Στην ετήσια έκθεσή του για τους κινδύνους που απειλούν τον κόσμο, το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ είχε περιλάβει, το 2021, στους δέκα σημαντικότερους κινδύνους για την επόμενη διετία, την «απογοήτευση των νέων»- εκείνων, κυρίως, που βρίσκονται στην ηλικιακή ζώνη 18-24. Βίωναν την δεύτερη μεγάλη κρίση της ζωής τους, μετά την Μεγάλη Ύφεση.
Συνέβη κάποτε στην Αρκαδία. Ένα Σάββατο βράδυ, παραμονή εκλογών, τα χωριά γέμισαν με αγγελτήρια θανάτου ενός υποψήφιου βουλευτή. Τα είχε τυπώσει και διανείμει ένας εσωκομματικός αντίπαλος, ώστε οι ψηφοφόροι να πάνε την επομένη στο εκλογικό τμήμα σίγουροι πως ο εκλιπών δεν έχει πια, εκεί που βρίσκεται, ανάγκη τον σταυρό προτίμησής τους. Εννοείται, πως ο μακαρίτης έχαιρε άκρας υγείας- τουλάχιστον μέχρι να καταμετρηθούν οι σταυροί.
Μέσα στην πολιτική θύελλα των ημερών, ίσα που ακούστηκε, θαμπός, ο ήχος μιας προειδοποιητικής βολής, ενός κώδωνος κινδύνου. Ήταν ένα άρθρο των Financial Times, που δημοσιεύθηκε την περασμένη Τρίτη, την ημέρα που ο Αλέξης Τσίπρας έφευγε από την ΑΔΑΕ με εκείνον τον λευκό φάκελλο, που εξελίχθηκε σε κάτι σαν το κουτί της Πανδώρας. Το άρθρο των F.T. αναγνώριζε πως η ελληνική οικονομία έχει κάνει «πελώρια πρόοδο», πως επιτυγχάνει ρυθμούς ανάπτυξης από τους ταχύτερους στην ευρωζώνη και πως «από καθαρά μακροοικονομική άποψη, η Ελλάδα έχει δικαίωμα να ελπίζει ότι θα αποκτήσει, μέσα στη χρονιά, την επενδυτική βαθμίδα». Αλλά, στην συνέχεια, προειδοποιούσε πως «η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας θα απαιτήσει κάτι περισσότερο από πρωτογενή πελονάσματα». Θα απαιτήσει, επίσης, «να δείξει η Ελλάδα ότι διαθέτει ισχυρούς θεσμούς και ανεξάρτητη δικαιοσύνη».
Η όλη ιστορία έχει έντονο το άρωμα του γελοίου. Ένας εβδομηκονταετής Γερμανός πρίγκιπας που ονειρεύεται από Ερρίκος ΙΓ΄ να γίνει Ερρίκος Η’ και να αναβιώσει, υπό το στέμμα του και από τον πύργο του στην Θουριγγία, το παλιό Ράιχ, θυμίζει περισσότερο τον κινηματογραφικό Μπρανκαλεόνε παρά μια σοβαρή απειλή. Κι η παρέα του;
Έχουμε υποστεί τόσο καταιγιστικό βομβαρδισμό κακών ειδήσεων και δυσοίωνων προφητειών για την υγεία της δημοκρατίας στον κόσμο, ώστε κρατιόμαστε από την παραμικρή υποψία καλής είδησης, σαν ναυαγοί από ένα ξύλο στον ωκεανό. Έστω και φτενό. Οι αμερικανικές εκλογές της περασμένης Τρίτης ήταν ένα τέτοιο σωσίβιο: Η Αμερική επιβεβαίωσε τον διχασμό της, αλλά το κόκκινο κύμα δεν σάρωσε. Η καμπάνια Τραμπ, που επιδίωξε να κάνει τον θρίαμβο των ακραίων MAGA υποψηφίων (που είχε καταφέρει να επιβάλει στο κόμμα του) πλατφόρμα εκτόξευσης της δικής του ρεβανσιστικής υποψηφιότητας, απέτυχε. Η Αμερική- και μαζί της ένα μεγάλο μέρος του κόσμου- ανάπνευσε με ανακούφιση.
Ο Τζον Μπέρκοου, επί μία δεκαετία Speaker, πρόεδρος της Βουλής των Κοινοτήτων, έχει μείνει αξέχαστος για τις πολύχρωμες γραβάτες και την χρωματιστή φωνή βαρύτονου, με την οποία προσπαθούσε να επιβάλει την τάξη στις πολύωρες και θορυβώδεις συνεδριάσεις των ημερών της κρίσης του Brexit. Θα άξιζε να τον θυμόμαστε και για μια αξιομνημόνευτη δήλωση με την οποία αποχαιρέτισε την Βουλή, όταν αποσύρθηκε από την πολιτική. Το Κοινοβούλιο, είχε πει, «είναι ένα υπέροχο μέρος, γεμάτο ανθρώπους που, στην συντριπτική πλειοψηφία τους, έχουν ως κίνητρο το κατά την αντίληψή τους εθνικό συμφέρον. Υποτιμώντας αυτό το Κοινοβούλιο βλάπτουμε τον εαυτό μας».
Όπου πηγαίνει η Ιταλία, σε λίγο θα βρεθεί κι η υπόλοιπη Ευρώπη. Το αξίωμα δεν επιβεβαιώνεται πάντοτε. Αλλά η αλήθεια είναι πως συχνά η Ιταλία αποδεικνύεται ένα πολιτικό εργαστήριο όπου δοκιμάζονται συνταγές που αργότερα εκτελούνται και σε άλλες εθνικές κουζίνες. Το ενδιαφέρον μας, συνεπώς, είναι κάτι περισσότερο από δικαιολογημένο: Πού πηγαίνει η Ιταλία;
Σαν οι σκοτεινοί ήρωες του Στιγκ Λάρσον να πέρασαν από το χαρτί των «νουάρ» μυθιστορημάτων στην εκλογική σκηνή. Οι εκλογές της περασμένης Κυριακής στην Σουηδία έφεραν στο προσκήνιο ένα κόμμα που, ως πρόσφατα, ζούσε στο περιθώριο, απομονωμένο και αποσυνάγωγο. Οι «Σουηδοί Δημοκράτες» ιδρύθηκαν στα τέλη της δεκαετίας του 80 από την συνένωση ομάδων του ακροδεξιού περιθωρίου, ανάμεσά τους νεοναζί και κυνηγοί μεταναστευτικών κεφαλών.
Tην ημέρα που εδώ, στην Πεντέλη, η φωτιά ερήμωνε καταπράσινους οικισμούς, στο Λονδίνο η πυροσβεστική υπηρεσία της πόλης ζούσε την χειρότερη μέρα της από τον καιρό του blitz, στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Το θερμόμετρο στην Βρετανία ανέβηκε στο υψηλότερο σημείο από τότε που τηρούνται μετεωρολογικά αρχεία. Δυο μέρες νωρίτερα, 25.000 άνθρωποι υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους, σε μία μόνον από τις μεγάλες πυρκαγιές των ημερών, στην Γαλλία. Στην Ισπανία και την Πορτογαλία, που αντιμετωπίζουν την μεγαλύτερη ξηρασία των τελευταίων 1200 χρόνων, ξεπέρασαν τους χίλους οι θάνατοι από τις φωτιές ή τον καύσωνα. Ένα δεύτερο κύμα καύσωνα, μέσα σε λιγότερο από ένα μήνα, πυρπολεί περιοχές της Ευρώπης άμαθες στην ζέστη. Ένας φονικός συνδυασμός μεγάλης ξηρασίας, υψηλών θερμοκρασιών και δυνατών ανέμων βασανίζει τις χώρες γύρω από την Μεσόγειο. Και οι πυρκαγιές σαρώνουν εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα και καταστρέφουν καλλιέργειες από τον Ατλαντικό ως το Αιγαίο.
Ο καγκελάριος της Αυστρίας το είπε καλύτερα απ’ όλους. Αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση και δεν τιθασευτεί ο πληθωρισμός -εξομολογήθηκε σε στελέχη του κόμματός του- υπάρχουν μόνον δύο επιλογές: Αλκοόλ ή ψυχοφάρμακα. Ο ήλιος του καλοκαιριού θα έπρεπε να ελαφραίνει κάπως την ατμόσφαιρα. Αλλά στον κόσμο της ευρωπαϊκής πολιτικής επικρατεί βαρυχειμωνιά. Ο Ντράγκι κινδυνεύει να παρασυρθεί σε μια δίνη πέντε αστέρων, ο Μακρόν βρέθηκε να παλεύει μ ένα εχθρικό κοινοβούλιο, ο ανοικονόμητος Μπόρις έπεσε με πάταγο και, γενικά, σε καμμιά ευρωπαϊκή πρωτεύουσα το πολιτικό καλοκαίρι δεν κυλά ήσυχα
«Εμείς στην Τουρκία συνδυάσαμε την παραδοσιακή ισλαμική μας κουλτούρα με τις κοσμικές και δημοκρατικές μας δομές. Αποδείξαμε ότι μια μουσουλμανική χώρα μπορεί να στρέψει το πρόσωπο προς την Δύση και να ενσωματωθεί στον Δυτικό κόσμο».
Ο Σάιμον Κούπερ, αρθρογράφος των Financial Times και συγγραφέας ενός από τα ωραιότερα βιβλία για το ποδόσφαιρο που έχω διαβάσει (Football against the enemy- για όποιον ενδιαφέρεται), ζει στο Παρίσι. Λίγα βήματα από το σπίτι του είναι ένα παλιό καφέ που ονομάζεται Le Progres. Η Πρόοδος.