Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Ενίσχυση του οράματος μιας Ευρώπης περιορισμένων εξουσιών.

Jean, Pisani-Ferry

2014-06-14


Τα αποτελέσματα των εκλογών που προέκυψαν για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι τόσο αινιγματικά όσο και συγκλονιστικά. Δεν υπάρχει κάποια θεωρία που θα μπορούσε να δώσει μία ερμηνεία για την πολυμορφία των εθνικών αποτελεσμάτων.

Στη Γερμανία, όπου οι πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν εξαιρετικά αμφιλεγόμενες ήδη από το 2008, η προεκλογική εκστρατεία υπήρξε εξαιρετικά άχρωμη.

Αλλά στη Γαλλία, όπου ούτε η οικονομική βοήθεια ούτε οι πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για την καταπολέμηση της κρίσης προκάλεσαν διαφωνίες, κυριάρχησαν τα αντιευρωπαϊκά θέματα.

Ούτε οι οικονομικές μεταβλητές, όπως η αύξηση του ΑΕΠ, ούτε οι κοινωνικές μεταβλητές, όπως η ανεργία, ερμηνεύουν το γιατί οι Ιταλοί ψήφισαν μαζικά υπέρ του κεντροαριστερού Δημοκρατικού Κόμματος του Πρωθυπουργού Ματέο Ρέντσι, ενώ οι Γάλλοι ενέκριναν το ακροδεξιό Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν.

Μεταξύ των πλεονασματικών χωρών, οι ευρωσκεπτικιστές απεδείχθησαν ισχυροί στην Αυστρία, αλλά ασθενέστεροι στη Γερμανία. Μεταξύ των χωρών που μαστίζονται από την κρίση, η Ελλάδα στράφηκε στον αριστερό ριζοσπαστικό συνασπισμό ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα, ενώ τα πρώην κυρίαρχα κόμματα, η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ, εξασφάλισαν από κοινού λιγότερο από το ένα τρίτο της λαϊκής ψήφου. Στην Πορτογαλία, όμως, δεν αμφισβητήθηκε η κυριαρχία των παραδοσιακών κομμάτων.

Όσο περισσότερο μελετάει κανείς τους αριθμούς, τόσο πιο αινιγματικοί γίνονται. Ο ιστορικός Χάρολντ Τζέιμς υποστηρίζει ότι το κυρίαρχο υπόδειγμα που κάνει ισχυρότερη την εθνικιστική δεξιά στις δύο χώρες της Ε.Ε., τη Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, εδράζεται στο ότι οι χώρες αυτές στοιχειώνονται από την αυτοκρατορική κληρονομιά τους. Ίσως. Αλλά πώς ερμηνεύεται στο γεγονός ότι στη Δανία κέρδισε η αντιευρωπαϊκή δεξιά με μεγάλη διαφορά;

Αν και είναι αυξημένη παντού τα τελευταία χρόνια η σημασία του πολιτικού διαλόγου γύρω από την Ευρώπη, η αλήθεια είναι ότι οι Ευρωπαίοι δεν κάνουν τον ίδιο διάλογο. Αυτό αποτελεί ένα σοβαρό πρόβλημα για τους ηγέτες της Ευρώπης: ο εκλογικός σεισμός είναι αρκετά μεγάλος γι’ αυτούς, με αποτέλεσμα να αισθάνονται την υποχρέωση να ανταποκριθούν στην οικονομική και πολιτική δυσαρέσκεια των πολιτών τους· αλλά δεν ξέρουν ποια ακριβώς απάντηση θα πρέπει να δώσουν.

Στο οικονομικό μέτωπο, οι αρχικές συζητήσεις μετά τις εκλογές δείχνουν μια συμφωνία: ότι, δηλαδή, θα πρέπει να γίνουν περισσότερα για την ενίσχυση της ανάπτυξης και της απασχόλησης. Αυτό είναι σίγουρα αλήθεια. Οι πρόσφατοι ρυθμοί ανάπτυξης της Ευρώπης ήταν θλιβεροί, ιδίως σε σύγκριση με αυτούς των Ηνωμένων Πολιτειών οι οποίες επλήγησαν από το ίδιο σοκ πριν από έξι χρόνια, αλλά ήδη μπορούν να απολαμβάνουν μια κατά πολύ ισχυρότερη ανάκαμψη της παραγωγής και της απασχόλησης. Η Ε.Ε. φέρει επίσης μέρος της ευθύνης γι’ αυτό το αποτέλεσμα: η αποτυχία της να εξυγιάνει τους ισολογισμούς των τραπεζών πριν από τη δημοσιονομική εξυγίανση ήταν ένα συλλογικό λάθος.

Είναι εξίσου σημαντικό, ωστόσο, ότι οι ευρωπαίοι ηγέτες αποφύγουν τις υποσχέσεις που δεν είναι σε θέση να εκπληρώσουν. Η Ευρώπη έχει μακρά παράδοση μεγαλεπήβολων αναπτυξιακών πρωτοβουλιών των οποίων το μόνο αποτέλεσμα είναι η απογοήτευση.

Λόγου χάρη, μερικά δισεκατομμύρια εδώ και εκεί δεν κάνουν μεγάλη διαφορά σε μια οικονομία 13 τρισεκατομμυρίων ευρώ (ή σε μια οικονομία 17,7 τρισεκατομμυρίων δολαρίων). Μια επιπλέον έκκληση προς την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για τη στήριξη των επενδύσεων και της καινοτομίας δεν θα προκαλέσει ανάληψη υψηλότερου κινδύνου. Και μια ανανεωμένη δέσμευση για την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών δεν θα μετατρέψει τα επιφυλακτικά ευρωπαϊκά νοικοκυριά σε ανέμελους σπάταλους.

Εάν οι ηγέτες της ΕΕ έχουν δεσμευτεί για την ανάπτυξη και την απασχόληση, θα πρέπει να εργαστούν για τον επανασχεδιασμό μιας ευρωπαϊκής ενιαίας αγοράς που, σε πολλούς τομείς, είναι «ενιαία» μόνο κατ’ όνομα, έτσι ώστε οι περισσότερο καινοτόμες και αποδοτικές επιχειρήσεις να μπορούν να αναπτυχθούν ταχύτερα. Θα πρέπει επίσης να καταστρώσουν σχέδια για τη χρηματοδότηση των υποδομών ζωτικής σημασίας – όχι σιδηροδρομικές συνδέσεις υψηλής ταχύτητας στο πουθενά, αλλά διασυνδέσεις για τα ενεργειακά συστήματα και τη ραχοκοκαλιά των επικοινωνιών στην εποχή της πληροφόρησης.

Επιπλέον, θα πρέπει να συμφωνήσουν σχετικά με το καθεστώς που θα οδηγεί σε μια αξιόπιστη μελλοντική πορεία για την τιμή του διοξειδίου του άνθρακα, η οποία θα δώσει στον ιδιωτικό τομέα και τις επιχειρήσεις την προβλεψιμότητα που χρειάζονται για να επενδύσουν στην εξοικονόμηση ενέργειας και στην καθαρή ενέργεια. Και θα πρέπει να υλοποιήσουν έναν θεσμικό μηχανισμό που θα επιτρέψει την εξομάλυνση στις διαφορές του κόστους δανεισμού μεταξύ του Βορρά και του Νότου της ευρωζώνης.

Οι ηγέτες της Ε.Ε. θα πρέπει επίσης να προωθήσουν τις ιδιωτικές επενδύσεις στον τομέα εμπορίας αγαθών των χωρών του Νότου, βοηθώντας με αυτόν τον τρόπο την ταχύτερη ανοικοδόμηση των οικονομιών και την ενίσχυση της εξαγωγικής βάσης τους. Και θα πρέπει να στρέψουν πραγματικούς χρηματικούς πόρους σε πρωτοβουλίες για την κατάρτιση των ανέργων νέων ώστε να τους ενθαρρύνει να γίνουν πιο κινητικοί.

Τελευταίο αλλά όχι λιγότερο σημαντικό, οι Ευρωπαίοι πολιτικοί θα πρέπει να εξετάσουν πώς μπορεί να περιοριστεί η πλεονάζουσα αποταμίευση στην ευρωζώνη και, άρα, πώς θα συγκρατηθούν οι ανοδικές πιέσεις στις ισοτιμίες του κοινού νομίσματος. Αλλά αν δεν συμφωνήσουν σχετικά με το τι πρέπει να κάνουν, θα πρέπει να αντισταθούν στον πειρασμό να συγκαλύψουν τις διαφορές τους.

Ως προς το πολιτικό μέτωπο, η συζήτηση για το τι θα πρέπει να επιδιώξει η Ε.Ε., και με βάση τις μετεκλογικές προκλήσεις, μπορεί να καταλήξει σε μία και μόνον απάντηση: λιγότερη Ευρώπη. Αυτή η απάντηση είναι ένα κατανοήσιμο λάθος, αλλά παρ’ όλα αυτά είναι ένα λάθος. Οι Ευρωπαίοι πολίτες μπορεί να διαφωνούν ως προς τον βαθμό ολοκλήρωσης που είναι εντέλει επιθυμητός, αλλά συμμερίζονται μια κοινή ανησυχία για την επιτυχία της διακυβέρνησης που θα πρέπει να ακολουθηθεί, σε οποιοδήποτε επίπεδο. Αυτό περιλαμβάνει την Ε.Ε., ιδίως σε σχέση με το ευρώ.

Πράγματι, σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση, τα τρία τέταρτα της γαλλικής κοινής γνώμης αμφιβάλουν για το κατά πόσο το ευρώ ήταν μια πρωτοβουλία που αξίζει να διατηρηθεί. Αλλά ακριβώς το ίδιο ποσοστό αντιτίθεται στην ιδέα απομάκρυνσης από το κοινό νόμισμα. Το μήνυμα προς τα όργανα της Ε.Ε. είναι σαφές: Μπορεί να ήταν λάθος που σας αναθέσαμε αυτή την αποστολή, αλλά η απόφαση ελήφθη, με αποτέλεσμα ο ρόλος σας τώρα είναι να κάνετε το ευρώ να δουλέψει.

Με άλλα λόγια, οι πολίτες της Ευρώπης δεν εγκρίνουν σίγουρα τα σχέδια διεύρυνσης των αρμοδιοτήτων και το πεδίο εφαρμογής των πολιτικών και των εξουσιών της Ε.Ε.· αλλά, με την ίδια λογική, έχουν επίγνωση για την ύπαρξη μιας Ε.Ε. η οποία θα πρέπει να φέρει εις πέρας τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει.

Λίγο πριν τον θάνατό του, ο Τομάσο Πάντοα-Σιόπα, πρώην μέλος του Δ.Σ. της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και πρώην υπουργός Οικονομικών της Ιταλίας, είχε τοποθετηθεί πάνω σε αυτό το ζήτημα με σαφήνεια. Οι περιορισμένες εξουσίες, είχε πει, συγχέονται συχνά με τις αναιμικές εξουσίες που έχουν να κάνουν με την απουσία των εργαλείων που απαιτούνται για να ενεργήσει κάποιος εντός της σφαίρας των εξουσιών του. Αλλά είναι το εύρος των εξουσιών που θα πρέπει να περιοριστεί, και όχι να περιορίζεται η εξουσία να μπορεί να ενεργεί κάποιος εντός των ορίων μιας συγκεκριμένης αρμοδιότητας.

Οι ηγέτες της Ευρώπης θα πρέπει να κάνουν σύνθημά τους αυτό το αξίωμα: Σήμερα δεν είναι η ώρα για περισσότερη Ευρώπη· είναι η φάση που η Ευρώπη θα πρέπει να εκπληρώσει την αποστολή της. Αυτό μπορεί να σημαίνει κατάργηση των μη αναγκαίων αρμοδιοτήτων για τις οποίες η Ε.Ε. δεν διαθέτει ούτε τη νομιμότητα ούτε είναι καλά εξοπλισμένη. Επίσης, αυτό μπορεί να σημαίνει ότι δίνεται στην Ε.Ε. η δύναμη που της χρειάζεται για να πετύχει αυτό που έχει ήδη αναλάβει να κάνει.

Αυτή η ρεαλιστική ατζέντα μπορεί να φαίνεται αδιάφορη. Ενδεχομένως, μπορεί και να είναι. Αλλά, ενδεχομένως, μπορεί να είναι αυτή που θα προσφέρει μια καλύτερη ευκαιρία η οποία θα συμφιλιώσει τους λαούς της Ευρώπης με την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Μετάφραση: Θανάσης Α. Βασιλείου


Εκτύπωση στις: 2024-04-16
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=7853