Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Καίγοντας εμπιστοσύνη

Παύλος, Τσίμας

Τα Νέα, 2024-03-02


Την πρώτη φορά που μια δημοσκόπηση έθεσε το ερώτημα «πόση εμπιστοσύνη έχετε στα μέσα ενημέρωσης;», τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά. Το 70% δήλωνε πως έχει εμπιστοσύνη στην πληρότητα, την ακρίβεια και την αμεροληψία με την οποία τα ΜΜΕ μεταδίδουν τις ειδήσεις. Ένα 25% είχε επιφυλάξεις. Και μόνον ένα 5% απαντούσε «καμία εμπιστοσύνη». Ήταν 1973. Η δημοσκόπηση είχε γίνει στις ΗΠΑ, από την εταιρία Gallup. Η οποία επαναλαμβάνει, πενήντα χρόνια τώρα, την ίδια ερώτηση κάθε χρόνο σχεδόν. Στην τελευταία μέτρηση, όμως, η εικόνα έχει μεταβληθεί δραματικά. Η εμπιστοσύνη στα ΜΜΕ βρίσκεται στο ιστορικά χαμηλότερο επίπεδό της και περιορίζεται στο 32% (από 70%!), με ένα 29% να απαντά «όχι πολύ» και ένα εκκωφαντικό 39% να απαντά «καθόλου».

Η αλλαγή δεν έγινε ξαφνικά. Η εμπιστοσύνη στα μέσα ενημέρωσης κινήθηκε σε υψηλά επίπεδα, μεταξύ 68-72%, ολόκληρη την δεκαετία του 70. Άρχισε να κάμπτεται αργότερα, αλλά διατηρήθηκε πλειοψηφική μέχρι τα μέσα της πρώτης δεκαετίας αυτού του αιώνα. Κι έπειτα, γύρω στο 2010, κάνει απότομη βουτιά, που γίνεται βαθύτερη στα χρόνια της τραμπικής αναστάτωσης. Η ίδια πάνω- κάτω καμπύλη καταγράφεται και σε πολλές ακόμη χώρες. Από τις 40 χώρες του κόσμου όπου αυτός ο δείκτης μετριέται, δεν είναι πάνω από 7 εκείνες όπου ο βαθμός εμπιστοσύνης ξεπερνά το 50%. Καταγράφεται υψηλότερος στην Φινλανδία (69%), χαμηλότερος (μόλις 19%) στην Ελλάδα. Και η τάση είναι παντού καθοδική.

Γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί οι άνθρωποι έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους στα μέσα από τα οποία αντλούν την ενημέρωσή τους;

Το ερώτημα επαναλαμβάνεται διαρκώς τα τελευταία χρόνια, ανακυκλώνοντας την ίδια συζήτηση. Η πτώση στην ποιότητα ή την ανεξαρτησία των ίδιων των Μέσων είναι μια πρώτη απάντηση, αυτή που συνήθως και ευκολότερα ακούγεται. Μα είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι οι Times ή η Post είναι τόσο χειρότερες ή λιγότερο τολμηρές, μαχητικές και αδέσμευτες εφημερίδες σήμερα, απ’ ότι πριν 50 χρόνια. Είναι αλήθεια, βέβαια, ότι στο συνολικό μίγμα τα ποιοτικά Μέσα, έχουν πολύ μειωμένο μερίδιο, σε σχέση με την δεκαετία του 70. Είναι αλήθεια ότι κάποιος σαν τον Tucker Carlson δεν θα περνούσε ποτέ το κατώφλι ενός τηλεοπτικού σταθμού στον καιρό του Walter Cronkite. Είναι αλήθεια ότι το entertainment, καιρό τώρα, μολύνει όλο και περισσότερο το ενημερωτικό περιβάλλον, στην τηλεόραση ιδίως. Κι είναι αλήθεια, επίσης, ότι κρούσματα εμπλοκής Μέσων σε πολιτικά ή επιχειρηματικά παιχνίδια και νόθευσης της ακεραιότητάς τους έχουν καταγραφεί πολλά. Αλλά όχι, αυτή δεν μπορεί να είναι η κύρια ή μοναδική εξήγηση για μια τόσο μεγάλη πτώση, από το 70% στο 32%. Άλλωστε είναι πολύ δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι τα μέσα ενημέρωσης στην Κένυα (ποσοστό εμπιστοσύνης 63%) ή την Νιγηρία (57%) είναι τόσο πιο ποιοτικά, αξιόπιστα ή ανεξάρτητα από ότι στην Ελλάδα (19%) ή την Ιταλία και την Βρετανία, που βρίσκονται κοντά μας, στον πάτο της λίστας.

Στην συζήτηση έχουν προταθεί μια σειρά από άλλες, πειστικότερες εξηγήσεις. Η πρώτη συνδέει την κάμψη της εμπιστοσύνης με την επέλαση των social media. Χρονικά, άλλωστε, τα δύο συμπίπτουν. Η καμπύλη της ανόδου των social media τέμνει την καμπύλη της πτώσης των παραδοσιακών μέσων. Κι είναι φυσικό οι άνθρωποι (και στις νέες γενιές είναι η συντριπτική πλειοψηφία) που αντλούν την ενημέρωσή τους αποκλειστικά ή σε πολύ μεγάλο βαθμό από τις πλατφόρμες, να δηλώνουν ότι δεν έχουν εμπιστοσύνη στην ενημέρωσή τους. Είναι επίσης φυσικό να μην έχουν εμπιστοσύνη και στα media γενικά, περιλαμβανομένων και εκείνων τα οποία ποτέ δεν χρησιμοποιούν, μα η εικόνα τους για αυτά προκύπτει μέσα από τον παραμορφωτικό καθρέφτη του κανιβαλισμού τους από τα Social.

Μια δεύτερη εξήγηση συνδέει την ένταση της δυσπιστίας με την ένταση της πόλωσης. Όσο πιο πολωμένο είναι το πολιτικό περιβάλλον, τόσο μεγαλύτερη είναι η καχυποψία απέναντι στους παίκτες της ενημέρωσης. Χαρακτηριστικό: Στις ΗΠΑ, εκείνοι που ψηφίζουν Δημοκρατικούς δηλώνουν εμπιστοσύνη στα μέσα ενημέρωσης σε ποσοστό 50%. Εκείνοι που ψηφίζουν Ρεπουμπλικάνους μόλις 11%!

Και μια τρίτη εξήγηση- η σημαντικότερη- είναι πως η εμπιστοσύνη στα μέσα είναι συνάρτηση (αλλά και συντελεστής) της γενικότερης πολιτικής εμπιστοσύνης. Στην Ελλάδα, για παράδειγμα, όπου η εμπιστοσύνη στα μέσα μετρήθηκε στο 19%, η εμπιστοσύνη στην πολιτική ή στο κοινοβούλιο μετριέται (Forum της Metron Analysis) στο 15%. Η δυσπιστία προς τα μέσα και η δυσπιστία προς την δημοκρατία είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Και ο συνδυασμός των δύο αυτών δεδομένων, του 15% και του 19%, είναι μια βαριά ένδειξη ότι η ευστάθεια της δημοκρατίας, τα 50 χρόνια της οποίας γιορτάζουμε φέτος, απειλείται. Κι είναι επίσης ένα πελώριο εμπόδιο σε κάθε προσπάθεια ανάταξής της.

Η εμπιστοσύνη, φυσικά, είναι το κλειδί. Τους άλλους παράγοντες της εξίσωσης δύσκολα μπορούμε να τους αλλάξουμε. Για το προβλέψιμο μέλλον δεν μπορούμε να αλλάξουμε το κανιβαλικό περιβάλλον, μέσα στο οποίο λειτουργούν και το οποίο εμπορεύονται πολύ επικερδώς οι μεγάλες τεχνολογικές πλατφόρμες που εκμεταλλεύονται τον παράδεισο της ελευθερίας των social media. Η αναμενόμενη επέλαση των deep fakes μάλλον θα κάνει πολύ χειρότερο το περιβάλλον αυτό. Δεν περιμένουμε, επίσης, να αλλάξουν πολλά στο περιβάλλον των παραδοσιακών Μέσων, τουλάχιστον όχι γρήγορα. Και δεν περιμένουμε, ειδικά στην Ελλάδα, να αλλάξει κάτι στο πολωμένο και συχνά τοξικό περιβάλλον μιας πολιτικής ζωής που απεχθάνεται τις συναινέσεις και αντιμετωπίζει τον πολιτικό ανταγωνισμό ως παίγνιο μηδενικού αθροίσματος. Μπορούμε, όμως, τουλάχιστον, να μην τραυματίζουμε περισσότερο το ευπαθές αγαθό της εμπιστοσύνης.

Να μην επιτρέπουμε, για παράδειγμα, όταν ένα γεγονός που συγκλονίζει την χώρα και βιώνεται ως προσωπικό του καθενός μας δράμα, όπως είναι η τραγωδία των Τεμπών, να εμπεδώνεται η πεποίθηση ότι αναζήτηση της αλήθειας δεν είναι διαφανής και αξιόπιστη, η λογοδοσία δεν είναι πλήρης και η απόδοση της δικαιοσύνης δεν είναι ακέραιη. Δεν περισσεύει εμπιστοσύνη για να καεί.


Εκτύπωση στις: 2024-05-09
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=13515