Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Τελικά πόσο δίκαιη είναι η φορoλογική δικαιοσύνη;

Θεοδώρα, Λαζαρέτου

Η Αυγή, 2023-02-26


Χαρακτηριστικό της εποχής μας είναι το αίτημα για αναβάθμιση της κρατικής παρέμβασης προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι κρίσεις από την πανδημία, το ενεργειακό πρόβλημα και την κλιματική αλλαγή. Το κοινωνικό αίτημα για διεύρυνση του ρόλου της Δημόσιας Διοίκησης προκειμένου να ανταποκριθεί στις ταχέως μεταβαλλόμενες ανάγκες της κοινωνίας (ψηφιοποίηση, νέες μορφές εργασίας, ανισότητα) είναι αισθητό. Μάλιστα είναι τόσο αισθητό, που η Miranda Stewart στο βιβλίο της «Tax and Government in the 21st Century» (Cambridge University Press 2022) παραλληλίζει αυτή την κοινωνική απαίτηση με την αντίστοιχη της εποχής του Great Recession στην Αμερική.

Η φορολογική πολιτική δεν θα μπορούσε να μην συμπεριληφθεί σε αυτό το αναδυόμενο κοινωνικό πλαίσιο. Αυτό, γιατί η φορολογία από τη μία επηρεάζει τη συλλογική ευημερία, την κοινωνική συνοχή, την οικογενειακή και εργασιακή ζωή και τις μορφές ανάπτυξης της επιχειρηματικής δραστηριότητας και, από την άλλη, χρηματοδοτεί το αναπτυξιακό κράτος (developmental state) προκειμένου αυτό να ανατάξει την κοινωνία και την οικονομία έπειτα από κρίσεις.

Αυτή η σημερινή φορολογική αναγκαιότητα έχει καταστήσει επίκαιρη τη συζήτηση περί φορολογικής δικαιοσύνης. Στις ΗΠΑ, η πρόταση του Δημοκρατικού κόμματος για αύξηση της φορολόγησης των εταιρικών κερδών και των υψηλών εισοδημάτων των ιδιωτών προκάλεσε το διεθνές ενδιαφέρον, γιατί βρίσκεται σε αντίθεση με τη μέχρι σήμερα κρατούσα τάση για μείωση των φόρων. Η προεκλογική αντιπαράθεση ανέδειξε σε κομβικό σημείο του διαλόγου το εξής ερώτημα: με τι συντελεστή φορολογείται το εισόδημα από την εργασία και με τι συντελεστή το εισόδημα από συσσωρευμένο παθητικό κεφάλαιο; Με άλλα λόγια, το εισόδημα από την εργασία έχει την ίδια φορολογική επιβάρυνση με το εισόδημα από τον πλούτο; Τι τελικά επιβραβεύεται, η εργασία ή η συσσώρευση πλούτου; Και αν ναι, ποια η επίπτωση στα εισοδήματα; Ο γενικός γραμματέας του ΟΟΣΑ Ματίας Κόρμαν, ανακοινώνοντας στις 8.10.2021 την επίτευξη της Παγκόσμιας Συμφωνίας ΟΟΣΑ για αναθεώρηση των παγκόσμιων κανόνων για τη φορολόγηση των εταιρικών κερδών, δήλωσε: «Η σημερινή συμφωνία θα κάνει τις διεθνείς φορολογικές ρυθμίσεις δικαιότερες. Αυτή είναι μια μεγάλη νίκη για μια αποτελεσματική και ισορροπημένη πολυμέρεια». Και στην Ευρώπη, η σημερινή αναγκαιότητα για φορολογική δικαιοσύνη εκφράστηκε στο EU Tax Symposium, On the road to 2050: a tax mix for the future, στις 28.11.2022. Αντικείμενο συζήτησης του συμποσίου ήταν ένα νέο μείγμα φορολογικής πολιτικής προσανατολισμένου στη φορολόγηση των κερδών και του ατομικού πλούτου και όχι στην κατανάλωση.

Στη χώρα μας η Δικαιοσύνη έχει νοηματοδοτήσει τη φορολογική δικαιοσύνη ως εξής: ο νομοθέτης έχει την ευχέρεια να διαμορφώνει κάθε φορά το φορολογικό σύστημα, με την προϋπόθεση πάντοτε ότι οι σχετικές ρυθμίσεις γίνονται βάσει γενικών και αντικειμενικών κριτηρίων. Επίσης, ο νομοθέτης έχει την ευχέρεια να φορολογεί ορισμένη κατηγορία φορολογικών στοιχείων (π.χ. ακίνητα) αφού πρώτα εκτιμήσει τις κάθε φορά κοινωνικοοικονομικές συνθήκες που επικρατούν. Αυτά όμως μόνο στη νομική διατύπωση. Στην πράξη, η άσκηση της φορολογικής πολιτικής έχει επικεντρωθεί διαχρονικά στην άντληση εσόδων από την έμμεση φορολογία: ΦΠΑ, ειδικοί φόροι κατανάλωσης σε καύσιμα, ποτά και τσιγάρα, δηλαδή σε φορολογία που χαρακτηρίζεται από αντίστροφη προοδευτικότητα -έτσι εντείνεται η κοινωνική ανισότητα- και η πορεία των εσόδων εξαρτάται από την κάθε φορά καταναλωτική συμπεριφορά (ΚΕΠΕ, 2020 Eιδικοί φόροι κατανάλωσης...). Ακόμη, το αναδιανεμητικό αποτύπωμα δεν είναι πλέον σε όφελος της κοινωνικής παροχικής λειτουργίας του κράτους, με αποτέλεσμα η διαπίστωση ότι η κατανομή του φορολογικού βάρους στα νοικοκυριά στην Ελλάδα να είναι άνιση (Καπλάνογλου, 2023) να γίνεται απειλητική για την κοινωνική συνοχή. Τέλος, η ιδιαιτερότητα της σημαντικής φοροδιαφυγής -το έλλειμμα ΦΠΑ στην Ελλάδα είναι διαχρονικά από τα υψηλότερα στην Ευρώπη (EC Vat Gap)- είναι ηγεμονική στον σχετικό δημόσιο διάλογο, χωρίς όμως ο διάλογος αυτός να επιτυγχάνει τη διαμόρφωση κλίματος εμπιστοσύνης από την πλευρά των πολιτών. Με άλλα λόγια, τελικά πόσο δίκαιη είναι η φορολογική δικαιοσύνη στη χώρα μας; Η απάντηση είναι ελλειμματική.

Εύλογα διατυπώνεται το ερώτημα σχετικά με το αν υπάρχει προοπτική νέας ισορροπίας σε όφελος της σημερινής αναγκαιότητας της φορολογικής δικαιοσύνης. Μια πραγματιστική απάντηση έρχεται από την πρόταση του Φορολογικού Παρατηρητηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕU Tax Observatory) για τη φορολόγηση των υπερκερδών των εταιρειών που επωφελούνται από έκτακτες περιστάσεις, όπως έγινε στην περίπτωση των εταιρειών ενέργειας μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Με βάση τις εκτιμήσεις των αναλυτών του ΕU Tax Observatory, η φορολόγηση των υπερκερδών των ενεργειακών εταιρειών από τον Ιανουάριο του 2022 έως τον Σεπτέμβριο του 2022 με συντελεστή 33% θα απέφερε έσοδα ύψους περίπου 65 δισ. ευρώ για την Ευρωπαϊκή Ένωση (0,3% του ΑΕΠ).

Είναι λοιπόν ολοφάνερο ότι η κληρονομιά της φορολογικής σκέψης της δεκαετίας 1950, όπου τα κεφαλαιακά αποθέματα και η ανισότητα εσόδων ήταν χαμηλή, είναι ανεπαρκής για την υποστήριξη του φορολογικού συστήματος στον 21ο αιώνα, όπου κυριαρχεί η ανισότητα και η κλιματική κρίση. Η φορολογική δικαιοσύνη χρειάζεται να επανεφευρεθεί και προς αυτή την κατεύθυνση είναι πάντα επίκαιρα τα λόγια του Προέδρου Ρούσβελτ: Οι φόροι είναι τα αναγκαία ποσά που πληρώνουμε για να έχουμε το προνόμιο της ιδιότητας μέλους μιας οργανωμένης κοινωνίας (taxes are the dues that we pay for the privileges of membership in an organized society).

* Η Θεοδώρα Λαζαρέτου είναι tax expert, επιστημονική συνεργάτιδα ΕΝΑ Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών, δρ Νομικής ΕΚΠΑ, DEA de droit Universite Lyon III Cert. Boston University, Cert. Leiden University, Cert. IMF/VGAPx & VITARAx, TADAT (IMF) trained assessor

Εκτύπωση στις: 2024-05-02
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=13139