
ΟΤραμπ μπορεί να αλλάξει και πάλι στάση για την Ουκρανία. Δεν θα είναι η πρώτη φορά. Οι Ευρωπαίοι είναι έμπειροι στο να τον μεταπείθουν. και μαζί τους πιέζει και μεγάλο μέρος του αμερικανικού κατεστημένου που ενέπνευσε τη σύγκρουση με τη Ρωσία, μάλλον και μερικοί δικοί του άνθρωποι. Ας κρατάμε λοιπόν μικρό καλάθι όσον αφορά έναν προσεχή τερματισμό του πολέμου.
Παρά ταύτα, με βάση τα δεδομένα όπως φαίνονται σήμερα, επιβάλλονται μερικές παρατηρήσεις:
Ο ηγέτης της Δύσης (του «ελευθέρου κόσμου»!) έχει όλα τα χαρακτηριστικά ενός αδίστακτου γκάνγκστερ. Μόνες «αξίες» του είναι η ωμή βία, το χρήμα και ο ναρκισσισμός. Διεθνές δίκαιο και κανόνες στη διεθνή ζωή τού είναι πλήρως αδιάφορες ή και εμπόδια.
Ενθάρρυνε επί δύο χρόνια τη γενοκτονία στην Παλαιστίνη, βομβάρδισε το Ιράν, απειλεί στρατιωτικά τη Γροιλανδία και τη Βενεζουέλα και βομβαρδίζει με το έτσι θέλω σκάφη σε διεθνή ύδατα στη Λατινική Αμερική. Μοιράζει τελεσίγραφα δεξιά και αριστερά. Ανακηρύσσει όποιον θέλει σε «τρομοκράτη» και όποιον τρομοκράτη θέλει σε «φίλο».
Τινάζει στον αέρα το διεθνές εμπόριο επιβάλλοντας δασμούς και κυρώσεις όπου και όπως θέλει. Ληστεύει τις πλουτοπαραγωγικές πηγές των υποτελών του χωρών. Πολεμά τις προσπάθειες αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής. Και στο εσωτερικό της χώρας του χτίζει ένα αυταρχικό καθεστώς, αψηφώντας νόμους και Σύνταγμα.
Ο Τραμπ δεν χρεώνεται βέβαια ο ίδιος -τουλάχιστον μέχρι στιγμής- κάποιο μεγάλο πόλεμο στο Ιράκ, το Αφγανιστάν, την Αφρική και αλλού, με τις αντίστοιχες εκατόμβες, όπως οι προκάτοχοί του που κάθε άλλο παρά «άγιοι» ήταν.
Η διαφορά είναι πως οι προηγούμενοι έκριναν πως τους συνέφερε να τηρούνται συνήθως κάποιοι κανόνες και να αναζητείται μια συναίνεση, τουλάχιστον με τις σύμμαχες χώρες. Ο σημερινός πλανητάρχης αρκείται στην άσκηση και απειλή της ωμής στρατιωτικής και οικονομικής βίας. Ούτε για κανόνες ενδιαφέρεται ούτε για συναινέσεις.
Αυτός λοιπόν ο Τραμπ αποφάσισε να αναλάβει το ρόλο του ειρηνοποιού σε δύο μείζονα μέτωπα. Όχι βέβαια μόνο επειδή διεκδικεί το Νομπέλ ειρήνης. Στη Γάζα μάλλον για να μην αποξενωθεί πλήρως από τους Άραβες πετρελαιάδες.
Στην Ουκρανία, ίσως επειδή δεν θέλει να διακινδυνεύσει μια πυρηνική σύγκρουση, αλλά και επειδή διαβλέπει τη δυνατότητα σημαντικών κερδών από συνεργασία με τη Ρωσία, ή και επιδιώκει σφήνα στη σινο-ρωσική συμμαχία.
Στο σχέδιο για την Ουκρανία ο Τραμπ ακολουθεί το πρότυπο της συμφωνίας στη Γάζα: ειρήνη με τους όρους βασικά της ισχυρής πλευράς, έξω από κάθε πλαίσιο και αρχή του διεθνούς δικαίου, με το πιστόλι στον κρόταφο της ασθενούς πλευράς και χωρίς την άμεση συμμετοχή στην όλη διαδικασία των περισσοτέρων ενδιαφερομένων.
Αν ο Ζελένσκι αρνηθεί, οι ΗΠΑ θα διακόψουν τη ζωτική στήριξη που του παρέχουν, οπότε η κατάρρευσή του είναι προδιαγεγραμμένη. Ακριβώς όπως απειλούσε τους Παλαιστίνιους πως αν δεν υπέγραφαν, θα έσβηναν από το χάρτη με τους βομβαρδισμούς του Ισραήλ.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει εν προκειμένω η αντίδραση των ευρωπαίων ηγετών. Όταν προ μηνός υπογράφηκε η συμφωνία για τη Γάζα, την αποδέχτηκαν. Όλοι βέβαια γνώριζαν πως η συμφωνία απείχε κραυγαλέα από κάθε έννοια δικαιοσύνης, πως καθόλου δεν αντιμετώπιζε τα βαθύτερα αίτια της κρίσης, δεν προμήνυε μια μακροπρόθεσμη ειρήνη και φυσικά δεν αντανακλούσε τις σχετικές αποφάσεις του ΟΗΕ και της ΕΕ.
Όμως εκτίμησαν πως ήταν η μόνη λύση για να σταματήσει η γενοκτονία. Κανείς δεν ήθελε να χρεωθεί τη συνέχισή της.
Αν οι ευρωπαίοι ηγέτες επέδειξαν ρεαλισμό για τη Γάζα, δεν φαίνεται να ισχύει το ίδιο και για την Ουκρανία. Εδώ δεν φαίνεται να τους συγκινεί η συνέχιση της αιματοχυσίας. Δήλωσαν βέβαια πως το σχέδιο Τραμπ αποτελεί «βάση» για συζήτηση, καθώς δεν τολμούν να εναντιωθούν ευθέως στο αφεντικό.
Στην πραγματικότητα όμως το πολεμούν λυσσαλέα, καθώς ανατρέπει όλο το οικοδόμημα πάνω στο οποίο επί χρόνια βασίζουν την πολιτική τους, περί άμεσης και υπαρξιακής απειλής από τη Μόσχα. Επικαλούνται τις ίδιες αρχές που «ξέχασαν» για την Παλαιστίνη (εδαφική ακεραιότητα, επιβράβευση του επιτιθεμένου, κλπ.).
Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και τα ΜΜΕ που επηρεάζουν, εμφανίζονται σήμερα έκπληκτες και σοκαρισμένες από το σχέδιο Τραμπ και το χαρακτηρίζουν «συνθηκολόγηση».
Ωστόσο γνωρίζουν πως ειρήνη δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την υιοθέτηση των βασικών σημείων αυτού του σχεδίου: εδαφικές παραχωρήσεις που θα αντιστοιχούν λίγο-πολύ στην κατάσταση και τη δυναμική επί του πεδίου, περιορισμοί στην ελευθερία άσκησης εξωτερικής πολιτικής και στον εξοπλισμό της Ουκρανίας, δικαιώματα στους ρωσόφωνους πληθυσμούς, επανένταξη της Ρωσίας στη διεθνή κοινότητα;
Ακριβώς αυτά συζητούνται στο παρασκήνιο εδώ και τέσσερα σχεδόν χρόνια.
Απορρίπτοντας συνεπώς τα βασικά του σχεδίου Τραμπ, οι ευρωπαίοι ηγέτες τάσσονται υπέρ της συνέχισης του πολέμου και της αιματοχυσίας. Δεν το κρύβουν εξάλλου. Τι άλλο σημαίνει η ομοβροντία δηλώσεων περί επικείμενου πολέμου και φερέτρων;
Όταν δε μιλούν για ειρήνη και ταυτόχρονα κλίνουν σε όλες τις πτώσεις την εδαφική ακεραιότητα και το σεβασμό του διεθνούς δικαίου (για την Ουκρανία, όχι για την Παλαιστίνη, ούτε και για τη Βενεζουέλα), είναι προφανές πως κοροϊδεύουν. Πιστεύουν μήπως πως με τη συνέχιση του πολέμου θα αλλάξει η φορά του;
Νομίζω πως κανείς πια δεν το πιστεύει. Μάλλον τις εσωτερικές δικές τους σκοπιμότητες εξυπηρετούν, καθώς και τα κέρδη του πολεμικού συμπλέγματος.
Οι περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις βρίσκονται σε πλήρες αδιέξοδο. Η αξιοπιστία τους στους πολίτες είναι στο ναδίρ, η Ακροδεξιά είναι ante portas, η δικομματική εναλλαγή και οι κεντρώοι συνασπισμοί δεν λειτουργούν πλέον, οι οικονομίες δεν λένε να απογειωθούν, οι ανισότητες εκτινάσσονται προκλητικά, οι χώρες τους και η Ευρώπη περιθωριοποιούνται καθημερινά στη διεθνή σκηνή.
Οι Eυρωπαίοι ηγέτες αναζητούν από κάπου να πιαστούν για να μην καταρρεύσουν. Και η πολεμική υστερία φαντάζει ως μια διέξοδος: η στροφή της οικονομίας προς τους εξοπλισμούς θα μπορούσε να δημιουργήσει την κινητήρια δύναμη για την έξοδο των οικονομιών από το τέλμα.
Η υπαρξιακή απειλή της ρωσικής αρκούδας ελπίζεται πως θα συσπειρώσει τους πολίτες γύρω από τις κυβερνήσεις τους και θα τους κάνει να αποδεχτούν την επερχόμενη λιτότητα, αναπόφευκτη συνέπεια της πολεμικής στροφής που θα γίνει σε βάρος του κοινωνικού κράτους και της πράσινης μετάβασης. Ελπίζουν ακόμη πως ενώπιον του κινδύνου θα ορθωθεί ένα ανάχωμα απέναντι στην ανερχόμενη Ακροδεξιά και θα διασφαλιστεί έτσι η εξουσία τους (εν ανάγκη και σε σύμπραξη με την Ακροδεξιά!).
Σε τέτοιο πανικό βρίσκονται οι ηγέτες μας, που ούτε ο κίνδυνος της κλιμάκωσης μέχρι εκτροχιασμού σε πυρηνικό πόλεμο τους σταματά, ούτε οι μακροπρόθεσμοι κίνδυνοι από μια ευρωπαϊκή οικονομία στηριγμένη στην πολεμική προετοιμασία, ούτε η πιθανότητα οι επιπτώσεις του εγχειρήματος να οδηγήσουν στην ενίσχυση και όχι την εξασθένιση της Ακροδεξιάς.
Επιπλέον όμως είναι και θρασύδειλοι διότι εκστομίζουν πολεμικές κραυγές, χωρίς κόστος σε ζωές των ψηφοφόρων τους. Το κόστος το αφήνουν στα χιλιάδες νέα θύματα, Ουκρανούς (και Ρώσους) που θα πεθαίνουν μάταια για χάρη της επιβίωσης τών σε αποδομή ευρισκόμενων ευρωπαϊκών ελίτ και κυβερνήσεων.
Αν δεν κατορθώσουν να μεταπείσουν για άλλη μια φορά τον Τραμπ ώστε να συνεχιστεί ο πόλεμος, οι Eυρωπαίοι ηγέτες θα πρέπει να εγκαταλείψουν την αντιρωσική πολιτική που ακολουθούν με φανατισμό, ή να συνεχίσουν πια μόνοι τους την αντιπαράθεση με τη Μόσχα, χωρίς τον προστάτη στον οποίο έχουν εναποθέσει εξολοκλήρου τις τύχες της Ευρώπης.
Όμως η δεύτερη αυτή επιλογή στην πραγματικότητα δεν υπάρχει, είναι επιλογή αυτοκτονίας.
Δυστυχώς η αποκατάσταση των σχέσεων με τη Ρωσία δεν θα είναι εύκολη, ύστερα από όσα έχουν συμβεί. Και το ρήγμα είναι πια βαθύ, και οι ηγεσίες μας είναι πολύ κατώτερες των περιστάσεων. Το πιθανότερο είναι η Ευρώπη να παραμείνει αμήχανη, περιθωριοποιημένη, με σπασμωδικές κινήσεις, πιθανώς και με διαλυτικές τάσεις. Άλλο ήταν το όραμα για την ήπειρό μας όσοι δηλώνουμε ευρωπαϊστές!
Η ειρήνη στην Ουκρανία επείγει σήμερα και για το δικό μας μέλλον. Η αποδοχή του σχεδίου Τραμπ ή κάποιου αντίστοιχου σχεδίου είναι μονόδρομος για να σταματήσει η σφαγή, να παραμερισθεί ο κίνδυνος πυρηνικής σύγκρουσης και να επανέλθει σε κανονικότητα η διεθνής θέση της Μόσχας, πράγμα που αποτελεί ζωτικό συμφέρον για την Ευρώπη.
Εξάλλου, όσο περνάει ο χρόνος θα αυξάνονται οι κίνδυνοι και θα χειροτερεύουν οι όροι της ειρήνης.
Η ομαλοποίηση των σχέσεων με τη Μόσχα είναι κλειδί για την Ευρώπη: όχι μόνο γιατί μειώνει τον κίνδυνο πολέμου, αλλά και επειδή θα καταστήσει δυνατή την αποκλιμάκωση του εξοπλιστικού ράλι και την πρόσβαση σε φθηνή ενέργεια, όλα αυτά προς όφελος των πολιτών της που θα μπορέσουν έτσι να αποκρούσουν πιο αξιόπιστα τον φασισμό.
Θα δημιουργήσει ακόμη και χώρο για μια πιο αυτόνομη εξωτερική πολιτική, χωρίς την απόλυτη εξάρτηση από τη Ουάσιγκτον.
Ας μην υπάρξει παρεξήγηση: μια συμφωνία για την Ουκρανία με τους όρους Τραμπ (όπως και η συμφωνία για τη Γάζα) αποτελεί ένα πολύ κακό προηγούμενο. Ο παραμερισμός του διεθνούς δικαίου, η επιβολή του δίκιου του ισχυρού, η μετάθεση του ρόλου του ειρηνοποιού από τους διεθνείς θεσμούς στον γκάνγκστερ του Μαϊάμι είναι εξόχως ανησυχητικά (για να μην αναφερθώ και σε χυδαίες διατάξεις που εξασφαλίζουν χρήματα και επιδιαιτησία στον Τραμπ που ελπίζω να διαγραφούν).
Εκεί που φθάσαμε, αποτελεί ωστόσο δυστυχώς την ορθολογική επιλογή. Όσοι δεν το βλέπουν είτε φαντασιώνονται, είτε υποκρίνονται. Εξάλλου, το σχέδιο περιλαμβάνει και ρυθμίσεις λογικές και αναγκαίες για μια μόνιμη ειρήνη. Και βέβαια η επικράτηση του ρεαλισμού επί του δικαίου δεν θα συμβεί για πρώτη φορά στις διεθνείς σχέσεις.
Οι πρώην αποικιοκράτες της γηραιάς ηπείρου είναι μάλλον οι τελευταίοι που μπορούν να παριστάνουν τις παρθένες στη διεθνή σκηνή.
Εννοείται πως αυταπάτες δεν πρέπει να υπάρχουν και ως προς τη Ρωσία του Πούτιν. Πρόκειται για ένα αντιδραστικό καθεστώς, και αυτό αδίστακτο στις μεθόδους του, αποφασισμένο να παρεμποδίσει την παραπέρα συρρίκνωση της επιρροής του, ενώ αναπολεί και περασμένα μεγαλεία.
Στην Ουκρανία είναι βέβαια ο επιτιθέμενος, άσχετα με το πώς και με ευθύνη ποιων φθάσαμε ώς εδώ. Το ρωσικό καθεστώς συγγενεύει ιδεολογικά και υποστηρίζει (όπως ο Τραμπ) δυνάμεις εχθρικές προς τη δημοκρατία στις χώρες μας. Η Ευρώπη δεν μπορεί να εξαρτά την ασφάλειά της από τη Ρωσία, χρειάζεται δική της άμυνα και για το ορατό μέλλον οι ΗΠΑ δεν μπορούν παρά να μετέχουν στην αρχιτεκτονική ασφαλείας της ηπείρου μας.
Ταυτόχρονα, αν δεν θέλουμε να καταλήξουμε σε πυρηνικό πόλεμο, πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη τα συμφέροντα της Ρωσίας. Δεν το πράξαμε κατά την τελευταία εικοσαετία. Και πλην των άλλων συμβάλαμε έτσι στη σκλήρυνση του καθεστώτος και της εξωτερικής του στάσης.
Η μετωπική σύγκρουση με τη Ρωσία δεν αποτελεί νομοτέλεια, όπως υποστηρίζουν τα γεράκια. Πρέπει όμως και εμείς να συμβάλουμε στο να την αποτρέψουμε. Η γεωγραφία, η ιστορία και η οικονομία επιβάλλουν και στους δύο την συμβίωση και τη συνεργασία, καθώς και τη διαμόρφωση ενός πανευρωπαϊκού συστήματος ασφαλείας με τη συμμετοχή και της Ρωσίας.
Επείγει να ξεφύγουμε από το σπιράλ κλιμάκωσης που σήμερα τροφοδοτείται και από τις δύο πλευρές.
Αν πρέπει να εξαχθεί κάποιο συμπέρασμα από την Ουκρανία για όσους εξακολουθούν να προκρίνουν τους κανόνες και το δίκαιο, απέναντι στο νόμο της ζούγκλας, είναι πως οι αδύνατες πλευρές σε μια σύγκρουση, αλλά και η διεθνής κοινότητα θα πρέπει να κάνουν το παν ώστε να μην φθάνουμε στο σημείο όπου το δίλημμα θα είναι ανάμεσα σε μια άδικη ειρήνη και την καταστροφή.
Η προσπάθεια της Δύσης να «στριμώξει» παραπέρα τη Ρωσία μετά την ήττα της τελευταίας στον Ψυχρό Πόλεμο υπήρξε τυχοδιωκτική. Η Αμερική του Μπάιντεν και η Ευρώπη των «γερακιών» διέπραξαν έγκλημα όταν έπεισαν και πείστηκαν από τους Ουκρανούς και τους ρωσόφοβους εταίρους από το Ελσίνκι ώς το Βουκουρέστι πως θα περιθωριοποιήσουμε τη Ρωσία και δεν χρειάζονται συμβιβασμοί.
Δυστυχώς τώρα οι επιλογές είναι πιο δύσκολες, αλλά μόνο η ειρήνη αποτελεί λύση. Καλό θα είναι να το λάβουμε και εμείς υπόψη στη σχέση μας με την Τουρκία.
Εκτύπωση στις: 2025-11-25
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=13805