Οι αγορές και η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη
Ναπολέων, Μαραβέγιας
Κυρ. Ελευθεροτυπία, 2011-01-09
Με το ξεκίνημα της νέας χρονιάς, οι διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές εμφανίζονται περισσότερο «ανήσυχες» και ικανές να προκαλέσουν ακόμη μεγαλύτερα προβλήματα στις χώρες της περιφέρειας της ευρωζώνης.
Οσοι δεν είναι ειδικοί στην οικονομία δυσκολεύονται να κατανοήσουν γιατί οι χώρες αυτές έχουν περιέλθει σε τόσο δύσκολη κατάσταση.
Σύμφωνα με την οικονομική θεωρία και την ιστορική εμπειρία, αν υπήρχε πλήρης ελευθερία στο διεθνές εμπόριο των προϊόντων και υπηρεσιών, αυτό θα οδηγούσε σε εξίσωση των τιμών τους διεθνώς, ενώ, αν υπήρχε σημαντική μετακίνηση της εργασίας μεταξύ χωρών, θα είχαμε μακροχρονίως εξίσωση των αμοιβών και των παραγωγικοτήτων σ’ όλες τις χώρες.
Μεταξύ των χωρών-μελών της Ε.Ε. δεν υπάρχουν πλέον εμπόδια στο εμπόριο των προϊόντων και υπηρεσιών και για τον λόγο αυτό οι τιμές τους, σε μεγάλο βαθμό, έχουν εξισωθεί σε όλες τις χώρες-μέλη. Αντίθετα, η εργασία για λόγους πολιτιστικούς (γλώσσα, συνήθειες κ.λπ.). ελάχιστα μετακινείται, με αποτέλεσμα στις χώρες της περιφέρειας, για ιστορικά κυρίως αίτια, οι αμοιβές και οι παραγωγικότητες να παραμένουν χαμηλότερες, σε σύγκριση με αυτές που ισχύουν στις κεντρικές χώρες της Ε.Ε.
Συνεπώς, στις χώρες της περιφέρειας στο υψηλό επίπεδο τιμών προϊόντων και υπηρεσιών, εφ’ όσον έχει εξισωθεί με αυτό των κεντρικών χωρών της ευρωζώνης, αντιστοιχεί ένα χαμηλότερο επίπεδο αμοιβών εργασίας και παραγωγικότητας, προκαλώντας μια διαρκή πίεση προς το κράτος από την πλευρά των εργαζομένων για αύξηση των αμοιβών τους (χωρίς ανάλογη αύξηση των παραγωγικοτήτων), προκειμένου να μπορούν να καταναλώσουν προϊόντα και υπηρεσίες στις σχετικά υψηλές τιμές που ισχύουν στην αγορά. Το κράτος συχνά υποκύπτει και ασκεί χαλαρή δημοσιονομική και εισοδηματική πολιτική (συνήθως από εκλογική σκοπιμότητα). Αυτή η χαλαρότητα οδηγεί σε αύξηση του ελλείμματος του προϋπολογισμού και σε μείωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας των εγχωρίως παραγομένων προϊόντων, με αποτέλεσμα την αύξηση του εξωτερικού χρέους σε συνθήκες ενιαίου νομίσματος, όπου δεν νοείται υποτίμηση.
Η πλήρως παγκοσμιοποιημένη αγορά χρήματος (διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές) απαιτεί αμοιβές (επιτόκια) ανάλογες με τον κίνδυνο αποπληρωμής του δανείου, με αποτέλεσμα οι ήδη υπερχρεωμένες, για τους πιο πάνω λόγους, χώρες της περιφέρειας της ευρωζώνης να αντιμετωπίζουν τα σημερινά προβλήματα.
Επιπλέον, οι χώρες αυτές αναγκάζονται να εφαρμόσουν προγράμματα αυστηρής λιτότητας με βίαιη μείωση των αμοιβών των εργαζομένων στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, προκειμένου να περιοριστεί το έλλειμμα του προϋπολογισμού, να προσαρμοστούν οι μισθοί στις αντίστοιχες παραγωγικότητες και να βελτιωθεί έτσι η διεθνής ανταγωνιστικότητα των οικονομιών τους. Αυτό εντείνει την ανισορροπία μεταξύ των υψηλών τιμών των προϊόντων και υπηρεσιών (που δεν μειώνονται αλλά μάλλον αυξάνονται λόγω αύξησης της έμμεσης φορολογίας για άντληση δημόσιων εσόδων) και των όλο και χαμηλότερων αμοιβών της εργασίας, προκαλώντας την ολοένα εντονότερη κοινωνική και πολιτική δυσφορία των πολιτών έναντι του πολιτικού συστήματος και προφανώς της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Επειδή το πρόβλημα δεν πρόκειται να λυθεί, βραχυχρόνια τουλάχιστον, με τη μετακίνηση της εργασίας από τις φτωχότερες στις πλουσιότερες της ευρωζώνης, παρά την παρατηρούμενη αύξηση των μεταναστών, αλλά ούτε και με την καταστροφική έξοδο των φτωχότερων χωρών-μελών από την ευρωζώνη, η μόνη λύση είναι η έμπρακτη έκφραση της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης με έκδοση ευρωομόλογων άμεσα και με κοινή δημοσιονομική πολιτική στη συνέχεια, όπως προτείνουν όσοι αντιλαμβάνονται την κρισιμότητα της κατάστασης για ολόκληρο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Εκτύπωση στις: 2024-12-03
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=5533