Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Aναθεωρητικές ματιές στην Eλλάδα

H ανάγκη για μια πιο ισορροπημένη αξιολόγηση

Γιάννης, Βούλγαρης

2005-05-07


Aρκετές φορές έχουμε εκφράσει την ανάγκη αποσαφήνισης ενός νέου «ιστορικού κοινωνιολογικού παραδείγματος» για την πορεία του νέου ελληνισμού.

Εκείνο το οποίο κυριάρχησε από τις αρχές της μεταπολιτευτικής περιόδου χαρακτηρίζεται από υπερβάλλοντα «μαλθουσιανισμό», καθόσον εστίασε κυρίως στις αρνητικές ιδιομορφίες, στην καθυστέρηση, στην υπανάπτυξη. Θα πρέπει πλέον να δώσουμε εξίσου μεγάλη σημασία στην άλλη όψη. Να βρούμε τους παράγοντες εκείνους που κατέστησαν την Ελλάδα ικανή να παρακολουθήσει με σχετική επάρκεια τους μείζονες μετασχηματισμούς των Νέων Χρόνων. Να δούμε τις υστερήσεις αλλά και τις δεκτικότητες μιας χώρας η οποία βρέθηκε ήδη από τον 18ο αιώνα (σχετικά εγκαίρως, δηλαδή) στα δίκτυα εξάπλωσης της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας, στο «ντόμινο» της διάδοσης της μορφής «εθνικό κράτος» που ξεκίνησε στην Ευρώπη του 16ου-17ου αιώνα και ακόμα συνεχίζεται. Να εκτιμήσουμε την επίδραση των γεωπολιτικών ανακατατάξεων που προκλήθηκαν από τις εκάστοτε ισχυρές δυτικές χώρες, διαπιστώνοντας ίσως ότι αυτές οι ανακατατάξεις ήταν περισσότερο επωφελείς για την Ελλάδα από όσο η αλυτρωτική ιστοριογραφία του 19ου αιώνα και η αριστερή ιστοριογραφία της «εξάρτησης από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα» υποστηρίζει (για να μη μιλήσουμε για τις ιστοριογραφίες της Ψωροκώσταινας και του εθνικού αναδελφισμού).

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο η αξιολόγηση για την πολιτική, τους θεσμούς σε σχέση με το «εκσυγχρονιστικό» δυναμικό της ελληνικής κοινωνίας, θα πρέπει να γίνει πιο ισορροπημένη και λιγότερο καταδικαστική. Είχα παλαιότερα την ευκαιρία να συζητήσω το θέμα αυτό με τον Νίκο Μουζέλη, που υποστηρίζει ότι το κράτος και τα κόμματα αποτέλεσαν πηγή κακοδαιμονίας στην ιστορία του νέου ελληνισμού (οι απόψεις του N. Μουζέλη μαζί με άλλες παρεμβάσεις, βγήκαν πρόσφατα με επιμέλεια του Θ. Πελαγίδη, H εμπλοκή των μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα, Παπαζήσης, Αθήνα 2005).

Δύο βιβλία, που μόλις κυκλοφόρησαν, θέτουν προγραμματικά την ανάγκη μιας αναθεωρητικής ματιάς στην ιστορική μας διαδρομή. Το βιβλίο του Γκούναρ Χέρινγκ Τα ελληνικά κόμματα στην Ελλάδα 1821-1936 (Εκδόσεις MIET, Αθήνα 2005) είναι βιβλίο-σταθμός. Θα αλλάξει ασφαλώς την τρέχουσα αντίληψη ότι η ελληνική πολιτική ζωή κυριαρχήθηκε από τις πελατειακές σχέσεις και ότι τα κόμματα δεν ήταν παρά μηχανισμοί διεκπεραίωσης αυτών των σχέσεων. Το βιβλίο του Γ. B. Δερτιλή Ιστορία του ελληνικού κράτους 1830-1920 (Εθνική Τράπεζα, Αθήνα 2004) είναι επίσης ιδιαίτερα εύγλωττο. Ο συγγραφέας, που μαζί με τον K. Τσουκαλά και τον N. Μουζέλη διαμόρφωσαν στην αρχή της μεταπολίτευσης το κυρίαρχο ιστορικο-κοινωνιολογικό παράδειγμα με το οποίο «διαβάσαμε» τη νεοελληνική ιστορία, αναθεωρεί ρητά και πιο συστηματικά παλαιότερες δικές του εργασίες στο πνεύμα που προηγουμένως αναφέραμε.

Ας μου επιτραπεί ένα σχόλιο πάνω σε μια κεντρική θέση του συγγραφέα. Ένα σχόλιο από την οπτική όχι ενός ιστορικού, αλλά ενός πολιτικού κοινωνιολόγου. Σωστά πιστεύω ο Γ. Δερτιλής (σ. 760 κ.έ.) υποστηρίζει ότι η συνένωση του πρώιμου κοινοβουλευτισμού και του συστήματος πελατειακών σχέσεων στην Ελλάδα δημιούργησε συνθήκες «οιονεί διαπραγμάτευσης» μεταξύ των ηγεσιών και της λαϊκής βάσης, μέσω της οποίας διαπραγμάτευσης διοχετεύονταν οι λαϊκές απαιτήσεις όχι μόνο ατομικού ή τοπικού χαρακτήρα αλλά εθνικού, συμβάλλοντας έτσι στη νομιμοποίηση του κράτους και του πολιτικού συστήματος.

Έτσι εξηγεί ο συγγραφέας το γεγονός ότι στην Ελλάδα είχαμε ένα δημοκρατικό καθεστώς (δεν το χαρακτηρίζω ούτε επείσακτο ούτε πρώιμο), το οποίο εγκαταστάθηκε νωρίτερα και διήρκεσε χωρίς μεγάλες διακοπές, συγκριτικά με άλλες χώρες της ευρωπαϊκής ημιπεριφέρειας. H κοινωνική-ταξική προϋπόθεση του φαινομένου είναι γνωστή. H ύπαρξη μιας «μοριοποιημένης» κοινωνικής διάρθρωσης και απασχόλησης. H απουσία ή η περιορισμένη βαρύτητα των «κάθετων» ταξικών αντιθέσεων και ανισοτήτων, που στις προηγμένες ευρωπαϊκές χώρες πήγασαν είτε από τη μεγάλη γαιοκτησία και την αριστοκρατία είτε από τη μεγάλη βιομηχανική επιχείρηση. Με αυτή, λοιπόν, την κοινωνική δομή αλληλεπέδρασε το πολιτικό - παραταξιακό - κομματικό σύστημα.

Ο «μεταρρυθμισμός»

Εκτός όμως από τη συμβολή στη νομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος, ο Γ. Δερτιλής βλέπει σε αυτή την «οιονεί διαπραγμάτευση» τον μηχανισμό που παράγει μια διαρκή ροπή στον «μεταρρυθμισμό» (τα εισαγωγικά είναι του ίδιου του συγγραφέα, ο οποίος προφανώς μας υπενθυμίζει τα όρια της δυναμικής). Τώρα, ο «μεταρρυθμισμός» είναι μια ισχυρή έννοια, που συνήθως - εκτός από τη νομιμοποίηση και τη λογοδοσία των πολιτικών προς την κοινωνία - περιλαμβάνει και την «πρόοδο», η οποία κατά κανόνα σήμαινε τη συγκρουσιακή διαδικασία μέσα από την οποία η Ελλάδα, «κυνηγώντας να πιάσει» την προηγμένη Δύση, υποδεχόταν το εκάστοτε «σύγχρονο». Είτε αυτό αφορούσε στην οικονομία, είτε στους θεσμούς, είτε στα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα, είτε στα πνευματικά ρεύματα και τις συμπεριφορές.

Αν, λοιπόν, διατηρήσουμε αυτή την εννοιολογική σύνδεση του «μεταρρυθμισμού» με την εκάστοτε «πρόοδο», τότε νομίζω πρέπει να δεχθούμε ότι η «οιονεί διαπραγμάτευση», και γενικότερα η μορφολογία αυτή των σχέσεων κράτους - κοινωνίας, περιέκλειε δυνητικά και πρακτικά περισσότερα σενάρια. Σενάρια τα οποία άλλωστε παίχτηκαν όχι μόνο στο παρελθόν, αλλά και στη μεταπολιτευτική περίοδο, από την οποία ξεκινά άλλωστε και το ενδιαφέρον μου για το ζήτημα.

Δύο σενάρια

Δύο τέτοια σενάρια αξίζουν, νομίζω, προσοχής. Το πρώτο είναι η παρεμπόδιση ή το «βάλτωμα» τολμηρών και έγκαιρων μεταρρυθμίσεων, το ψαλίδισμα των αιχμών και η αποτροπή των «τομών». H Πολιτική Κοινωνιολογία προτείνει έννοιες που μπορούν να χρησιμεύσουν. Όπως π.χ. ο «μεταμορφισμός» (trasformismo), ιδίως με την έννοια που του δίνει ο Gramsci προκειμένου να αναλύσει διαδικασίες «εκσυγχρονισμού» χωρίς πραγματική ηγεμονία. Ή, αλλιώς, έναν εκσυγχρονισμό που ωθείται από τις διεθνείς τάσεις και τις συνεπαγόμενες εσωτερικές ανακατατάξεις λειτουργιστικής κυρίως υφής, χωρίς να καθοδηγείται από έναν ηγεμονικό μεταρρυθμιστικό πολιτικό φορέα. H έννοια αυτή είναι χρήσιμη για να αποδώσει τις ιστορικές καταστάσεις όπου εισάγονται οι «εύκολες» όψεις του διεθνούς εκσυγχρονισμού, ενώ προσκρούουν οι «δύσκολες», οι απαιτητικές, που ζητούν εμβάθυνση των αλλαγών.

ΜΑΖΙΚΕΣ ΜΕΤΩΠΙΚΕΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΙΣ

Το δεύτερο σενάριο - που περικλείεται σαν δυνατότητα στη συγκεκριμένη μορφολογία κράτους - κοινωνίας, ηγεσίας - μαζών - είναι ασφαλώς οι «πληβειακές» (plebiscitarian) μορφές πολιτικής κινητοποίησης ή λαϊκιστικών ξεσπασμάτων. Όπως επίσης η ροπή στην πόλωση, οι μαζικές μετωπικές συγκρούσεις όταν για διάφορους λόγους εξουδετερώνονταν θεσμοποιημένες διαδικασίες πολιτικής συνοχής.

Πιστεύω ότι τα δύο ενδεχόμενα σενάρια δίνουν μεγαλύτερο ερμηνευτικό εύρος στη δυναμική σχέση ηγεσιών - λαϊκής βάσης που αναδεικνύει ο Γ. Δερτιλής. Σε καμιά περίπτωση, όμως, δεν νομίζω ότι πρέπει να μετριάσουν τη γενική αναθεωρητική οπτική της εθνικής ιστορίας που αναδεικνύει. Απλώς θα πρέπει να εισάγουμε στο ερμηνευτικό «παράδειγμα» πρόσθετες μεταβλητές. Να εντοπίσουμε επιπλέον τρόπους, «μηχανισμούς» και δυναμικές, μέσα από τις οποίες η Ελλάδα παρακολούθησε τους μεγάλους μετασχηματισμούς της Νεωτερικότητας. Σε άλλον χώρο, πιο ευρύχωρο, εξέφρασα την άποψη - βασισμένη στην πρόσφατη πολιτική περίοδο - ότι θα πρέπει να δώσουμε περισσότερο αναλυτικό βάρος στον ρόλο της κεντρικής ηγεσίας και των ελίτ γενικότερα, καθώς επίσης και σε μια ορισμένη «μόνωση» της κεντρικής πολιτικής απόφασης από την κοινωνία των πολιτών. Μια ορισμένη συναινετική αυτονόμηση της πολιτικής ηγετικής απόφασης.

Σε κάθε περίπτωση, καλά διαβάσματα.

Εκτύπωση στις: 2024-12-06
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=617