Το νομοσχέδιο για τις αλλαγές στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση απασχόλησε τα ΜΜΕ για το σύστημα διοίκησης που προτείνει και τις αντιδράσεις που προκαλεί. Οι προτάσεις των φορέων της Πανεπιστημιακής κοινότητας (ΠΟΣΔΕΠ, Συγκλήτων, Πρυτάνεων) στα σοβαρά επιστημονικά θέματα που εγείρει δεν προβλήθηκαν. Η κ. Διαμαντοπούλου, με μια πολύ καλά οργανωμένη επικοινωνιακή εκστρατεία, προσπαθεί να πείσει την κοινωνία ότι το πρόβλημα των Πανεπιστημίων είναι η διοίκηση τους, τα φαινόμενα διαφθοράς και διαπλοκής και η έλλειψη λογοδοσίας.
Σκόπιμα, όμως, αποσιωπώνται οι κατατεθειμένες προτάσεις θεραπείας τους.
Αποσιωπάται το γεγονός ότι τα θέματα Εκπαίδευσης και Έρευνας, δηλαδή αυτά που συγκροτούν το Πανεπιστήμιο, απασχολούν ελάχιστα το σχέδιο νόμου. Οι όροι επιστημονικός κλάδος, γνωστικό αντικείμενο και έρευνα, αναφέρονται ελάχιστες φορές, και αν αντικατασταθούν πρύτανης, κοσμήτορας και φοιτητές με τους αντίστοιχους διευθυντές και πελάτες μιας επιχείρησης, είναι το οργανόγραμμα επιχείρησης που εποπτεύεται από το Δημόσιο.
Η σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίζονται τα θέματα της Εκπαίδευσης φαίνεται και με το σίριαλ που παίζεται με τα τμήματα. Τα τμήματα, δηλαδή, αυτά που διεθνώς αντιστοιχούν σε επιστημονικούς κλάδους, αρχικά καταργήθηκαν,μετά την κατακραυγή επανήλθαν κατά τελείως αντιεπιστημονικό τρόπο, (νέα κατακραυγή, καμία αντίδραση από το Υπουργείο) και στο παρά 5΄ επανέρχονται;
Ο καθορισμός των προγραμμάτων σπουδών από επιτροπή που ορίζει ο διορισμένος κοσμήτορας και όχι από τους διδάσκοντες που, κατά τεκμήριο, είναι οι πλέον αρμόδιοι είναι ένα πολύ σοβαρό θέμα γιατί σχετίζεται άμεσα με την ποιότητα των πτυχίων.
Αυτά και αρκετά άλλα δεν αποτελούν τις καλύτερες εγγυήσεις για τη «διασφάλιση της ποιότητας των σπουδών». Σε συνθήκες οικονομικής κρίσης φαίνεται ότι έχει προκριθεί η μετατροπή των Πανεπιστημίων σε Ινστιτούτα επαγγελματικής κατάρτισης και, μάλιστα, ταχύρρυθμης διότι προβλέπονται και διετείς σπουδές!
Είναι προφανές ότι η ελίτ για τις εγχώριες ανάγκες θα αναπαράγεται στα Πανεπιστήμια του εξωτερικού.
Η υποβάθμιση των σπουδών και των πτυχίων αντανακλάται και στις δυνατότητες που δίνονται στους καθηγητές πλήρους απασχόλησης για αύξηση των εισοδημάτων τους, έτσι που η απασχόληση τους στο Ίδρυμα να αποτελεί, πλέον, πάρεργο.
Η διαφαινόμενη μεγαλύτερη μείωση των αποδοχών τους με το νέο μισθολόγιο ανοίγει το δρόμο σε εξωπανεπιστημιακές δραστηριότητες και με το νόμο!
Η κατηγορία καθηγητών πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης που είχε προβλεφθεί δεν υπάρχει στην τελική εκδοχή. Γίνεται, έτσι, οικονομία και ικανοποιούνται και συμφέροντα.
Η έρευνα είναι και αυτή ο μεγάλος χαμένος στο σχέδιο νόμου. Μπορούμε να μιλάμε για Πανεπιστήμιο του 21ου αιώνα και υψηλό επίπεδο σπουδών χωρίς έρευνα; Αναφέρεται σε ελάχιστα άρθρα π.χ. αποστολή των ΑΕΙ (αρ.4 &1), στα κριτήρια αξιολόγησης (αρ 72 &1) κ.λπ. το κυριότερο όμως δεν αναφέρεται πουθενά χρηματοδότηση της έρευνας από εθνικούς πόρους. Οι διδάσκοντες, βεβαίως, αξιολογούνται με βάση το ερευνητικό τους έργο (αρ. 21). Στο ν/σ αναφέρονται μόνο τα Ευρωπαϊκά ερευνητικά προγράμματα. Αρκούν; Δεν υπάρχουν για όλους τους επιστημονικούς κλάδους και, κυρίως, για θέματα τοπικού ενδιαφέροντος.
Επιπλέον, νέοι ιδιαίτερα διδάσκοντες δεν θα μπορούν να συμμετάσχουν αν δεν έχουν ένα καλό βιογραφικό και χωρίς χρηματοδότηση της έρευνας δύσκολα θα το αποκτήσουν. Έλληνες του εξωτερικού, με πλούσια βιογραφικά στη δεδομένη συγκυρία δύσκολα θα έρθουν, όταν κυριαρχεί η μετανάστευση των νέων επιστημόνων. Καλλιεργείται η εντύπωση ότι η «μεταρρύθμιση» θα φέρει τα Πανεπιστήμια μας στη λίστα των 200 καλύτερων του κόσμου.
Τα κριτήρια σε αυτές τις κατατάξεις βασίζονται κατά 80% στις ερευνητικές επιδόσεις των Πανεπιστημίων (γεγονός που αποσιωπάται) και όχι στο σύστημα διοίκησης. Ενδεικτικό, επίσης, της υποβάθμισης της έρευνας είναι ότι καταργείται ο όρος Διδακτικό και Ερευνητικό Προσωπικό (ΔΕΠ), που είχε εισαχθεί στο νόμο 1268 του 1982, νόμο του ΠΑΣΟΚ.
Το ΠΑΣΟΚ φαίνεται να θέλει -και σε αυτό- να ξεχάσει τον «καλό» του εαυτό.
Συμπερασματικά, έχουμε ένα σχέδιο νόμου που ασχολείται σχεδόν αποκλειστικά με το σύστημα διοίκησης, το οποίο μπορεί να δημιουργήσει μεγαλύτερες εστίες διαπλοκής και διαφθοράς. Έχουμε ένα «λιτό» νόμο -πλαίσιο -όπως αρέσκεται να λέει η υπουργός- που αποτελείται από 82 άρθρα (!) σε 138 σελίδες και η «λιτότητα» του εξαντλείται με στρεβλό τρόπο στα θέματα της εκπαίδευσης και της έρευνας.
Μια ακόμα ευκαιρία για πραγματικές μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται το Πανεπιστημιακό μας σύστημα χάνεται. Κρίμα.
Εκτύπωση στις: 2024-12-03
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=6198