Η Δημοκρατική Αριστερά και το πολιτικό σκηνικό
Νίκος Μουζέλης, Το Βήμα της Κυριακής, Δημοσιευμένο: 2010-07-25
Στο πλαίσιο του σημερινού κομματικού τοπίου νομίζω ότι η νεοϊδρυθείσα Δημοκρατική Αριστερά μπορεί να έχει σημαντικό ρόλο. Τα δύο μεγάλα κόμματα έχουν πλήρως απαξιωθεί λόγω σκανδάλων και διαπλοκής. Επιπλέον τα πελατειακά χαρακτηριστικά τους, όσο και αν οι τωρινοί αρχηγοί τους προσπαθούν, δεν μπορούν εύκολα να τα αμβλύνουν. Και το βαθύ ΠαΣοΚ και το γαλάζιο αντίστοιχό του καλά κρατούν.
Περνώντας στα υπόλοιπα κόμματα, ο ΛΑΟΣ, παρ΄ όλα τα διογκούμενα μεταναστευτικά προβλήματα και την οικονομική κρίση- που σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες οδήγησε στη θεαματική άνοδο της ξενοφοβικής Δεξιάς-, δεν φαίνεται να αυξάνει τη δημοτικότητά του. Βέβαια η στροφή της ΝΔ, υπό τον νέο αρχηγό της, προς τον πατριωτικό λαϊκισμό δυσχεραίνει ακόμη πιο πολύ τη θέση του κόμματος του κ. Καρατζαφέρη.
Οσο για τα αριστερά κόμματα, η σταλινική δομή, ο βαρετός/ξύλινος λόγος, η περιφρόνηση της «αστικής» δημοκρατίας, η έλλειψη ρεαλιστικών προτάσεων για την υπέρβαση της κρίσης, καθώς και η συστηματική προσπάθεια υπόσκαψης της ήδη σε κίνδυνο κατάρρευσης οικονομίας, αποκλείουν την παραπέρα ανάπτυξή του. Τέλος, ο ΣΥΡΙΖΑ, όσο έχει στους κόλπους του «συνιστώσες» που είτε είναι εναντίον της ΕΕ είτε υποστηρίζουν έμμεσα ή άμεσα αντιεξουσιαστικές δυνάμεις, δεν έχει καμία πιθανότητα να ξεπεράσει τα χαμηλά ποσοστά του. Επιπλέον η κίνηση Αλαβάνου αποδυναμώνει περισσότερο τον ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς να δημιουργεί σοβαρές προοπτικές μιας αριστερής «αναγέννησης». Στα μάτια των περισσότερων πολιτών αυτή η κίνηση έχει να κάνει λιγότερο με ιδεολογικές διαφορές και περισσότερο με την προσωπική κόντρα Τσίπρα- Αλαβάνου, δηλαδή με μια διαμάχη που οι εσφαλμένες επιλογές του τελευταίου δημιούργησαν.
Αν τα παραπάνω ισχύουν, οι αντικειμενικές συνθήκες είναι ευνοϊκές για ένα νέο κόμμα της Αριστεράς που από τη μια μεριά δεν εμπλέκεται στα σκάνδαλα, ενώ από την άλλη αποφεύγει τον αυτιστικό δογματισμό του ΚΚΕ και τις δαιδαλώδεις και αντιφατικές τάσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Βέβαια οι παραπάνω ευνοϊκές συνθήκες δεν είναι από μόνες τους ικανές να εξασφαλίσουν την επιτυχία του νέου κομματικού σχηματισμού. Αυτή θα εξαρτηθεί από το προσωπικό που θα το στελεχώσει, το ιδεολογικό πρόγραμμα και τη στρατηγική που θα ακολουθήσει τους μήνες που έρχονται.
Σε ό,τι αφορά το πολιτικό προσωπικό, για τη στιγμή λείπει μια χαρισματική προσωπικότητα που, με δεδομένο τον προσωποπαγή χαρακτήρα των περισσότερων ελληνικών κομμάτων, θα μπορούσε να δώσει μια καθοριστική ώθηση στα αρχικά στάδια. Παρ΄ όλη την εντιμότητα και τον δυναμισμό του Φώτη Κουβέλη, ο πρόωρος θάνατος του Μιχάλη Παπαγιαννάκη και η προχωρημένη ηλικία του Λεωνίδα Κύρκου δημιουργούν ένα σημαντικό κενό. Σε ό,τι αφορά τα κομματικά στελέχη και τους οπαδούς/φίλους, το νέο κόμμα θα έχει σίγουρα απήχηση στους ανένταχτους, στους πανεπιστημιακούς και σε πολλές προσωπικότητες στον χώρο της τέχνης και των γραμμάτων. Οσο για το ιδεολογικό πρόγραμμα, τα πρώτα δείγματα γραφής δείχνουν μια προσπάθεια αποφυγής του αριστερού δογματισμού από τη μια μεριά και της αοριστολογίας από την άλλη. Τέλος, στο επίπεδο της στρατηγικής, εδώ οι επόμενες κινήσεις θα παίξουν καθοριστικό ρόλο- κυρίως η προσπάθεια συμμαχίας με το κόμμα της Οικολογίας με το οποίο η Δημοκρατική Αριστερά συγγενεύει.
Τελειώνοντας θέλω να υπογραμμίσω ότι ακόμη και αν το νέο κόμμα πετύχει να καλύψει το κενό που οι σημερινές συνθήκες έχουν δημιουργήσει, αυτό δεν θα σημαίνει αναγκαστικά την αρχή του τέλους του δικομματισμού. Και αυτό για δύο λόγους. Πρώτον, οι πελατειακά προσανατολισμένοι ψηφοφόροι, δηλαδή αυτοί που θεωρούν την ψήφο τους μια συναλλαγή πάτρωνα και πελάτη, δεν θα θελήσουν να «χάσουν» την ψήφο τους υποστηρίζοντας ένα μη εξουσίας κόμμα. Δεύτερον, πολλοί θεωρούν ότι οι κομματικές συμμαχίες αποτυγχάνουν στη χώρα μας. Με δεδομένη την άκρως συγκρουσιακή ελληνική πολιτική κουλτούρα και τη διαδεδομένη ιδέα πως συμμαχία σημαίνει «προδοσία», δεν είναι περίεργο που ένας μεγάλος αριθμός ψηφοφόρων πιστεύει ότι οι συμμαχικές κυβερνήσεις οδηγούν στην ακυβερνησία. Μακάρι η Δημοκρατική Αριστερά να διαψεύσει τους παραπάνω φόβους.
Περνώντας στα υπόλοιπα κόμματα, ο ΛΑΟΣ, παρ΄ όλα τα διογκούμενα μεταναστευτικά προβλήματα και την οικονομική κρίση- που σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες οδήγησε στη θεαματική άνοδο της ξενοφοβικής Δεξιάς-, δεν φαίνεται να αυξάνει τη δημοτικότητά του. Βέβαια η στροφή της ΝΔ, υπό τον νέο αρχηγό της, προς τον πατριωτικό λαϊκισμό δυσχεραίνει ακόμη πιο πολύ τη θέση του κόμματος του κ. Καρατζαφέρη.
Οσο για τα αριστερά κόμματα, η σταλινική δομή, ο βαρετός/ξύλινος λόγος, η περιφρόνηση της «αστικής» δημοκρατίας, η έλλειψη ρεαλιστικών προτάσεων για την υπέρβαση της κρίσης, καθώς και η συστηματική προσπάθεια υπόσκαψης της ήδη σε κίνδυνο κατάρρευσης οικονομίας, αποκλείουν την παραπέρα ανάπτυξή του. Τέλος, ο ΣΥΡΙΖΑ, όσο έχει στους κόλπους του «συνιστώσες» που είτε είναι εναντίον της ΕΕ είτε υποστηρίζουν έμμεσα ή άμεσα αντιεξουσιαστικές δυνάμεις, δεν έχει καμία πιθανότητα να ξεπεράσει τα χαμηλά ποσοστά του. Επιπλέον η κίνηση Αλαβάνου αποδυναμώνει περισσότερο τον ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς να δημιουργεί σοβαρές προοπτικές μιας αριστερής «αναγέννησης». Στα μάτια των περισσότερων πολιτών αυτή η κίνηση έχει να κάνει λιγότερο με ιδεολογικές διαφορές και περισσότερο με την προσωπική κόντρα Τσίπρα- Αλαβάνου, δηλαδή με μια διαμάχη που οι εσφαλμένες επιλογές του τελευταίου δημιούργησαν.
Αν τα παραπάνω ισχύουν, οι αντικειμενικές συνθήκες είναι ευνοϊκές για ένα νέο κόμμα της Αριστεράς που από τη μια μεριά δεν εμπλέκεται στα σκάνδαλα, ενώ από την άλλη αποφεύγει τον αυτιστικό δογματισμό του ΚΚΕ και τις δαιδαλώδεις και αντιφατικές τάσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Βέβαια οι παραπάνω ευνοϊκές συνθήκες δεν είναι από μόνες τους ικανές να εξασφαλίσουν την επιτυχία του νέου κομματικού σχηματισμού. Αυτή θα εξαρτηθεί από το προσωπικό που θα το στελεχώσει, το ιδεολογικό πρόγραμμα και τη στρατηγική που θα ακολουθήσει τους μήνες που έρχονται.
Σε ό,τι αφορά το πολιτικό προσωπικό, για τη στιγμή λείπει μια χαρισματική προσωπικότητα που, με δεδομένο τον προσωποπαγή χαρακτήρα των περισσότερων ελληνικών κομμάτων, θα μπορούσε να δώσει μια καθοριστική ώθηση στα αρχικά στάδια. Παρ΄ όλη την εντιμότητα και τον δυναμισμό του Φώτη Κουβέλη, ο πρόωρος θάνατος του Μιχάλη Παπαγιαννάκη και η προχωρημένη ηλικία του Λεωνίδα Κύρκου δημιουργούν ένα σημαντικό κενό. Σε ό,τι αφορά τα κομματικά στελέχη και τους οπαδούς/φίλους, το νέο κόμμα θα έχει σίγουρα απήχηση στους ανένταχτους, στους πανεπιστημιακούς και σε πολλές προσωπικότητες στον χώρο της τέχνης και των γραμμάτων. Οσο για το ιδεολογικό πρόγραμμα, τα πρώτα δείγματα γραφής δείχνουν μια προσπάθεια αποφυγής του αριστερού δογματισμού από τη μια μεριά και της αοριστολογίας από την άλλη. Τέλος, στο επίπεδο της στρατηγικής, εδώ οι επόμενες κινήσεις θα παίξουν καθοριστικό ρόλο- κυρίως η προσπάθεια συμμαχίας με το κόμμα της Οικολογίας με το οποίο η Δημοκρατική Αριστερά συγγενεύει.
Τελειώνοντας θέλω να υπογραμμίσω ότι ακόμη και αν το νέο κόμμα πετύχει να καλύψει το κενό που οι σημερινές συνθήκες έχουν δημιουργήσει, αυτό δεν θα σημαίνει αναγκαστικά την αρχή του τέλους του δικομματισμού. Και αυτό για δύο λόγους. Πρώτον, οι πελατειακά προσανατολισμένοι ψηφοφόροι, δηλαδή αυτοί που θεωρούν την ψήφο τους μια συναλλαγή πάτρωνα και πελάτη, δεν θα θελήσουν να «χάσουν» την ψήφο τους υποστηρίζοντας ένα μη εξουσίας κόμμα. Δεύτερον, πολλοί θεωρούν ότι οι κομματικές συμμαχίες αποτυγχάνουν στη χώρα μας. Με δεδομένη την άκρως συγκρουσιακή ελληνική πολιτική κουλτούρα και τη διαδεδομένη ιδέα πως συμμαχία σημαίνει «προδοσία», δεν είναι περίεργο που ένας μεγάλος αριθμός ψηφοφόρων πιστεύει ότι οι συμμαχικές κυβερνήσεις οδηγούν στην ακυβερνησία. Μακάρι η Δημοκρατική Αριστερά να διαψεύσει τους παραπάνω φόβους.