Για το άρθρο 16 (ξανά)

Γιώργος, Γιαννουλόπουλος

Η Εφημερίδα των Συντακτών, 2018-12-29


Η Ν.Δ., εκτός από την οικονομία, το Μακεδονικό και την εκκλησία, αποφάσισε να ανοίξει μέτωπο με την κυβέρνηση και στο θέμα της ανώτατης παιδείας εξαγγέλλοντας την κατάργηση του άρθρου 16 του Συντάγματος, το οποίο προβλέπει ότι στην Ελλάδα οι σπουδές στα πανεπιστήμια παρέχονται δωρεάν και μόνο από το κράτος. Ηταν αναμενόμενο μέσα σε ένα κλίμα αυξανόμενης απαξίωσης του δημόσιου από τη Ν.Δ. και τη δεδηλωμένη στο πρόσφατο συνέδριο του κόμματος πεποίθηση του Κυριάκου Μητσοτάκη ότι στη Γη της Επαγγελίας μόνο ο ιδιωτικός τομέας θα μας οδηγήσει.

Μερικές φορές οι σημαντικές πολιτικές επιλογές μπορούν να συμπυκνωθούν και να διατυπωθούν ως απλές, εύληπτες παραβολές, για να θυμηθούμε την Καινή Διαθήκη. Για τους φιλελεύθερους λοιπόν –και δεν εννοώ τους πολιτικά φιλελεύθερους, αλλά όσους πιστεύουν ότι το ζητούμενο είναι ο ανταγωνισμός μέσα στο πλαίσιο μιας απορρυθμισμένης αγοράς– η εν λόγω παραβολή έχει ως εξής: ας φανταστούμε έναν αγώνα δρόμου όπου όλοι ξεκινούν από το ίδιο σημείο και ένας κόβει το νήμα.

Δηλαδή υποχρεωτικά κάποιος κερδίζει και οι υπόλοιποι χάνουν. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στη ζωή. Ο νικητής είναι πιο εργατικός, πιο ευφυής, πιο εφευρετικός. Ως τέτοιος, λογικό και δίκαιο είναι να επιβραβεύεται. Αν στο όνομα της ισότητας οι ηττημένοι ουσιαστικά δεν χάνουν τίποτα, γιατί να προσπαθήσουν κι αυτοί να γίνουν εργατικοί, ευφυείς και εφευρετικοί;

Το επιχείρημα, έτσι διατυπωμένο, είναι από εύλογο μέχρι ακαταμάχητο. Αν όμως το προεκτείνουμε –κάτι που αποφεύγουν να κάνουν οι νεοφιλελεύθεροι– θα διαπιστώσουμε ότι αυτοαναιρείται. Διότι τα παιδιά όλων, και του νικητή και των ηττημένων, δεν θα ξεκινήσουν από το ίδιο σημείο. Κάποια θα βγουν στο γήπεδο με γκολ από τα αποδυτήρια, για να χρησιμοποιήσω ποδοσφαιρική ορολογία: καλά ιδιωτικά σχολεία με πανάκριβα δίδακτρα, ενώ τα άλλα, τα περισσότερα, χωρίς να φταίνε σε τίποτα, θα έχουν σημαδευτεί από τη μιζέρια των δημόσιων και κατά κανόνα υποδεέστερων σχολείων.

Για να το πω αλλιώς, το παράδειγμα του ελεύθερου ανταγωνισμού ισχύει μόνο για τον πρώτο αγώνα δρόμου εφόσον στους επόμενους η έκβαση έχει σε κάποιο μέτρο προδικαστεί. Δηλαδή η άμιλλα που θα αναδείξει τον καλύτερο υποκαθίσταται από την ανισότητα της κληρονομημένης ανωτερότητας.

Οσο αντιφατικό κι αν ακούγεται, για να αποφευχθεί αυτό το ενδεχόμενο που υπονομεύει το παράδειγμα των νεοφιλελεύθερων, το κράτος πρέπει να προσφέρει όχι απλώς δωρεάν παιδεία αλλά την καλύτερη δυνατή. Κι αυτό μας φέρνει στο άρθρο 16. Το οποίο δεν υποχρεώνει την πολιτεία να παρέχει ανώτατη παιδεία που θα καθιστούσε την ιδιωτική περιττή, αλλά, επιλέγοντας την εύκολη και φτηνή λύση, την απαγορεύει. Συνεπώς, εκείνοι που πιστεύουν, όπως ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ότι καλώς ανταμείβονται η ευφυΐα και η εργατικότητα, πρέπει επίσης να ζητούν οι αγωνιζόμενοι να αρχίζουν από το ίδιο σημείο, δηλαδή χωρίς το πλεονέκτημα που χαρίζουν στους λίγους οι εύποροι γονείς τους.

Δυστυχώς, το τι θα συμβεί αν καταργηθεί το άρθρο 16 είναι προβλέψιμο: η πίεση στην πολιτεία να χρηματοδοτεί τα δημόσια πανεπιστήμια θα μειωθεί, με το επιχείρημα ότι αν δεν σας αρέσουν, υπάρχουν και τα ιδιωτικά, ενώ ταυτόχρονα το μικρό μέγεθος της αγοράς θα τα μετατρέψει σε επιχειρήσεις, οι οποίες πουλάνε πτυχία στα παιδιά ευκατάστατων οικογενειών που δεν έχουν την ικανότητα να σπουδάσουν πραγματικά σε σοβαρά πανεπιστήμια εκτός Ελλάδας. Τα περί υγιούς ανταγωνισμού μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών ακούγονται ωραία, αλλά μάλλον θα αποδειχθούν εύκολα λόγια.

Υπάρχει όμως και μια άλλη διάσταση στο θέμα που η Ν.Δ. θέλει να αναδείξει: η βία και το γενικευμένο μπάχαλο από διαφόρων ειδών «αριστερούς». Μάλλον, ως αντιπολίτευση, υπερβάλλουν. (Αλήθεια, γιατί διαμαρτύρεται ο ΣΥΡΙΖΑ; Κι αυτοί το ίδιο δεν έκαναν;)

Το πρόβλημα όμως υφίσταται. Και μάλιστα, με μια ειρωνεία που περνάει απαρατήρητη, απηχεί την αντίφαση που κρύβεται στο σκεπτικό των νεοφιλελεύθερων για τον ανταγωνισμό. Οι αριστεροί πιστεύουν, χωρίς υποχρεωτικά να το συνειδητοποιούν, πόσω μάλλον να το δηλώνουν ανοιχτά, ότι τα πανεπιστήμια είναι κατά κάποιον τρόπο ο «δικός τους χώρος». Ετσι εξηγείται η ανοχή τους σε φαινόμενα αριστερής βίας. Καταδικάζουμε, αλλά...

Μια τέτοια στάση εξουσιοδοτείται από έναν ανομολόγητο συλλογισμό: τα πανεπιστήμια είναι ο κατεξοχήν χώρος της κριτικής αμφισβήτησης, την οποία ενσαρκώνει η Αριστερά, άρα μας «ανήκουν». Προφανώς δεν τους περνάει απʼ το μυαλό ότι η κριτική αμφισβήτηση, εξ ορισμού, δεν ενσαρκώνεται αλλά ασκείται επί ποινή ακυρώσεως.

Και δεν την ασκείς επειδή κάποιος συγγενής σου ήταν στη Μακρόνησο. Τόσο απλά. Φαίνεται λοιπόν ότι όπως οι δεξιοί υμνούν τον ελεύθερο ανταγωνισμό τον οποίο καταργούν για να αναπαραγάγουν τον νικητή κληρονομικώ δικαιώματι, έτσι και οι αριστεροί επικαλούνται τον κριτικό λόγο ως ενσάρκωσή του, δηλαδή ως αυτό ακριβώς που ο κριτικός λόγος αμφισβητεί.


Εκτύπωση στις: 2024-04-30
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=10599&export=print