Ερωτήματα ενός Αριστερού
Δημήτρης Κουμάνταρος, kanenas-kathenas.blogspot.com, Δημοσιευμένο: 2008-03-20
Πίστεψα ότι «ελευθερία είναι η συνείδηση της αναγκαιότητας». Ότι η «αναγκαιότητα είναι η ταξική πάλη», αυτή είναι ο νόμος της ιστορικής εξέλιξης. Άρα εφ’ όσον υπηρετήσω την αναγκαιότητα κι ενταχθώ στην ταξική πάλη, θα νοιώσω και θα είμαι ελεύθερος.
Ότι όταν καταργηθεί η ατομική ιδιοκτησία και καταργηθούν και οι τάξεις, θα πάψει η καταπίεση και η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.
Πιστεύω ότι η ελευθερία είναι η συνείδηση της αβεβαιότητας. Ότι δεν είμαι σε θέση να συλλάβω την αναγκαιότητα στο σύνολό της, γιατί είμαι μέρος της, ένα υπό κείμενο, όπως όλοι είμαστε υπό κείμενα. Επίσης ότι η ελευθερία ως έννοια απόλυτης λύτρωσης ή ευ-τυχίας είναι μια φενάκη. Δεν μπορώ να είμαι ελεύθερος από το σκαρί μου, τους γονείς μου, την οικογένειά μου, το γεωφυσικό, το κοινωνικό περιβάλλον. Δεν μπορώ να είμαι ελεύθερος από το θάνατο, την α-σθένεια, τις κακουχίες από τη φύση κι από συνανθρώπους, από μια ερωτική απόριψη, από τις ανάγκες του εαυτού μου.
Πιστεύω επίσης ότι η ιστορική εξέλιξη δεν καθορίζεται μόνο από την ταξική πάλη, την πάλη για την οικονομική ιδιοκτησία και τα οικονομικά αγαθά, την πάλη για την επιβίωση. Αλλά ταυτόχρονα και σε ένα αξεδιάλυτο σύνολο κι από την πάλη για την αναπαραγωγή της επιβίωσης, δηλαδή τον ερωτικό ανταγωνισμό.
Όταν ο άλλος μου πάρει τη γυναίκα που επιθυμώ, για άλλους τον άνδρα, κανένα κοινωνικό σύστημα δεν μπορεί αυτό να το ανατρέψει. Θα μπορούσε ίσως να το ανατρέψει, αν κι εγώ αποκτούσα μεγάλο υλικό πλούτο ή πολιτική ή όποια άλλη εξουσία. Μία από τα ίδια δηλαδή, χαλίφης στη θέση του χαλίφη.
Νοιώθω ότι όσο μαζικότερα παραδεχτούμε το ρόλο του ερωτικού ανταγωνισμού, τόσο πιο εύκολο είναι να βρούμε καλύτερες μορφές κοινωνικής συμβίωσης. Με τη έννοια ότι θα χρησιμοποιούμε λιγότερα ιδεολογικά και πολιτικά προσχήματα, για να δικαιολογήσουμε τον μεταξύ μας ανταγωνισμό.
Σε ότι αφορά την άλλη αρχική αριστερή μου πεποίθηση, περί κατάργησης της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, μέσω της κατάργησης της ατομικής ιδιοκτησίας, έχω επίσης μια σειρά από ερωτήματα. Δεν θα υπάρχει και τότε εκμετάλλευση, μέσω της υπεροχής ή της μειονεξίας στη φυσικά κληροδοτημένη σωματική ρώμη, στην εμφάνιση, στην υγεία, στις χ ή ψ διανοητικές ικανότητες και δεξιότητες;
Και μέχρι ποιού σημείου θα καταργηθεί η ατομική διοκτησία και με ποιό τρόπο θα καταργηθεί, με τη βία; Και η βία δεν θα προκαλέσει αντιβία;
Και ποιός και πως, με ποιόν έλεγχο, δίχως να αποκτήσει κι αυτός ιδιαίτερα προνόμια, θα διαχειριστεί τη συλλογική ιδιοκτησία;
Προσωπικά προτιμώ αντί να έχω πισίνα, να έχω καθαρή θάλασσα. Θα μου άρεσε επίσης, για πολλούς λόγους, κανείς να μην έχει πισίνα. Προτιμώ όμως, αυτόν που έχει, να μην επιδιώξω να του την πάρω με τη βία, αλλά είτε να τον πείσω ότι είναι ανόητος που προτιμά το γλυκό από το θαλασσινό νερό, είτε με άλλους τρόπους να τον αποθαρρύνω.
Κρατάω από την αριστερά το μεταρρυθμιστικό πνεύμα, τη διάθεση αλλαγής καταστημένων δομών κι εξουσιών που εμποδίζουν μια καλύτερη ατομική και συλλογική ζωή. Το συλλογικό πνεύμα και την αίσθηση της κοινότητας. Την άποψη ότι οι ιδέες των ανθρώπων καθορίζονται από τον τρόπο ζωής τους. Το αίσθημα δικαιοσύνης, αντιλαμβανόμενος τη δικαιοσύνη ως ισορροπία κι όχι ως «να γίνουμε το παν εμείς». Τη θυσιαστική αντίληψη.
Πετάω από την αριστερά την απόλυτη λυτρωτική επιθυμία, τη ψευδαίσθηση του επίγειου παράδεισου. Το αίσθημα υπεροχής έναντι των μη αριστερών. Κάθε αντιδημοκρατική κι εξαναγκαστική νοοτροπία. Την αντίληψη πως ότι είναι καλό για την αριστερά είναι εκ προιμίου καλό για όλους, την αυτοαναπαραγωγική δηλαδή επιθυμία ανεξάρτητα από τις κοινωνικές ανάγκες και διεργασίες. Την ιδέα ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Δεν μου αρέσει τέλος, μια προκρούστεια αντίληψη της ισότητας και της ομοιότητας. Προτιμώ την αντίφαση ότι όλοι οι άνθρωποι είμαστε ίσοι, ίδιοι και ταυτόχρονα διαφορετικοί κι ότι δε χρειάζεται να αξιολογούμε συνεχώς τη διαφορετικότητα.
Μετά από όλα αυτά είμαι υποχρεωμένος να θέσω δύο ακόμα ερωτήματα που με απασχολούν. Το πρώτο: Είναι ανάγκη να εξακολουθώ να αυτοπροσδιορίζομαι ως αριστερός λόγω εμπειρικής-συναισθηματικής ταύτισης; Τα ίδια με μένα δεν μπορεί να υποστηρίξει και κάποιος που αυτοπροσδιορίζεται αλλιώς; Δεν είναι καλύτερα να συμφωνήσουμε πρώτα στο τι θέλουμε και μετά στη ταμπέλα, πόσο μάλλον όταν όλες οι ταμπέλες είναι και μουτζουρωμένες;
Το δεύτερο ερώτημα: Αφού διαπιστώνω ότι οι πεποιθήσεις μου έχουν μεταβληθεί στο διάβα του χρόνου, τι με διαβεβαιώνει πως δεν μπορεί ξανά να μεταβληθούν; Τίποτα. Για αυτό ίσως είναι καλύτερα κανείς, αντί να κρατά το μεγάλο καλάθι της βεβαιότητας και του φανατισμού, να κρατά το μικρό καλάθι της μετριοπάθειας. Αυτό δεν σημαίνει πως επειδή κάηκες στο χυλό θα φυσάς και το γιαούρτι. Δηλαδή διαρκή αφωνία και αδράνεια που ευνοεί τους φανατικούς καταστροφείς κάθε απόχρωσης.
Λοιπόν ο ένας έχει την κομμουνιστική ιδεολογία, είναι απόλυτα βέβαιος για αυτήν, μάλιστα τόσο πιο βέβαιος όσο πιο αβέβαιος αισθάνεται και θεωρεί επιπλέον τον εαυτό του καλύτερο από όσους δεν την έχουν. Κι ο άλλος με τον αντίστοιχο τρόπο έχει τη φιλελεύθερη ιδεολογία, κι ο άλλος την αναρχική, τη φασιστική, τη ρατσιστική, τη χριστιανική, τη καθολική, την ορθόδοξη, τη μουσουλμανική, τη σιϊτική, τη σουνιτική, τη βουδιστική, την άθεη, την επιστημονική, την αστρολογική, τη δωδεκαθεϊστική κι όλοι είμαστε βέβαιοι, σίγουροι.
Στη πράξη αφιερώνουμε περισσότερο χρόνο στο να τσακωνόμαστε, να σκιαμαχούμε, για το ποιός έχει δίκιο, παρά για την επίλυση των κοινών μας προβλημάτων, όσο πιό πολύ δε τσακωνόμαστε, τόσο αυτά τα προβλήματα επιδεινώνονται.
Να αναζητήσουμε λύσεις, να συγκρουστούμε ακόμα για αυτές, μα με αφετηρία τη μετριοπάθεια κι όχι τη παντογνωσία, τη συλλογικότητα κι όχι τον ατομισμό, τη μελέτη κι όχι τη προχειρότητα και τον αφορισμό, το κόστος, το τίμημα, τη θυσία κι όχι το «άλλα λόγια να αγαπιόμαστε».
Ότι όταν καταργηθεί η ατομική ιδιοκτησία και καταργηθούν και οι τάξεις, θα πάψει η καταπίεση και η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.
Πιστεύω ότι η ελευθερία είναι η συνείδηση της αβεβαιότητας. Ότι δεν είμαι σε θέση να συλλάβω την αναγκαιότητα στο σύνολό της, γιατί είμαι μέρος της, ένα υπό κείμενο, όπως όλοι είμαστε υπό κείμενα. Επίσης ότι η ελευθερία ως έννοια απόλυτης λύτρωσης ή ευ-τυχίας είναι μια φενάκη. Δεν μπορώ να είμαι ελεύθερος από το σκαρί μου, τους γονείς μου, την οικογένειά μου, το γεωφυσικό, το κοινωνικό περιβάλλον. Δεν μπορώ να είμαι ελεύθερος από το θάνατο, την α-σθένεια, τις κακουχίες από τη φύση κι από συνανθρώπους, από μια ερωτική απόριψη, από τις ανάγκες του εαυτού μου.
Πιστεύω επίσης ότι η ιστορική εξέλιξη δεν καθορίζεται μόνο από την ταξική πάλη, την πάλη για την οικονομική ιδιοκτησία και τα οικονομικά αγαθά, την πάλη για την επιβίωση. Αλλά ταυτόχρονα και σε ένα αξεδιάλυτο σύνολο κι από την πάλη για την αναπαραγωγή της επιβίωσης, δηλαδή τον ερωτικό ανταγωνισμό.
Όταν ο άλλος μου πάρει τη γυναίκα που επιθυμώ, για άλλους τον άνδρα, κανένα κοινωνικό σύστημα δεν μπορεί αυτό να το ανατρέψει. Θα μπορούσε ίσως να το ανατρέψει, αν κι εγώ αποκτούσα μεγάλο υλικό πλούτο ή πολιτική ή όποια άλλη εξουσία. Μία από τα ίδια δηλαδή, χαλίφης στη θέση του χαλίφη.
Νοιώθω ότι όσο μαζικότερα παραδεχτούμε το ρόλο του ερωτικού ανταγωνισμού, τόσο πιο εύκολο είναι να βρούμε καλύτερες μορφές κοινωνικής συμβίωσης. Με τη έννοια ότι θα χρησιμοποιούμε λιγότερα ιδεολογικά και πολιτικά προσχήματα, για να δικαιολογήσουμε τον μεταξύ μας ανταγωνισμό.
Σε ότι αφορά την άλλη αρχική αριστερή μου πεποίθηση, περί κατάργησης της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, μέσω της κατάργησης της ατομικής ιδιοκτησίας, έχω επίσης μια σειρά από ερωτήματα. Δεν θα υπάρχει και τότε εκμετάλλευση, μέσω της υπεροχής ή της μειονεξίας στη φυσικά κληροδοτημένη σωματική ρώμη, στην εμφάνιση, στην υγεία, στις χ ή ψ διανοητικές ικανότητες και δεξιότητες;
Και μέχρι ποιού σημείου θα καταργηθεί η ατομική διοκτησία και με ποιό τρόπο θα καταργηθεί, με τη βία; Και η βία δεν θα προκαλέσει αντιβία;
Και ποιός και πως, με ποιόν έλεγχο, δίχως να αποκτήσει κι αυτός ιδιαίτερα προνόμια, θα διαχειριστεί τη συλλογική ιδιοκτησία;
Προσωπικά προτιμώ αντί να έχω πισίνα, να έχω καθαρή θάλασσα. Θα μου άρεσε επίσης, για πολλούς λόγους, κανείς να μην έχει πισίνα. Προτιμώ όμως, αυτόν που έχει, να μην επιδιώξω να του την πάρω με τη βία, αλλά είτε να τον πείσω ότι είναι ανόητος που προτιμά το γλυκό από το θαλασσινό νερό, είτε με άλλους τρόπους να τον αποθαρρύνω.
Κρατάω από την αριστερά το μεταρρυθμιστικό πνεύμα, τη διάθεση αλλαγής καταστημένων δομών κι εξουσιών που εμποδίζουν μια καλύτερη ατομική και συλλογική ζωή. Το συλλογικό πνεύμα και την αίσθηση της κοινότητας. Την άποψη ότι οι ιδέες των ανθρώπων καθορίζονται από τον τρόπο ζωής τους. Το αίσθημα δικαιοσύνης, αντιλαμβανόμενος τη δικαιοσύνη ως ισορροπία κι όχι ως «να γίνουμε το παν εμείς». Τη θυσιαστική αντίληψη.
Πετάω από την αριστερά την απόλυτη λυτρωτική επιθυμία, τη ψευδαίσθηση του επίγειου παράδεισου. Το αίσθημα υπεροχής έναντι των μη αριστερών. Κάθε αντιδημοκρατική κι εξαναγκαστική νοοτροπία. Την αντίληψη πως ότι είναι καλό για την αριστερά είναι εκ προιμίου καλό για όλους, την αυτοαναπαραγωγική δηλαδή επιθυμία ανεξάρτητα από τις κοινωνικές ανάγκες και διεργασίες. Την ιδέα ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Δεν μου αρέσει τέλος, μια προκρούστεια αντίληψη της ισότητας και της ομοιότητας. Προτιμώ την αντίφαση ότι όλοι οι άνθρωποι είμαστε ίσοι, ίδιοι και ταυτόχρονα διαφορετικοί κι ότι δε χρειάζεται να αξιολογούμε συνεχώς τη διαφορετικότητα.
Μετά από όλα αυτά είμαι υποχρεωμένος να θέσω δύο ακόμα ερωτήματα που με απασχολούν. Το πρώτο: Είναι ανάγκη να εξακολουθώ να αυτοπροσδιορίζομαι ως αριστερός λόγω εμπειρικής-συναισθηματικής ταύτισης; Τα ίδια με μένα δεν μπορεί να υποστηρίξει και κάποιος που αυτοπροσδιορίζεται αλλιώς; Δεν είναι καλύτερα να συμφωνήσουμε πρώτα στο τι θέλουμε και μετά στη ταμπέλα, πόσο μάλλον όταν όλες οι ταμπέλες είναι και μουτζουρωμένες;
Το δεύτερο ερώτημα: Αφού διαπιστώνω ότι οι πεποιθήσεις μου έχουν μεταβληθεί στο διάβα του χρόνου, τι με διαβεβαιώνει πως δεν μπορεί ξανά να μεταβληθούν; Τίποτα. Για αυτό ίσως είναι καλύτερα κανείς, αντί να κρατά το μεγάλο καλάθι της βεβαιότητας και του φανατισμού, να κρατά το μικρό καλάθι της μετριοπάθειας. Αυτό δεν σημαίνει πως επειδή κάηκες στο χυλό θα φυσάς και το γιαούρτι. Δηλαδή διαρκή αφωνία και αδράνεια που ευνοεί τους φανατικούς καταστροφείς κάθε απόχρωσης.
Λοιπόν ο ένας έχει την κομμουνιστική ιδεολογία, είναι απόλυτα βέβαιος για αυτήν, μάλιστα τόσο πιο βέβαιος όσο πιο αβέβαιος αισθάνεται και θεωρεί επιπλέον τον εαυτό του καλύτερο από όσους δεν την έχουν. Κι ο άλλος με τον αντίστοιχο τρόπο έχει τη φιλελεύθερη ιδεολογία, κι ο άλλος την αναρχική, τη φασιστική, τη ρατσιστική, τη χριστιανική, τη καθολική, την ορθόδοξη, τη μουσουλμανική, τη σιϊτική, τη σουνιτική, τη βουδιστική, την άθεη, την επιστημονική, την αστρολογική, τη δωδεκαθεϊστική κι όλοι είμαστε βέβαιοι, σίγουροι.
Στη πράξη αφιερώνουμε περισσότερο χρόνο στο να τσακωνόμαστε, να σκιαμαχούμε, για το ποιός έχει δίκιο, παρά για την επίλυση των κοινών μας προβλημάτων, όσο πιό πολύ δε τσακωνόμαστε, τόσο αυτά τα προβλήματα επιδεινώνονται.
Να αναζητήσουμε λύσεις, να συγκρουστούμε ακόμα για αυτές, μα με αφετηρία τη μετριοπάθεια κι όχι τη παντογνωσία, τη συλλογικότητα κι όχι τον ατομισμό, τη μελέτη κι όχι τη προχειρότητα και τον αφορισμό, το κόστος, το τίμημα, τη θυσία κι όχι το «άλλα λόγια να αγαπιόμαστε».