Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Μια νέα ισορροπία

Παύλος, Τσίμας

Τα Νέα, 2014-05-31


Είναι δύσκολο να διαφωνήσει κανείς με τη δήλωση του Αντώνη Σαμαρά πως «η πολιτική σταθερότητα είναι το κλειδί για την πορεία της χώρας».

Η άποψη έχει, άλλωστε, την πικρή συνηγορία της εμπειρίας: Αν η Ελλάδα πλήρωσε με διπλό και τρίδιπλο οικονομικό κόστος και κοινωνική οδύνη τη χρεοκοπία της, αν σ’ εμάς το Μνημόνιο, η τρόικα και η δημοσιονομική προσαρμογή ήταν πολύ πιο μακρόσυρτα και επώδυνα απ’ ό,τι στις άλλες ομοιοπαθείς χώρες, είναι και (ή κυρίως) επειδή στην Ελλάδα όλα αυτά εξελίχθηκαν σ’ ένα πολιτικό περιβάλλον απολύτως συγκρουσιακό. Δίχως την ελάχιστη συναίνεση - που υπήρχε στην περίπτωση της Πορτογαλίας, της Ιρλανδίας ή της Κύπρου - ούτε καν για τους κανόνες του παιχνιδιού. Σε ένα περιβάλλον, δηλαδή, ακραίας πολιτικής αστάθειας.

Η διαπίστωση είναι λοιπόν, αυτονόητα, σωστή. Το ερώτημα είναι πώς επιτυγχάνεται η αναγκαία «πολιτική σταθερότητα». Και η απάντηση, κατά τη γνώμη μου, είναι πως για να έχουμε σταθερότητα, θα πρέπει οι σχέσεις συμπολίτευσης - αντιπολίτευσης να περάσουν από την εποχή του ακήρυχτου εμφυλίου στην εποχή της ελάχιστης συνεννόησης. Θα πρέπει, δηλαδή, η προοπτική μιας ενδεχόμενης κυβερνητικής εναλλαγής να προσγειωθεί από τα μαρμαρένια αλώνια μιας μάχης του φωτός με το σκότος, μιας καθεστωτικής κατάλυσης, στο πεζό πεδίο του φυσιολογικού σε μια δημοκρατία πολιτικού ανταγωνισμού.

Δεν εννοώ πως συμπολίτευση και αντιπολίτευση πρέπει να άρουν ή να λειάνουν τις διαφωνίες τους. Εννοώ πως ο κυβερνητικός χώρος θα πρέπει να πάψει επιτέλους να αντιμετωπίζει τον ΣΥΡΙΖΑ ως αποσυνάγωγο της δημοκρατίας - ως τα κατά Πάγκαλο «τσογλάνια», ως τους κατά Μουρούτη «φίλους των τρομοκρατών» ή τους «τυχοδιώκτες της δραχμής». Και αυτό όχι για λόγους savoir vivre, καλών τρόπων. Μα επειδή αποδείχθηκε (και στις κάλπες) ότι αυτού του είδους η αντιπαράθεση, εκτός από υπονομευτική της σταθερότητας, είναι και πολιτικά μη αποδοτική.

Το ίδιο ισχύει, σε ακόμη μεγαλύτερη ένταση, για τον ΣΥΡΙΖΑ εννοείται. Είναι καιρός να ενηλικιωθεί ο πολιτικός του λόγος, να αφήσει πίσω του τη διάλεκτο της πλατείας, της «αγανάκτησης», να σβήσει από το λεξιλόγιό του τους «προδότες», τους «Τσολάκογλου», τα γουναράδικα, τις κρεμάλες και τα Γουδιά. Και πάλι: όχι για λόγους πολιτικής ορθότητας. Αλλά γιατί αποδείχθηκε και στις ευρωπαϊκές και δημοτικές κάλπες ότι αυτού του είδους ο «ψεκασμένος» λόγος, εκτός από υπονομευτικός της πολιτικής σταθερότητας, είναι και εντελώς αντιπαραγωγικός πολιτικά. Ενα μικρό κόμμα μπορεί να εκτοξευθεί αν γίνει όχημα του θυμού και της διαμαρτυρίας. Αλλά ένα ήδη μεγάλο κόμμα είναι αδύνατον να πείσει ως εναλλακτική λύση διακυβέρνησης αν μείνει αιχμάλωτο του θυμού και της διαμαρτυρίας. Απόδειξη, η καμπάνια της Ρένας Δούρου και κυρίως του Γαβριήλ Σακελλαρίδη στην Αθήνα, που έφθασε κοντά σε μια αναπάντεχη νίκη ακριβώς επειδή υιοθέτησε έναν λόγο προσγειωμένο και συγκεκριμένο, αφήνοντας πίσω τις αντιμνημονιακές κορόνες και τα εμφυλιοπολεμικά συνθήματα.

Αυτή, νομίζω, είναι η πρώτη προϋπόθεση για να αποκατασταθεί ένα αίσθημα πολιτικής σταθερότητας. Υπάρχουν, προφανώς, και άλλες. Σημαντικότερες και πιο απαιτητικές.

Οπως η συγκρότηση του χώρου μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ - της λεγόμενης Κεντροαριστεράς. Ο αυτοπροσδιορισμός του ως έκφρασης ενός υπαρκτού πολιτικού ρεύματος, προοδευτικού, φανατικά ευρωπαϊκού και μεταρρυθμιστικού. Οχι ο ετεροπροσδιορισμός του είτε ως αναχώματος κατά της προέλασης του ΣΥΡΙΖΑ είτε ως επίδοξης «νηπιαγωγού» του στα μαθήματα εξουσίας.

Ή όπως η μετάθεση του άξονα των πολιτικών ανταγωνισμών από το πεδίο που όριζε η διάσταση Μνημόνιο - Αντιμνημόνιο, η οποία εξεμέτρησε το δύστυχο και άγονο ζην της στο πεδίο της αντιπαράθεσης γύρω από ένα σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης και κοινωνικής ανάταξης -σχέδιο προοδευτικό ή συντηρητικό, «δεξιό» ή «αριστερό», πάντως όχι ουδέτερο πολιτικά.

Ευχές; Ευσεβείς, πλην ανεδαφικοί πολιτικοί πόθοι; Δεν το ξέρω. Αλλά είμαι σίγουρος πως προς τα εκεί, προς μια αναγκαία και λυτρωτική νέα ισορροπία, έδειξε το εκλογικό αποτέλεσμα της περασμένης Κυριακής. Αυτό που δεν ξέρω είναι αν οι πολιτικές ηγεσίες είναι σε θέση να ανταποκριθούν στην ευχή του πλήθους.

Εκτύπωση στις: 2024-04-23
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=7823