Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Εύφλεκτη ύλη κοινωνικών συγκρούσεων και αδιέξοδων εντάσεων

Τάσος, Πετρόπουλος

Η Εφημερίδα των Συντακτών, 2021-05-23


Ενώ στην εποχή μας η οικονομική κρίση οξύνεται, η κυβέρνηση μεταφέρει τις εργασιακές σχέσεις στο πεδίο του ανεξέλεγκτου οικονομικού ανταγωνισμού. Ημερομίσθια, μισθοί και ωράρια εργασίας, εκτίθενται στις συνεχείς πιέσεις της μείωσης του επιχειρηματικού κόστους αλλά και των αναδιαρθρώσεων που θα προκύπτουν λόγω της ταχύτατης εισόδου της ρομποτικής στην παραγωγή.

Από την άλλη, οι διακηρύξεις για την τόνωση της αίσθησης ευθύνης στην τήρηση μέτρων προστασίας και αποτροπής της εξάπλωσης των μεταλλασσόμενων κορονοϊών, αναιρούνται από την κάμψη του ρυθμισμένου ωραρίου των οκτώ, κατ’ ανώτατο όριο, ωρών εργασίας και την χρονική του επέκταση ακόμη και σε δεκατρείς ώρες ημερησίως. Κι όλα αυτά, επιδεινώνονται όταν η επιστημονική κοινότητα προειδοποιεί ότι η αναχαίτιση των επιδημιών, πέραν της ελεύθερης διάθεσης των εμβολίων, απαιτεί την ενίσχυση της αίσθησης της κοινής ευθύνης, την αντιμετώπιση των κοινωνικών αποκλεισμών, τη βελτίωση των συνθηκών ζωής.

Ομως, αντί μιας σχεδιασμένης αντιμετώπισης των κοινωνικών προβλημάτων που ραγδαία αναδύονται, η κυβέρνηση έχει αποδράσει από την ευθύνη για τη διασφάλιση θεμελιωδών δικαιωμάτων που το Σύνταγμα έχει αναθέσει στην πολιτεία. Η διάρρηξη των οποίων συνοδεύεται πάντα με αυταρχικά μέτρα, απονεύρωση δημοκρατικών λειτουργιών, περιορισμό και αποδυνάμωση θεσμών κοινωνικής αυτενέργειας.

Το 1990, το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων κατήργησε τον επί 35 χρόνια απεργοκτόνο νόμο 3239/55 της αναγκαστικής διαιτησίας, εισήγαγε τις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις, εφάρμοσε τις Διεθνείς Συμβάσεις Εργασίας τις οποίες η Ελλάδα παραβίαζε. Συντελέστηκε τότε το μοναδικό στην ιστορία επίτευγμα της υπερψήφισης από όλες τις πτέρυγες της Βουλής ενός νόμου που προώθησε τον πιο προοδευτικό μετασχηματισμό του δημοκρατικού πολιτεύματος, στο πεδίο των κοινωνικών διεργασιών και της διαπαιδαγωγικής επίτευξης συγκλίσεων με ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις, δυνάμεων που εκπροσωπούν αντίπαλα κοινωνικά συμφέροντα.

Σε όλη την προηγούμενη ταραγμένη περίοδο θεσμικής ανηλικότητας της δημοκρατίας μας, η συλλογική διαπραγμάτευση παρέμενε αποκλεισμένη στον προθάλαμο των εντάσεων, με εκατοντάδες χιλιάδες ωρών απεργίας και κοινωνικών συγκρούσεων και με αίτημα την έναρξη διαλόγου για τη ρύθμιση όρων αμοιβής και εργασίας, που σχεδόν ποτέ δεν άρχιζε. Η μειοψηφική κυβέρνηση Μητσοτάκη, επέλεξε την επέτειο των 200 ετών από την επανάσταση του 1821, για να διαγράψει τώρα από την κοινοβουλευτική ιστορία της χώρας το μοναδικό παράδειγμα εθνικής-πολιτικής ομοψυχίας και κοινωνικής ειρήνευσης που στηρίχτηκε στον διάλογο και στην κατά το δυνατόν δικαιότερη στάθμιση εργασιακών αιτημάτων και αναγκών.

Προτείνει και θέλει να ψηφίσει, ένα ψευδώνυμο «εργασιακό» νομοσχέδιο που παράγει εύφλεκτη ύλη για την πυροδότηση κοινωνικών συγκρούσεων και αδιέξοδων εντάσεων με παραλυτικές συνέπειες για τη λειτουργία της οικονομίας, με νόθευση του υγιούς ανταγωνισμού μεταξύ επιχειρήσεων επιμέρους κλάδων. Ενα εργασιακό νομοσχέδιο από το οποίο απουσιάζει οποιαδήποτε μέριμνα για τους εργαζόμενους.

Νομοσχέδιο που καταργεί προστατευτικές διατάξεις κατά των απολύσεων, επεκτείνει τα ρυθμισμένα επί δεκαετίες χρονικά όρια εργασίας, επιδεινώνει τις συνθήκες εργασίας, αλλοιώνει θεμελιακές παραμέτρους για την υγιεινή και ασφάλεια στην εργασία, αφαιρεί από το εργατικό δίκαιο τον προστατευτικό χαρακτήρα που άρχισε να διαμορφώνεται προοδευτικά από το 19ο αιώνα, και πλήττει στην αφετηρία γέννησής του το δικαίωμα ίδρυσης και ένταξης σε συνδικαλιστικές οργανώσεις.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα είναι πλέον υποχρεωμένη να απαντάει η ίδια, αντί των εργοδοτών, σε προτάσεις των συνδικάτων για ρύθμιση των αμοιβών. Και τούτο διότι με το νομοσχέδιο αφαιρούνται από την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας οι αρμοδιότητες για τον προσδιορισμό των κατώτατων μισθών και ημερομισθίων, νεκρανασταίνεται η αναγκαστική διαιτησία με την παράλληλη απαγόρευση του δικαιώματος απεργίας όπως όριζε 66 χρόνια πριν ο κατηργημένος ως αντισυνταγματικός νόμος 3239/55.

Η έλλειψη ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων οδηγεί τις απεργίες στο Μαξίμου και στα υπουργεία. Οπως παλιά. Πολύ παλιά. Προφανώς, το νομοσχέδιο αυτό θα εισαχθεί προς ψήφιση με πολλές διορθώσεις. Οχι μόνο λόγω της προχειρότητας των διατάξεων του νομοσχεδίου, όπως η παραπομπή στο νόμο για την προστασία των εγκύων εκεί που γίνεται λόγος για την απόλυση συνδικαλιστών.

Η παροιμιώδης προχειρότητα εξηγείται από τον κακοποιητικό οίστρο που διεγείρεται όποτε αυτή η κυβέρνηση αναμετριέται με δικαιώματα των απλών, των φτωχών, των ανθρώπων που δεν ανήκουν στην κοινωνική ελίτ. Οπως εξηγείται και η ιδεολογική επίθεση σε δημοκρατικές κατακτήσεις συνταγματικής περιωπής. Αποκαλυπτική από αυτή την άποψη είναι η μη συμπερίληψη της καταχρηστικής άσκησης του εργοδοτικού δικαιώματος στους λόγους ακυρότητας της καταγγελίας των συμβάσεων εργασίας των οποίων η δικαστική διάγνωση οδηγεί υποχρεωτικά στην επαναπασχόληση του εργαζόμενου.

Ασέβεια προδίδει, στην απόδοση ουσιαστικής δικαιοσύνης, η πρωτοφανής διάταξη (άρθρο 65 2) ότι «αν ο απολυθείς εργαζόμενος αποδείξει ενώπιον δικαστηρίου […] ότι η απόλυσή του είναι άκυρη, εναπόκειται στον εργοδότη να αποδείξει ότι η απόλυση είναι έγκυρη». Δυο αλήθειες, σε αντίθεση μεταξύ τους, δεν είναι νοητές. Εδώ ο εργαζόμενος αποδεικνύει το δίκιο του αλλά ο εργοδότης επιβάλλει το δικό του.

Η κυβέρνηση ανοίγει τον δρόμο σε δικαστικές αντιδικίες με ένα νόμο αντεργατικό αλλά πολλαπλώς ευάλωτο στον διάχυτο δικαστικό έλεγχο συνταγματικότητας. Εναν νόμο ανοιχτό σε τεχνάσματα εξαπάτησης, όπως συμβαίνει με το προβλεπόμενο στο άρθρο 75 δικαίωμα του εργοδότη να δηλώνει ακόμη και εκπρόθεσμα, έπειτα από τυχόν έλεγχο, την απασχόληση, την υπερωρία, την ύπαρξη εργασιακής αδήλωτης σύμβασης.

Οι κυβερνητικές τυμπανοκρουσίες για την ψηφιακή κάρτα εργασίας και την ίδρυση ανεξάρτητης αρχής κρύβουν την πιο ηχηρή απάτη. Χωρίς ντροπή ξεπέταξαν και το μεγάλο πρόβλημα της σεξουαλικής παρενόχλησης. Ο κατά τα άλλα συγκινημένος, υποστηρικτής του κινήματος #MeToo, πρωθυπουργός, αντί να ρυθμίσει νομοθετικά μέτρα προστασίας των θυμάτων αλλά και μέτρα πρόληψης και αποτροπής παρενοχλήσεων, όπως συνέστησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εισηγείται ένα «πουκάμισο αδειανό», χωρίς πρακτική αξία. Ομως όλα στη ζωή κρίνονται για όλους.


Εκτύπωση στις: 2024-05-01
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=11818