Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Ο δρόμος προς τη σοσιαλδημοκρατία

Θωμάς, Ψύρρας

2015-11-05


Δεν είναι λίγοι όσοι υποστηρίζουν ότι όσα υπόγραψε ο Τσίπρας τον Ιούνιο σε συνδυασμό με την απομάκρυνση της ομάδας Λαφαζάνη ορίζουν μια σαφή μετατόπιση του Σύριζα προς την κεντροαριστερά κι ότι όσο περνάει ο καιρός αυτή η στροφή θα γίνεται ακόμη περισσότερο εμφανής έτσι ώστε τελικά ο Σύριζα να γίνει ο μόνος πειστικός εκφραστής της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας. Η άποψη αυτή όμως βασίζεται σε μια επιθυμητική εξήγηση που παραγνωρίζει τα εσωτερικά δεδομένα του Σύριζα:

α) Ο Σύριζα και η ηγετική του ομάδα δεν θέλει να μετατραπεί σε σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Εξακολουθεί να παραμένει ένα αντιφατικό συνονθύλευμα που αντανακλάται και στον ηγετικό του πυρήνα: α) ακτιβιστές που αντιλαμβάνονται την πολιτική ως μεμονωμένη δράση δίχως να βλέπουν την ευρύτερη εικόνα, β) άτομα με λαϊκοδημοκρατικές αντιλήψεις για το ρόλο του κράτους και την πολιτική παρέμβαση που βρίσκονται πολύ μακρυά από τις κατακτήσεις της ελληνικής και ευρωπαϊκής ανανεωτικής αριστεράς, γ) πρόσωπα που εκφράζουν παγιωμένες πελατειακές σχέσεις και συμφέροντα που αναπτύχθηκαν από το βαθύ ΠΑΣΟΚ της ανδρεοπαπανδρεϊκής εποχής με τα “νέα τζάκια” και τις πανίσχυρες τότε “κλαδικές”, δ) πρόσωπα που συνδέονται με τον παρεοκαπιταλισμό (crony capitalism) μιας συγκεκριμένης εγχώριας οικονομικής ελίτ που έμαθε να πλουτίζει μέσω των σχέσεών της με την εκάστοτε πολιτική εξουσία και επενδύει πλέον στο Σύριζα για να συνεχίσει την παλαιά προσοδοφόρα πελατειακότητα (ευνοιοκρατία κατά την κατανομή των νομικών αδειών, κρατικές επιχορηγήσεις, ειδικές φοροαπαλλαγές κλπ ) καταστρέφοντας την ελληνική μεσαία τάξη[1].

Στο επίπεδο δε της πολιτικής πρακτικής ο Σύριζα παράγει μια ευδιάκριτη αδυναμία κυβερνησιμότητας αφού “απεχθάνεται τις ανοικτές αγορές και τον ανταγωνισμό, δεν έχει καμία διάθεση να διαμορφώσει ένα οικονομικά αποτελεσματικό θεσμικό πλαίσιο και βέβαια η ηγεσία του έχει μια τερατωδώς διαστρεβλωμένη εικόνα για το πώς λειτουργεί ο κόσμος” [2]. Γι’ αυτό και δεν μπορεί να εκμεταλλευτεί τις όποιες “ευελιξίες” του μνημονίου που υπέγραψε και να προτείνει πειστικές αντιπροτάσεις στους Ευρωπαίους (π.χ. στο ασφαλιστικό, στα ισοδύναμα, στα κόκκινα δάνεια, στα ζητήματα των αγροτών και της εκπαίδευσης κλπ). Αντί για δικές του επεξεργασμένες προτάσεις παρακολουθούμε να στοιχίζεται διαρκώς πίσω από τις βουλήσεις των Ευρωπαίων και να οχυρώνεται επικοινωνιακά με την επαναλαμβανόμενη δικαιολογία “δεν συμφωνούμε με τα μέτρα αλλά υποκύπτουμε στους εκβιασμούς”, “δεν φταίμε εμείς αλλά οι κακοί Ευρωπαίοι”.

Όλα αυτά δεν συνάδουν ούτε με την κατοχύρωση του ευρωπαϊκού προσανατολισμού, ούτε με τη φυσιογνωμία της ευρωπαϊκής αριστεράς, ούτε βέβαια με την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία. Ο Σύριζα μεταμορφώνεται σταδιακά σε ένα ιδιότυπο ελληνικό περονικό κίνημα που προοπτικά θα ενσωματώσει τους ΑΝΕΛ και ό,τι αυτοί πρεσβεύουν. Κοντολογίς δεν μπορεί να μεταλλαχτεί σε σοσιαλδημοκρατικό κόμμα γιατί αν το επιχειρήσει αυτοαναιρείται και θα αυτοκαταστραφεί.

… … …

Η κρίση κονιορτοποίησε το πολιτικό σύστημα. Όλα τα ελληνικά κόμματα βρέθηκαν στην ανάγκη να επαναπροσδιοριστούν, όλα ανεξαιρέτως υπέστησαν διασπάσεις. Προέκυψαν νέα κόμματα και μεταλλάξεις των παλαιών. Ωστόσο η διαδικασία των διασπάσεων δεν έδωσε αποτελέσματα. Και εννοώ ότι κανένα κόμμα, νέο ή παλιό, δεν απάντησε πειστικά στο μέγα ζητούμενο: την έξοδο από την κρίση. Απλώς τα εκλογικά “επιτυχημένα” κόμματα εξέφρασαν την λαϊκή αγανάκτηση δίχως προτάσεις αλλά στη βάση του συναισθήματος της “εθνικής περηφάνιας”, της “αξιοπρέπειας”, του “ανάδελφου έθνους”, της “συνωμοσίας των ξένων” κλπ. Έτσι συγκροτήθηκε ο ετερόκλητος πόλος της “αντιμνημονιακότητας” που μεταφράστηκε τελικά ως αντιευρωπαϊσμός και ως αίτημα (ομολογημένο η συγκαλυμμένο) επιστροφής στην δραχμή. Όταν πλέον οι Σύριζα-ΑΝΕΛ ήρθαν στην εξουσία αποδείχτηκε με οδυνηρό τρόπο ότι η αντιμνημονιακότητα (και ό,τι αυτή συνεπάγεται) δεν αποτελούσε πρόταση διεξόδου από την κρίση. Και η χώρα βρέθηκε σε κενό πολιτικής. Διότι η κατοχή της εξουσίας από μόνη της δεν διασφαλίζει ούτε τη διαχείριση, ούτε την διέξοδο από την κρίση, ούτε την αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος. Ούτε ακόμη οι ενδεχόμενες κυβερνήσεις συνεργασίας θα έλυναν από μόνες τους το πρόβλημα. Γιατί η εθνική συνεννόηση χρειάζεται να διαθέτει περιεχόμενο, συγκεκριμένες στοχεύσεις, προτεραιότητες, ιεραρχημένες επιδιώξεις, διαδικασίες ελέγχου κλπ, και τέτοιες κανένα κόμμα δεν διαθέτει αυτή τη στιγμή. Συνεπώς το πολιτικό κενό είναι σταθερά παρόν είτε με την υπάρχουσα κυβέρνηση είτε με οποιαδήποτε κυβέρνηση “εθνικού σκοπού” ήθελε προκύψει αύριο. Η Ελλάδα θα βρίσκεται σε μόνιμη περιδίνηση να ταλανίζεται στα αδιέξοδά της. Επομένως εάν δεν πληρωθεί το πολιτικό κενό ενδέχεται να δημιουργηθεί μια κατάσταση στην οποία ο Νεοναζισμός μπορεί να φανεί ως η μόνη “διέξοδος”.

… … …

Ένα ουσιαστικό βήμα για τη λύση αποτελεί η αναδιάρθρωση του πολιτικού συστήματος. Κι εδώ υπεισέρχεται η καταλυτική παρουσία της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας της μόνης ικανής όχι μόνο να αλλάξει τους συσχετισμούς στο πολιτικό τοπίο, αλλά και να δώσει συγκροτημένη απάντηση διεξόδου.

Η δημιουργία της Δημοκρατικής Συμπαράταξης είναι η πρώτη μετά την κρίση προσπάθεια σύνθεσης προς τη συγκρότηση ενός φορέα της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας. Βεβαίως το εγχείρημα δεν είναι διόλου εύκολο. Πρώτα -πρώτα έχει να ξεπεράσει τις δυσκολίες που θέτουν οι κομματικοί πατριωτισμοί και οι ηγεμονικές τάσεις για τον έλεγχο του χώρου. Να ξεπεράσει τις φοβίες και τις επιφυλάξεις που προέρχονται, όχι αδικαιολόγητα, από παλιότερες αποτυχημένες προσπάθειες. Να υπερβεί προσωπικές στρατηγικές και να επιχειρήσει ανανέωση του προσωπικού που θα υπηρετήσει το σοσιαλδημοκρατικό σχέδιο. Διόλου εύκολο.

Το δυσκολότερο όμως είναι ότι πρέπει να ξεκαθαρίσει τους κοινωνικούς της αποδέκτες. Η ελληνική σοσιαλδημοκρατία δεν μπορεί να συγκροτηθεί στη βάση της “πολυσυλλεκτικότητας”, δηλαδή να συγκροτηθεί σαν ένα κόμμα “σούπα”αλλά να εδραιωθεί ως κόμμα που αθροίζει συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες και εκφράζει συγκεκριμένα αιτήματα. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να σταθεί αντιμέτωπη με εδραιωμένες βεβαιότητες και εμμονές της ελληνικής κοινωνίας που ακόμα είναι στραμμένη στο παρελθόν της αντιπαραγωγικότητας, της ευκολίας, του υπερκαταναλωτισμού και της λατρείας του κρατισμού αλλά και των ισχυρών οικονομικών ελίτ του του κορπορατίστικου παρεοκαπιταλισμού και της πελατειακότητας.

Το εγχείρημα συγκρότησης της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας οφείλει εξαρχής:

α) Να αποσαφηνίσει τη θέση της Ελλάδας στην παγκοσμιοποιημένη αγορά πέρα από τις φοβίες ότι η “παγκοσμιοποίηση” είναι μία ανεξέλεγκτη πραγματικότητα ή, αντίθετα, από τις απλουστεύσεις ότι είναι μια μεγάλη ευκαιρία ή από τα ιδεολογήματα ότι αποτελεί απλώς μια οργανωμένη πολιτική επιλογή του νεοφιλελεύθερου εγχειρήματος. Να αντιμετωπίσει δηλαδή την παγκοσμιοποίηση ως σύνθετο πλέγμα διαδικασιών και να τη συνδέσει με την έννοια του νέου ατομισμού που δεν είναι αντίθετος προς την κοινωνική αλληλεγγύη.[3]

β) Να ξεκαθαρίσει το ρόλο του κράτους στην κατοχύρωση των δημόσιων αγαθών[4], και κυρίως στη μείωση της ανισότητας[5] που είναι διαβρωτική και σαπίζει τις κοινωνίες από μέσα. Η παραίτηση του κράτους απ’ την ρύθμιση της αγοράς είναι μια λανθασμένη επιλογή. Η διαρκής και σταθερή οικονομική μεγέθυνση που εν πολλοίς κατοχυρώνεται με τον σωστό συνδυασμό δημοσιονομικής, χρηματοπιστωτικής, εισοδηματικής πολιτικής, την ισόρροπη εξέλιξη της μακροοικονομικής διαχείρισης, προϋποθέτει συνεργασία κράτους και κοινωνικών εταίρων.[6]

γ) Να τονίσει την «οικονομική αξία της κοινωνικής πολιτικής» και την υπεράσπιση του κράτους πρόνοιας[7]. Αυτό που χρειάζεται είναι ένα κράτος κοινωνικής επένδυσης, μέριμνα του οποίου θα είναι η εξασφάλιση της ισότητας ευκαιριών και οι επενδύσεις σε ανθρώπινο κεφάλαιο.[8] Στόχος είναι η «κοινωνική δημοκρατία» που ολοκληρώνεται με την ιδέα του ευρωπαϊκού κοινωνικού κράτους, της ευρωπαϊκής πολιτιστικής ταυτότητας και κληρονομιάς.[9]

δ) Να ορίσει τον τρόπο που αντιλαμβάνεται την ανοιχτή αγορά και να περιγράψει το θεσμικό πλαίσιο που θεωρεί κατάλληλο για την οικονομική ανάπτυξη προχωρώντας πέρα από την ιδέα του κράτους ως ενός στατικού γραφειοκρατικού οργανισμού που χρειάζεται μόνο για να «καθορίζει» τις αστοχίες της αγοράς.

ε) Να αναδείξει την κοινωνία των πολιτών ως σύνολο ανεξάρτητων και επαρκώς δραστηριοποιημένων υποκειμένων και όχι σαν μια ισοπεδωτική συλλογικότητα.

στ) Να συμβάλλει στον οικολογικό εκσυγχρονισμό αναδεικνύοντας την αρχή της αειφορίας, της οικολογίας και την ανάγκη δράσης για την προστασία του περιβάλλοντος ως φυσικού υπόβαθρου για το κοινωνικό γίγνεσθαι.

Κοντολογίς η σοσιαλδημοκρατία, διαψεύδοντας τη ρήση του νεοφιλελευθερισμού ότι «There Is No Alternative», οφείλει να περιγράψει το θεσμικό πλαίσιο της Ανάπτυξης, να δώσει το σχέδιό της για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις καθορίζοντας με τη δική της πρόταση την διαχείριση και την επιτυχή έξοδο από την κρίση.

Ο δρόμος δεν είναι εύκολος. Αλλά οι καιροί δεν περιμένουν…

_______________

[1] Ravi Batra, “The Occupy Wall Street Movement and the Coming Demise of Crony Capitalism”, Truthout, 11 Οκτωβρίου 2011.

[2] Αριστείδης Χατζής, “Γιατί θα αποτύχει (και αυτή) η Κυβέρνηση”, Protagon, 28 Οκτωβρίου 2015.

[3] Άντονυ Γκίντενς, “Ο τρίτος δρόμος – η ανανέωση της σοσιαλδημοκρατίας”, Πόλις 2010.

[4] Kevin Morrell, “Governance and the public good”, περ. Public Administration, 87 (3): 538–556, 2009.

[5] Richard Wilkinson & Kate Pickett, “The Spirit Level: Why Greater Equality Makes Societies Stronger”, Bloomsbury Press, 2010.

[6] Όσκαρ Λαφονταίν & Κρίστα Μύλλερ, “Μη φοβάστε την παγκοσμιοποίηση”, Πόλις 1999.

[7] Tony Judt, “Ill Fares the Land”, Penguin Press 2010

[8] Άντονυ Γκίντενς, οπ, σ. 139-140

[9] Πέτερ Γκλοτς, “Μανιφέστο για μια νέα Ευρωπαϊκή Αριστερά”, Οδυσσέας 1986


Εκτύπωση στις: 2024-03-29
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=8923