Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Αλλο το δίκιο και άλλο το δικαίωμα

Γιώργος, Γιαννουλόπουλος

Η Εφημερίδα των Συντακτών, 2023-04-14


Η ετυμολογία των λέξεων δεν είναι μόνο μια μάλλον σχολαστική ενασχόληση που υπάγεται στη δικαιοδοσία της φιλολογίας. Γιατί, όσο παράξενο και να ακούγεται, μερικές φορές η ετυμολογική συγγένεια προκαλεί σύγχυση, επιτρέπει την ασάφεια και, ακόμα χειρότερα, διευκολύνει τη λαθροχειρία.

Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα: όταν πιστεύουμε σε κάτι, είμαστε υποχρεωμένοι να συμπεράνουμε ότι όσοι δεν αποδέχονται την άποψή μας έχουν άδικο.

Και ο λόγος είναι απλός: δεν γίνεται όταν δύο άνθρωποι διαφωνούν να έχουν και οι δύο δίκιο. Κι αυτό σημαίνει στην πράξη ότι στις ανοιχτές κοινωνίες το ερώτημα ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο δεν επιδέχεται μια τελεσίδικη απάντηση, επειδή -κι εδώ βρίσκεται το καίριο σημείο- όλοι δικαιούμαστε να ασκήσουμε το αναφαίρετο δικαίωμα να διαφωνούμε. Με άλλα λόγια, το «δίκαιο» αποδεικνύεται εξ ορισμού επίμαχο, ενώ το «δικαίωμα» στη διαφωνία είναι απόλυτο. Αρα οι δύο ετυμολογικά όμορες έννοιες μερικές φορές λειτουργούν διαζευκτικά. Διότι άλλο το δίκιο και άλλο το δικαίωμα.

Νομίζω ότι με αυτό κατά νου μπορούμε και ίσως πρέπει να διαβάσουμε τα διάφορα επεισόδια με στόχο πανεπιστημιακούς διδάσκοντες που δεν ανήκουν στην Αριστερά, όπως η κ. Βάνα Νικολαΐδου-Κυριακίδου, καθηγήτρια της Φιλοσοφίας και πρόεδρος του Τμήματος Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Τα γεγονότα είναι γνωστά και δεν χρειάζεται να τα επαναλάβουμε. Οσον αφορά όμως το ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο επί της ουσίας, δεν θέλω να πάρω θέση. Οχι επειδή το τι συνέβη δεν έχει σημασία, αλλά για να εστιάσουμε σε μια άλλη και σχετικά απλή διάσταση του προβλήματος: πώς ασκούμε το δικαίωμα να διαφωνούμε; Υπάρχουν κανόνες ή όρια; Κι αν υπάρχουν, ποια είναι;

Αν εξαιρέσουμε ορισμένες ακραίες αντιδράσεις που όλοι απορρίπτουμε χωρίς δεύτερη σκέψη, μια απάντηση θα ήταν ότι οφείλουμε να σεβόμαστε τα όρια που θέτει ο νόμος. Ακούγεται εύλογο και προφανές. Θα μπορούσε ωστόσο να αντιτάξει κανείς ότι ο νόμος μεροληπτεί υπέρ του ισχύοντος γιατί δένει τα χέρια εκείνων που επιδιώκουν τη ριζική ανατροπή.

Αν όμως σκάψουμε ακόμα πιο βαθιά, νομίζω ότι θα βρούμε την απάντηση: για να ασκήσουμε το δικαίωμα να επικρίνουμε όσους πιστεύουμε ότι δεν έχουν δίκιο, πρέπει να δεχτούμε ότι το ίδιο δικαιούνται να κάνουν και εκείνοι που πιστεύουν ότι εμείς έχουμε άδικο.

Βάζοντας κατά μέρος τις θεωρητικολογίες, ας μιλήσουμε συγκεκριμένα για πράγματα που όλοι γνωρίζουμε. Για πολλούς και διάφορους λόγους που δεν είναι της παρούσης, η Αριστερά θεωρεί δεδομένο ότι τα Πανεπιστήμια είναι ο «δικός» της χώρος.

Δηλαδή είναι ο χώρος όπου ηγεμονεύει η Αριστερά. Οχι γιατί στην τριτοβάθμια εκπαίδευση οι περισσότεροι ασπάζονται την ιδεολογία της -τα αποτελέσματα των φοιτητικών εκλογών το διαψεύδουν-, αλλά υπό την έννοια ότι οι αριστεροί δικαιούνται να κάνουν ορισμένα πράγματα, τα οποία αν τα έκαναν οι αντίπαλοί τους θα σηκώνονταν και οι πέτρες.

Φανταστείτε για παράδειγμα πώς θα αντιδρούσε η Αριστερά αν κάποιοι ακροδεξιοί ή έστω δεξιοί φοιτητές διέκοπταν το μάθημα για να διαβάσουν μια ανακοίνωση με στόχο τους αριστερούς καθηγητές τους ή αν καταλάμβαναν έναν πανεπιστημιακό χώρο για να φτιάξουν το δικό τους άβατο στέκι, αν εισέβαλλαν σε γραφεία καθηγητών για να τους απειλήσουν. Και για να το χοντρύνουμε, φανταστείτε ποια θα ήταν η αντίδραση αν βλέπαμε τη φωτογραφία ενός αριστερού πρύτανη να κρατάει ένα χαρτόνι με συνθήματα των τραμπούκων δεξιών που μπούκαραν στο γραφείο του.

Το ότι οι αριστεροί στα Πανεπιστήμια πιστεύουν πως έχουν το δίκιο με το μέρος τους και κατ’ επέκταση η προσπάθεια να διεκδικήσουν την ιδεολογική ηγεμονία στον εν λόγω χώρο, όχι μόνο δεν είναι σφάλμα ή μισαλλοδοξία· αντίθετα, υποχρεούνται να το πιστεύουν. Αυτό δεν κάνουμε όλοι κάθε φορά που ανοίγουμε το στόμα μας; Οταν λέμε κάτι, είτε το θέλουμε είτε όχι, ισχυριζόμαστε ότι αυτό το κάτι ισχύει, αλλιώς δεν θα το λέγαμε.

Το σφάλμα, ή ακριβέστερα η λαθροχειρία, συνίσταται στον εξής ισχυρισμό, ο οποίος ουδέποτε δηλώνεται ρητά αλλά εξυπακούεται: ότι επειδή έχουμε δίκιο, έχουμε και το δικαίωμα να κάνουμε πράγματα που αν τα έκαναν οι αντίπαλοί μας θα τους ρίχναμε στο πυρ το εξώτερον. Με αυτή την ομολογουμένως έξυπνη κίνηση η διάκριση ανάμεσα στο «δίκαιο» και το «δικαίωμα» εξαλείφεται. Εφόσον σε τελική ανάλυση έχουμε δίκιο, ό,τι κάνουμε είναι εξ ορισμού καλό. Στο πώς θα κολλήσουμε;

Αν όμως οι έννοιες της δικαιοσύνης, της ισότητας και της ισονομίας έχουν κάποιο νόημα, η κάθε πράξη μας δικαιώνει και επικυρώνει την πράξη οποιουδήποτε άλλου που θα έκανε ακριβώς το ίδιο.


Εκτύπωση στις: 2024-04-29
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=13211