Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Εκλογές με αβέβαιο αύριο

Βαφτίζουν προγράμματα τις υποσχέσεις, όχι μόνο στη Γαλλία

Ελίζα, Παπαδάκη

Τα Νέα, 2007-04-11


Δέκα μέρες μένουν μέχρι τον πρώτο γύρο των γαλλικών προεδρικών εκλογών και άλλες δεκαπέντε μέχρι τον καθοριστικό δεύτερο γύρο που θα αναδείξει νέα πολιτική ηγεσία στη Γαλλία. Όποιος κι αν είναι ο τελικός νικητής, στη δεύτερη μεγαλύτερη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα ανοίξει μια νέα φάση που θα επηρεάσει την πορεία της Ευρώπης συνολικά. Σε ποια κατεύθυνση όμως; Οι εναλλακτικές προτάσεις που διακυβεύονται σ αυτές τις εκλογές δεν έχουν γίνει σαφείς.

Στην πολύμηνη προεκλογική διαμάχη τους, οι βασικοί υποψήφιοι, όσο κι αν διαφέρουν ιδεολογικά, έδωσαν όλοι μεγάλο βάρος στην προβολή φιλολαϊκών υποσχέσεων. Κάτω από το άγος του «Όχι» του 2005 στο δημοψήφισμα για το Ευρωσύνταγμα, απέναντι στην ευρωπαϊκή προοπτική τήρησαν επιφυλακτική αοριστία, υπερτονίζοντας, αντίθετα, τα εθνικά σύμβολα. Ακόμα λιγότερο φρόντισαν να διατυπώσουν συνεκτικά προγράμματα για την έξοδο από τη χαμηλή μεγέθυνση και τη μεγάλη ανεργία που πλήττει τη χώρα πάνω από δύο δεκαετίες. Ενδεικτικά, η Σεγκολέν Ρουαγιάλ, ήδη στην αρχή της καμπάνιας της πήρε αποστάσεις από τις συγκεκριμένες φορολογικές μεταρρυθμίσεις που μόλις είχε προτείνει ο γραμματέας του Σοσιαλιστικού Κόμματος Φρανσουά Ολάντ, χωρίς κατόπιν να τις αντικαταστήσει με άλλες. Ο Νικολά Σαρκοζί απέφυγε συστηματικά να δεσμευθεί στον οικονομικό φιλελευθερισμό που ανέμεναν από αυτόν οι μεγάλες επιχειρήσεις και οι Αγγλοσάξονες πολιτικοί του συγγενείς. Αντ αυτού, καταφέρθηκε κατά της αυτονομίας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, και για να αμφισβητήσει την αξιοπιστία της επιτέθηκε προσωπικά κατά του αντιπροέδρου της Λουκά Παπαδήμου (διαστρεβλώνοντας τον ρόλο του στο δημοσιονομικό έλλειμμα της Ελλάδας προ ετών). Ο δε Φρανσουά Μπαϊρού, στο πρόγραμμα που δημοσίευσε την περασμένη εβδομάδα υπόσχεται αύξηση των χαμηλών συντάξεων και της επιδότησης της απασχόλησης, καθώς και των δημοσίων επενδύσεων στην παιδεία και την έρευνα, και ταυτόχρονα διεύρυνση των φοροαπαλλαγών, με τη χρηματοδότηση να προκύπτει αορίστως από εξοικονομήσεις στο κράτος και μείωση της γραφειοκρατίας. Κάτι μας θυμίζει αυτό...

Η προγραμματική ασάφεια έχει ανησυχήσει τους οικονομολόγους ευρύτερα στην Ευρώπη. Όταν προεκλογικά δεν τίθενται τα πραγματικά προβλήματα, επισημαίνεται συχνά, δεν υπάρχει κατόπιν και η λαϊκή εντολή για να λυθούν. Εντελώς ασυνήθιστα μάλιστα, ίσως και άτοπα για πολλούς, στη γαλλική προεκλογική σκηνή παρενέβη ο Ευρωπαίος επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων Χοακίν Αλμούνια, κάνοντας λόγο για «επιχειρήματα που δεν λαμβάνουν υπόψη την οικονομική πραγματικότητα», ακόμα και «δημαγωγικά». Και συνέστησε μεγαλύτερο θάρρος στους πολιτικούς υπευθύνους να προωθήσουν μεταρρυθμίσεις, ιδίως στις δημόσιες δαπάνες, όπου «τα αποτελέσματα που προκύπτουν όσον αφορά το κοινωνικό κράτος, δηλαδή την κοινωνική πολιτική, τις κοινωνικές υπηρεσίες, δεν είναι και τόσο σπουδαία».

Η διάσταση ανάμεσα στις προεκλογικές εξαγγελίες και την πολιτική που είναι δυνατόν να εφαρμοσθεί κατόπιν δεν απoτελεί γαλλική ιδιομορφία. Δεν ίσχυσε πέρυσι στην Ιταλία, όπου ο δύσκολος προϋπολογισμός της κυβέρνησης Πρόντι έπεισε ότι ανταποκρινόταν στο προεκλογικό πρόγραμμα (παρά τη δύσκολη οικονομική κατάσταση, από αλλού προέρχονται οι κίνδυνοι για την πολιτική σταθερότητα). Στη Γερμανία είχε κοστίσει στη δεύτερη θητεία Σρέντερ (θυμηθείτε την αναταραχή που προκάλεσαν οι οδυνηρές μεταρρυθμίσεις της απροσδόκητης Ατζέντας 2010). Η Άνγκελα Μέρκελ δεν είχε την ευκαιρία να δοκιμάσει το δικό της πρόγραμμα, αφού υποχρεώθηκε από το εκλογικό αποτέλεσμα σε κυβέρνηση συνασπισμού με τους σοσιαλδημοκράτες και εφαρμόζει μια συμφωνημένη πολιτική που φαίνεται να αποδίδει. Αλλά στην Ελλάδα αυτή τη διάσταση τη γνωρίζουμε καλά, την πληρώνουμε, θα την ξαναδούμε βαδίζοντας προς τις επόμενες εκλογές. Και αν εμείς είμαστε μικρή χώρα, η δυσκολία προβολής στο εκλογικό σώμα πολιτικών που απαντούν στα νέα προβλήματα επισημαίνεται και στην ισχυρότερη οικονομία του κόσμου, τις ΗΠΑ.

Πρόκειται για μεγάλο πρόβλημα που στις ανεπτυγμένες χώρες βρίσκεται σήμερα στην καρδιά της δημοκρατίας και της προοπτικής της ευημερίας. Στη διεθνή συζήτηση για την αντιμετώπισή του, δύο ιδέες παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Η πρώτη σχετίζεται με τις αγορές που είναι παγκοσμιοποιημένες στο έπακρο, σαρώνοντας δεκάδες εκατομμύρια θέσεις εργασίας στον πλούσιο κόσμο. Κατά τον πρώην αντιπρόεδρο της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ Άλαν Μπλίντερ, επιβάλλεται πολύ μεγαλύτερη έμφαση στο εκπαιδευτικό σύστημα και ριζική αναμόρφωση της φορολογίας. Αλλά ο καθηγητής στο Χάρβαρντ Ντάνι Ρόντρικ υποστηρίζει επιπλέον την ανάγκη να παρέμβουν πολιτικά οι κυβερνήσεις στις διεθνείς οικονομικές σχέσεις και να διαπραγματευθούν νέες ρυθμίσεις, αν θέλουν να αποφύγουν μιαν ολέθρια έξαρση του προστατευτισμού, σαν αυτήν που κυριάρχησε στον Μεσοπόλεμο.

Μια δεύτερη ιδέα, που προτείνει, μεταξύ άλλων, ο καθηγητής στη Γενεύη Σαρλ Βιπλόζ, είναι η συγκεκριμένη πρόβλεψη επαρκών αποζημιώσεων για τους χαμένους από τις επιβαλλόμενες μεταρρυθμίσεις (για να καταργηθεί η μονιμότητα στο γαλλικό Δημόσιο υπολογίζει π.χ. ότι απαιτούνται αμέσως 16 δισ. ευρώ). Ένα πράγμα πάντως παραμένει βέβαιο: Όσο οι πολιτικοί θα κρύβουν από τους ψηφοφόρους τους το κόστος, είτε των εξελίξεων που δεν ελέγχουν, είτε των μεταρρυθμίσεων που απαιτούνται, οι συνθήκες θα χειροτερεύουν.

Εκτύπωση στις: 2024-05-05
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=1749