Ο μπροστάρης Μίκης
Γιώργος Γιαννουλόπουλος, Η Εφημερίδα των Συντακτών, Δημοσιευμένο: 2021-09-18
Αυτά τα λόγια του Σεφέρη μου έφεραν στον νου οι δηλώσεις από μυριάδες επώνυμους και ανώνυμους με αφορμή τον θάνατο του Μίκη Θεοδωράκη και με έκαναν να σκεφτώ πόσο μοιάζουν οι εν λόγω δύο ταγοί. (Είμαι βέβαιος ότι θα αποδέχονταν τον χαρακτηρισμό.) Αμφότεροι larger than life –δεν μπορώ να βρω αντίστοιχη έκφραση στα ελληνικά–, πληθωρικοί, λαλίστατοι, εγωκεντρικοί, με υπερβολικά μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους και την αξία τους. Αμφότεροι κορυφαίοι στην τέχνη τους και αμφιλεγόμενοι στα υπόλοιπα.
Ο Θεοδωράκης σίγουρα δεν έλεγε ανοησίες. Και σίγουρα μας άγγιξε όλους με τη μουσική του. Αν παρακολουθήσουμε όμως την πορεία του στην πολιτική, ιδίως από τη μεταπολίτευση και μετά, όπως την κατέγραψε ο Τάσος Κωστόπουλος στην «Εφημερίδα των Συντακτών» το περασμένο Σάββατο με τίτλο «Ο άλλος Μίκης», θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι ήταν επιεικώς αλλοπρόσαλλη. Για να το πω διαφορετικά, αν τα έκανε κάποιος άλλος, θα τον παίρναμε με τις πέτρες. Με μια εντυπωσιακή ευκολία, ως υπερκομματικός και ανιδιοτελής καθοδηγητής που δεν τον ενδιαφέρει η προβολή ή οτιδήποτε ευτελές άλλο, περνούσε από τη μια παράταξη στην άλλη αποδοκιμάζοντας τους πρώην συντρόφους του και ενστερνιζόμενος την πολιτική των νυν. Και σε όλες τις περιπτώσεις, μας διαβεβαίωνε πως το έκανε γιατί αυτό υπαγόρευε το καλό του τόπου. Εμμεσα, την «κινητικότητά» του την παραδέχθηκαν πολλοί από εκείνους που είχαν κάτι να πουν με αφορμή τον θάνατό του. Η αμηχανία τους ήταν εμφανής: κρατάμε τη μουσική και τη συγκίνηση που μας έδωσε όλα αυτά τα χρόνια, ουδείς τέλειος, ο μεγάλος αντιφατικός…
Αν μείνουμε στις πολιτικές επιλογές του Θεοδωράκη, οι επικρίσεις που δέχθηκε ευσταθούν. Ναι, η μεταπήδηση από την Αριστερά και το ΚΚΕ στη Νέα Δημοκρατία, ή η παρουσία του στο συλλαλητήριο με τους Ελληναράδες για τη Μακεδονία και η δήλωσή του ότι πεθαίνει κομμουνιστής δεν είναι πράξεις συμβατές και συνιστούν μια τεράστια αντίφαση που κανείς άλλος δεν θα μπορούσε να διαπράξει ατιμωρητί. Αν όμως ανιχνεύσουμε τα αίτια, το τι τον έκανε να φέρεται έτσι, θα διαπιστώσουμε ότι κατά βάθος ο Μίκης αποδεικνύεται όχι αντιφατικός αλλά απόλυτα συνεπής. Διότι ουδέποτε παρεξέκλινε από την εξής θεμελιακή αρχή: ότι δεν ήταν ένας απλός αγωνιστής, αλλά πρωταγωνιστής. Οτι ήταν μπροστάρης.
Η έννοια του «μπροστάρη» παραπέμπει σε δύο διαφορετικούς ρόλους. Ο πρώτος και πιο συνηθισμένος είναι ο λεβέντης που μπαίνει μπροστά για να χτυπηθεί πρώτος με τον εχθρό. Ετσι θέλησε να διαβαστεί και έτσι διαβάστηκε από πάρα πολλούς ο Μίκης Θεοδωράκης. Γι’ αυτό έγινε εθνικό σύμβολο και οι περισσότεροι του συγχώρησαν τα πάντα. Ο δεύτερος ρόλος δεν ομολογείται, ανιχνεύεται δύσκολα κι ακόμα πιο δύσκολα αποδεικνύεται: είναι αυτός που θέλει να τον ακολουθούν οι πολλοί, αυτός που θέλει να αποτελεί σημείο αναφοράς, αυτός που για οποιοδήποτε σημαντικό θέμα η γνώμη του βαραίνει και πρέπει ο λαός να τον (υπ)ακούσει. Γιατί λαός είναι όσοι τον λατρεύουν και στοιχίζονται πίσω του.
Ο Σικελιανός δεν θα διαφωνούσε. Μάλλον θα υπερθεμάτιζε, αν σκεφτεί κανείς ότι ο Παντελής Πρεβελάκης που τον θαύμαζε έχει γράψει ότι ο ποιητής της Δελφικής Ιδέας αυτο-ονομαζόταν Θεός. Το πώς φτάσαμε στην αποθέωση του καλλιτέχνη/δημιουργού είναι μια μεγάλη συζήτηση που μας γυρνάει πίσω στα τέλη του 18ου αιώνα και σίγουρα όχι της παρούσης. Η περίπτωση του Θεοδωράκη όμως και ιδίως το πώς αντιδράσαμε ως κοινωνία μάς δίνει την ευκαιρία να σκεφτούμε κάποια πράγματα.
Για παράδειγμα, την υιοθέτηση της ανεξέταστης κοινής δόξας που επιβάλλεται από τα ΜΜΕ και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, την τάση της υπερβολής και της ρητορείας, «αυτής της λοιμικής», όπως έλεγε ο Σεφέρης, που πάντα την είχαμε στην Ελλάδα, αλλά σήμερα βρίσκεται εκτός ελέγχου επειδή για να ακουστείς πρέπει να φωνάξεις πιο δυνατά από τους άλλους ακόμα κι αν λες το ίδιο πράγμα. Πάνω απ’ όλα όμως πρέπει να μας προβληματίσει ο ρόλος των ηγετών και των χαρισματικών μπροστάρηδων που θέλουν τον λαό ενωμένο για να τους δοξάζει και να τους ακολουθεί.
Αν δεν με απατά η μνήμη μου, ο Μπέρτολτ Μπρεχτ, ο οποίος πέθανε κι αυτός κομμουνιστής, έχει πει «αλίμονο στους λαούς που έχουν ανάγκη από ήρωες».