Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Πολιτική επικοινωνία ως θέαμα

Χρίστος, Αλεξόπουλος

2014-06-08


Στις σύγχρονες μαζικές κοινωνίες του θεάματος και ιδιαιτέρως όταν ανήκουν στην περιφέρεια και δεν διαθέτουν δυναμικές κοινωνικές δομές όπως η Ελλάδα, η πολιτική επικοινωνία κυριαρχείται από τον εικονικό της χαρακτήρα και τις ιδιαιτερότητες της λογικής του θεάματος, καθώς και των ΜΜΕ που το υπηρετούν.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι τριπλές εκλογές του Μάιου του 2014 (δημοτικές, περιφερειακές, Ευρωεκλογές). Αρκεί να λάβουμε υπόψη την τηλεόραση, η οποία παίζει σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση της κοινής γνώμης τόσο με τα δελτία ειδήσεων όσο και με τις διάφορες ενημερωτικές εκπομπές.

Υποτίθεται, ότι δίδεται βήμα λόγου και διαλόγου στα κόμματα και στο πολιτικό προσωπικό, ώστε να ενημερώνονται οι πολίτες και να ασκούν μετά το δημοκρατικό δικαίωμα του εκλέγειν έχοντας γνώση των επιπτώσεων των επιλογών τους. Το θέμα είναι, εάν πράγματι υπηρετείται αυτός ο στόχος και η δημοκρατία αποκτά ουσιαστικό περιεχόμενο. Ταυτοχρόνως τίθεται το ερώτημα, εάν αναπτύσσεται πολιτικός διάλογος στην τηλεοπτική πραγματικότητα, ο οποίος μάλιστα προάγει την πολιτική λειτουργία και συμβάλλει στην αναζήτηση κοινών τόπων μεταξύ των κομμάτων. Αυτό είναι ιδιαιτέρως σημαντικό, όταν οι κυβερνήσεις συνεργασίας εκφράζουν την βούληση της κοινωνίας και αποτελούν μοναδική λύση.

Κατ’αρχήν, όταν ο πολιτικός διάλογος γίνεται τηλεοπτικό θέαμα, κυριαρχεί η εντύπωση που προκαλεί η εικονική αποτύπωση και όχι ο λόγος και η παράθεση επιχειρημάτων. Εξάλλου η μεγάλη πυκνότητα του τηλεοπτικού χρόνου δεν επιτρέπει την αναλυτική και σε βάθος παρουσίαση πολιτικών προτάσεων και θέσεων σε σχέση με την πορεία της χώρας προς το μέλλον. Πολύ περισσότερο ασκεί επιρροή στον τηλεθεατή η εικόνα του πολιτικού προσώπου και όχι ο λόγος που εκφέρει. Εάν το πολιτικό πρόσωπο, που συμμετέχει στον τηλεοπτικό διάλογο, χαρακτηρίζεται από νευρικότητα στις κινήσεις του, δημιουργείται η εντύπωση στον τηλεθεατή, ότι ο πολιτικός είναι ανασφαλής το λιγότερο. Το περιεχόμενο του πολιτικού λόγου, τον οποίο εκφέρει, δεν επιδρά στη διαμόρφωση γνώμης από τον τηλεθεατή. Ακόμη και η σκηνική παρουσία και ένδυση συμβάλουν στην δημιουργία θετικής ή αρνητικής εντύπωσης στους καταναλωτές του θεάματος, στους οποίους, χωρίς να συνειδητοποιείται, ενεργοποιούνται κοινωνικά στερεότυπα σε σχέση με την εμφάνιση και το τι αντιπροσωπεύει σε κοινωνικό επίπεδο. Και εάν κινούνται οι ίδιοι σε παρόμοιο μήκος κύματος, τότε επηρεάζονται θετικά σε σχέση με το πολιτικό πρόσωπο.

Από το άλλο μέρος ο πολίτης-καταναλωτής του θεάματος σε πολύ μεγάλο βαθμό λειτουργεί ως παθητικός δέκτης μηνυμάτων και ενός συνόλου πληροφοριών, τα οποία εκτός των άλλων δεν είναι σε θέση να επεξεργασθεί στο πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, στο οποίο ολοκληρώνεται μια ενημερωτική εκπομπή ή ένα δελτίο ειδήσεων. Υπάρχουν όμως και άλλα αίτια για αυτό το φαινόμενο.

α) Ο απλός πολίτης και όχι μόνο αυτός, δεν διαθέτει σε βάθος γνώση της πολύπλοκης πραγματικότητας τόσο σε τοπικό και εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό και πλανητικό επίπεδο. Αυτό είναι φυσιολογικό. Εκείνο που δεν είναι, έχει ευθεία αναφορά στην ανυπαρξία μηχανισμών απλοποίησης αυτής της σύνθετης πραγματικότητας, ακόμη και στα μέσα, τα οποία παρουσιάζουν το θέαμα, όπως είναι οι τηλεοπτικοί σταθμοί και άλλα ηλεκτρονικά δίκτυα. Γι’αυτό είναι και πιο εύκολο να μετατρέπεται ο διάλογος σε προσπάθεια του ενός να μειώσει τον συνομιλητή του, διεκδικητή της ψήφου του εκλογικού σώματος, για να αναδείξει την υπεροχή του. Η ουσία, που είναι οι πολιτικές προτάσεις και οι επιπτώσεις τους σε βάθος χρόνου, δεν γίνεται αντικείμενο συζήτησης.

β) Οι πολίτες, καταναλωτές του πολιτικού θεάματος, έχουν διαφορετικές δυνατότητες νοητικής επεξεργασίας των πληροφοριών, με τις οποίες βομβαρδίζονται καθημερινά και μάλιστα χωρίς να διαθέτουν και επαρκή χρόνο για αυτό το σκοπό. Βεβαίως στην σημερινή εποχή της κρίσης, με την ανεργία να χτυπάει κόκκινο και την φτωχοποίηση να προχωρεί με ισοπέδωση της μεσαίας κοινωνικής τάξης, ένας μεγάλος αριθμός πολιτών αντιδρά με το θυμικό και δεν αφήνει περιθώρια ενεργοποίησης του ορθολογισμού. Με αυτό τον τρόπο όμως δεν επιτρέπουν στον εαυτό τους να κάνουν επιλογές και να παίρνουν αποφάσεις, οι οποίες βασίζονται σε μια ανάλυση της πραγματικότητας.

γ) Δυστυχώς δεν υπάρχουν και δυναμικές κοινωνικές δομές, στις οποίες οι πολίτες θα μπορούσαν να αναπτύξουν ζωντανό διάλογο συμμετέχοντας και οι ίδιοι, ώστε να αποφύγουν το ρόλο του παθητικού δέκτη και να γίνουν ενεργοί πολίτες. Εάν αυτό γινόταν, θα μπορούσε και το κοινωνικό συμφέρον να εκφρασθεί με μαζικό τρόπο και το πολιτικό σύστημα να λογοδοτεί σε αυτές τις δομές της κοινωνίας πολιτών, στις οποίες θα μπορούσε να ενεργοποιηθεί και η διανόηση και να βοηθήσει στην κατανόηση της σύνθετης πραγματικότητας από τον πολίτη.

δ) Τέλος η εικόνα συμπληρώνεται με την γενικευτική λογική, η οποία κυριαρχεί στην εξαγωγή συμπερασμάτων από τον πολίτη, αφού δεν έχει ούτε το χρόνο για ανάπτυξη ορθολογικών νοητικών διεργασιών ούτε και την επαρκή γνώση της πραγματικότητας. Εξάλλου δεν βοηθά ούτε το πολιτικό σύστημα, το οποίο στο επίπεδο της πολιτικής επικοινωνίας βασίζεται περισσότερο στο λαϊκισμό και στην δημιουργία προσδοκιών για το μέλλον, οι οποίες έχουν κυρίως φαντασιακό και όχι ρεαλιστικό φορτίο.

Γι’αυτό και τα πολιτικά πρόσωπα προσπαθούν να διαθέτουν το στοιχείο της αναγνωρισιμότητας. Βασίζονται πολύ περισσότερο στη δημόσια εικόνα, που καλλιεργούν σε σχέση με τον εαυτό τους και πολύ λιγότερο στις ουσιαστικές επιπτώσεις της δραστηριοποίησης τους στο μέλλον, στο οποίο στοχεύουν οι πολιτικές αποφάσεις. Τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας και κυρίως η τηλεόραση είναι πολύτιμα εργαλεία για την καλλιέργεια της δημόσιας εικόνας. Δεν είναι τυχαίο, που άτομα, τα οποία διαθέτουν μεγάλη αναγνωρισιμότητα, όπως είναι οι ηθοποιοί και τραγουδιστές ακόμη και αθλητές, εκλέγονται χωρίς μεγάλο κόπο. Η πιο σημαντική παράμετρος για την έγκριση της πολιτικής τους δραστηριοποίησης από το εκλογικό σώμα είναι η δημόσια εικόνα, την οποία έχουν καλλιεργήσει. Η δυνατότητα ουσιαστικής πολιτικής λειτουργίας δεν παίζει σημαντικό ρόλο.

Αυτό βεβαίως είναι φυσιολογικό σε μια πολιτική πραγματικότητα, στην οποία τα κόμματα αδυνατούν να κάνουν διάλογο ουσίας, ο οποίος υπερβαίνει τον ιδεοληπτικό ή λαϊκιστικό λόγο, διότι δεν έχουν στρατηγική ούτε και πολιτικές προτάσεις με τεχνοκρατική τεκμηρίωση και μακροπρόθεσμο με μετρήσιμα αποτελέσματα σχεδιασμό. Έχει κανείς την αίσθηση, ότι η πολιτική λειτουργία στην Ελλάδα ολοκληρώνεται με την ανάληψη διαχείρισης κυβερνητικής εξουσίας. Παρατηρείται μια γενικότερη ακινησία, η οποία βεβαίως είναι διαπιστώσιμη και σε κοινωνικό επίπεδο. Για 10ετίες κυριαρχείται η πραγματικότητα από το πελατειακό σύστημα, την συντεχνιακή λογική και τη διαφθορά, η οποία διαπερνά τις πάσης φύσεως δομές, δημόσιες και μη. Και παρά την κρίση, η οποία βιώνεται με πολύ βίαιο τρόπο από την ελληνική κοινωνία, ακόμη δεν έχουν γίνει αποφασιστικά βήματα για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής για παράδειγμα. Ούτε προχωρούν οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις με την ταχύτητα, την οποία επιβάλλουν οι αναχρονιστικές συνθήκες, που επικρατούν. Και στην προκειμένη περίπτωση δεν εννοούνται αυτές, που ζητά η Τρόικα, αλλά εκείνες που θα επιτρέψουν στον τόπο να συμπορευθεί με την δυναμική της εξέλιξης των ανεπτυγμένων κοινωνιών της γνώσης. Από την παρακολούθηση των «απόψεων» που κατατίθενται στο πλαίσιο της πολιτικής επικοινωνίας, βγαίνει αβίαστα το συμπέρασμα, ότι με το σημερινό πολιτικό σύστημα οι προοπτικές δεν είναι ευοίωνες. Γι’αυτό και αντί να γίνονται αντικείμενο διαλόγου προτάσεις για το μέλλον της χώρας, η συζήτηση που αναπτύσσεται δεν υπερβαίνει τα όρια αυτού που ονομάζει κάποιος «κουβεντολόι» (χαρακτηρισμός από σχόλιο της Ειρήνης Χατζηδημητρίου, Μεταρρύθμιση, 4.5.2014). Αρκεί να παρακολουθήσει κάποιος μια από τις πολλές ενημερωτικές εκπομπές της τηλεόρασης και θα καταλάβει το φορτίο αυτού του χαρακτηρισμού.

Ίσως είναι ευτύχημα, που ο τηλεθεατής στερείται της δυνατότητας συμμετοχής σε αυτό το είδος διαλόγου, ο οποίος επικοινωνιακά κυριαρχείται από την εικόνα και όχι από το λόγο και το φορτίο του. Όμως ως παθητικός δέκτης υφίσταται τις επιπτώσεις αυτού του είδους πολιτικής επικοινωνίας. Και αυτές χαρακτηρίζονται από τη λογική του θεάματος, η οποία λειτουργεί, εάν κάποιος το επιθυμεί, παραπλανητικά. Το θέαμα μπορεί να το σκηνοθετήσει κάποιος και να οδηγήσει τον καταναλωτή του σε λανθασμένα συμπεράσματα. Σε σχέση με την επικοινωνιακή διάσταση του λόγου υπάρχουν άλλου είδους δυσκολίες, τις οποίες πρέπει να υπερβεί ο πολίτης. Η αντιληπτική του ικανότητα βασίζεται περισσότερο στην εικονική προσέγγιση της πραγματικότητας και λιγότερο στο λόγο, διότι η κατανόηση του προϋποθέτει την ικανότητα αφαίρεσης, ώστε να είναι εφικτή η κατανόηση της σύνθετης πολιτικής πραγματικότητας σε εθνικό, ευρωπαϊκό και πλανητικό επίπεδο. Και αυτό πρέπει να συμβεί σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Μια τηλεοπτική εκπομπή δεν διαρκεί πολύ. Οι πληροφορίες διαδέχονται η μία την άλλη με μεγάλη ταχύτητα, η οποία υπερβαίνει την αντίστοιχη ταχύτητα νοητικής τους επεξεργασίας. Με αυτά τα δεδομένα η δημοκρατική λειτουργία αποκτά τυπικό χαρακτήρα, χάνει την ουσία της. Αυτή βασίζεται στην σε βάθος γνώση της πραγματικότητας, ώστε η ιδιότητα του πολίτη να φέρει το βάρος της ευθύνης που του αναλογεί, όταν με τις επιλογές του δεσμεύει το μέλλον. Στις ευρωεκλογές του Μαΐου του 2014 στην Ελλάδα ποιος διάλογος στο πλαίσιο της πολιτικής επικοινωνίας διαμόρφωσε τις προϋποθέσεις για να αποφασίσει ο Έλληνας πολίτης για το μέλλον της Ευρώπης; Τα φοβικά διλήμματα των κομμάτων σε σχέση με την επικινδυνότητα τους για την κοινωνία;

Ο Χρίστος Αλεξόπουλος είναι ερευνητής Κοινωνιολόγος

Εκτύπωση στις: 2024-03-29
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=7840