Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Δέχτηκε επίθεση ο ΣΥΡΙΖΑ;

Γιώργος, Γιαννουλόπουλος

Ελευθεροτυπία, 2009-08-14


Σύμφωνα με τις αναλύσεις-νεκροτομές που έχουν πληθύνει τελευταία στον ΣΥΡΙΖΑ, ένας από τους λόγους για το κακό εκλογικό αποτέλεσμα είναι ότι το κόμμα «δέχθηκε επίθεση».

Συνέβη όντως; Θα απαντήσω «σίγουρα ναι», διευκρινίζοντας ωστόσο ότι τέτοιου είδους επιθέσεις είναι όχι μόνο συνηθισμένες αλλά και απαραίτητες για τη Δημοκρατία και διευκρινίζοντας περαιτέρω ότι δεν μιλάμε για υποκλοπές «υπόπτων» τηλεφωνημάτων του Αλ. Αλαβάνου τον περασμένο Δεκέμβριο, ούτε για μονταρισμένες φωτογραφίες από την προσωπική ζωή του Αλ. Τσίπρα. Μιλάμε για κριτική, έστω σκληρή, της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ.

Αναρωτιέμαι αν εκείνοι, που εξανίστανται για πόλεμο κατά του κόμματός τους, διαβάζουν την «Αυγή» ή ενημερώνονται για τις δηλώσεις των ηγετών τους, όπου, ως όφειλε, η κριτική των υπολοίπων κομμάτων είναι συνεχής, οξεία και ανελέητη. (Αναφέρω ενδεικτικά ότι κάποιοι έχουν αναγορεύσει τον Κ. Σημίτη δεύτερο τη τάξει ολετήρα του Ελληνισμού μετά τον Μωάμεθ τον Πορθητή). Δεν είναι η κριτική των πάντων από τους πάντες αδιαπραγμάτευτη προϋπόθεση της Δημοκρατίας; Γιατί ο Συνασπισμός δικαιούται να επικρίνει αλλά αμφισβητεί το δικαίωμα των υπολοίπων να τον επικρίνουν;

Μπορώ να σκεφτώ κάποιες απαντήσεις. Κατ’ αρχάς, όλοι πιστεύουμε ότι έχουμε δίκιο και ότι όσοι διαφωνούν μαζί μας είτε δεν θέλουν είτε δεν μπορούν να μας καταλάβουν και απλώς μας κακολογούν. Ανθρώπινο. Ή μάλλον πανανθρώπινο, άρα ισχύει και για εκείνους που δέχονται επιθέσεις από τον Συνασπισμό. Αντιλαμβάνομαι, επίσης, ότι η Αριστερά θα προτιμούσε να αποδώσει την κακοδαιμονία της σε οτιδήποτε και οποιονδήποτε, αν έτσι θα κατάφερνε να μη σκεφτεί -εννοώ σοβαρά- ότι μετά την κατάρρευση του σοσιαλισμού έχει ένα τεράστιο πρόβλημα, που δεν το δημιούργησε ο Πρετεντέρης.

Πίσω από όλα αυτά, όμως, υπάρχει κάτι τόσο αρχικό και θεμελιώδες, ώστε να μην γίνεται συχνά αντιληπτό από εκείνους που το εκφράζουν. Νομίζω ότι έχει να κάνει με τη μεταπολίτευση, η οποία, υπενθυμίζω, μπορεί να επανέφερε τη δημοκρατία αλλά ουσιαστικά δεν άλλαξε τίποτα, εφόσον η εξουσία πέρασε στα «αστικά» κόμματα. Η Αριστερά όμως, και κυρίως ο λεγόμενος χώρος του ΚΚΕ Εσ., εξασφάλισε μια περίοπτη θέση στην πολιτική ζωή κι όχι μόνο. Κατ’ αρχάς δεν απειλούσε κανέναν, λόγω μικρού μεγέθους. Επιπλέον, ήταν ένας χώρος συμπαθής, στελεχωμένος από ανθρώπους δυναμικούς και πολιτισμένους, οι οποίοι αντιστάθηκαν στη χούντα αλλά, ως μέλη της ελίτ, διατηρούσαν φιλικές σχέσεις με τους κρατούντες, έχοντας υπάρξει συμμαθητές ή συμφοιτητές στα Παρίσια ή στα Λονδίνα. Πάνω απ’ όλα, όμως, η μεταπολίτευση έφερε την ώρα που ολόκληρη η Αριστερά εισέπραξε, και με μεγάλη προσαύξηση λόγω εκπρόθεσμης καταβολής, την αποζημίωση που επιδίκασε η Ιστορία για τις διώξεις τις οποίες είχε υποστεί από τη Φεντερασιόν του Μπεναρόγια, μέχρι το Πολυτεχνείο. Κι αυτό σήμαινε ένα πράγμα: ότι ανέλαβε να παίξει τον ρόλο του κριτή, βάσει μιας διάχυτης και γενικά αποδεκτής παραδοχής ότι απεμπολώντας ως μόνιμη αντιπολίτευση την πρόθεση να κυβερνήσει, απέκτησε το αποκλειστικό δικαίωμα να δικάζει. Ετσι, η Αριστερά από πολιτικό κόμμα μετετράπη σε επιτροπή αποχουντοποίησης, η οποία άρχισε να συνεδριάζει το ’74 και συνεχίζει μέχρι σήμερα.

Εδώ εντοπίζεται το πρόβλημα: στο δικαστήριο ο εισαγγελέας καταγγέλλει, δεν καταγγέλλεται. Εχοντας δηλαδή δεχτεί ότι ο ρόλος της δεν είναι η εξουσία αλλά να ελέγχει όσους την ασκούν, η Αριστερά, απόλυτα πεπεισμένη ότι η ίδια ενσαρκώνει την κριτική σκέψη, δεν μπορεί να συλλάβει τον ψόγο παρά ως ανοίκεια επίθεση. Εδώ βρίσκεται και η ειρωνεία: αν υπάρχει κάτι που η κριτική σκέψη αμφισβητεί, είναι αυτού του είδους οι ενσαρκώσεις.

Εκτύπωση στις: 2024-05-01
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=3795