Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Αντιφατική πραγματικότητα και πολιτική

Χρίστος, Αλεξόπουλος

2016-08-07


Δύο σημαντικοί παράγοντες συντελούν στην βίωση της πραγματικότητας από τον απλό πολίτη ως αντιφατικής. Ο ένας είναι η αδυναμία της πολιτικής να λειτουργήσει ρυθμιστικά και να σχεδιάσει την εξέλιξη σε βάθος χρόνου λαμβάνοντας υπόψη το κοινωνικό συμφέρον.

Ο δεύτερος παράγων είναι ο υψηλός βαθμός πολυπλοκότητας της πραγματικότητας, ο οποίος οφείλεται από το ένα μέρος στην παγκοσμιοποίηση και από το άλλο στην τεχνολογία, η οποία κυριολεκτικά διευρύνει τα όρια του χρόνου (αυξάνεται η περιεκτικότητα του σε δεδομένα και πληροφορίες) και επιφέρει ποιοτικές αλλαγές στη ζωή των ανθρώπων.

Σε σχέση με την ρυθμιστική και σχεδιαστική ανεπάρκεια της πολιτικής ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο ευρωπαϊκός χώρος. Από το ένα μέρος υποτίθεται, ότι η Ε.Ε. λειτουργεί ως υπερεθνικό σχήμα και από το άλλο η πολιτική είναι δέσμια εθνικών ορίων.

Ενώ η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, τουλάχιστον σε λεκτικό επίπεδο, αποτελεί τον στόχο της πολιτικής λειτουργίας στα κράτη-μέλη της Ε.Ε., στην πράξη οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, όπως είναι το Ευρωκοινοβούλιο, δεν μπορούν να λαμβάνουν δεσμευτικές για όλους αποφάσεις. Αυτό είναι προνόμιο των Συνόδων Κορυφής με την συμμετοχή των πρωθυπουργών των κρατών-μελών.

Το πολύ ενδιαφέρον δε είναι, ότι δεν λαμβάνεται υπόψη το κοινωνικό συμφέρον, αλλά η διασφάλιση της λειτουργικότητας και της οικονομικής απόδοσης των διαφόρων κοινωνικών συστημάτων (από το οικονομικό μέχρι το ασφαλιστικό και το υγείας) και η κερδοφορία των αγορών.

Αυτή η αντιφατική πραγματικότητα βιώνεται από τους πολίτες με βίαιο τρόπο πολλές φορές όχι μόνο στο επικοινωνιακό επίπεδο αλλά και στην καθημερινότητα τους σε σχέση με την ποιότητα ζωής, με αποτέλεσμα να χάνουν την εμπιστοσύνη τους στο όραμα και στην προοπτική της Ενωμένης Ευρώπης. Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα είναι οι συνθήκες, που έχουν διαμορφωθεί στην Ελλάδα την περίοδο της κρίσης, με την φτωχοποίηση ενός πολύ μεγάλου τμήματος της ελληνικής κοινωνίας.

Ακόμη χειρότερο είναι, ότι η ευρωπαϊκή πολιτική δεν εδράζεται στην κοινωνία και στους πολίτες. Είναι με τέτοιο τρόπο οργανωμένη, που δεν αφήνει περιθώρια διαμόρφωσης της ελεύθερης βούλησης των πολιτών με γνώση της ευρωπαϊκής πραγματικότητας και των ζωτικής σημασίας πλεονεκτημάτων από την συμπόρευση των επιμέρους κοινωνιών, ώστε σταδιακά να μορφοποιείται και ευρωπαϊκή συνείδηση.

Η δημοκρατία, παρά την ύπαρξη υπερεθνικού μορφώματος (Ευρωπαϊκή Ένωση), αδυνατεί να απαλλαγεί από τα δεσμά των εθνικών ορίων σε μια πολυδιάστατα αλληλοεξαρτώμενη παγκόσμια κοινότητα. Σε βάθος χρόνου αυτή η αντίφαση οδηγεί στην αμφισβήτηση της χρησιμότητας του ευρωπαϊκού οικοδομήματος από τους πολίτες, διότι δεν συνειδητοποιείται η ύπαρξη ευρωπαϊκού κοινωνικού συμφέροντος.

Πολύ περισσότερο διαμορφώνεται η αίσθηση, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση αξιοποιείται για την κυριαρχία ισχυρών χωρών και την αποκόμιση οικονομικού οφέλους σε βάρος των υπολοίπων κρατών-μελών.

Με αυτό τον τρόπο όμως δεν προωθείται η ευρωπαϊκή ενσωμάτωση, διότι προκαλείται αποπροσανατολισμός και χάνεται ο έλεγχος, όταν η διακυβέρνηση έχει εθνική αναφορά και νομιμοποίηση. Για τους πολίτες δεν είναι ορατή η ουσιαστική συμμετοχή στις ευρωπαϊκές πολιτικές διεργασίες, αν και ασκούν το εκλογικό τους δικαίωμα για την εκλογή των ευρωβουλευτών. Βέβαια η μεγάλη αντίφαση είναι, ότι ψηφίζουν για την Ευρωβουλή με εθνικά κριτήρια.

Έτσι κι’ αλλιώς ευρωπαϊκά κόμματα δεν υπάρχουν. Απλά κάθε τόσο συναντιούνται τα εθνικά κόμματα με κοινή «ιδεολογική» αναφορά για ανταλλαγή απόψεων, χωρίς να δημιουργούνται ευρωπαϊκοί πολιτικοί σχηματισμοί.

Προς την ίδια κατεύθυνση κινούνται και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, τα οποία δεν διακινούν τις πληροφορίες με ευρωπαϊκή λογική.

Με αυτά τα δεδομένα είναι ερμηνεύσιμη η στασιμότητα σε σχέση με την ολοκλήρωση του ευρωπαϊκού εγχειρήματος και η ανάπτυξη του ευρωσκεπτικισμού. Η αντιφατική ευρωπαϊκή πραγματικότητα υποσκάπτει την προοπτική τόσο της μέχρι τώρα οικοδόμησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και της πορείας της προς το μέλλον, όχι μόνο ως συνόλου αλλά και ως μεμονωμένων κρατών.

Μέσα σε αυτό το αντιφατικό κλίμα είναι ερμηνεύσιμο και το φαινόμενο της ευδοκίμησης αρνητικών στερεότυπων μεταξύ των ευρωπαϊκών κοινωνιών και όχι μόνο. Θετικά προς αυτή την κατεύθυνση συντελεί και η ανυπαρξία δομών της κοινωνίας πολιτών, οι οποίες έχουν ευρωπαϊκή, υπερεθνική εμβέλεια.

Τόσο το πολιτικό σύστημα σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσο και οι κοινωνίες δεν κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση. Και αυτό συμβαίνει σε μια παγκοσμιοποιημένη και αλληλοεξαρτώμενη παγκόσμια κοινότητα.

Ιδιαιτέρως στην Ευρώπη τα αρνητικά στερεότυπα (…είναι εκμεταλλευτές, Ναζί, τεμπέληδες κ.λ.π.) δημιουργούν προσκόμματα στην προοπτική διαπολιτισμικής προσέγγισης, διότι οι πολίτες των περιφερειακών κοινωνιών νομίζουν, ότι ωφελούνται οι λαοί των χωρών, που κινούνται στον πυρήνα του ευρωπαϊκού γίγνεσθαι. Μόνο που δεν είναι ακριβές.

Το οικονομικό κέρδος δεν πάει στους απλούς πολίτες, αλλά συσσωρεύεται στο χρηματοπιστωτικό σύστημα και στις οικονομικές ελίτ.

Από το άλλο μέρος βέβαια των χωρών, οι οποίες κινούνται στον πυρήνα της Ευρώπης, αναπτύσσονται αρνητικές κρίσεις για τις άλλες κοινωνίες, που απέχουν πολύ από την πραγματικότητα. Και «ο χορός καλά κρατεί».

Σε ό,τι αφορά την πολυπλοκότητα ακόμη δεν έχουν γίνει ορατοί οι μηχανισμοί και τα μεθοδολογικά εργαλεία για να αντιμετωπισθούν οι επιπτώσεις τόσο της τεχνολογικής κυριαρχίας όσο και της παγκοσμιοποίησης. Ιδιαιτέρως η τεχνολογία επιδρά στην διαμόρφωση της καθημερινότητας και των ποιοτικών χαρακτηριστικών της ανθρώπινης οντότητας.

Κατ’ αρχήν μεταλλάσει τον ανθρώπινο παράγοντα με τις επιπτώσεις, που έχει στα ποιοτικά του χαρακτηριστικά η εικονική προσέγγιση της πραγματικότητας και η αξιοποίηση των δυνατοτήτων της εικονικής αποτύπωσης της σε σχέση με την καθημερινότητα της ζωής του.

Αρκεί να λάβουμε υπόψη τις διάφορες εφαρμογές της τεχνητής νοημοσύνης και τις επιπτώσεις της στον εργασιακό τομέα και στον ελεύθερο χρόνο. Υποκαθιστά τον άνθρωπο σε εργασιακές λειτουργίες, με αποτέλεσμα την μείωση θέσεων εργασίας ή την δημιουργία νέων. Επίσης αλλάζει τα δεδομένα στον επικοινωνιακό τομέα στο πλαίσιο του ελεύθερου χρόνου (facebook, twitter κ.λ.π.). Ιδιαιτέρως στους νέους αυτό το φαινόμενο είναι πολύ ορατό.

Ταυτοχρόνως με την τεράστια ταχύτητα, που προσδίδει στην διακίνηση των πληροφοριών, συμβάλλει στην αύξηση των παραμέτρων, οι οποίες πρέπει να γίνουν αντικείμενο επεξεργασίας, για να γίνει κατανοητή η πραγματικότητα.

Αυτό διαμορφώνει τις κατάλληλες συνθήκες για την χειραγώγηση των πολιτών, διότι η πυκνότητα του χρόνου σε προϋποθέσεις δεν τους επιτρέπει να αναλύσουν και να ερμηνεύσουν την δυναμική της εξέλιξης ως άτομα.

Δυστυχώς δεν υπάρχουν μηχανισμοί απλοποίησης της παραγόμενης πολυπλοκότητας, ώστε να διευκολύνεται ο απλός πολίτης στην κατανόηση της βιωνόμενης από αυτόν πραγματικότητας και της συνειδητής λειτουργίας στην διεκπεραίωση των διαφόρων κοινωνικών του ρόλων.

Τέλος η τεχνολογία συμβάλλει στην βελτίωση της απόδοσης στα κοινωνικά συστήματα, από το οικονομικό με την αύξηση της παραγωγικότητας μέχρι το υγείας με την αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης ακόμη και στον διαγνωστικό τομέα.

Συμπερασματικά, ενώ η οικονομία (στο πλαίσιο της ελεύθερης διακίνησης κεφαλαίων και των αγορών) και η τεχνολογία (με την κατάργηση των τοπικών και των χρονικών ορίων) οδηγούν στην ανάγκη πολιτικής διαχείρισης της πραγματικότητας σε υπερεθνικό επίπεδο, η πολιτική και η δημοκρατική λειτουργία παραμένουν δέσμιες της εθνικής περιχαράκωσης και της απλουστευτικής λογικής σε σχέση με την «μηχανιστική» διαμόρφωση της πολιτικής στάσης των πολιτών, οι οποίοι χωρίς να κατανοούν τον κόσμο, που τους περιβάλλει, συμβάλλουν στην δημιουργία αρνητικών συνθηκών για την μορφοποίηση και έκφραση του κοινωνικού συμφέροντος.

Σε τέτοιες συνθήκες όμως δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την εμφάνιση απόψεων με ιδεολογικές προεκτάσεις, ότι η αγορά και η τεχνολογία θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στην κοινωνία και θα δείξουν, ότι η δημοκρατία είναι περιττή (ιδεολογία του Silicon Valley). Ο κίνδυνος μετάβασης σε αυτές τις συνθήκες είναι υπαρκτός, εάν η οικονομία οριοθετεί την κοινωνική δυναμική με κριτήρια την λειτουργικότητα και την κερδοφορία των αγορών και όχι το κοινωνικό συμφέρον.

Δεν είναι τυχαία η, ως ένα βαθμό, αναπλήρωση της αδυναμίας της πολιτικής να λειτουργήσει ρυθμιστικά σε υπερεθνικό επίπεδο από την Λέσχη Bildeberg. Είναι δε ερμηνεύσιμη η συμμετοχή του νεοφιλελεύθερου τμήματος του πολιτικού συστήματος στις συνευρέσεις της, δεν είναι όμως εύκολα κατανοητή η «αδυναμία» του Σοσιαλδημοκρατικού χώρου να ασχοληθεί με την διαμορφούμενη αντιφατική πραγματικότητα, να την αναλύσει και να σχεδιάσει πολιτικές, οι οποίες εγγυώνται την ουσιαστική πολιτική λειτουργία και συμμετοχή των πολιτών, ώστε να εκφράζεται το κοινωνικό συμφέρον.

Αυτό είναι εφικτό, εάν ο σύγχρονος πολίτης είναι σε θέση να λειτουργεί ως υποκείμενο με γνώση και άποψη για την σύνθετη πραγματικότητα, που καλείται να διαχειρισθεί. Εάν η τεχνολογία αξιοποιείται για την χειραγώγηση του στο πλαίσιο της στοχευμένης εικονικής αποτύπωσης του κοινωνικού και οικονομικού γίγνεσθαι, οι κοινωνίες θα αντιμετωπίσουν προβλήματα συνοχής και λειτουργικότητας.

Ήδη το μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης χαρακτηρίζεται από υψηλό βαθμό ρευστότητας λόγω των αντιφάσεων της πραγματικότητας, η οποία συνεχώς μετασχηματίζεται. Οι δυνατότητες νοητικής επεξεργασίας των αλλαγών που συντελούνται, από τον απλό πολίτη είναι οριακές.

Η ευθύνη του πολιτικού συστήματος είναι πολύ μεγάλη, ενώ ο διαθέσιμος χρόνος εξαντλείται.

Εκτύπωση στις: 2024-03-29
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=9566