«Ειδήσεις»
Τάκης Καμπύλης, KReport, Δημοσιευμένο: 2022-01-23
Πολλές φορές μια είδηση από το αστυνομικό ρεπορτάζ θυμίζει εταιρεία startup: Αρκεί φαντασία, μια ιδέα και καλή επικοινωνία για να αποσπάσεις χρηματοδότηση.
Μία από τις πιο βασικές αρχές στη δημοσιογραφία είναι ότι «σημασία δεν έχει τι λέει κάποιος, αλλά ποιος το λέει». Για παράδειγμα (αχρείαστο μεν, αλλά με τόσα που βλέπουμε…) αν κάποιος σ’ ένα καφενείο πει ότι πρέπει να πάμε σε πόλεμο με την Τουρκία δεν είναι είδηση. Είδηση είναι να το πει ένας εν ενεργεία στρατηγός ή ένας υπουργός κλπ.
Φαίνεται πως ζούμε την αντιστροφή αυτής της αρχής.
Ζούμε εν μέσω «γνωστών ποινικολόγων» (πώς, άραγε, τεκμαίρεται αυτό;) που στήνουν καριέρες στην υπεράσπιση ενός θύματος ή, σπανιότερα, ενός θύτη.
Σαν ένα γεγονός, όπως του βιασμού μιας ανυποψίαστης γυναίκας, να μην είναι από μόνο του αρκετό. Σαν να χρειάζεται κάτι παραπάνω. Όλο και περισσότεροι «γνωστοί νομικοί» θα παρεισφρήσουν, όλο και νέες «ανατριχιαστικές» λεπτομέρειες θα φρακάρουν τον βαθμό που γίνεται αντιληπτή η είδηση και η σημασία της.
Οι «γνωστοί ποινικολόγοι» έχουν ένα μεγάλο ατού: Την πρόσβαση στο θύμα ή στον θύτη και, το κυριότερο, στη δικογραφία. Δηλαδή στην πρώτη ύλη της είδησης. Κι εκεί αρχίζει το «δούναι και λαβείν», όχι απαραίτητα παράνομο, αλλά καθ’ όλα θεμιτό: Σου δίνω –ή σου αναδεικνύω- την είδηση, μου εξασφαλίζεις την προβολή (άντε και τον τίτλο του «γνωστού ποινικολόγου»).
Το σύστημα έχει καταστεί αυτοτροφοδοτούμενο αφού τα θύματα ή οι θύτες συνήθως εμπιστεύονται τους «ποινικολόγους» που έχουν ήδη γίνει γνωστοί από τα μίντια.
Όσοι έκαναν και κάνουν αστυνομικό ρεπορτάζ γνωρίζουν καλά ότι είναι ίσως το πιο δύσκολο ρεπορτάζ: Δεν μπορείς να έχεις εμπιστοσύνη στην επίσημη εκδοχή της αστυνομίας αλλά ούτε και στους επαγγελματίες της «απέναντι πλευράς».
Αλλά διέξοδος δεν είναι να φιλοξενείς on camera, χωρίς έλεγχο, την καταγγελία οποιουδήποτε που βεβαιώνει οτιδήποτε. Ιδίως περαστικών «μαρτύρων» των οποίων η αναξιοπιστία είναι εμφανής. Μπορεί να μην κοστίζει, να είναι πάμφθηνο ένα ημίωρο δελτίο με ειδήσεις αποκλειστικά από το αστυνομικό δελτίο, αλλά στο τέλος η συνολική εικόνα είναι ψευδής: Δεν είναι αυτή η πραγματικότητα, αλλά μια φθηνή κι εύκολη εκδοχή της.
Σε όλο και περισσότερους πολίτες προκαλεί πλέον αποστροφή η εκμετάλλευση κάθε τραγικής ιστορίας. Όπως και η επιμονή παρουσιαστών και , δυστυχώς, και δημοσιογράφων στη θεματολογία του παρα-αστυνομικού ρεπορτάζ, αυτό των «γνωστών» παρατρεχάμενων.
Είναι προσβλητική, για όλους μας, η ανοχή στην επέλαση του νέο-λούμπεν και στην άνευ όρων παράδοση των μικροφώνων σε ατεκμηρίωτες φλυαρίες ή εμφανείς σκοπιμότητες.
Αντί για λαϊκά δικαστήρια, μάλλον εκείνο που χρειαζόμαστε είναι απαιτητικούς αναγνώστες και τηλεθεατές –να στηρίξουν όσους ακόμη κάνουν καλά τη δουλειά τους. Είτε ως δημοσιογράφοι είτε ως αφανείς ποινικολόγοι είτε οπουδήποτε αλλού. Μια κοινοτοπία του καλού…