Τιτάνιο έργο με ανύπαρκτα περιθώρια εφησυχασμού
Δημήτρης Λιάκος, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2021-12-23
Η επανεμφάνιση του φαινομένου του πληθωρισμού και η αλλαγή των προσδοκιών σχετικά με τη διάρκεια της έντασής του επηρεάζουν τη στάση των σημαντικότερων κεντρικών τραπεζών. Βασικό στοιχείο των πρώτων μέτρων που αποφασίστηκαν είναι ο περιορισμός των προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης, ενώ σε άλλες περιπτώσεις, π.χ. σε Αγγλία και Νορβηγία, καταγράφηκαν οι πρώτες αυξήσεις των ονομαστικών επιτοκίων. Οσον αφορά τη στάση της ΕΚΤ, να υπογραμμιστεί ότι δεν προβλέπεται αύξηση των επιτοκίων το 2022. Η αδύναμη εικόνα της ευρωπαϊκής οικονομίας σε σύγκριση με ΗΠΑ και Κίνα, η διατήρηση των αρνητικών επιπτώσεων της πανδημίας, ιδιαίτερα μετά την εμφάνιση της μετάλλαξης Ομικρον που οδηγεί στη λήψη εκ νέου περιοριστικών μέτρων, αποτελούν βασικούς λόγους για τη συγκεκριμένη προσέγγιση από την ΕΚΤ. Ωστόσο η κυριότερη αιτία είναι η σημαντική αύξηση του δημόσιου χρέους, που σε ευρωπαϊκό μέσο όρο προσεγγίζει το 100% του ΑΕΠ και η αποφυγή της αύξησης του κόστους αναχρηματοδότησης, που υπό προϋποθέσεις θα μπορούσε να οδηγήσει σε επανάληψη της κρίσης χρέους που ταλάνισε την Ευρώπη την προηγούμενη δεκαετία. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται η απόφαση ειδικής αναφοράς στα ελληνικά ομόλογα προκειμένου να περιοριστεί ο κίνδυνος αμφισβήτησης της βιωσιμότητας του χρέους. Η εξαίρεση της Ελλάδας από το βασικό πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης εμπεριέχει την αποτροπής μιας προσφυγής ενώπιον του γερμανικού συνταγματικού δικαστηρίου λόγω του γεγονότος ότι η Ελλάδα δεν έχει το απαραίτητο rating για να συμπεριλαμβάνονται τα χρεόγραφά της στην επενδυτική βαθμίδα. Η θετική λύση που προκρίθηκε έχει δύο ακόμη στοιχεία που αξίζει να υπογραμμιστούν. Πρώτον, την ενσωμάτωση των διδαγμάτων της διαχείρισης των κρίσεων της τελευταίας δεκαπενταετίας από την ΕΚΤ (κυρίως από την κυρία Λαγκάρντ) στην κατεύθυνση εύρεσης κοινών και συνολικών λύσεων χωρίς εξαιρέσεις και «απόδοση» του στίγματος του «μαύρου προβάτου» σε οποιοδήποτε μέλος της ευρωζώνης. Δεύτερον, την έμμεση αναγνώριση των ελληνικών διαχρονικών προσπαθειών για την επίτευξη της δημοσιονομικής ισορροπίας και των θετικών επιδράσεων των αποφάσεων για τη διαχείριση του δημόσιου χρέους που ελήφθησαν προ τριετίας. Ωστόσο, υπάρχει ένα σημαντικό μέρος που αναλογεί στη χώρα μας και αφορά την προσπάθεια επαναφοράς της επενδυτικής βαθμίδας για τα ελληνικά χρεόγραφα. Απαραίτητα στοιχεία προς την εκπλήρωση του στόχου είναι η αποκατάσταση της δημοσιονομικής ευστάθειας (που θα εξαρτηθεί από τις εξελίξεις στα μέτωπα της πανδημίας και του πληθωρισμού), η πολλαπλασιαστική απορρόφηση των ευρωπαϊκών πόρων προκειμένου να επιτευχθούν υψηλότεροι και σταθεροί ρυθμοί ανάπτυξης σε βάθος χρόνου, η επίλυση των διαχρονικών μεταρρυθμιστικών εκκρεμοτήτων και η ενίσχυση των τραπεζικών ισολογισμών. Γίνεται αντιληπτό ότι μπροστά μας έχουμε τιτάνιο έργο και επομένως ανύπαρκτα περιθώρια εφησυχασμού.