Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Το φλερτ με την αυτοδυναμία

Παύλος, Τσίμας

Τα Νέα, 2014-10-11


«Η χώρα για να μην περιπέσει σε ακυβερνησία χρειάζεται ισχυρές, αυτοδύναμες κυβερνήσεις». Πόσες φορές ακούσαμε το μάντρα, τα τελευταία σαράντα χρόνια; Αμέτρητες. Με αυτό το δόγμα ως οδηγό ψηφίστηκαν όλοι οι εκλογικοί νόμοι - πλην ενός: του νόμου Κουτσόγιωργα, με τον οποίο έγιναν οι τριπλές εκλογές του 1989-90. Και η εμπειρία εκείνου του χρόνου, με την παρατεταμένη ακυβερνησία, έκανε ακόμη ισχυρότερη την πίστη στην ιερά αυτοδυναμία.

Τα εκλογικά συστήματα, λοιπόν, διευκόλυναν την πλειοψηφία του πρώτου κόμματος, «ενισχύοντάς» την, λιγότερο ή περισσότερο. Και επειδή τα εκλογικά συστήματα δεν είναι ουδέτερος παράγοντας στην πολιτική, επηρεάζουν καίρια και τη διάταξη των πολιτικών δυνάμεων και τις επιλογές των ψηφοφόρων, ζήσαμε σαράντα χρόνια με έναν ισχυρό δικομματισμό, με δύο πολυσυλλεκτικά κόμματα που εναλλάσσονταν στην εξουσία. Αυτοδύναμα.

Αυτό σημαίνει ότι ο ισχυρός και πολωμένος δικομματισμός της Μεταπολίτευσης ήταν «τεχνητός», μια παρενέργεια των εκλογικών συστημάτων; Οχι ακριβώς. Η Ελλάδα δεν έχει, έτσι κι αλλιώς, παράδοση «συναινετικού κοινοβουλευτισμού». Εχει, αντίθετα, παράδοση πόλωσης - από τον 19ο αιώνα ακόμη. Κυβερνήθηκε στο μέγιστο μέρος του ελεύθερου βίου της από μονοκομματικές κυβερνήσεις. Και η παράδοση αυτή έσπαγε μόνο σε συνθήκες ακραίας κρίσης. Οπως τα χρόνια του Εμφυλίου, όπου ο κίνδυνος της ήττας υποχρέωσε τα δύο κόμματα του προπολεμικού διχασμού, Βενιζελικούς και Βασιλικούς, να συγκυβερνήσουν. Ή όπως τα πρώτα μετεμφυλιακά χρόνια, όπου η παρακμή των δύο κομμάτων και η απλή αναλογική γεννούσαν ασταθείς και εφήμερες κυβερνήσεις συνεργασίας των κομμάτων του «εθνικόφρονος» μπλοκ, μέχρις ότου ο Παπάγος και ένας εκλογικός νόμος που επέβαλε η αμερικανική πρεσβεία να επαναφέρουν την Ελλάδα στον αστερισμό των μονοκομματικών πλειοψηφιών.

Παλιές ιστορίες; Οχι και τόσο...

Τις ξαναζούμε, κατά κάποιον τρόπο, από το 2011, όταν η αδυναμία διαχείρισης της χρεοκοπίας οδήγησε σε συνεργασία των δύο πόλων του «ασυμφιλίωτου» μεταπολιτευτικού δικομματισμού και από το 2012, όταν η εκλογική τους συρρίκνωση επέβαλε παράταση της συνεργασίας αυτής. Και από τότε αναρωτιόμαστε όλοι αν η εποχή των αυτοδυναμιών τελείωσε οριστικά, αν η Ελλάδα έγινε (από ανάγκη, έστω, όχι από ωρίμαση) σαν τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπου οι αυτοδυναμίες είναι σπάνιες και οι κυβερνήσεις συνεργασίας κανόνας. Ή αν πρόκειται για μια πρόσκαιρη κατάσταση, μια «ασθένεια», από την οποία οι επόμενες εκλογές θα μας γιατρέψουν.

Την απάντηση θα τη μάθουμε σύντομα. Ξέρουμε, όμως, ότι αυτό που ζούμε είναι ένα «παράδοξο».

Ενώ οι διπλές εκλογές του 2012 έγιναν με τον πιο «πλειοψηφικό» από τους εκλογικούς νόμους της Μεταπολίτευσης, με μπόνους 50 εδρών στο πρώτο κόμμα, και ενώ ο νόμος αυτός ισχύει ακόμη, τόσο τα εκλογικά αποτελέσματα όσο και τα δημοσκοπικά ευρήματα δείχνουν μια αντίσταση του εκλογικού σώματος στον πειρασμό της αυτοδυναμίας. Και ενώ οι πολιτικές δυνάμεις διαχειρίστηκαν την κρίση - και όπως είδαμε στη Βουλή, αυτές τις ημέρες, εξακολουθούν να τη διαχειρίζονται - πιστές στην παράδοση που θέλει τη συναίνεση αμαρτία και τη δημαγωγική πόλωση εισιτήριο για την (αυτοδύναμη) εξουσία, το εκλογικό σώμα διστάζει να πολωθεί.

Η εξήγηση είναι, ίσως, ότι και το ιδανικό των «ισχυρών, αυτοδύναμων κυβερνήσεων» υπέστη και αυτό τις συνέπειες της χρεοκοπίας. Οι πολίτες γνωρίζουν ότι οι ισχυρές μονοκομματικές πλειοψηφίες των τελευταίων σαράντα χρόνων σπανίως εξάντλησαν την τετραετία και αποδείχθηκαν ανήμπορες, όλες δίχως εξαίρεση, να φέρουν εις πέρας τις μεταρρυθμίσεις που επαγγέλθηκαν, τον «εκσυγχρονισμό» οι μεν, την «επανίδρυση» οι δε. Οι ισχυρές πλειοψηφίες αποδείχθηκαν ανίσχυρες. Αιχμάλωτες, προεκλογικά, της απαίτησης της εκλογικής πελατείας για υποσχέσεις παροχών. Διπλά αιχμάλωτες, μετά τις εκλογές, των ισχυρών συντεχνιακών και άλλων συμφερόντων εντός και πέριξ του κράτους. Και κάπως έτσι, οι «ισχυρές και αυτοδύναμες» κυβερνήσεις καταγράφηκαν στην κοινή συνείδηση ως σημαντική αιτία της ελληνικής χρεοκοπίας.

Εδώ βρισκόμαστε τώρα. Ο εκλογικός νόμος είναι αδύνατον να αλλάξει και ίσως αθέμιτο να αλλάξει, μέσα στον «ύποπτο» προεκλογικό χρόνο. Αλλά είναι πολύ πιθανό το εκλογικό σώμα να διαψεύσει και πάλι τους σιδερένιους νόμους της πολιτικής επιστήμης, σύμφωνα με τους οποίους το εκλογικό σύστημα προδιαγράφει εν πολλοίς και το εκλογικό αποτέλεσμα.

Εκτύπωση στις: 2024-04-25
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=8020