Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Αναλογική ­– και μετά;

Παύλος, Τσίμας

Θα κατακερματιστεί κι άλλο το πολιτικό σκηνικό ή θα ενισχυθεί εκ νέου ο δικομματισμός;, Τα Νέα, 2016-07-02


Αν στις τελευταίες εκλογές είχε εφαρμοστεί ένας αναλογικός εκλογικός νόμος, χωρίς μπόνους εδρών για το πρώτο κόμμα και με το όριο εισόδου στη Βουλή να διατηρείται στο 3%, το πρώτο κόμμα, ο ΣΥΡΙΖΑ, θα έπαιρνε κάτι ανάμεσα σε 112 και 115 έδρες. Με τον νόμο Παυλόπουλου έλαβε, ως γνωστόν, 145. Το μπόνους, στην πράξη, ήταν περίπου 30 έδρες. Οι οποίες έδρες, με τον αναλογικό νόμο, θα κατανέμονταν οι μισές περίπου στο δεύτερο κόμμα, τη Νέα Δημοκρατία, και οι άλλες μισές στα υπόλοιπα έξι μικρότερα κόμματα, η κοινοβουλευτική δύναμη των οποίων οριακά μόνο θα επηρεαζόταν.

Τι θα άλλαζε, λοιπόν;

Πρώτον, δύο μόνο κόμματα θα ήταν αδύνατον να αθροίσουν πλειοψηφία, εκτός αν αυτά ήταν τα δύο μεγαλύτερα. Η αναλογική θα λειτουργούσε συνεπώς είτε ως εμβρυουλκός ενός «μεγάλου συνασπισμού», μιας υποχρεωτικής συμφιλίωσης των ορκισμένων εχθρών, είτε ως πρόσκληση σε μια εαρινή σύναξη αγροφυλάκων, όπου τρία ή τέσσερα κόμματα, με ελάχιστα κοινά σημεία στο πρόγραμμα ή τις ιδέες τους, θα παζάρευαν τη συνύπαρξή τους σε ένα κυβερνητικό σχήμα του ελάχιστου κοινού παρονομαστή (τον οποίο παρονομαστή όλοι, νομίζω, μπορούμε με φρίκη να μαντέψουμε). Δεύτερον, η κοινοβουλευτική πλειοψηφία δεν θα ήταν υποχρεωτικό να σχηματιστεί γύρω από το πρώτο κόμμα. Θα μπορούσε να σχηματιστεί και γύρω από το δεύτερο σε εκλογική δύναμη κόμμα, αν αυτό κατάφερνε να πείσει ή να δελεάσει μια συμμαχία προθύμων να μοιραστούν την εξουσία.

Αυτή η κρίσιμη αλλαγή είναι προφανώς και το μυστικό που εξηγεί την κυβερνητική πρόταση για τον νέο εκλογικό νόμο. Ο νόμος αυτός κάνει πειστικό, στον άμεσο ή απώτερο πολιτικό ορίζοντα, το λεγόμενο «πορτογαλικό σενάριο». Δηλαδή μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία κομμάτων που βρίσκονται αριστερά του Κέντρου, ακόμη και στην περίπτωση που η Νέα Δημοκρατία κατακτήσει την πρώτη θέση. Με άλλα λόγια, δημιουργεί ένα πολιτικό τοπίο όπου την πολιτική ηγεμονία δεν θα την έχει εκείνος που πρωτεύει σε ψήφους στις κάλπες, αλλά εκείνος που πριν και μετά την κάλπη μπορεί να εξασφαλίσει ευρύτερες συναινέσεις, εκείνος που έχει περισσότερους και προθυμότερους εν δυνάμει συμμάχους.

Στο πεδίο αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί σήμερα να υστερεί αφού πληρώνει την πολιτική που εφαρμόζει και την αλαζονεία με την οποία ώς τώρα πολιτεύθηκε. Ελπίζει όμως ότι μπορεί να ανακτήσει το χαμένο έδαφος, αρχίζοντας από τον ίδιον τον εκλογικό νόμο, στον οποίο θα προσπαθήσει να συμπέσει και με άλλα κόμματα της σημερινής Βουλής. Ωστε να σπάσει την πλήρη απομόνωση στην οποία σήμερα βρίσκεται. Και να ανατρέψει το πλεονέκτημα που οι δημοσκοπήσεις δίνουν στον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Θα τα καταφέρει; Δύσκολο. Δύσκολο μοιάζει, ακόμη και για κόμματα που θέλουν την απλή αναλογική, να ρισκάρουν να καταμετρηθούν στην ψηφοφορία για τον εκλογικό νόμο μαζί με μια κυβερνητική πλειοψηφία που εφαρμόζει τοξικές πολιτικές και ολοφάνερα δεν έχει τον αέρα στα πανιά της. Αλλά μένει να αποδειχθεί στην πράξη, στη Βουλή. Και σε κάθε περίπτωση, υποχρεώνει τον Κυριάκο Μητσοτάκη να ξανασκεφτεί τη στρατηγική του, υπολογίζοντας όχι μόνον την πρωτιά, μα και τις πολιτικές συναινέσεις.

Ολα αυτά δεν είναι βέβαια παρά σχέδια επί χάρτου. Ή λογαριασμοί χωρίς τον ξενοδόχο - το ίδιο το εκλογικό σώμα. Γιατί το εκλογικό σύστημα δεν είναι ένας ουδέτερος πολιτικά παράγοντας. Το εκλογικό σύστημα δεν αλλάζει μόνο τον τρόπο με τον οποίο κατανέμονται οι έδρες στη Βουλή ανάμεσα στα πολιτικά κόμματα. Αλλάζει και τον τρόπο που κατανέμονται οι ψήφοι ανάμεσα στα κόμματα. Το εκλογικό σύστημα, δηλαδή, επιδρά - και μάλιστα με τρόπους που δεν είναι εκ των προτέρων πάντα εξιχνιάσιμοι - στην εκλογική συμπεριφορά των πολιτών. Η εισαγωγή της αναλογικής, είτε στις αμέσως επόμενες είτε στις μεθεπόμενες εκλογές, είναι ένα στοίχημα, του οποίου την έκβαση κανείς δεν γνωρίζει. Μπορεί να φέρει έναν μεγαλύτερο κατακερματισμό, ευνοώντας τους μικρότερους παίκτες που θα διεκδικούν ρόλο ρυθμιστή. Αλλά μπορεί να έχει και το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα. Ο φόβος της ακυβερνησίας να λειτουργήσει πολωτικά υπέρ των πειστικότερων διεκδικητών της εξουσίας.


Εκτύπωση στις: 2024-04-24
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=9495