Ένας νέος, πλαστός, διχασμός

Χρήστος, Μαχαίρας

Η Εφημερίδα των Συντακτών, 2015-05-08


Στελέχη της κεντροαριστεράς που στήριξαν μέχρι τέλους τη δικομματική κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου, συνήθιζαν να χαρακτηρίζουν “απλουστευτικό και διχαστικό” το δίπολο “μνημόνιο – αντιμνημόνιο”, με το οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ προσέγγιζε και ερμήνευε την πραγματικότητα. Αν και η συγκεκριμένη κριτική υπάκουε και σε άλλου τύπου προτεραιότητες, όπως ήταν η ανάγκη να δικαιολογηθεί η σύμπλευση του ΠΑΣΟΚ με τη ΝΔ, η αλήθεια είναι ότι το “μνημόνιο – αντιμνημόνιο” λειτούργησε ισοπεδωτικά, θόλωσε υπαρκτές πολιτικές αποχρώσεις και έθρεψε, τελικά, αυταπάτες και ψευδαισθήσεις, που βρίσκει μπροστά της η σημερινή κυβέρνηση.

Στην πολιτική, ωστόσο, ποτέ μη λες ποτέ… Οι ίδιοι άνθρωποι που ριγούσαν στην ιδέα και μόνο των κάθετων διχοτομήσεων της πολιτικής ζωής, επιχειρούν τώρα το ίδιο ακριβώς εγχείρημα που κατήγγειλαν, δίνοντας του μάλιστα και οργανωτικό περίβλημα. Μπροστά στα μεγάλα ζητήματα που θέτει η έκβαση της διαπραγμάτευσης με τους δανειστές, οι μέχρι προτινος εχθροί των απλουστευτικών διλημμάτων προτείνουν μια νέα – εξίσου απλουστευτική – διαχωριστική γραμμή, η οποία τέμνει διχαστικά την πολιτική ζωή: σύμφωνα με όσα εισηγούνται, τα φιλοευρωπαϊκά κόμματα και οι φιλοευρωπαϊκές πολιτικές δυνάμεις θα πρέπει να συνασπισθούν εκλογικά, βάζοντας απέναντι όσους θέτουν σε κίνδυνο την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας, εν προκειμένω, δηλαδή, τον ΣΥΡΙΖΑ.

Πρόκειται για μια μετωπική αντίληψη, ακραία στη σύλληψή της, που απειλεί, αν ποτέ βρει εφαρμογή, να φέρει αντιμέτωπα στην πολιτική σκηνή δύο αντίπαλα μπλοκ δυνάμεων, που, κατά την αφήγηση των εμπνευστών του σχεδίου, αδυνατούν να βρουν όχι μόνο διαύλους πολιτικής επικοινωνίας, αλλά και πολιτισμικής, αφού οι μεν γοητεύονται από τη Δύση και οι δε από την Ανατολή.

Προφανώς, η ανάγνωση που επιχειρείται, δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα. Από το 2011 μέχρι σήμερα, δεν υπάρχει αξιόπιστη έρευνα κοινής γνώμης που να δίνει χαρακτήρα πλειοψηφικού ρεύματος στις ευρωσκεπτικιστικές απόψεις, παρά την ανθρωπιστική κρίση που δημιούργησαν στην Ελλάδα οι πολιτικές που επιβλήθηκαν από τις ευρωπαϊκές ελίτ. Οι Έλληνες – κι αυτό προκύπτει και από τις πιο πρόσφατες δημοσκοπήσεις – εξακολουθούν, σε τεράστια ποσοστά, να αυτοτοποθετούνται στην Ευρώπη, να θεωρούν μονόδρομο την ευρωζώνη και να αποδοκιμάζουν κάθε ιδέα εξόδου από αυτήν.

Αντίθετα, αυτό που δείχνουν οι έρευνες είναι ότι οι μνημονιακές πολιτικές, έτσι όπως βύθισαν στην απόγνωση την κοινωνία και την οικονομία σε υφεσιακό τέλμα, δημιούργησαν ένα μειοψηφικό – αλλά υπαρκτό και θορυβώδες πλέον – ρεύμα ευρωφοβίας, που δεν είναι «προνόμιο» κανενός κόμματος, αλλά τέμνει οριζόντια το πολιτικό σκηνικό, από τα δεξιά μέχρι τα αριστερά.

Οι… «φίλοι της Ευρώπης», ωστόσο, κάνουν την επιθυμία πραγματικότητα. Μπροστά στην ανάγκη να επανασυγκολληθούν οι δυνάμεις που στήριξαν τη συγκυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου, στελέχη του χώρου προτείνουν ως απάντηση στην «αντιευρωπαϊκή πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ» την εκλογική σύμπραξη του ΠΑΣΟΚ με τη ΝΔ – αδιαφορώντας πιθανώς για το γεγονός ότι αυτή θα έδινε τη χαριστική βολή στο πρώτο – ενώ εξακολουθούν να συμπεριλαμβάνουν στο σχέδιο και το «Ποτάμι», το οποίο, σύμφωνα με δηλώσεις της ηγεσίας του, δεν εμφανίζεται μόνο απρόθυμο, αλλά και εχθρικό, όπως αναμενόταν, στο όλο σχέδιο.

Κάπως έτσι, η προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης να διεκδικήσει ένα βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης και εξυπηρέτησης του χρέους αντιμετωπίζεται ως αντιευρωπαϊκή στάση, λες και είναι σύμφυτη της ευρωπαϊκής ιδέας η πολιτική της λιτότητας και συστατικό της ευρωπαϊκής κουλτούρας η μοιρολατρία. Προφανώς, κανείς δεν παραγνωρίζει ότι στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ αναπτύσσονται απόψεις που υιοθετούν τον οδικό χάρτη του ΚΚΕ και που φλερτάρουν με την προοπτική εξόδου της χώρας από την ευρωζώνη. Δεν είναι όμως ούτε πλειοψηφικές – όπως θέλει να τις εμφανίσει το «φιλοευρωπαϊκό μπλοκ» – ούτε ικανές να προσδιορίσουν καθοριστικά σε οποιαδήποτε καμπή, εκλογική ή άλλη, τη φορά των εξελίξεων.

Στις συνθήκες που διαμορφώνονται, φιλοευρωπαϊκή στάση – στάση που ανταποκρίνεται στη στρατηγική επιλογή της χώρας να παραμείνει μέλος του σκληρού πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στην ανάγκη να αποκατασταθεί status αυθεντικού εταίρου και όχι συνδεδεμένου μέλους – δεν είναι ούτε η άκριτη αποδοχή, ούτε η μοιρολατρία, πόσω μάλλον τα απαράδεκτα του τύπου «Γερούν, γερά…» και άλλα λυπηρά. Όποιος θέλει να αντιμετωπίσει την ευρωφοβία – αντί να σχεδιάζει πολώσεις και νέους διχασμούς, που σε τελική ανάλυση τροφοδοτούν μόνο τον αντιευρωπαϊσμό – οφείλει να μιλήσει τη γλώσσα της αλήθειας και της ευθύνης, αποδεχόμενος το γεγονός ότι αυτές οι πολιτικές που επιβλήθηκαν με ευρωπαϊκό μανδύα αντιστρατεύονται την ίδια την ιδέα της Ενωμένης Ευρώπης και πλήττουν κάθε έννοια κοινοτικής συνοχής.

Σε κάθε περίπτωση, οι «φίλοι της Ευρώπης» ας ακούσουν έναν μεγάλο Ευρωπαίο που βρέθηκε αυτές τις μέρες στην Ελλάδα, τον Γάλλο στοχαστή Ετιέν Μπαλιμπάρ, και ας σκεφτούν πόση συσσωρευμένη πολιτική προνοητικότητα κρύβει η δήλωσή του ότι «εάν η Ευρώπη δεν αναδημιουργηθεί πάνω σε νέα θεμέλια, θα αναβιώσει ένας επιθετικός και μολυσματικός εθνικισμός».

Αυτό το μέτωπο – το μέτωπο για μια Ευρώπη της αλληλεγγύης – χρειάζεται να συγκροτήσουμε όλοι μαζί, όπου κι αν βρίσκεται ο καθένας. Οι πλαστές πολώσεις και τα ευκαιριακά δίπολα του τύπου ευρωπαίοι – αντιευρωπαίοι, μπορεί να μεταφέρουν υπαρξιακές πολιτικές αγωνίες, δεν έχουν ωστόσο τίποτα να συνεισφέρουν στην προσπάθεια ανόρθωσης της χώρας και της κοινωνίας.


Εκτύπωση στις: 2024-03-29
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=8416&export=html