Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Η απειλούμενη από την Ελλάδα, Τουρκία!

Αντώνης, Αντωνιάδης

Η Εφημερίδα των Συντακτών, 2023-01-21


Είναι γεγονός ότι το τελευταίο διάστημα, και για δικούς της λόγους εσωτερικής κατανάλωσης και εξωτερικής εικόνας, η Τουρκία όντως καταφεύγει σε μια έξαρση της προκλητικότητας. Μια προκλητικότητα, όμως, με την οποία, ύστερα από την εμπειρία τόσων χρόνων, λογικά θα έπρεπε να είχαμε εξοικειωθεί, και να μην της επιτρέπαμε να αγγίζει τόσο καίρια την εθνική μας συνείδηση. Δείχνει έλλειψη εθνικής αυτοπεποίθησης και μικρό πολιτικό ανάστημα η νευρικότητα με την οποία η πολιτικo-στρατιωτική ηγεσία της Ελλάδας αντιμετωπίζει την κάθε δήλωση του Τούρκου προέδρου και των φερέφωνων. Μπαίνουμε αυτοβούλως στον ρόλο ενός πανικόβλητου έθνους, που η κάθε προκλητική δήλωση ερμηνεύεται ως επιβουλή κατά της εθνικής μας υπόστασης, μοιραία προξενώντας μεγάλη αναταραχή, ανησυχία και άγχος. Και αυτό φυσικά το έχει αντιληφθεί πλήρως η Τουρκία και το εκμεταλλεύεται στο έπακρον. Πιο λαϊκά, έχει αντιληφθεί ότι τσιμπάμε και μας παίζει.

Εμείς όμως επιμένουμε, γιατί φαίνεται ότι οι κατά Καβάφη «βάρβαροι», πραγματικά... είναι μια κάποια λύση. Και όχι απλώς μία κάποια απλή λύση, αλλά μια, καλοδεχούμενη κυρίως από τα τηλεοπτικά μέσα, κινδυνολογία, η οποία και πολιτικά συσπειρώνει και το εθνικό φρόνημα τονώνει, και πάνω από όλα προσφέρεται για κάλυψη ατελείωτων ωρών τουρκολογικών εκπομπών και αναλύσεων.

Εκείνο όμως με το οποίο δεν έχουμε εξοικειωθεί και θα έπρεπε να μας απασχολεί πολύ περισσότερο είναι η πρωτόγνωρη καταγγελία της Τουρκίας ότι η στρατιωτικοποίηση των νησιών, πέραν των άλλων, συνιστά και άμεση απειλή για την εδαφική της ακεραιότητα.

Βέβαια, οι διμερείς αυτές αντιδικίες και διενέξεις έχουν πολύ μικρή διεθνή απήχηση. Τόσο οι χώρες της Ε.Ε. όσο και του ΝΑΤΟ βολεύονται η όλη ελληνοτουρκική αντιπαλότητα να περιορίζεται στους τηλεοπτικούς βερμπαλισμούς. Με αυτό τον τρόπο, η διεθνής κοινότητα αφενός αποφεύγει την όντως δύσκολη επιλογή τού να πάρει σαφή θέση υπέρ του ενός ή του άλλου, αφετέρου ευελπιστεί ότι έτσι εκτονώνεται η τουρκική επιθετικότητα και απομακρύνεται το ενδεχόμενο μιας ελληνοτουρκικής εμπλοκής, την οποία κανείς δεν επιθυμεί.

Για εμάς, όμως, η τακτική τού να εγκαλείται η Ελλάδα, πέρα από παραβάτης του διεθνούς δικαίου, και ως έχουσα απειλητικές διαθέσεις εναντίον της Τουρκίας, είναι μια υστερόβουλη μεθόδευση, η οποία είναι όντως ανησυχητική και την οποία δεν θα πρέπει να εντάξουμε στο πλαίσιο των συνηθισμένων καθημερινών προκλήσεων. Η καινοφανής αυτή τακτική, πέραν του ότι κλονίζει την όλη επιχειρηματολογία πάνω στην οποία εδράζεται το σκεπτικό της στρατιωτικοποίησης των νησιών, είναι ανησυχητική γιατί η Τουρκία επιχειρεί να καλλιεργήσει ένα άλλοθι, το οποίο θα χρησιμοποιήσει ως πρόφαση εάν και εφόσον θελήσει να προβεί σε διάφορες προσχηματικές επιθετικές πρωτοβουλίες.

Οσο εξωπραγματικά και εάν ακούγονται αυτά, σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να εκπλαγούμε ούτε να αιφνιδιαστούμε από οποιαδήποτε αντίδραση των Ευρωπαίων ή ΝΑΤΟϊκών μας συμμάχων. Εξάλλου, καλό είναι να μην μας διαφεύγουν και τα ιστορικά γεγονότα επάνω στα οποία στηρίχτηκαν τότε οι Συνθήκες Λωζάνης και Παρισίων και επέβαλαν αυτές τις μεθοριακές αποστρατιωτικοποιήσεις. Με νωπή ακόμα την ελληνική Μικρασιατική Εκστρατεία, οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής, αποδεχόμενες τη σκοπιμότητα εδραίωσης του νεοσύστατου τουρκο-κεμαλικού κράτους, θέλησαν με τις αποστρατιωτικοποιήσεις των νησιών του ανατολικού Αιγαίου να περιορίσουν τις επιθετικές δυνατότητες της Ελλάδας. Μια τέτοια υπενθύμιση επιχειρεί έντεχνα να περάσει σήμερα η Τουρκία προς τα έξω.

Ασφαλώς και η Ελλάδα δεν έχει καμία επεκτατική βλέψη εναντίον της Τουρκίας. Οσο σίγουρο είναι ότι και η Τουρκία δεν ίδρυσε τη Στρατιά του Αιγαίου φοβούμενη ενδεχόμενη ελληνική επίθεση. Ο λόγος που εκατέρωθεν οχυρώνουμε τις συνοριακές μας γραμμές είναι γιατί τα 200 χρόνια φαίνεται να είναι πολύ λίγα για να εξαλείψουν την αμοιβαία υποβόσκουσα έχθρα η οποία, εν μέρει και δικαιολογημένα, έχει εμποτίσει βαθιά τις συνειδήσεις μας. Αλλά ακόμα και γιατί οι διάφορες μικροπολιτικές και λαϊκιστικές σκοπιμότητες, σε συνδυασμό με τα ιστορικά σφάλματα και συμπλέγματα, μοιραία κρατάνε και τους δύο λαούς εγκλωβισμένους σε μια θεωρούμενη ως ιστορικά επιβεβλημένη πατροπαράδοτη έχθρα.

Εχω επανειλημμένα υποστηρίξει ότι όχι μόνο η Ελλάδα και η Τουρκία, αλλά και οι περισσότερες χώρες του πλανήτη και ιδιαίτερα οι ισχυρές, καταπατούν ή επικαλούνται την διεθνή νομιμότητα ανάλογα με τα εθνικά τους συμφέροντα. Την καταπατούν όταν έχουν την ισχύ να την αγνοήσουν και την επικαλούνται όταν έχουν την ισχύ να την επιβάλουν. Ομως ιδιαίτερα εμείς, και λιγότερο η Τουρκία, δεν ανήκουμε σε καμία από αυτές τις κατηγορίες. Για εμάς, εάν και εφόσον επιθυμούμε την ειρηνική συνύπαρξη, η νηφαλιότητα, η συνεννόηση, η συγκατάβαση και οι συμβιβαστικές λύσεις αποτελούν μονόδρομο.

Και οι δύο χώρες θεωρούμε ότι η καθεμία αποτελεί απειλή για την άλλη, ενώ συγχρόνως και οι δύο, ως μέλη μάλιστα και του ίδιου αμυντικού Συνασπισμού, διατεινόμαστε ότι διακατεχόμαστε από φιλειρηνικές προθέσεις και διαθέσεις. Αντιμέτωποι με αυτή την παραδοξότητα, η μόνη λύση που θα μπορούσε να λειτουργήσει κατευναστικά για τις εκατέρωθεν ανησυχίες, δεν μπορεί να είναι άλλη από τη σταδιακή και αρχικά μερική, αποστρατιωτικοποίηση των μεθοριακών μας περιοχών. Εάν και εφόσον κάποτε υπάρξει μια τέτοια διαπραγματευτική διάθεση, σχετικές προτάσεις και μεθοδεύσεις σίγουρα θα υπάρξουν πολλές και θα εξετασθούν ακόμα περισσότερα ενδεχόμενα. Ενδεικτικά και μόνο, η κατάργηση και διάλυση της Στρατιάς του Αιγαίου σίγουρα θα ήταν μία κίνηση η οποία θα επέτρεπε τη σταδιακή χαλάρωση ορισμένων μέτρων οχύρωσης των νησιών.

Σήμερα και λόγω των επικείμενων εκλογικών αναμετρήσεων, οι οποίες πάντοτε φροντίζουν να εξυψώνουν τα επίπεδα του εθνικισμού, περισσότερο από ποτέ άλλοτε οφείλουμε να επιδείξουμε πολιτική νηφαλιότητα και αποφασιστικότητα, διαπραγματευόμενοι χωρίς το γνώριμο σύμπλεγμα ότι οποιαδήποτε διαπραγμάτευση με την Τουρκία εκ προοιμίου θα αποβεί εις βάρος μας. Δεν μας λείπουν τα διαπραγματευτικά ερείσματα, το πολιτικό κόστος είναι το κυρίαρχο αίτιο που μας εμποδίζει να επιδιώξουμε, εάν όχι μία οριστική, αλλά τουλάχιστον την επίλυση των 2-3 ουσιαστικών διαφορών που διαχρονικά μας ταλανίζουν.

Και επειδή, δυστυχώς, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία, το μένος του ενός εναντίον του άλλου είναι παραδοσιακά συνυφασμένο με τον αντίστοιχο πατριωτισμό, ας συνειδητοποιήσουμε ότι καλύτερος πατριώτης δεν είναι όποιος μισεί εντονότερα τον αντίπαλό του, καλύτερος πατριώτης είναι αυτός που φροντίζει να μην έχει αντίπαλο.

*Αντιναύαρχος, επίτιμος αρχηγός ΓΕΝ

Εκτύπωση στις: 2024-03-29
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=13067