NAI στην αξιολόγηση των ΑΕΙ–ΤΕΙ.
Για μια αριστερή πολιτική στην εκπαίδευση-έρευνα
Δημήτρης, Λουκάς
Αυγή, 2005-01-23
Οι αδύνατοι και αποκλεισμένοι της κοινωνίας μας αναζητούν ένα νέο όραμα που θα δώσει ελπίδες στο όνειρο μιας αξιοπρεπούς ζωής. Όραμα κοινωνικής αλληλεγγύης μεταξύ των πολιτών το οποίο, κατά τη γνώμη μου, είναι πρωτίστως υπόθεση ενός νέου ηθικού εκπαιδευτικού και μορφωτικού κοινωνικού συμβολαίου. Ενός συμβολαίου που θα στοχεύει στην υπέρβαση μιας κοινωνίας κατακερματισμένων συμφερόντων και θα μετατρέπει τους χώρους των προνομίων σε χώρους ίσων ευκαιριών.
Αυτό σημαίνει ότι απαιτείται μια συνεχής και μελετημένη αναδιάρθρωση των δομών του εκπαιδευτικού συστήματος ώστε να συμβάλλει στη βελτίωση των ποιοτικών ικανοτήτων, του επιπέδου ζωής και στην παροχή ίσων ευκαιριών σε όλους τους πολίτες. Και αυτό σε μια εποχή που χαρακτηρίζεται από έναν εκρηκτικό ρυθμό μετάθεσης του κέντρου βάρους της εργασίας από τους μυώνες στους νευρώνες. Τα στοιχεία του ερευνητικού πνεύματος και της καινοτομίας, γνωρίσματα μέχρι πρότινος του ακαδημαϊκού χώρου και της βιομηχανίας, διαχέονται, ως απαιτούμενα προσόντα, σε ένα πλήθος ειδικοτήτων. Δείγμα αυτή της τάσης είναι η μαζική εισροή των νέων γενεών στο τριτοβάθμιο σύστημα εκπαίδευσης και η γεωγραφική διεύρυνση του ιστού των ΑΕΙ-ΤΕΙ.
Η επικράτηση μιας λογικής που θα θεωρούσε πυρήνα της αναδιάρθρωσης του εκπαιδευτικού συστήματος τη λογική του κέρδους θα είχε ως μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα τη διάλυση του κοινωνικού ιστού. Μια τέτοια λογική θα μπορούσε να επιβληθεί σιγά-σιγά με τη διαμόρφωση ιεραρχικών δομών ποιότητας στο πλέγμα των πανεπιστημίων όπου ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης θα οδηγούσε στη δημιουργία δύο ομάδων πανεπιστημιακών ιδρυμάτων. Η μία θα ήταν προορισμένη για την πνευματική και οικονομική ελίτ της ελληνικής κοινωνίας και η άλλη για τη μεγάλη «μάζα» των πολιτών. Αποτέλεσμα αυτής της εξέλιξης θα ήταν η μετάθεση της ευθύνης οργάνωσης του εκπαιδευτικού συστήματος από τους δημόσιους φορείς σε αυτούς που λειτουργούν με βάση τη λογική της μεγιστοποίησης του κέρδους.
Η Αριστερά όχι μόνο οφείλει να είναι αντίθετη σε μια τέτοια εξέλιξη αλλά και να αναλάβει έγκαιρα όλες τις πρωτοβουλίες που θα διαμορφώσουν ένα εκπαιδευτικό σύστημα ικανό να προσφέρει σε κάθε πολίτη ίσες ευκαιρίες πρόσβασης στο δημόσιους θεσμούς αλλά και να μεταθέσει τον τόνο της ιδιωτικής πρωτοβουλίας από τη λογική της χρηματιστηριακής αγοράς, στη λογική του καινοτόμου βιομηχάνου που επενδύει στη βελτίωση των προϊόντων. Στο βαθμό που η αλληλουχία σχεδιασμός-ανάπτυξη-αξιολόγηση-βελτίωση-επανασχεδιασμός, που χαρακτηρίζουν την ενδογενή λειτουργία της επιστημονικής και βιομηχανικής προόδου, τροφοδοτεί μια αντίστοιχη λειτουργία του πανεπιστημίου, θα μπορούμε να μιλάμε για ένα νέο παράδειγμα στην εκπαίδευση. Με αυτή την έννοια η συνεχής αξιολόγηση των ΑΕΙ-ΤΕΙ αποτελεί θετικό βήμα.
Το πρόβλημα όμως δεν είναι η αξιολόγηση αυτή καθ’ εαυτή, διότι η επιστημονική μέθοδος, που συν-αποτελείται από την πειραματική μεθοδολογία και την λογική συνεπαγωγή, έχει κατακτήσει έναν υψηλό βαθμό αντικειμενικότητας αποδεκτής από κάθε οικονομικό, θρησκευτικό και πολιτικό σύστημα. Ζήτημα αποτελούν το περιεχόμενο και οι σχετικές δράσεις που αναλαμβάνονται μετά από κάθε αξιολόγηση. Αυτές είναι που καθορίζουν μια δέσμη πολιτικών παρεμβάσεων ως δεξιές ή αριστερές, στο βαθμό που στοχεύουν στην ενίσχυση κάποιας αριστοκρατίας του πνεύματος, ως προϋπόθεση για την πρόοδο της κοινωνίας, ή την εξασφάλιση ίσων ευκαιριών σε όλους τους πολίτες.
Προαπαιτούμενο βεβαίως για να ισχύει η προϋπόθεση αυτή είναι η αντικειμενικότητα της αξιολόγησης. Τούτο είναι δυνατόν να εξασφαλιστεί στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τη συγκρότηση ενός συμβουλίου ανώτατης εκπαίδευσης, έρευνα και τεχνολογίας και τη συγκρότηση επιτροπών αξιολόγησης ανεξαρτήτων από τους αξιολογούμενους και τις πολιτικές ηγεσίες της κάθε χώρας.
Αξιοσημείωτο παράδειγμα δεξιάς πολιτικής υπήρξε αυτή που ασκήθηκε από το Υπουργείο Ανάπτυξης, υπό τον τέως υπουργό Ν. Χριστοδουλάκη, στον τομέα της ερευνητικής πολιτικής. Έχοντας να αντιμετωπίσει έναν ιδιωτικό τομέα με εμβρυακή κατάσταση στις επενδύσεις έρευνας αποφάσισε στα πλαίσια της δικής του «πολιτιστικής επανάστασης», ιδιωτικοποιώντας την έρευνα και κρατικοποιώντας την ιδιωτική πρωτοβουλία, να στρατεύσει τους ερευνητές σε βραχυπρόθεσμες σκοπιμότητες εμπορικού προσανατολισμού. Προσπάθησαν δε να χρησιμοποιήσουν τις αξιολογήσεις από ανεξάρτητες διεθνείς ακαδημαϊκές επιτροπές, τις οποίες ασμένως αποδέχτηκε η ερευνητική κοινότητα, ως μέσω πίεσης για την υλοποίηση των σχεδίων τους. Όταν όμως διαπίστωσαν ότι οι αξιολογήσεις ανέδειξαν ένα σύστημα το οποίο παρά τις εγγενείς αδυναμίες του παρουσίαζε έντονα στοιχεία επιστημονικής αριστείας, τα οποία η κυβέρνηση όφειλε να αναδείξει με περαιτέρω ενίσχυση της βασικής έρευνας, άρχιζαν να σφυρίζουν αδιάφορα. Έτσι όχι μόνο γίναμε περίγελος της διεθνούς ερευνητικής κοινότητας, με πρωτεύων το σκωπτικό άρθρο του επιστημονικού περιοδικού nature, αλλά και χάθηκε μια ευκαιρία να αναδειχτούν πρότυπα αξιολογήσεων χρήσιμα και για άλλους τομείς της ελληνικής κοινωνίας.
Η Αριστερά οφείλει να πει ένα καθαρό ΝΑΙ στην αξιολόγηση των ΑΕΙ-ΤΕΙ , υπερβαίνοντας με αυτόν τον τρόπο ένα πρόβλημα πολιτικής τακτικής, και να ρίξει όλο το βάρος στο περιεχόμενο της αξιολόγησης και το περιεχόμενο των δράσεων που θα ακολουθήσουν. Αυτά οφείλουμε να τα καταστήσουμε θέμα ενός ενδελεχούς εθνικού διαλόγου. Ο ΣΥΝ έχει ήδη δώσει θετικά δείγματα μιας αριστερής πολιτικής στον τομέα αυτό με την υποστήριξη επί της αρχής της ένταξης των ΤΕΙ στο χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και οφείλει να συνεχίσει στην ίδια κατεύθυνση.
Εκτύπωση στις: 2024-12-05
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=409