Με ποιόν να πας και ποιόν ν’ αφήσεις
Γιώργος Μπράμος, Μεταρρύθμιση, Δημοσιευμένο: 2018-05-11

Διαπιστώνω εσχάτως, πως ορισμένοι έχουν ανακαλύψει την μήτρα της σημερινής ελληνικής κακοδαιμονίας. Είναι η ηγεμονία της Αριστεράς. Από τον μπουμπούκο που ολοφύρεται για το άβατο των Εξαρχείων, ως τον νέο του αρχηγό και βιαστικό αυριανό πρωθυπουργό κ. Σαμαρά, (πως θα γίνει αυτό, με ποσοστά κάτω από 30%, ο θεός και η ψυχή του), ο οποίος θεωρεί πως οι Έλληνες διαχωρίζονται σε πιστούς ή αρνητές της Ρεπούση, από σοβαρούς αναλυτές, που συγχέουν τον διάλογο, την συνεννόηση και τον ευρωπαϊσμό, με την υποταγή στον νεο-φιλελευθερισμό της τρόικα, μέχρι νεο-διανοούμενους του ορθολογισμού,
Ο Ιταλός νομπελίστας Ντάριο Φο, στο έργο του Mistero buffo, τέλη του ’60, αρχές του ’70, μια θεατρική, σατιρική παρλάτα, αποδίδει στον Ιταλό Κομμουνιστή ηγέτη Παλμίρο Τολιάτι, μια φράση. «Δεν θα κάνουμε, όπως οι Έλληνες σύντροφοι». Είναι οι δραματικές ώρες της δολοφονικής απόπειρας εναντίον του Γραμματέα του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, με δράστη ένα νεαρό φοιτητή, από την Κατάνια της Σικελίας. Οι κομμουνιστές είχαν κατέβει στους δρόμους της Ρώμης και άλλων κόκκινων πόλεων, οι παρτιζάνοι είχαν ξεθάψει τα όπλα της Αντίστασης, ο κίνδυνος του εμφυλίου πολέμου ήταν άμεσος.
Είναι πολύ της μόδας τώρα τελευταία να είμαστε ή να παριστάνουμε τους οπαδούς του «ορθού λόγου» και, κυρίως, να ταυτίζουμε αυτήν την επιλογή με τον αντικρατισμό. Άλλωστε τα λαμόγια και οι κηφήνες του ευρύτερου δημόσιου τομέα φρόντισαν να προκαλέσουν μια τέτοια ταύτιση.
Σε περιόδους κρίσης είναι συνηθισμένο να βρίσκουμε μια σχετικά οφθαλμοφανή εξήγηση για τους δρόμους που οδήγησαν στην καταστροφή και εκεί πάνω να εξαντλείται όλος ο θρήνος. Ποιος ευθύνεται για το σημερινό αδιέξοδο;
Ποιοι και πώς μας έφεραν ώς εδώ; Υπήρχε εναλλακτική λύση ή όλα ήταν, εκ των πραγμάτων, δρομολογημένα; Οι Έλληνες είναι πράγματι τα τσογλάνια με τα πούρα και τις Cayenne; Η ωραία μας χώρα βρίσκεται στο στόχαστρο σκοτεινών κύκλων; Οι δημόσιοι υπάλληλοι πεθαίνουν από ανία; Όλα οφείλονται στη νεοφιλελεύθερη Ευρώπη, στις μυωπικές και δογματικές πολιτικές της; Και, κυρίως, τελείωσε η μεταπολίτευση και τι ήταν η μεταπολίτευση που τέλειωσε και τι άλλο θα έρθει στη θέση της;
Ο αείμνηστος Τάκης Λαμπρίας είχε επισημάνει κάποτε πως το μεγάλο τραύμα που άφησε στη χώρα η Δικτατορία της 21ης Απριλίου δεν ήταν τόσο οικονομικό, πολιτικό ή κοινωνικό, αλλά πρωτίστως πολιτιστικό. Προεκτείνοντας λίγο αυθαίρετα και σχηματικά εκείνη τη σκέψη, θα συμπλήρωνα πως το τραύμα βάθυνε και κακοφόρμισε στα χρόνια της μεταπολίτευσης. Με κορύφωση τους τρόπους, τις συμπεριφορές, τη στάση και την αντίληψη για τη ζωή, την επιβίωση και την καθημερινότητα που έχει πλέον (τελεσίδικα και μη αναστρέψιμα;) επιβάλει η ιδιωτική τηλεόραση.
Εντάξει, χθες είχε 8 Μαρτίου και γιορταζόταν η Μέρα της Γυναίκας. Ακούσαμε πάλι για δικαιώματα, ισότητα των φύλων και τους ύμνους για τη μάνα, αδελφή, φίλη, σύζυγο και ερωμένη. Θυμήθηκα με την ευκαιρία κάποιες επώνυμες, που θέλουν να κυβερνήσουν τον τόπο, να δυσφορούν με το φεμινιστικό κίνημα, άλλες να αποστρέφουν το βλέμμα από το παρελθόν, όταν γυναίκες έκαιγαν τα σουτιέν τους και κήρυτταν τον πόλεμο στα ανδρικά σκουλήκια (μεταφορικά και κυριολεκτικά), η καταδίκη εκείνης, της ακραίας εκδοχής του φεμινισμού, θεωρείται σήμερα σαν μια αναγκαστική δήλωση μετανοίας
Διαβάζω πως η Ευρώπη μάς πιέζει αφάνταστα, πως δεν μας χαρίζεται και δεν μας συγχωρεί για τις αμαρτίες μας, πως ο παλιός ανθελληνισμός επανακάμπτει. Αυτό που μετράει είναι το δικό τους συμφέρον. Κανείς δεν μας αγαπάει και δεν μας προστατεύει πραγματικά και ανιδιοτελώς· όλοι, τώρα στην ανάγκη μας, θέλουν να μας πιουν το αίμα. Στο ίδιο πάνω-κάτω πνεύμα είναι και άλλοι, που θεωρούν ότι ήρθε ο καιρός της ανυπακοής σε μια Ευρώπη που μας καταπιέζει και θέλει να μας δει ρακένδυτους, να ξαναγινόμαστε μετανάστες στις φάμπρικες της Γερμανίας - όπως λέει και το τραγούδι.
Ο προπάππος μου, παππούς της μάνας μου, είχε ξενιτευθεί στην Αμερική, στις ΗΠΑ, στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Δούλεψε στην κατασκευή σιδηροδρομικών γραμμών -δέκα και τόσα χρόνια δεν είδε τίποτε άλλο από δάση, λιβάδια, λίμνες, την απεραντοσύνη της αμερικανικής ενδοχώρας. Δεν πάτησε το πόδι του σε πόλη, δεν συναναστράφηκε άλλους ανθρώπους, εκτός από τους εργάτες του εργοταξίου όπου δούλευε. Οι περισσότεροι απʼ αυτούς ήταν Κινέζοι, οι υπόλοιποι Έλληνες από την ορεινή Αρκαδία· ο προπάππος έλεγε πως δεν αισθανότανε ξένος, είχε πατριωτάκια να μιλήσει.
Όταν οι πολέμιοι του νομοσχεδίου για τους μετανάστες επιδιώκουν να αγνοήσουν ή να αποφύγουν το κεντρικό ερώτημα αυτής της υπόθεσης που συνδέεται με τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, πετάνε τη μνημειώδη μπαρούφα για «τους μετέχοντες της ημετέρας (ελληνικής) παιδείας». Φαίνεται πως η συμμετοχή στην ελληνική παιδεία είναι απαραίτητη και αναγκαία προϋπόθεση για να αποκτήσει ένα παιδί που γεννήθηκε εδώ, που μεγάλωσε και πήγε σχολείο εδώ, την ελληνική ιθαγένεια.