H κυβέρνηση κρέμεται από μια κλωστή: Κάποιοι θα ήθελαν, αλλά δεν... Η χώρα κρέμεται από μια κλωστή, αλλά έχουν γνώση οι φύλακες και δεν θα την αφήσουν να κοπεί. Η κυβερνώσα αριστερά, η Δημοκρατική Αριστερά είναι εδώ, εδώ όπου συμβαίνει, εδώ όπου οι συγκρούσεις έχουν νόημα και παράγουν πολιτική. Η χώρα πρέπει να μείνει στο Ευρώ, έχει ανάγκη τις δόσεις της τρόικας, πρέπει να επιτύχει την απαιτούμενη δημοσιονομική προσαρμογή, πρέπει να αποκτήσει και πάλι τραπεζικό σύστημα, πρέπει να κάνει μεταρρυθμίσεις εκ βάθρων. Χρειάζεται θεραπεία, αλλά δεν πρέπει και να πεθάνει από ακραίες συνταγές που θέλουν να της επιβάλουν.
Στη φάση που βρισκόμαστε, η χώρα εγκυμονεί τη μεταρρύθμισή της. Συντηρητικές δυνάμεις της Δεξιάς και της Αριστεράς πασχίζουν να εμποδίσουν τη γέννηση του καινούργιου, ενώ εκσυγχρονιστικές δυνάμεις της Δεξιάς και της Αριστεράς πασχίζουν για το αντίθετο. Η έκβαση αυτής της μάχης, θα καθορίσει εν πολλοίς και την τύχη της χώρας. Αν υπερισχύσουν οι δυνάμεις της συντήρησης, η χώρα θα αναγκαστεί να εγκαταλείψει το Ευρώ, με απρόβλεπτες συνέπειες για την ευημερία των πολιτών της, αλλά και τη συνοχή της Ευρωζώνης.
Η επικέντρωση των συζητήσεων γύρω από το πρόβλημα της διοίκησης των πανεπιστημίων, με αφορμή το πρόσφατο σχέδιο νόμου, μόνο κακό κάνει στην υπόθεση της ανώτατης εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Και αυτό γιατί, παραμερίζει το πρόβλημα των σπουδών, την ουσία δηλαδή της εκπαίδευσης. Με ή χωρίς συγκεντρωτική διοίκηση, με ή χωρίς άμεσα εκλεγμένα, από το σύνολο του ΔΕΠ, όργανα, το πανεπιστήμιο θα διοικηθεί με κάποιο τρόπο και θα λειτουργήσει. Το ζήτημα είναι αν θα λειτουργήσει προς όφελος των ανθρώπων της εργασίας, προς όφελος του κοινωνικού συνόλου.
Είναι τουλάχιστον αστεία η προσπάθεια αριστερών και δεξιών να εμφανίσουν με κάθε τρόπο το ελληνικό δημόσιο χρέος ως παράνομο και απεχθές. Πέρα από το γεγονός ότι ποτέ στα διεθνή δικαστήρια δεν έχει χρησιμοποιηθεί αυτός ο όρος, δηλαδή το «odious debt», δεν μπορεί κανείς σοβαρός άνθρωπος να ισχυριστεί ότι το ελληνικό χρέος που ανέλαβαν νόμιμες και ισχυρές ελληνικές κυβερνήσεις, εν καιρώ ειρήνης, είναι παράνομο.
Στη χώρα της υπερβολής στήθηκε ένα ακόμα πανηγύρι. Κομματάρχες, δήμαρχοι, παπάδες, δάσκαλοι, γονείς και τοπικές κοινωνίες επαναστατούν. Σηκώνουν μαύρες σημαίες, κλείνουν δρόμους, κάνουν καταλήψεις. Απαιτούν να μην γίνει καμιά συγχώνευση κανενός σχολείου. Στο χωριό, θέλουν τη δασκάλα τους, στη γειτονιά, το γυμνάσιό τους. Για το γεγονός ότι πληρώνουν αδρά κάθε χρόνο στα φροντιστήρια δεν τους είδα να επαναστατούν. Αλλά αυτό είναι μιας άλλης κουβέντας θέμα.
Το συνέδριο της ΠΟΣΔΕΠ έληξε εν μέσω αντεγκλήσεων, ενστάσεων επί της διαδικασίας, ψηφοφοριών, αποχωρήσεων μετά καταγγελιών για κυβερνητικό συνδικαλισμό και άλλα τέτοια γλαφυρά που φέρουν την υπογραφή του συνδικαλισμού made in Greece σε μακρύ μεταπολιτευτικό περιβάλλον. Δεν ευτύχησε να έχει τη δημοσιότητα που του έπρεπε. Η κοινωνία δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται, κακώς κατά τη γνώμη μου.
Θα ξεκινήσω με μια ανέκδοτη αλλά πραγματική ιστορία.
Το 2004 πέρασα τα περίφημα ΠΕΚ ως νεοδιόριστος εκπαιδευτικός. Δηλαδή παρακολούθησα ένα πρόγραμμα εισαγωγικής επιμόρφωσης, τρομάρα της. Σχολικοί σύμβουλοι, και «έμπειροι» εκπαιδευτικοί μας βύθιζαν επί 4 5ώρες την ημέρα στα πιο βαθιά χασμουρητά. Κοινοτυπίες και ασυναρτησίες σε συσκευασία «έχω μια τάση προς εμετό». Σκάει και σύμβουλος Φυσικός, με συγγραφική πείρα σε σχολικά βιβλία και καθώς κάνει και αυτός το νούμερό του, υπόσχεται συνεχώς στους νέους, ότι στο τέλος θα παρουσιάσει το νέο μοντέλο επίλυσης προβλημάτων Φυσικής που εκπονήθηκε από το ΜΙΤ of USA.
Κάτι κακό στήνεται και πάλι εκεί έξω για τα ελληνικά πανεπιστήμια. Ένας νέος κύκλος βίας φαίνεται ν’ αρχίζει. Και δεν είναι η βία που τρομάζει. Είναι ο αποπροσανατολισμός που επιχειρείται. Αντί η πανεπιστημιακή κοινότητα να συνεισφέρει ουσιαστικά στο διάλογο που ανοίγεται από την πολιτεία για την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, θα καταλήξει να υπερασπίζεται αυτήν την ίδια την ύπαρξη των σχολών.
Η επίθεση των μελών της ΚΝΕ στον πρόεδρο του τμήματος των μηχανολόγων στο ΑΠΘ, οι καταλήψεις αρκετών σχολών, η πορεία στο κέντρο της Αθήνας των φοιτητών της Φιλοσοφικής προμηνύουν ένα καυτό χειμώνα. Το 2008 φαίνεται να επαναλαμβάνεται και δεν θα είναι φάρσα. Mόνο που τώρα η οικονομική κρίση είναι σε εξέλιξη και ένας πόλεμος θα μετατρέψει τη χώρα σε ερείπια.
Οι δηλώσεις του πρωθυπουργού και της υπουργού Παιδείας στους Δελφούς εγκαινιάζουν ένα φιλόδοξο πρόγραμμα μιας συνολικής εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης στην τριτοβάθμια και όχι μόνο, εκπαίδευση. Ήταν καιρός να καταλάβει η πολιτειακή ηγεσία της χώρας ότι η κρίση της κοινωνίας μας είναι δομική και ως τέτοια άπτεται του αναχρονιστικού μοντέλου εκπαίδευσης που χρόνια τώρα μας δυναστεύει.
To μεταπολιτευτικό μοντέλο με τις όποιες επιδιορθώσεις του έχει τελειώσει από καιρό. Είναι αδύνατο να προχωρήσουμε, με διαλέξεις σε αμφιθέατρα, με σπουδές από απόσταση, με μαθήματα που κατοχυρώνονται μόνο με γραπτές εξετάσεις, με πτυχιακές εργασίες που αγοράζονται, με οργανωμένα συστήματα αντιγραφής, με πτυχία που συχνά είναι καρποί συνδιαλλαγής.
Η ανακοίνωση των βάσεων εισαγωγής «αποκάλυψε» πράγματα ήδη γνωστά στην εκπαιδευτική κοινότητα.
1. Υπάρχουν μαθητές πολλών ταχυτήτων που κυμαίνονται από 19,9 έως 0,9. Μαθητές με ικανότητες και οικογενειακή στήριξη που έχουν στόχους και εργάζονται σκληρά και εισάγονται σε αξιοπρεπείς, για τα ελληνικά δεδομένα, σχολές και μαθητές αδύναμους, αδιάφορους, που συμμετέχουν στις εξετάσεις για πλάκα και εισάγονται σε σχολές της πλάκας. Φυσιολογικά πράγματα. Σίγουρα το ταξικό στοιχείο παίζει το ρόλο του χωρίς να είναι απόλυτα καθοριστικό. Tα παιδιά της μεσαίας και ανώτερης τάξης έχουν πρόσβαση σε καλύτερα άρα και ακριβότερα φροντιστήρια, ζουν σε καλύτερες περιοχές και φοιτούν σε καλύτερα δημόσια ή και ιδιωτικά σχολεία, έχουν πιθανά μορφωμένους γονείς και φυσικά δημόσιες σχέσεις.
Τα σχολεία φέτος θα ανοίξουν μέσα σε καθεστώς γενικότερης οικονομικής και κυρίως πολιτιστικής κρίσης. Οι αλλαγές στη διαχείριση του εκπαιδευτικού προσωπικού που νομοθέτησε το υπουργείο στοχεύουν αποκλειστικά στη μείωση του κόστους λειτουργίας του σχολείου, με το διορισμό λιγότερων εκπαιδευτικών. Ο κίνδυνος να ανοίξουν τα σχολεία χωρίς το απαραίτητο εκπαιδευτικό δυναμικό είναι ορατός κυρίως από το Νοέμβριο και μετά, όταν θα φύγουν και ουσιαστικά όσοι έχουν κάνει αίτηση συνταξιοδότησης. Η συνδικαλιστική ηγεσία και τα κόμματα που την καθοδηγούν περιμένουν να σπεκουλάρουν πάνω στη δύσκολη κατάσταση, να οδηγήσουν τα πράγματα στα άκρα, ελπίζοντας να καρπωθούν τα γνωστά μικροκομματικά οφέλη.