Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Η ενεργειακή πρόκληση

Κωνσταντίνος, Φίλης

Η Καθημερινή της Κυριακής, 2014-08-31


Ε​​ν μέσω εντατικών διαβουλεύσεων Ρωσίας - Ουκρανίας - Δύσης, άνευ ουσιαστικού αντικρίσματος προς το παρόν, μία εκ των κυριότερων προκλήσεων που αναδύεται είναι η ενεργειακή. Με νωπές τις μνήμες από τις κρίσεις 2006 και 2009, η Γηραιά Ηπειρος παρακολουθεί με αγωνία την πορεία των διαπραγματεύσεων, ευελπιστώντας ότι δεν θα καταστεί εκ νέου όμηρος των επιδεινούμενων σχέσεων Μόσχας - Κιέβου.

Ωστόσο, τα τωρινά δεδομένα είναι σαφώς διαφοροποιημένα σε σχέση με το 2009, προς όφελος της Ευρώπης. Η μειωμένη κατανάλωση φυσικού αερίου, με τη στροφή σε φθηνότερες μορφές ενέργειας, όπως ο γαιάνθρακας και ο λιγνίτης, έχει συνηγορήσει στο γέμισμα των ευρωπαϊκών υπόγειων αποθηκών, με επακόλουθο να υπάρχει επιπλέον αέριο προς διάθεση, τουλάχιστον για ορισμένες χώρες. Η δε λειτουργία του αγωγού Βορείου Ρεύματος που μεταφέρει, χωρίς ενδιάμεσους σταθμούς, ρωσικό αέριο στη Γερμανία, σε συνάρτηση με τη βελτίωση της διασυνδεσιμότητας των ευρωπαϊκών δικτύων και την παράλληλη λειτουργία αγωγών ανάστροφης ροής, κατοχυρώνει σε σημαντικό βαθμό Βόρεια, Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη.

Επίσης, η ελαφρώς καθοδική, συγκυριακή (;) τάση στην τιμή υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) αφαιρεί ένα ισχυρό επιχείρημα απ’ όσους θελήσουν να εκμεταλλευτούν πιθανή όξυνση προς οικονομικό τους όφελος, κερδοσκοπώντας στην αυξανόμενη ζήτηση. Επιπροσθέτως, ευρωπαϊκές εταιρείες κατέχουν πλεονάζουσες συμβολαιοποιημένες ποσότητες LNG, τις οποίες μπορούν κάλλιστα να διαθέσουν σε κράτη-μέλη, που ενδεχομένως να βρεθούν υπό πίεση. Ο βαθμός επίδρασης στις αγορές θα εξαρτηθεί από τις καιρικές συνθήκες, τη διάρκεια παύσης εφοδιασμού και τις δυνατότητες εκάστης χώρας να ελαττώσει την εγχώρια κατανάλωση αερίου και ταυτόχρονα να αυξήσει τις εισαγωγές από άλλες πηγές σε ανταγωνιστικές τιμές.

Η πρόσφατη εκτράχυνση των σχέσεων Ρωσίας - Ουκρανίας δύναται να κλιμακωθεί ως εξής: Η πρώτη έχει παγώσει εδώ και δυόμισι μήνες την τροφοδοσία της Ουκρανίας, αποστέλλοντας μόνο τις ποσότητες αερίου για την ευρωπαϊκή αγορά, τηρώντας πιστά τις συμβατικές της υποχρεώσεις. Εντούτοις, η Gazprom, ακυρώνοντας τη συμφωνία του 2010 με τη Naftogaz (διαχειριστή του συστήματος μεταφοράς) αποποιείται την ευθύνη, στο ενδεχόμενο μεγαλύτερων ευρωπαϊκών αναγκών, να γίνει χρήση των αποθεμάτων των ουκρανικών υπόγειων αποθηκών, οι οποίες, έτσι και αλλιώς, βρίσκονται σε έλλειψη, εφόσον δεν συμπληρώνονται με ρωσικό αέριο. Κάτι τέτοιο συνεπάγεται αδυναμία κάλυψης πιθανής αύξησης της ζήτησης από πλευράς Ευρώπης, καθότι ο μηχανισμός που τις καλύπτει έχει τεθεί εκτός λειτουργίας.

Το σενάριο προβοκάτσιας σε βάρος της Ρωσίας ή δέσμευσης ρωσικού αερίου που θα κατευθύνεται στην Ευρώπη από τις ουκρανικές αρχές, δεδομένης της οριακής κατάστασης της οικονομίας του Κιέβου και του δοκιμαζόμενου πληθυσμού, και δη σε συνθήκες βαρύ χειμώνα, δεν μπορεί να αποκλειστεί. Γι’ αυτό, άλλωστε, η Ε.Ε. εργάζεται ήδη προς την κατεύθυνση σταδιακής ενσωμάτωσης της Ουκρανίας στο ευρωπαϊκό διασυνδεδεμένο δίκτυο, εξέλιξη, όμως, που κρίνεται προβληματική χωρίς τη συναίνεση της Μόσχας, λόγω του ειδικού καθεστώτος που διέπει τις παραδόσεις αερίου στα ευρωουκρανικά σύνορα. Αποτελεί παρήγορο στοιχείο ότι η ρωσική πλευρά έχει εσχάτως προσανατολιστεί στον εφοδιασμό των ευρωπαϊκών αποθηκών, ώστε να αντεπεξέλθει με επάρκεια στην αιχμή της ζήτησης κατά τη διάρκεια του χειμώνα.

Πάντως, διακοπή της απρόσκοπτης ροής θα συνιστούσε εφιαλτική εξέλιξη για το Κρεμλίνο, η δεσπόζουσα θέση του οποίου θα φαλκιδευόταν, ενώ μόλις πρόσφατα κατάφερε να ανακτήσει μέρος του απολεσθέντος 20% μεριδίου του στην ευρωπαϊκή αγορά. Εξαιτίας, λοιπόν, της έντονης αλληλοσυμπληρωματικότητας και αλληλεξάρτησης, δύσκολα θα βρεθούμε αντιμέτωποι με την τρίτη ενεργειακή έξαρση σε μόλις οκτώ χρόνια. Ακόμη και υπό τις παρούσες συνθήκες, μία, έστω προσωρινή, λύση φαντάζει αρκετά πιθανή, αφού σε διαφορετική περίπτωση η ζημιά για τους εμπλεκομένους θα είναι ανυπολόγιστη.

Η χώρα μας, η οποία ανήκει (μαζί με τις Βουλγαρία, Σερβία) στη ζώνη υψηλού κινδύνου, έχει ορθά κινητοποιηθεί σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, απαιτώντας τη συνδρομή των εταίρων της. Βάσει της πρότασης του αρμόδιου υπουργού, επιδιώκουμε τη δημιουργία μηχανισμού, που θα ορίσει τις περισσευούμενες ποσότητες LNG, οι οποίες θα προσφερθούν με προτεραιότητα στα περισσότερο εξαρτημένα, από το ουκρανικό δίκτυο, κράτη, σε τιμές αγοράς προ κρίσης και όχι ανατιμημένες ως απότοκο σπέκουλας. Συγκεκριμένοι κύκλοι θα εγείρουν ενστάσεις ότι αυτό αντιβαίνει τους κανόνες ελεύθερου εμπορίου, ωστόσο, η δοκιμασμένη συνταγή των εξαιρέσεων οφείλει να εφαρμοστεί ως απτή απόδειξη της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, αντί να αποτελεί προνόμιο των ισχυρών. Δεν μπορούμε, μεν, να τους δεσμεύσουμε, αλλά πλέον φέρουν ακέραια την ευθύνη ολιγωρίας έναντι του κινδύνου αποτυχίας λήψης προληπτικών μέτρων προστασίας όλων των κρατών-μελών, σε πρόσκαιρο όφελος ευρωπαϊκών εταιρειών που θα εμπορευθούν το προϊόν στην πιο συμφέρουσα αγορά της Απω Ανατολής.

Η παράλληλη εσωτερική διαχείριση, με εξοικονόμηση αερίου -που διευκολύνεται από τη μειωμένη ζήτηση- λειτουργία μονάδων ηλεκτροπαραγωγής με λιγνίτη (ακόμη και με πετρέλαιο), βέλτιστη αξιοποίηση του τερματικού της Ρεβυθούσας, καθώς και αύξηση των εισαγωγών ηλεκτρικής ενέργειας από γειτονικές χώρες, σε ανταπόδοση του εφοδιασμού τους μέσω Ελλάδας, μετριάζουν αισθητά τους κινδύνους και περιορίζουν την οικονομική επιβάρυνση από ενδεχόμενη διακοπή της τροφοδοσίας μας με ρωσικό αέριο.

* Ο δρ Κωνσταντίνος Φίλης είναι διευθυντής Ερευνών Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων.

Εκτύπωση στις: 2024-04-20
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=7967