρευνας στους εν λόγω τομείς.

Συμπέρασμα δεύτερο: Από την ίδρυση του ΕΣΕΤ ως γνωμοδοτικού οργάνου της πολιτείας , δεν υπήρξε ποτέ συνεργασία με τους εκπροσώπους των ερευνητικών δομών των Υπουργείων Γεωργίας και Περιβάλλοντος.

Συμπέρασμα τρίτο: Η έρευνα και η τεχνολογία που αφορά την άμυνα δεν απασχολεί την ΓΓΕΤ και το ΕΣΕΤ και εξακολουθούν να μην την αναφέρουν ως χώρο ερευνητικής συνέργιας και ανάπτυξης.

Συμπέρασμα τέταρτο: Εάν η επιτροπή έρευνας και τεχνολογίας της βουλής παραμείνει στις δύο ακροάσεις που έλαβαν χώρα, θα θεωρήσει εσφαλμένα ότι όλες οι χώρες έχουνε ένα ΕΣΕΤ ή μια ΓΓΕΤ που αποφασίζουν για όλους και για όλα.

Σε καμιά χώρα δεν γίνεται κάτι τέτοιο και δεν υπάρχει κάποιο αντίστοιχο Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας ή κάποια αντίστοιχη ΓΓΕΤ που γνωμοδοτεί για τις ερευνητικές ανάγκες και για την ερευνητική σχεδίαση των Υπουργείων Άμυνας. Γεωργίας , Περιβάλλοντος ή άλλων εθνικών-διακρατικών οργανισμών όπως οι διαστημικές, μετεωρολογικές - υδρολογικές - γεωλογικές υπηρεσίες της κάθε χώρας. Προφανώς υπάρχει συνεργασία μεταξύ των Εθνικών Συμβουλίων Έρευνας και των προαναφερόμενων εθνικών τελικών χρηστών σε κάθε χώρα αλλά δεν αποτελούν τα Εθνικά Συμβούλια Έρευνας τον μόνο θεσμό που γνωμοδοτεί ή προτείνει στην εκάστοτε Κυβέρνηση την στρατηγική για την έρευνα και τεχνολογία. Η διαφορά μας όμως με τις άλλες χώρες δεν περιορίζεται μόνο σε αυτή την θεσμική διαφορά του ρόλου του ΕΣΕΤ αλλά και σε μια βασικότερη που έχει να κάνει με την σύνθεση του. Η σύνθεση του ΕΣΕΤ στη χώρα μας είναι Κυβερνητική απόφαση, ενώ σε όλες τις άλλες που λειτουργεί ως θεσμός , συγκροτείται από τους επιστημονικούς και ερευνητικούς χώρους χωρίς την οποιαδήποτε παρέμβαση των κομμάτων ή των κυβερνήσεων. Αυτή η διαφορά προφανώς έχει να κάνει με το κατά πόσο οι Κυβερνήσεις μας προτιμούν να συνομιλούν με ένα θεσμό σε ότι αφορά τις επιστήμες, την έρευνα , την τεχνολογία και τις θέσεις εργασίας για νέους ερευνητές που δημιουργούν, ή θέλουν να συνεχίσουν να ομιλούν με κάθε επαγγελματική συλλογικότητα χωριστά.

Όλα τα συστήματα έρευνας και τεχνολογίας σε όλα τα ανεπτυγμένα κράτη του κόσμου έχουν τρείς παραγωγικές συνιστώσες με τις οποίες συνεννοείται η εκάστοτε Κυβέρνηση:

1. Τα Πανεπιστήμια και τα Ερευνητικά Κέντρα με το συνεχές καθήκον να προάγουν την ανθρώπινη γνώση και από τα Εθνικά Συμβούλια Έρευνας ή τις Ακαδημίες Επιστημών.

2. Την βιομηχανία (κρατική και ιδιωτική) που παράγει καινοτόμες τεχνολογίες στην αγορά με βάση την δική της έρευνα ή την έρευνα των ΑΕΙ και Ερευνητικών Κέντρων και ότι δημιουργείται από την συνεργασία τους.

3. Τους ειδικούς τελικούς χρήστες που λειτουργούν ως εθνικοί και ενίοτε ως διεθνείς θεσμοί για την άμυνα, την γεωργία, το περιβάλλον, τον καιρό και την καταγραφή του κλίματος, τις φυσικές καταστροφές, την διαχείριση των υδάτινων πόρων με βάση την δική τους έρευνα ή την έρευνα των ΑΕΙ και Ερευνητικών Κέντρων και ότι δημιουργείται από την συνεργασία τους.

Και μια πηγή δημόσιας χρηματοδότησης, τα χρήματα των φορολογουμένων.

Γνωμοδότηση επί παντός επιστητού και συντονισμός της άποψης όλων σε θέματα έρευνας και τεχνολογίας από ένα και μοναδικό θεσμό που δεν εκπροσωπούνται όλες οι συνιστώσες δεν υπάρχει στο κόσμο και ούτε ο Στάλιν προσπάθησε να επιβάλλει τέτοιο ¨ολοκληρωτισμό¨ στην έρευνα και τεχνολογία. Πάντα και παντού υπήρχε και υπάρχει ιδιαίτερη επιχειρησιακή τεχνολογική και επιστημονική εξειδίκευση και προσανατολισμένη έρευνα, εκτός των ΑΕΙ ή των συνδεδεμένων με αυτά Ερευνητικών Κέντρων, που προφανώς προάγει την ανθρώπινη γνώση και η προαγωγή της γνώσης δεν περιορίζεται στις ερευνητικές μονάδες δημοσίων ΑΕΙ και Ερευνητικών Κέντρων. Ας θυμηθούμε την NASA και την Ευρωπαϊκή Οργάνωση Διαστήματος, ή τους Διεθνείς Μετεωρολογικούς Οργανισμούς και Υπηρεσίες που προάγουν συνεχώς την εξερεύνηση του διαστήματος και την εξερεύνηση του καιρού και του κλίματος αντίστοιχα. Δεν υπάρχει κάποια εποπτεία από το Διεθνές Συμβούλιο Επιστημών (International Council of Science) που συμμετέχει η Ακαδημία Αθηνών στο τι κάνει η NASA ή ο Παγκόσμιος Μετεωρολογικός Οργανισμός στην έρευνα του διαστήματος και του κλίματος. Συνεργασία υπάρχει και είναι αμοιβαία, εποπτεία όχι και το ίδιο συμβαίνει και με άλλους διεθνείς οργανισμούς όπως ο Οργανισμός Περιβάλλοντος των Ηνωμένων Εθνών (UNEP) ή ο αντίστοιχος των τροφίμων και της γεωργίας (FAO), το CERN, ή το Κοινό Κέντρο Ερευνών της Ευρώπης κ.α.

Μετά από 30 και πλέον χρόνια έλλειψης συνεργασίας με όσους εθνικούς φορείς έχουν συνεχείς ερευνητικές και τεχνολογικές ανάγκες αλλά και ερευνητικές υποδομές, η ΓΓΕΤ και το ΕΣΕΤ όφειλαν να ατενίζουν με διεθνή ρεαλισμό το ερευνητικό μέλλον της χώρας και όχι με την ελληνική οπτική που επιβλήθηκε από την μη εφαρμογή όλων των νόμων που προέβλεπαν την συνεργασία του συστήματος της ΓΓΕΤ με άλλους θεσμούς της χώρας που έχουν ερευνητικές ανάγκες, υποδομές και προϋπολογισμό.

Ο Θεσμός του Chief Scientist (επικεφαλής επιστήμονα) για κάθε Υπουργείο που προτείνω δημόσια από το 2005 και προωθείται ως καίρια αλλαγή στο σημερινό σύστημα, δυστυχώς δεν επαρκεί. Για να αλλάξει κάτι, εκτός από τον Chief Scientist , πρέπει η συνεργασία να γίνει επί τη βάση της ερευνητικής διασύνδεσης των θεσμών των διαφόρων Υπουργείων που πρέπει να συνεργαστούν με όσες ερευνητικές "νησίδες αριστείας" υπάρχουν στο Υπουργείο Παιδείας (από ΑΕΙ, Ερευνητικά Κέντρα, ΑΤΕΙ).

Οι διαπιστώσεις που έγιναν από τους αξιότιμους εισηγητές στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής για μελλοντική ερευνητική συνεργασία με άλλα Υπουργεία, δεν πείθουν για την αποτελεσματικότητα τους, όταν οι ίδιοι οι θεσμοί που εκπροσωπούν δεν το επιχείρησαν ποτέ από το 1985 και μετά, ενώ υπήρχε σχετική θεσμική πρόβλεψη στους νόμους. Μπορεί το νομοσχέδιο της έρευνας να έχει γίνει "γεφύρι της Άρτας" και να σχεδιάζεται ξανά με κάθε νέο Υπουργό Παιδείας , αλλά στον μοναδικό νόμο που ψήφισε η Βουλή για την αναδιοργάνωση της έρευνας τα τελευταία χρόνια (εισηγητές Γιαννάκου - Σιούφας), υπήρχε ξανά ρύθμιση για Διυπουργική συνεργασία. Ανεξάρτητα εάν ο νόμος τέθηκε σε αναστολή πριν αρχίσει η εφαρμογή του, δεν νομίζω ότι υπάρχει Κυβέρνηση ή Κόμμα που δεν θα υποστήριζε μια τέτοια πρωτοβουλία από πλευράς ΓΓΕΤ ή ΕΣΕΤ. Από την αναστολή του νόμου Γιαννάκου - Τσουκαλά (τέλος 2007) χάσαμε άλλα 5 χρόνια εθνικής συνεννόησης στην έρευνα, τεχνολογία, ανάπτυξη αλλά κυρίως χάνουμε ερευνητικές μονάδες και νέους επιστήμονες και ερευνητές που μπορούν να προσφέρουν στους εθνικούς τελικούς χρήστες αλλά είναι αποκομμένοι από αυτούς επειδή δεν υπάρχει συνεργασία μεταξύ τους.

Αφού όμως δεν έγινε ποτέ συζήτηση όλων των τελικών εθνικών χρηστών της έρευνας που προαναφέρθηκαν με την ΓΓΕΤ και το ΕΣΕΤ στο ίδιο τραπέζι, θα είναι πολύ χρήσιμο για τη χώρα, η Επιτροπή Έρευνας και Τεχνολογίας της Βουλής να τους καλέσει σε μια συζήτηση που θα απαντήσει στο απλό ερώτημα ’Γιατί δεν υπήρξε συνεργασία μεταξύ τους σχεδόν τριάντα χρόνια τώρα?.


Εκτύπωση στις: 2024-04-20
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=6902