Επτά σημεία για απεμπλοκή από το μνημόνιο και την ύφεση

Ύστερη μνημονιακή και μεταμνημονιακή Ελλάδα. Ποιος δρόμος;

Νίκος, Χριστοδουλάκης

2013-10-21


Τριάμισι χρόνια μετά την έναρξη εφαρμογής των Μνημονίων στην χώρα μας κανένας κύριος στόχος - εκτός από την μείωση του υπερβολικού ελλείμματος του 2009 - δεν επιτεύχθηκε. Μάλιστα το χρέος, το οποίο απετέλεσε τον πυρήνα και το βολικό ανάθεμα της «ελληνικής κρίσης» και στην μείωση του εδραιώθηκαν οι εξουθενωτικές συνταγές των Μνημονίων, συνεχίζει να μην είναι βιώσιμο. Στην πραγματικότητα σήμερα βρίσκεται στο 175% του ΑΕΠ, 45 μονάδες υψηλότερα από το χρέος του 2009 που πυροδότησε την κρίση . Και σε απόλυτες τιμές όμως το χρέος το 2013 είναι κατά 22 δις Ευρώ υψηλότερο από το 2009, παρά το περυσινό «κούρεμα» το οποίο με τον τρόπο που έγινε ελάχιστα απέδωσε και παρά τις θριαμβολογίες ανέκοψε το χρέος μόνο κατά 14% του ΑΕΠ και μόνο προσωρινά. Επίσης, το μεγάλο εξωτερικό έλλειμμα του 2009 διορθώθηκε λόγω της ύφεσης και όχι εξαιτίας της βελτίωσης διαρθρωτικών παραγόντων.

Αντίθετα όμως το κόστος από την υλοποίηση των συνταγών είναι πελώριο, όχι μόνο στην οικονομία αλλά ακόμα περισσότερο στην κοινωνία και τους θεσμούς.

Η συρρίκνωση της δραστηριότητας κατά 25% σε σύγκριση με το 2008, η εκτίναξη της ανεργίας στο 27% και η παρατεταμένη έλλειψη τραπεζικής ρευστότητας πυροδοτούν μια διαρκή αβεβαιότητα σε όλα τα στρώματα και δημιουργούν συνθήκες απόγνωσης στην νέα γενιά. Η ακροδεξιά εκτράχυνση που αποκαλύπτεται καθημερινά και η διάδοση της βίας σε πολλές μορφές δημόσιας συμπεριφοράς δεν απειλούν απλώς την ειρηνική διαβίωση και την δημοκρατική συγκρότηση, αλλά επωάζουν ακόμα μεγαλύτερες συμφορές για το μέλλον.

Με αυτά τα δεδομένα θα περίμενε κανείς να υπάρχει εκτεταμένη συμφωνία στην Ελλάδα για τις συνέπειες της κρίσης και επίσης ότι θα είχαν διαμορφωθεί ευρείες συμμαχίες για την αντιμετώπιση της με όρους εθνικής ενότητας. Αντίθετα βλέπει όμως την αναβίωση μιας διχαστικής ατζέντας: από την μια μεριά το Μνημόνιο εξυμνείται ως το μοναδικό πρόγραμμα που υπάρχει στην χώρα με αρχή, μέση και τέλος. Από την άλλη προπαγανδίζεται η μονομερής χρεοκοπία ως η ένδοξη λύση για τα προβλήματα της χώρας, αποκρύπτοντας τις οδυνηρές επιπτώσεις μια πτώχευση που θα έχει στα φτωχότερα κυρίως στρώματα του πληθυσμού.

Χρειάζεται λοιπόν μια στοχευμένη προσέγγιση για τον απεγκλωβισμό από το Μνημόνιο και την έξοδο από την ύφεση και για τον λόγο αυτό καταθέτω μια συγκεκριμένη πρόταση. Δεν την χαρακτηρίζει ούτε ο ηρωισμός της σύγκρουσης με τον διεθνή καπιταλισμό, ούτε όμως και η πρόθυμη αποδοχή αποτυχημένων συνταγών όπως έπραξε η ελληνική κυβέρνηση το 2010 όταν υιοθέτησε το Μνημόνιο χωρίς καν διαπραγμάτευση.

Η Ελλάδα πρέπει επειγόντως να ξαναβρεί την δύναμη να σταθεί στα πόδια της, να ισχυροποιήσει τους δημοκρατικούς θεσμούς και να εμπεδώσει την θέση της στην Ευρωζώνη. Αυτό όμως πρέπει να το πετύχει όχι ως υπαγόρευση των όρων δανεισμού, αλλά με επανάκτηση της εθνικής πρωτοβουλίας. Με όρους ευθύνης και υποχρεώσεων, αλλά χωρίς τα αλλεπάλληλα πιεστικά διλήμματα για την συνέχιση της χρηματοδότησης και την ασίγαστη απειλή για έξωση από το κοινό νόμισμα.

Το πρώτο και καθοριστικό βήμα είναι ο απεγκλωβισμός της χώρας από τον μηχανισμό των συνεχών και αδιέξοδων μέτρων λιτότητας που επιβάλει το Μνημόνιο και η προσβλητική διαδικασία συνεχών διαβουλεύσεων με την Τρόϊκα για την παραμικρή λεπτομέρεια. Η δυνατότητα επίτευξης από εφέτος πρωτογενούς πλεονάσματος – έστω και μικρού - παρέχει την δυνατότητα να τεθούν νέοι κανόνες για την σταθεροποίηση της οικονομίας και να αναληφθούν πρωτοβουλίες για την έξοδο από την ύφεση. Τα συγκεκριμένα βήματα πολιτικής που προτείνω στην κατεύθυνση αυτή είναι τα εξής:

1.Το πρωτογενές πλεόνασμα αναδεικνύεται σε ακρογωνιαίο λίθο της δημοσιονομικής πολιτικής ώστε να καλύπτονται όλες οι εσωτερικές ανάγκες χρηματοδότησης χωρίς ανάγκη προσφυγής σε νέο δανεισμό.

Το πλεόνασμα όμως για να είναι πραγματικό και διατηρήσιμο πρέπει να βασίζεται:

• στην αποτελεσματική συλλογή φορολογικών εσόδων και όχι στην επιβολή νέων φόρων,

• στον περιορισμό του κόστους λειτουργίας του κράτους και όχι σε νέες περικοπές μισθών και συντάξεων,

• στην απορρόφηση των κοινοτικών πόρων για την αναθέρμανση της οικονομίας και όχι στην διακράτηση τους ως δήθεν προσωρινά έσοδα όπως γίνεται σήμερα για να εμφανιστεί το πρωτογενές τάχα μεγαλύτερο.

Το πρωτογενές πλεόνασμα δεν πρέπει να αποτελέσει πλατφόρμα επιβίβασης νέων συντεχνιακών αιτημάτων – όπως δυστυχώς έσπευσε να υποσχεθεί ο Πρωθυπουργός στην Έκθεση της ΔΕΘ – και τα οποία σαν σίφουνας θα σαρώσουν κάθε προοπτική σταθεροποίησης, αλλά θα κατευθύνεται δεσμευτικά κατά ένα μέρος στην πληρωμή τόκων, ενώ το υπόλοιπο θα χρηματοδοτεί αναπτυξιακές πρωτοβουλίες και επείγουσες κοινωνικές ανάγκες. Όταν εδραιωθεί η αξιοπιστία στην διάρκεια και στον τρόπο κατανομής πρωτογενών πλεονασμάτων, τότε και μόνο οι αγορές θα αρχίσουν να επαναδανείζουν την Ελλάδα χωρίς να φοβούνται αιφνίδια στάση πληρωμών. Λογικά αυτό μπορεί να συμβεί στο τέλος του 2014 και δεν υπάρχει καμιά ανάγκη να επισπευσθεί για λόγους εσωτερικών εντυπώσεων.

2.Aπεγκλωβισμός της δημοσιονομικής πολιτικής από την διαρκή ανάμειξη, παρακολούθηση και έλεγχο της Τρόϊκας.

Η ελληνική κυβέρνηση επανακτά την ευθύνη σχεδιασμού και εφαρμογής της δημοσιονομικής πολιτικής, ενώ η Τρόϊκα κατευθύνει τα υπόλοιπα ποσά της δανειακής βοήθειας 2013-15 για την αποπληρωμή τοκοχρεωλυσίων, τα οποία ανέρχονται περίπου στα ίδια επίπεδα.

Ο διαχωρισμός των δύο δημοσιονομικών λειτουργιών είναι πλέον απαραίτητος, όχι μόνο για την ανάκτηση της πολιτικής πρωτοβουλίας από την ελληνική κυβέρνηση, αλλά και για να αποφευχθούν νέες παράλογες καταστάσεις με επώδυνες συνέπειες. Για παράδειγμα, αν συνεχιστεί το σημερινό καθεστώς η Τρόϊκα θα χορηγήσει την επόμενη δόση για αποπληρωθούν δικές της προηγούμενες δόσεις, αλλά εν τω μεταξύ θα απαιτήσει την εφαρμογή νέων μέτρων που θα βυθίσουν την οικονομία σε ακόμα μεγαλύτερη ύφεση.

Η διαχείριση των αποπληρωμών θα γίνεται στη βάση μιας συμφωνίας επίτευξης δεσμευτικών δημοσιονομικών στόχων που θα αξιολογούνται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε ετήσια βάση. Η διαδικασία αυτή ούτως ή άλλως έχει ήδη τεθεί σε εφαρμογή για όλα τα κράτη από την περασμένη εβδομάδα στο νέο πλαίσιο Δημοσιονομικού Συντονισμού. Προφανώς για την Ελλάδα η διαδικασία θα είναι αυστηρότερη από ό,τι για τους άλλους και ίσως καχύποπτη, αλλά χωρίς πλέον την κυνική λοιδορία που επιδεικνύεται εις βάρος της την τελευταία τριετία, δυστυχώς μερικές φορές με την επίνευση και εγχωρίων παραγόντων.

3.Ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών μέσω του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) και όχι της δανειακής βοήθειας. Το μέτρο αυτό από μόνο του θα μειώσει το δημόσιο χρέος σχεδόν κατά 25% του ΑΕΠ, προκαλώντας αμέσως μια σημαντική ανακούφιση και θέτοντας σε εκκίνηση τις προσπάθειες ελάφρυνσης του. Ακόμα και ο Σόϊμπλε που ήταν σκληρός πολέμιος αυτής της επιλογής, θεωρεί σε μια πρόσφατη συνέντευξη του ότι το θέμα πρέπει να επανεξεταστεί.

4. Η βιωσιμότητα του χρέους. Είναι προφανές ότι με την ύφεση στη διαπασών το ελληνικό χρέος δεν θα μειωθεί ποτέ ουσιαστικά, όσες περικοπές μισθών και αν γίνουν, όσοι φόροι και αν μπουν ακόμη. Άρα κάτι σοβαρό πρέπει να γίνει γρήγορα και εδώ υπάρχουν καλά και κακά δεδομένα. Το καλό είναι ότι ένα μεγάλο μέρος του χρέους είναι πλέον δανεισμός από άλλα κράτη, όχι από τράπεζες, και αυτό σημαίνει δεν θα βγει ποτέ στις αγορές για να απειλήσει κερδοσκοπικά την Ελλάδα, όπως έγινε στο παρελθόν με τους ιδιώτες δανειστές.

Ένα νέο «κούρεμα» όμως δεν θα γίνει πλέον τόσο σε βάρος των τραπεζών που πέρυσι όλοι ήταν πρόθυμοι να λιθοβολήσουν για να αποκτήσουν φιλολαϊκά παράσημα, αλλά θα παρουσιαστεί κυρίως ως άδειασμα των φορολογουμένων άλλων χωρών και θα προκαλέσει ισχυρές αντιδράσεις στην κοινή γνώμη τους.

Η περαιτέρω αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους πρέπει να βασιστεί σε ένα τριπλό συνδυασμό που θα προέλθει από διαπραγματεύσεις με τα άλλα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θα περιέχει:

(α) μετακύλιση λήξεων σε μακρό χρονικό διάστημα, αξιοποιώντας τον μηχανισμό της ΕΚΤ όπως αφειδώς έχε χρησιμοποιηθεί για να αποκρούσει τις πιέσεις στα χρέη της Ιταλίας και ης Ισπανίας.

(β) επιλεκτική μείωση οφειλόμενων ποσών σε ορισμένα κράτη και

(γ) μείωση επιτοκίων στα επίπεδα του κόστους δανεισμού των ισχυρότερων χωρών που σήμερα είναι σχεδόν μηδενικά.

Έτσι θα γινόταν μια «ντε φάκτο» μείωση του χρέους χωρίς ούτε η Ελλάδα να ασφυκτιά από τα χρεολύσια ούτε οι άλλοι ευρωπαίοι πολίτες να μας καταριούνται ότι έχασαν τα λεφτά τους . Όσοι προτείνουν άλλες πιο δημοφιλείς επιλογές, θα πρέπει να εξηγήσουν και τις αναπόφευκτες συνέπειες που θα έχουν. Για παράδειγμα, ακόμα και στην καλύτερη περίπτωση μιας αμοιβαίας συμφωνίας ένα νέο «κούρεμα» θα συνοδεύεται υποχρεωτικά από Νέο Μνημόνιο όπως έγινε το 2012. Αν το «κούρεμα» γίνει μονομερώς από την Ελλάδα, θα συνοδεύεται από νέο νόμισμα.

5.Χρηματοδότηση των ελληνικών επιχειρήσεων απευθείας από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων με επιτόκια παρόμοια με αυτά που ισχύουν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Έτσι οι ελληνικές επιχειρήσεις θα μπορέσουν να επιβιώσουν, να επενδύσουν και να γίνουν ανταγωνιστικές στην διεθνή αγορά, και όχι με τις αλλεπάλληλες μειώσεις μισθών των εργαζομένων οι οποίες οδήγησαν μεν σε κατάρρευση το οικογενειακό εισόδημα κατά 18% μόνο κατά το 2012, αλλά δεν αναπτέρωσαν καθόλου την ανταγωνιστικότητα. Όπως δείχνουν τα τελευταία στοιχεία, οι εξαγωγές έμειναν στάσιμες αντί να αυξηθούν και εξακολουθούν να βρίσκονται χαμηλότερα από τα επίπεδα του 2008, όταν υποτίθεται ότι είχε διαβρωθεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας και ήρθε το Μνημόνιο να την διορθώσει!.

6.Διαμόρφωση μιας μεγάλης αναπτυξιακής πρωτοβουλίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση που θα χρηματοδοτήσει υποδομές, κατάρτιση και νέες επενδύσεις για τις χώρες του Νότου και την Ελλάδα. Μόνο έτσι θα γίνει οργανωμένη επανεκκίνηση της οικονομίας, αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στις δυνατότητες της χώρας και δημιουργία βιώσιμων θέσεων απασχόλησης για την νέα γενιά. Διαφορετικά, ακόμα και αν η ύφεση υποχωρήσει το επόμενο έτος, είναι πιθανό η χώρα να διέλθει από μια φάση «άνεργης ανάκαμψης», καθώς οι επιχειρήσεις θα διστάζουν να εκλάβουν τα πρώτα σημάδια ως τερματισμό της αβεβαιότητας και δεν θα κάνουν νέες προσλήψεις.

Η συμμετοχή του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος στην κυβέρνηση της Γερμανίας θα είναι καθοριστική για μια Ευρωπαϊκή πρωτοβουλία, αφού προεκλογικά αναγνώρισε δημόσια ότι ο ευρωπαϊκός Νότος χρειάζεται ένα νέο Σχέδιο Μάρσαλ για να ξεκολλήσει από την ύφεση και να αρχίσει να δημιουργεί ξανά θέσεις απασχόλησης. Όσο και να ξεθωριάσει μετεκλογικά, η δέσμευση του μπορεί να αποτελέσει ένα σημείο διαπραγμάτευσης και πίεσης των χωρών του Νότου, αξιοποιώντας μάλιστα και την επερχόμενη συγκυρία των Ευρωεκλογών που αλλιώς κινδυνεύουν να διεξαχθούν μέσα σε ένα κλίμα δυσπιστίας και αποξένωσης των πολιτών, ακόμη και εχθρότητας ανάμεσα στα διάφορα κράτη.

7.Ένα πρόγραμμα προώθησης μεταρρυθμίσεων, αποκρατικοποιήσεων και ανταγωνιστικής απελευθέρωσης αγορών και επαγγελμάτων, παράλληλα με την αναθέρμανση της οικονομίας. Και στους τρεις αυτούς τομείς τα αποτελέσματα την τελευταία τριετία ήταν πενιχρά, ακριβώς γιατί αντιμετωπίστηκαν ως εκβιαστικά προαπαιτούμενα των δόσεων της δανειακής βοήθειας και όχι ως εργαλεία ουσιαστικής αναδιάρθρωσης της οικονομίας. Με τον τρόπο αυτό έδωσαν όλα τα προσχήματα ακόμα και στα πιο σκανδαλώδη συντεχνιακά προνόμια, να εμφανίζονται με φλάμπουρα «κατά των ξένων» και να διεκδικούν την διαιώνιση τους με υπόκρουση αντιστασιακής ρητορικής.

Για παράδειγμα, βλέπουμε συχνά αρκετές επαγγελματικές ομάδες όπως επίσης ΔΕΚΟ και φορείς του δημοσίου, αντί να γίνουν στηρίγματα της δοκιμαζόμενης οικογένειας διασφαλίζοντας την παροχή των βασικών δημοσίων αγαθών, να μεταλλάσσονται σε μηχανισμούς ομηρίας των πολιτών αδιαφορώντας ότι έτσι πλήττουν ακόμα περισσότερο τους φτωχότερους και όχι την κυβέρνηση. Τελευταίο κρούσμα η πρωτοφανής απόφαση των μεγάλων Πανεπιστημίων να μείνουν κλειστά – ακόμη και με κίνδυνο να χαθεί το εξάμηνο όπως δεν δίστασαν να απειλήσουν ορισμένοι - για να αποφύγουν την αυτονόητη διόρθωση ημαρτημένων. Με σημαία όμως την «αντίσταση ενάντια στην Τρόϊκα» όλα καθαγιάζονται και αυτό αποτελεί ένα μεγάλο πισωγύρισμα στην μεταρρυθμιστική προσπάθεια της χώρας. Όσο και να φαίνεται παράδοξο, το Μνημόνιο την ανέκοψε γράφοντας άλλη μια σελίδα αποτυχίας.

Η Ελλάδα χρειάζεται σήμερα ένα Εθνικό Σχέδιο Μεταρρυθμίσεων χωρίς ξένη υπαγόρευση, αλλά και χωρίς χατίρια στις κομματικές και πελατειακές ομάδες. Αυτό θα αποτελέσει το διαρθρωτικό αντιστήριγμα στο πρωτογενές πλεόνασμα και την βάση επανεδραίωσης της αξιοπιστίας της ελληνικής οικονομίας.

Η σημερινή συγκυρία στην Ευρωπαϊκή Ένωση ευνοεί την ανάληψη πρωτοβουλίας για την αλλαγή του πλαισίου ελέγχου και ασφυκτικής εποπτείας της ελληνικής οικονομίας, καθώς όλο και περισσότεροι αναγνωρίζουν την αναποτελεσματικότητα των μεθόδων ακραίας λιτότητας που τόσο βάναυσα εφαρμόστηκε τα τελευταία χρόνια στον Ευρωπαϊκό Νότο. Η πρόσφατη διαμάχη μεταξύ ΔΝΤ και Ευρωζώνης για το ποιος απέτυχε περισσότερο, μπορεί να αξιοποιηθεί από την Ελλάδα για την υπαγωγή όλων των εκκρεμών θεμάτων σε ένα νέο πλαίσιο διαπραγμάτευσης, αυτή τη φορά αποκλειστικά ευρωπαϊκό.

Αν δεν μπορούμε να πειστούμε μόνοι μας για αυτή την εφικτή προοπτική, ας θυμηθούμε τουλάχιστον την τόλμη του συντηρητικού Ισπανού Πρωθυπουργού που δύο χρόνια πριν έκλεισε την πόρτα στο ΔΝΤ και ανέλαβε ο ίδιος το κόστος για την απαιτούμενη προσαρμογή. Τον προηγούμενο μήνα η Ισπανία βγήκε από την ύφεση, ενώ τον Δεκέμβριο θα απαλλαγεί πλήρως από το καθεστώς έκτακτης εποπτείας.

Στην Ευρώπη όλοι ξέρουν ότι ήρθε η ώρα για περισσότερο ρεαλισμό στην Ελλάδα και λιγότερο δογματισμό στις αποφάσεις τιμωρίας, οι οποίες δεν αφορούν μόνο την τύχη μιας οικονομίας, αλλά τελικά και την ίδια την κοινωνία. Ευθύνη μας να το αξιοποιήσουμε και να απεγκλωβίσουμε την χώρα μας από το Μνημόνιο, πριν εγκύψει ένας νέος κύκλος πιέσεων, απειλών και αποτυχιών.


Εκτύπωση στις: 2024-03-28
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=7410&export=html