Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Σκέψεις για την κρίση, προς το συνέδριο

Δημήτρης, Μπίρμπας

2010-04-27


Η εμπλοκή του ΔΝΤ στη χώρα μας, αποτελεί μια πρωτόγνωρη διαδικασία που θέτει σε αμφισβήτηση τις κοινωνικές κατακτήσεις της μεταπολίτευσης και ναρκοθετεί το μεσοπρόθεσμο μέλλον των Ελλήνων. Πέραν των τεράστιων ευθυνών των μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων του δικομματισμού, τους ανεπαρκέστατους χειρισμούς και αξιολογήσεις του πινόκιο-Παπανδρέου, η εμπλοκή του ΔΝΤ οριοθετεί τις «δυνατότητες» και τα μεγάλα ελλείμματα της σημερινής θεσμικής και πολιτικής λειτουργίας της ΕΕ.

Η αριστερά καλείται να απαντήσει σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, απέναντι σε μια νέα κατάσταση. Η απόπειρα συντονισμού του Νότου με πρωτοβουλία του ΣΥΝ, οι προτάσεις του ΚΕΑ, η στάση της γερμανικής αριστεράς, αποτελούν ελπιδοφόρα μεν αλλά αδύναμα σημεία. Ιδιαίτερα για την ελληνική αριστερά που εκ των πραγμάτων υποχρεούται πρώτη να αντιμετωπίσει τη νεοφιλελεύθερη επέλαση του ΔΝΤ – είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα ακολουθήσουν και οι άλλες χώρες των PIIGS – οι απαιτήσεις είναι πελώριες και δεν απαντώνται με τις τρέχουσες εσωκομματικές και εσωσυμμαχικές συνήθειες. Έχει να αντιμετωπίσει δύο ερωτήματα.

Το πρώτο: εθνικό ή ευρωπαϊκό το επίπεδο ουσιαστικής αντιμετώπισης της κρίσης; Το δεύτερο: πλατιά κοινωνικά και πολιτικά μέτωπα ή προτεραιότητα σε πρωτοβουλίες «ταξικής» καθαρότητας; Οι επιλογές της θα καθορίσουν την τακτική και τη στρατηγική, μια που έμμεσα θέτουν προς συζήτηση και τις επιλογές προς την επίτευξη της σοσιαλιστικής προοπτικής.

Εκ των πραγμάτων, θέτουν επίσης και τη συγκεκριμενοποίηση της μορφής του κόμματος που επιδιώκουμε, τις προτεραιότητες και το εύρος των συμμαχιών μας και συνακόλουθα τις νέες και παλαιές συνεδριακές πλειοψηφίες και μειοψηφίες. Ισχυρίζομαι ότι το εύρος και οι συντελεστές που επηρεάζουν το δημοσιονομικό μας πρόβλημα αλλά και τη διαχείριση του δημόσιου χρέους, όλων σχεδόν των χωρών, στην νεοφιλελεύθερα παγκοσμιοποιημένη οικονομία, απαιτούν συστήματα υπερεθνικών – αν όχι οικουμενικών – ρυθμίσεων άρα προτεραιότητα σε λύσεις στο ευρωπαϊκό επίπεδο.

Αυτό αντιστοιχεί – πέραν της κεντρικής ιδεολογικής μας θέσης για ιστορικά διαπιστωμένη, αδυναμία εφαρμογής του σοσιαλισμού σε μια χώρα – στο βιοτικό και οικονομικό επίπεδο της χώρας, τη θέση της στον παγκόσμιο καπιταλιστικό καταμερισμό, στην ΕΕ και την Ευρωζώνη. Η προσπάθεια ανακάλυψης συγκρίσεων με τριτοκοσμικές λατινικές χώρες (ισημερινός), με πρώην ανατολικές, την Ισλανδία, και το εσχάτως ανακαλυφθέν από το παπανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ «επιτυχές» παράδειγμα της Τουρκίας, δεν στέκουν σε σοβαρή ανάλυση ούτε για τα μεγέθη των οικονομιών ούτε για την οικονομική δομή τους, ούτε πολύ περισσότερο για το βαθμό διεθνούς αλληλεξάρτησής τους και τις σχολάζουσες παραγωγικές δυνατότητες και διαδικασίες εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων τους. Θεωρώ ότι σήμερα το πλέον «επαναστατικό» θεσμικό αίτημα είναι η επιτάχυνση και εμβάθυνση της δημοκρατικής-πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης. Δηλαδή ευρωκοινοβουλευτικός πολιτικός έλεγχος της ΕΚΤ, ισχυρός κοινοτικός προϋπολογισμός για ισόρροπη ανάπτυξη, ευρωομόλογο για τη διαχείριση του δημόσιου χρέους των ευρωπαϊκών κρατών. Σκέψεις εξόδου, διάλυσης, ενίων εν ΣΥΡΙΖΑ συμμάχων και προτάγματα της προοδευτικής και σοσιαλιστικής προοπτικής για τη χώρα, που θέλγουν σημαντικό τμήμα των γραμμών μας, παρά τις ευγενείς προθέσεις επιδεινώνουν τα προβλήματα. Επιλέγουν λάθος πεδίο αντιπαράθεσης, «εθνικό», και αστοχούν στις προτεραιότητες συγκρότησης των μετώπων. Η επιμονή στην ορθότητα συνεδριακών επιλογών και στην παρούσα συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ, των 22 ερμηνευτικών εγκυκλίων και των χιλιάδων «μελών», μάλλον δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Αρκεί να δούμε τις μερικές εκατοντάδες που συμμετέχουν, δυστυχώς, στις τρέχουσες κινητοποιήσεις. Η μαζικότητα αυτών των αδύναμων, για την συγκυρία, κοινωνικών αντιδράσεων αποκτά άξια λόγου συμμετοχή μονάχα όταν συνδιοργανώνονται από κεντρικούς συνδικαλιστικούς και κοινωνικούς φορείς. Αυτό πρέπει να μας προβληματίσει για το αναγκαίο εύρος των συμμαχιών μας, το μέτωπο κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που οφείλουμε να οικοδομήσουμε. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο τα περιθώριά του φαίνονται από τη στάση των Οικολόγων Πρασίνων και του προέδρου των ευρωσοσιαλιστών κ. Σουλτς, στην καταδίκη των ευρωπαϊκών επιλογών για τη διαχείριση του δημοσιονομικού μας προβλήματος. Σε εθνικό επίπεδο οριοθετούνται στη συμπόρευση με τους Οικολόγους Πράσινους, με κάθε αριστερή δύναμη που επιθυμεί να συμπαραταχθεί εκεί που συμφωνεί, και πολύ περισσότερο στο κοινωνικό, συνδικαλιστικό και μέρος του πολιτικού ΠΑΣΟΚ, που σιωπά δυσαρεστημένο και αρχίζει να αντιδρά, νομίζω συνεχώς αυξανόμενα. Οφείλουμε να εμβαθύνουμε προγραμματικά στα συγκεκριμένα ζητήματα διαμορφώνοντας εναλλακτικές προτάσεις σε κάθε κεντρική επιλογή με πιθανότητες ρεαλιστικής εφαρμογής σε προοδευτική κατεύθυνση. Παράλληλα, να θέτουμε ολοκληρωμένα την εναλλακτική μας πρόταση, μια πρόταση «ηθικής λιτότητας», αειφόρου παραγωγικής ανασυγκρότησης, αναδιάρθρωσης του σπάταλου πελατειακού κράτους με αποκέντρωση και αυτοδιοίκηση, δημοσιονομική δικαιοσύνη, υπέρβασης των ενεργοβόρων υπερκαταναλωτικών μοντέλων παραγωγής και ζωής. Η εκφορά, έστω φωνασκούσα, εύκολων συνθημάτων «εκλογές τώρα» (και μετά τι;), «στάση πληρωμών» (δηλαδή ομολογία χρεωκοπίας με ό,τι αυτό σημαίνει για τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα;) ακόμα και το καλό για ζύμωση «δημοψήφισμα» αν κερδηθεί, τι θα θέτει σε συνέχεια πέραν της καταδίκης των όρων του ΔΝΤ από μια απολύτως έγκυρη αντίδραση της πλειοψηφίας του κόσμου; Αφήνω έξω την πιθανότητα να ηττηθεί τώρα, πολύ ισχυρότερη κατά τη γνώμη μου, σε συνθήκες πανικού και δημοσιονομικής τρομοκρατίας της μεγάλης πλειοψηφίας των πολιτών. Το αίτημα για άμεση συζήτηση στη Βουλή με ονομαστική ψηφοφορία μπορεί να δημιουργήσει ρήγματα στο ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ, να ανοίξει άμεσες προοπτικές συμμαχιών στο μαζικό κίνημα, αλλά και ενθάρρυνση προϋποθέσεων για την προοπτική ενός πανευρωπαϊκού δημοψηφίσματος για την αλλαγή μοντέλου διαχείρισης των δημόσιων χρεών, που επιδιώκεται να επιβληθεί σε όλες τις χώρες της Ευρώπης με δίλημμα «έκδοση ευρωομολόγου ή εμπλοκή του ΔΝΤ;». Με μια μεγάλη καμπάνια το ΚΕΑ σε συνεργασία με τους Πράσινους, τους Σοσιαλιστές και τις άλλες αριστερές ομάδες. Οι 2.000.000 υπογραφές για τη Συνθήκη της Λισσαβώνας, μπορούν κάλλιστα να συγκεντρωθούν.

Αν στις προσυνεδριακές μας συζητήσεις κυριαρχήσουν οι οργανωτικές «τακτοποιήσεις» και τα ποινολόγια, η αντιμετώπιση του «εσωτερικού εχθρού» ένθεν κακείθεν και η επιμονή στο ατελέσφορο πλαίσιο του ΣΥΡΙΖΑ, η ελληνική αριστερά μπορεί να συναντηθεί με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, δεν θα συναντηθεί όμως, και πάλι με την κοινωνία. Η αναγκαία επιδίωξη κοινής δράσης όλης της αριστεράς στην αντιμετώπιση της νεοφιλελεύθερης επέλασης, δεν πρέπει να αποτελεί αναγκαστική προϋπόθεση δράσης του ΣΥΝ στην κοινωνία, πολύ δε περισσότερο υποταγή όλων των πολιτικών ενεργειών του στην επίτευξή της. Ο ΣΥΝ οφείλει διακριτά με εμβάθυνση του πολιτικού και προγραμματικού του λόγου να απευθυνθεί στο σύνολο της κοινωνίας επιδιώκοντας το ευρύτερο πολιτικό και κοινωνικό μέτωπο.


Εκτύπωση στις: 2024-04-26
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=4559