Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Ποια επόμενη ημέρα;

Γιάννης, Λούλης

Η Εφημερίδα των Συντακτών, 2023-07-08


Η επόμενη μέρα των δύο εκλογικών αναμετρήσεων, της πρώτης με απλή αναλογική και της δεύτερης με ενισχυμένη, δεν μπορούσε, με βάση τα υπάρχοντα δεδομένα, να κρύβει ιδιαίτερες εκπλήξεις. Η κυριαρχία της Ν.Δ. και του Κυριάκου Μητσοτάκη ήταν αναπόφευκτη, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ περνούσε μια από τις χειρότερες στιγμές του.

Παράλληλα, το πώς θα αντιδρούσε ο Αλέξης Τσίπρας σε μια βαριά ήττα, που ήταν επίσης δεδομένη, ήταν λίγο-πολύ κάτι προδιαγεγραμμένο. Εκείνο το οποίο δεν ήταν δυνατό να προβλεφθεί ήταν ο παράγων «Κατρούγκαλος», καθώς, πριν από τις δύο εκλογικές μάχες, οι σχετικές δηλώσεις του στελέχους του ΣΥΡΙΖΑ θύμισαν στη μεσαία τάξη μια σκληρή πολιτική φορολόγησης. Εκείνο που δεν μπορούσε να εκτιμηθεί ήταν, πάντως, ο βαθμός της αποδοκιμασίας του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς ξεπρόβαλε μια μεγάλη οργή σε τμήμα του εκλογικού σώματος που σιγόβραζε. Και μετά ξέσπασε!

Για τη Ν.Δ., η ραγδαία επιδείνωση της εικόνας του ΣΥΡΙΖΑ ήταν ένα ανεκτίμητο δώρο, που άρχισε να ανατροφοδοτείται από ψηφοφόρους οι οποίοι ήσαν οργισμένοι και επεδίωκαν να εκφράσουν, χωρίς περιστροφές, την αποδοκιμασία τους. Αλλωστε το βάθος και η ένταση της οργής αυτής έγιναν αντιληπτά στη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση με το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής.

Με δυο λόγια, εδώ είχαμε ένα αξιοπρόσεκτο φαινόμενο: Ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ κατευθύνονταν από συναισθήματα εκτόνωσης, που ήσαν τιμωρητικά. Συνήθως, σε παρόμοιες εκλογικές μάχες, οι συναισθηματικά πιο αρνητικοί ψηφοφόροι είναι εκείνοι που αποδοκιμάζουν κυβερνητικά σχήματα. Ομως στη συγκεκριμένη περίπτωση ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε κάτι απρόσμενο: Δικοί του ψηφοφόροι ήσαν εκείνοι με έντονα τιμωρητική προδιάθεση. Οταν λοιπόν τους δόθηκε η ευκαιρία για καταδικαστική ψήφο, τιμώρησαν τον ΣΥΡΙΖΑ, ακόμα πιο έντονα, στη δεύτερη εκλογική μάχη.

Στην ουσία, λοιπόν, ο καθρέφτης των εκλογών υπήρξε η δεύτερη εκλογική αναμέτρηση. Η Ν.Δ. αύξησε το ποσοστό της ελαφρά από εκείνο του 2019, στο 40,56%. Ηταν φυσικά η απόλυτη κυρίαρχη. Πολύ περισσότερο μάλιστα καθώς το κατ’ εξοχήν ηττημένο κόμμα υπήρξε η αξιωματική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ. Ο τελευταίος από το 20% (με το σύστημα της απλής αναλογικής) έπεσε στο 17,8% με το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής.

Στην ουσία, λοιπόν, πέρα από τη νικήτρια Ν.Δ., το πιο σημαντικό φαινόμενο υπήρξε η ακόμη πιο μεγάλη κάμψη του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η απόσταση μεταξύ του πρώτου κόμματος και του δεύτερου υπήρξε τεράστια. Αφήνοντας τον νικητή απέναντι σε έναν πολύ αδύναμο ανταγωνιστή. Στην πραγματικότητα υπάρχει μια ανισορροπία μεταξύ πρώτου και δεύτερου που είναι ανησυχητική για τη λειτουργία της δημοκρατίας, καθώς ο νικητής δεν έχει ουσιαστικό ανταγωνιστή. Ενώ για την αξιωματική αντιπολίτευση είναι άγνωστο ποιο μέλλον τής επιφυλάσσεται, καθώς παραιτήθηκε η ηγεσία της, η οποία είχε κερδίσει (νωρίτερα) δύο εκλογές.

Ενα δημοκρατικό σύστημα θα λειτουργήσει λειψά αν η αντιπολίτευση βρίσκεται στο ναδίρ μιας αρχικά στιβαρής παρουσίας, την ώρα μάλιστα που το κυβερνών κόμμα διαθέτει απόλυτη κυριαρχία. Και τούτο συμβαίνει, καθώς έχει παραιτηθεί ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ, μια ηγεσία με δύο νίκες και πρωθυπουργίες. Αλλά και ιδιαίτερο επικοινωνιακό χάρισμα. Επιπρόσθετα, με τον Τσίπρα σε άγνωστο μελλοντικό ρόλο, είναι επίσης δύσκολο να φανταστεί κάποιος τον διάδοχό του, αλλά και το ειδικό βάρος που θα εκπέμψει. Ενώ, όπως είναι τώρα τα πράγματα, μόνο ανησυχίες είναι ρεαλιστικό να εκφραστούν, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ είναι άγνωστο σε ποια ισχνά ποσοστά θα σταθεροποιηθεί.

Η Ν.Δ. εμφανίζεται ως παράγοντας σταθερότητας. Αλλωστε ο Μητσοτάκης έχει αποδείξει ότι διαθέτει ειδικό βάρος. Τούτο, βεβαίως, δεν αναιρεί επιφυλάξεις που προκύπτουν από τη μέχρι τώρα διαδρομή του. Ο νυν πρωθυπουργός έχει μια όντως πολύ καλή παρουσία στο διεθνές πεδίο, κάτι που έχει ισχυροποιήσει (όχι άδικα) την εικόνα του στο εσωτερικό.

Από την άλλη πλευρά, όμως, μια επόμενη πραγματικότητα είναι ότι μοιάζει να είναι έτοιμος να παραμερίσει όρια τα οποία είναι αναγκαία για να προφυλάξουν ένα δημοκρατικό πλουραλιστικό σύστημα. Η ιστορία των υποκλοπών, λ.χ., όποια και να είναι η σχετική ευθύνη, είναι ένα ανησυχητικό δείγμα γραφής: άμεσο ή έμμεσο.

Παράλληλα, ένας νηφάλιος ηγέτης, όταν ένας πολιτικός αντίπαλός του ηττηθεί, αυτός καλείται να αποφύγει χαρακτηρισμούς έπαρσης και απαξίωσης του αντιπάλου του. Δυστυχώς, όμως, ο νικητής πρωθυπουργός, αντί να υιοθετήσει μια στάση γενναιοδωρίας, έκανε μια άκρως υπερφίαλη δήλωση για τον Αλέξη Τσίπρα, κοιτώντας τον αφ’ υψηλού. Θα παρατηρούσε λοιπόν με εμπάθεια πως ο Τσίπρας υπέστη «τρεις συντριπτικές ήττες».

Προσθέτοντας πως τούτο συνέβη «προσωπικά!», με στόχο να εντείνει το φραστικό πλήγμα. Ακομψα και με εμπάθεια, θα προσέθετε πως έτσι «κλείνει ένας κύκλος», σημειώνοντας με αντίστοιχο πάθος πως ο Τσίπρας ηγήθηκε ενός κόμματος που «ταυτίστηκε με την τοξικότητα». Μια αποστροφή, επίσης, ιδιαίτερα ακραία και απολύτως περιττή, διατυπωμένη από έναν πολιτικό που υπήρξε ταυτόχρονα νικητής και πικρόχολος!

Είναι στη χρονική αυτή φάση του 2019 που ξεκίνησαν τα περισσότερα φαινόμενα βαθύτερης φθοράς του ΣΥΡΙΖΑ: προετοιμάζοντας το ρήγμα στην εικόνα του κόμματος και της ηγεσίας του. Το 2019 ήταν ιδιαίτερα κρίσιμο, διότι ο Τσίπρας βρισκόταν πλέον σε ένα σταυροδρόμι, από εκείνα που κρίνουν μια πολιτική διαδρομή. Τότε ήταν που ο ΣΥΡΙΖΑ καλούνταν αμέσως να εξέλθει από τη νάρκη της αυταρέσκειας και να αλλάξει το κόμμα του συθέμελα.

Τούτη ήταν η κομβική στιγμή κατά την οποία ο Τσίπρας, αγνοώντας εσωκομματικές αντιστάσεις, όφειλε να διαμορφώσει και να επιβάλει ένα νέο κεντροαριστερό στίγμα. Η «Αριστερά» όφειλε να μπει στο πίσω κάθισμα. Η μεγάλη τομή ήταν λοιπόν να ταρακουνηθεί, σε όλα τα πεδία, η παλιά εικόνα περί «Αριστεράς» και να χτιστεί μια φρέσκια κεντροαριστερή διαδρομή. Αλλά, η ευκαιρία χάθηκε.

Ενα ολόκληρο βιβλίο μπορεί να γραφτεί για τις ευκαιρίες όπου ένας ακίνητος και τελματωμένος ΣΥΡΙΖΑ είχε παγώσει μέσα σε δόγματα τα οποία είχαν ήδη εξαντλήσει τη χρησιμότητά τους. Ενας σοσιαλδημοκρατικός ΣΥΡΙΖΑ, μετριοπαθής αλλά και μαχητικός, έπρεπε να σπάσει τείχη που ήδη ήσαν διάτρητα από τον αναχρονισμό, τον οποίο ο «αριστερός ΣΥΡΙΖΑ» έσερνε μαζί του.

Κόμματα και ηγεσίες με ισχυρά ένστικτα επιβίωσης όταν φτάσουν σε αυτοκαταστροφικά αναχώματα δεν πνίγονται σε αυτά, στο όνομα μιας ψευδεπίγραφης ριζοσπαστικότητας. Αλλά στη φάση εκείνη ο Τσίπρας, αντί να χτίσει πάνω στα χαρίσματά του και σε μια ανοιχτή ιδεολογία που θα αναπροσαρμόζεται διαρκώς απέναντι στις προκλήσεις, παγιδεύτηκε. Διαιώνισε, λοιπόν, μια Αριστερά που πλέον δεν είχε καμιά τύχη.

Η πραγματικότητα είναι πως ένας πολιτικός με επικοινωνιακές ικανότητες, όπως ο Αλέξης Τσίπρας, τις σπατάλησε. Καθώς μετά την ήττα του 2019 παρέλυσε. Από την άλλη πλευρά, ο Κυριάκος Μητσοτάκης διαμόρφωσε τη δική του εικόνα με συγκροτημένο τρόπο και επικράτησε τόσο με τις δικές του δυνάμεις όσο και με τις αδυναμίες του Τσίπρα.

Γενικότερα, βεβαίως, τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ, όσο και η Ν.Δ. είναι τέκνα μιας εποχής βαθύτατης παθογένειας και ένδειας των κομμάτων στη χώρα μας. Αλλωστε οι ικανοί και ταλαντούχοι μένουν μακριά από τη σημερινή πολιτική σκηνή με ελάχιστες εξαιρέσεις. Ευκαιρίες χάνονται. Αδυναμίες κυριαρχούν. Πολιτικοί ηγέτες αποδεικνύονται κατώτεροι των περιστάσεων και μικρότεροι των προκλήσεων. Οι πιο παθογενείς ηγεσίες θα συνθλιβούν τελικά από τα τοξικά φορτία τους. Ενώ οι μέτριοι των μετρίων κάπως θα επιβιώσουν στο μίζερο πολιτικό κλίμα που μας περιβάλλει.

*Διδάκτωρ του Κέμπριτζ, επικοινωνιολόγος και συγγραφέας πολλών βιβλίων, με πιο πρόσφατο το «Η τοξική εποχή μας» (Καστανιώτης, 2022).


Εκτύπωση στις: 2024-05-18
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=13342