Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Απεργία με κρατική επιχορήγηση;

Λεωνίδας, Λουλούδης

Κυριακάτικη Αυγή, 2006-05-07


Με έκπληξή μου διάβασα στο Διαδίκτυο το ομόφωνο ψήφισμα της Διοικούσας Επιτροπής της ΠΟΣΔΕΠ (Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού των ΑΕΙ) της 14ης Απριλίου 2006, σύμφωνα με το οποίο καταγγέλλεται ότι "οι διοικήσεις δύο ιδρυμάτων προέβησαν σε περικοπές ή απόπειρες περικοπής αποδοχών των διδασκόντων (Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθήνας) που συμμετείχαν στις απεργιακές κινητοποιήσεις του κλάδου". Στο ίδιο ψήφισμα η ΠΟΣΔΕΠ "καταγγέλλει τις ενέργειες αυτές που συνιστούν διοικητική παρέμβαση στη συνδικαλιστική δραστηριότητα και επιχειρούν να πλήξουν το κατοχυρωμένο συνδικαλιστικό δικαίωμα συμμετοχής σε απεργιακές κινητοποιήσεις και καλεί τους προέδρους των Τμημάτων και τους διδάσκοντες να μην ανταποκρίνονται στις πράξεις αυτές των διοικήσεων". Η έκπληξή μου οφείλεται στην εξόφθαλμη αντίφαση της Δ.Ε. της ΠΟΣΔΕΠ, αφενός να αποδέχεται ότι μέλη της συμμετείχαν σε απεργιακές κινητοποιήσεις και αφετέρου να υποστηρίζει ότι τα ιδρύματα, στα οποία υπηρετούν οι απεργοί, δεν πρέπει να περικόπτουν τις αποδοχές τους. Σαν αρμόδιος για το επίμαχο θέμα αντιπρύτανης Οικονομικών και Προγραμματισμού είχα ενημερώσει εγκαίρως (προ τριετίας, μετά την ανάληψη των καθηκόντων μου) τους συλλογικούς φορείς του Γεωπονικού Πανεπιστημίου ότι δεν συμφωνώ με τις θέσεις των συνδικαλιστών όλων των κλάδων των εργαζομένων, είτε ανήκουν είτε δεν ανήκουν στο διδακτικό προσωπικό, να μην περικόπτονται οι αποδοχές των απεργών. Δυστυχώς, τώρα εγκαλούμαι, μάλιστα μέσω του Διαδικτύου, από την ίδια την ΠΟΣΔΕΠ και οφείλω να επαναλάβω τις θέσεις μου και προς αυτήν διότι, αν σιωπήσω, πιθανώς να θεωρηθεί ότι αποδέχομαι τις βαριές πολιτικές κατηγορίες της περί δήθεν παρέμβασής μου εναντίον του δικαιώματος της απεργίας. Έστω λοιπόν και αν, σε παλαιότερες εποχές, παρόμοια θέματα δεν θα άξιζαν καν απάντησης, σήμερα είμαι υποχρεωμένος να "λογοδοτήσω" για τα αυτονόητα. Για να αντικρούσω, λοιπόν, την συκοφαντία ότι προΐσταμαι απεργοσπαστικού μηχανισμού ας μου επιτραπεί να παραθέσω δύο τύπων επιχειρήματα προκειμένου να τεκμηριώσω την άποψή μου ότι οι καταγγελίες της ΠΟΣΔΕΠ είναι και αβάσιμες θεσμικά και απαράδεκτες πολιτικά.

Η θεσμική κάλυψη των ενεργειών της Διοίκησης των ΑΕΙ σε περίπτωση απεργίας του ΔΕΠ έχει ως εξής: σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 36 του Ν. 3205/2003 περικόπτονται οι αποδοχές και τα επιδόματα των μελών ΔΕΠ κατά τις ημέρες της συλλογικής ή ατομικής αποχής από τα καθήκοντά τους (διδακτικά και εξεταστικά). Συνεπώς, αν ανακοινωθεί δημόσια (π.χ. με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του Συλλόγου ΔΕΠ ενός ΑΕΙ ότι τα μέλη του θα απεργήσουν ορισμένη(ες) ημέρα(ες), η Διοίκηση οφείλει να προβεί στις προβλεπόμενες από τον παραπάνω νόμο ενέργειες. Οφείλει, δηλαδή, να ελέγξει ποια μέλη ΔΕΠ απήργησαν ώστε να περικόψει τις αποδοχές και τα επιδόματά τους. Πώς γίνεται αυτός ο έλεγχος; Σύμφωνα με την παρ. 7 του άρθρου 8 του Ν. 2083/92, ο έλεγχος για την τήρηση του νομίμου ωραρίου και γενικά των όρων που χαρακτηρίζουν κάθε κατηγορία μελών ΔΕΠ ανήκει στην αρμοδιότητα και ευθύνη του διευθυντή Τομέα και του προέδρου Τμήματος του ΑΕΙ, οι οποίοι είναι υποχρεωμένοι να ενημερώσουν σχετικά τη διοίκηση, δηλαδή τον αντιπρύτανη Οικονομικών και Προγραμματισμού. Μάλιστα, η μη τήρηση του νόμου επιφέρει αυστηρές κυρώσεις. Όπως αναφέρεται στη σχετική παράγραφο: "Οι υπαίτιοι της παραβίασης των όρων τούτων, καθώς και τα συγκαλύπτοντα την παράβαση αρμόδια ως άνω όργανα, διαπράττουν σοβαρό πειθαρχικό παράπτωμα χωρίς να αποκλείεται και η στοιχειοθέτηση της αντικειμενικής υπόστασης του ποινικού αδικήματος της παράβασης καθήκοντος κατά τους όρους του άρθρου 259 Ποινικού Κώδικα. Παραλλήλως είναι δυνατή και η περικοπή των αποδοχών μέχρι τριών (3) μηνών και σε περίπτωση υποτροπής μέχρι έξι (6) μηνών των παραβατών μελών ΔΕΠ με πράξη του αρμόδιου πρύτανη και ύστερα από σχετική ακρόαση των υπαιτίων".

Συναφές είναι, επίσης, έγγραφο του ΥΠΕΠΘ / Γ. Διεύθυνση Διοίκησης και Οικονομικής Υποστήριξης / Διεύθυνση Οικονομικών Υποθέσεων (Α.Π. ΙΒ/10901/17-12-1997), με το οποίο κοινοποιείται εγκύκλιος --"για ενημέρωση και εφαρμογή της"-- του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (αριθμ. 2085680/12210/0022/4-12-97) με θέμα τις "Αποδοχές μελών ΔΕΠ των ΑΕΙ εκπαιδευτικού προσωπικού των ΤΕΙ και άλλων συναφών κατηγοριών, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2530/1997". Εκεί ορίζεται ότι: "Σε όσες περιπτώσεις διαπιστώνεται αποχή από τα διδακτικά ή ερευνητικά καθήκοντα ή ελλιπής εκπλήρωση ή έλλειψη θετικής κρίσης του απολογισμού δραστηριοτήτων των μελών ΔΕΠ από το αρμόδιο όργανο και διαπίστωση μη επαρκούς επιτέλεσης των διδακτικών και ερευνητικών καθηκόντων γίνεται περικοπή των αποδοχών ή των επιδομάτων, κατά περίπτωση. Στο σημείο αυτό εφιστάται η προσοχή των εκκαθαριστών οι οποίοι έχουν και την ευθύνη για την ορθή, ομοιόμορφη και απαρέγκλιτη εφαρμογή των μισθολογικών διατάξεων".

Σύμφωνα με τις παραπάνω διατάξεις του ισχύοντος νομικού καθεστώτος και έχοντας ενημερωθεί εγγράφως, ως ενεργό μέλος του Συλλόγου ΔΕΠ/ΓΠΑ, για τις αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης του Συλλόγου περί συμμετοχής σε απεργιακές εκδηλώσεις έχω, κατ’ επανάληψη ζητήσει, πάντοτε μετά την λήξη της απεργίας (βλέπε έγγραφα με Α.Π. 608/25.1.2005 για την απεργία της 21-1-2005 και με Α.Π. 304/12-1-2006 για την απεργία της 11-11-2005), όπως είμαι εκ του νόμου υποχρεωμένος να πράξω ως αρμόδιος Αντιπρύτανης, από τους προέδρους των Τμημάτων και τους διευθυντές Εργαστηρίων να μου γνωρίσουν εγγράφως εάν τα μέλη ΔΕΠ που υπηρετούν στο Τμήμα/Τομέα τους έλαβαν μέρος σε συγκεκριμένες απεργιακές κινητοποιήσεις. Το ίδιο, βέβαια, θα πράξω και στο μέλλον καθώς πιστεύω ότι κανείς πολίτης της Ελληνικής Δημοκρατίας, πολύ περισσότερο οι κατέχοντες υψηλά δημόσια αξιώματα, δεν δικαιούνται να παραβιάζουν τους νόμους, είτε συμφωνούν είτε διαφωνούν με αυτούς.

Υπάρχει, όμως, και το πολιτικό ζήτημα που θέτει η καταγγελία της ΠΟΣΔΕΠ. Εδώ το ατόπημα της Δ.Ε. της ΠΟΣΔΕΠ είναι ακόμη βαρύτερο γιατί, το εν λόγω ψήφισμά της φέρει τον περισπούδαστο τίτλο: "για τα συνδικαλιστικά δικαιώματα - απεργία". Και αναρωτιέται κανείς, αλήθεια, για ποια συνδικαλιστικά δικαιώματα μιλούν οι συνάδελφοι; Προφανώς ούτε το ισχύον νομικό - θεσμικό καθεστώς ούτε η πολιτική πρακτική των διοικήσεων των ΑΕΙ, όπως όλοι οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ καλώς γνωρίζουμε, απαγορεύουν ή έστω αποθαρρύνουν την άσκηση του δικαιώματος της απεργίας. Τα τελευταία χρόνια, το ελληνικό πανεπιστήμιο, ελέω ενός ξεπερασμένου πια νόμου-πλαίσιου, πού μόνο πλαίσιο δεν είναι, από τις εκατοντάδες τροπολογίες, όλες προς την κατεύθυνση της "διευκόλυνσης" των σπουδών και της εν γένει χαλαρότητας της καθημερινής ζωής των ΑΕΙ, είναι κυριολεκτικώς "ξέφραγο αμπέλι". Καταλήψεις, στάσεις εργασίας, αποχές, απεργίες αποτελούν την καθημερινότητα. Στα μεσοδιαστήματα και όσο επιτρέπουν οι παρατεταμένες διακοπές, γίνονται και κάποια μαθήματα, γιατί εξακολουθούν και υπάρχουν, σε πείσμα των καιρών, και αφοσιωμένοι διδάσκοντες και επιμελείς φοιτητές. Ακόμη και η Σύνοδος των Πρυτάνεων, άλλοτε θεωρούμενη ως προπύργιο της "συντήρησης", έχει, την τελευταία ιδιαίτερα τριετία, σταθεί πλήρως αλληλέγγυα με τους αγώνες και τα αιτήματα της ΠΟΣΔΕΠ, ιδιαίτερα σε οικονομικά και επαγγελματικά θέματα. Συνεπώς ποιοι είναι αυτοί οι οποίοι, κατά την ΠΟΣΔΕΠ, "αποθαρρύνουν", "εκφοβίζουν", "πιέζουν" τους πανεπιστημιακούς να μην απεργήσουν; Τα μέλη ΔΕΠ είναι, ως γνωστόν, ενταγμένα στα υφιστάμενα διοικητικά όργανα (Σύγκλητο, Τμήμα, Τομέα, Εργαστήρια και Φροντιστήρια). Εκεί, ήδη, από τη θέση του λέκτορα διαθέτουν πλήρη αυτονομία στη διδασκαλία και την έρευνα και βέβαια δικαίωμα και υποχρέωση να εκφράζουν ελεύθερα τη γνώμη τους επί οιουδήποτε θέματος. Οι πρυτάνεις δεν έχουν καν την "δεδηλωμένη" στη Σύγκλητο και φυσικά δεν συμμετέχουν θεσμικά σε κανένα από τα υπάλληλα όργανα. Οφείλει, λοιπόν, η ΠΟΣΔΕΠ, αν επιδιώκει τον διάλογο και όχι την εύκολη καταγγελία, να εξηγήσει γιατί οι ενέργειες των πρυτανικών αρχών ορισμένων ΑΕΙ για την εφαρμογή του νόμου περί περικοπής των αποδοχών των απεργών συνιστούν "διοικητική παρέμβαση στη συνδικαλιστική δραστηριότητα και επιχειρούν να πλήξουν το κατοχυρωμένο δικαίωμα συμμετοχής σε απεργιακές κινητοποιήσεις". Επαναλαμβάνω, η ενέργεια της διοίκησης να ενημερωθεί από τις προϊστάμενες αρχές των Τμημάτων και των Τομέων / Εργαστηρίων / Φροντιστηρίων για τη συμμετοχή ενός μέλους ΔΕΠ στην απεργία έχει σκοπό μόνο την απαιτούμενη από τον νόμο περικοπή των αποδοχών. Και βέβαια, όπως είναι εύλογο, η ενέργεια αυτή της διοίκησης δηλώνει την πλήρη αποδοχή του δικαιώματος στην απεργία. Γνωρίζω, από την άλλη, ότι σε ορισμένα --λιγότερα από όσα αφήνει να εννοηθεί το ψήφισμα της ΠΟΣΔΕΠ-- ΑΕΙ δεν γίνεται περικοπή αποδοχών των απεργών του ΔΕΠ. Διαφωνώ "κάθετα" με αυτή την πρακτική και με αφήνουν "παγερά αδιάφορο" οι πανθομολογούμενες αιτίες της (επανεκλογή σε πρυτανικά αξιώματα, πολιτικό κόστος, λαϊκισμός, υπερβάλλων "κινηματικός" και αντιπολιτευτικός ζήλος).

Υπάρχει, βέβαια, και η άποψη ότι τα μέλη ΔΕΠ ως ασκούντα "λειτούργημα" και όχι "επάγγελμα" δεν μπορεί να έχουν την ίδια αντιμετώπιση από τη διοίκηση όπως τα άλλα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας (διοικητικοί, ΕΕΔΙΠ, ΕΤΕΠ, ΙΔΑΧ κ.ά.) για τα οποία, επίσης, ο νόμος επιβάλλει περικοπή αποδοχών σε περίπτωση συμμετοχής τους σε απεργιακές εκδηλώσεις. Δεν νομίζω ότι οι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι θα έπρεπε να υπερασπίζονται θέσεις τόσο απροκάλυπτα ελιτίστικες, ιδιοτελείς, μεροληπτικές. Οι θέσεις αυτές όχι μόνο οδηγούν σε θεσμικά ακραίες και προκλητικές για το δημόσιο αίσθημα ερμηνείες περί της εργασίας των πανεπιστημιακών δασκάλων αλλά είναι και ευθέως διασπαστικές της ενότητας των εργαζομένων στον ίδιο χώρο, τα ΑΕΙ. Επιπλέον, όταν οι καλυπτόμενοι από τη μονιμότητα και τις συνδικαλιστικές ελευθερίες του δημοσίου συνδικαλιστές πανεπιστημιακοί διεκδικούν ιδιαίτερη αντιμετώπιση για τη συμμετοχή τους σε απεργιακούς αγώνες, όπως είναι η μη περικοπή των αμοιβών τους, αναρωτιέμαι ποια είναι η εντύπωση που προκαλούν αυτές οι πρακτικές στους συνδικαλιστές του ιδιωτικού τομέα, όπου η συμμετοχή στην απεργία επισύρει την απειλή της απόλυσης.

Σαν παλιός συνδικαλιστής (πρώην πρόεδρος του Συλλόγου ΔΕΠ/ΓΠΑ και πρώην μέλος της Δ.Ε. της ΠΟΣΔΕΠ), μάλιστα του θεωρούμενου ως προοδευτικού χώρου των πανεπιστημιακών, αισθάνομαι βαθύτατη θλίψη για το πολιτικό μήνυμα που εκπέμπει το συγκεκριμένο, ομόφωνο παρακαλώ, ψήφισμα της ΠΟΣΔΕΠ. Ελπίζω, πράγματι, το διάβημα αυτού του ψηφίσματος να μην αποτελεί παρά ένα συγκυριακό πολιτικό ολίσθημα, προϊόν της δύσκολης θέσης στην οποία έχει περιέλθει η ΠΟΣΔΕΠ εξαιτίας της παρωχημένης και αδιέξοδης πολιτικής της. Με την ευκαιρία, πάντως, ας σκεφτούν οι συντάκτες του ψηφίσματος αν η δημοσιοποίησή του προσφέρει καλές ή κακές υπηρεσίες στην εικόνα του δημόσιου πανεπιστήμιου το οποίο, όπως ισχυρίζονται, βάλλεται "έξωθεν" και οφείλουμε, πάση θυσία, να το υπερασπιστούμε. Αν η ΠΟΣΔΕΠ επιμείνει σε πρακτικές όπως αυτή του "ομόφωνου ψηφίσματος", είναι, πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι είναι απολύτως αδύνατο να πάρει οποιοσδήποτε στα σοβαρά ένα συνδικαλιστικό φορέα --έστω και αν έχει δίκιο σε ορισμένα αιτήματά του-- όταν απαιτεί, ως αυτονόητο δικαίωμά του, να απεργεί με κρατική επιχορήγηση. Συγχρόνως, παρόμοιες συνδικαλιστικές πρακτικές ευτελίζουν το δημόσιο πανεπιστήμιο και τους λειτουργούς του.

Εκτύπωση στις: 2024-12-03
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=1139