Θεωρίες συνωμοσίας και προγραμματικές ανεπάρκειες.
Γεράσιμος Γεωργάτος, Αυγή, Δημοσιευμένο: 2009-01-16
Συχνά η Αριστερά, όταν βρίσκεται σε δυσχερή πολιτική θέση, νιώθει απειλούμενη ως εκπρόσωπος του απόλυτου καλού από το απόλυτο κακό και ρέπει στην επινόηση θεωριών συνωμοσίας και στην ανάπτυξη συνδρόμων καταδίωξης, παρόλο που τα χρόνια της παρανομίας έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί.
Έτσι, μετά τα «Δεκεμβριανά 2008» και τη σχετικοποιημένη στάση του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στη βία -αντί για την απόλυτη και σαφέστατη καταδίκη της από την πρώτη στιγμή- η σημειούμενη σε σχέση με παρελθούσες μετρήσεις δημοσκοπική κάμψη επιχειρείται να αποδοθεί σε «ιδεολογική και πολιτική επίθεση του συστήματος κατά της ριζοσπαστικής αριστεράς» και στην «ιερή συμμαχία κατά του ΣΥΡΙΖΑ» από ΝΔ, ΚΚΕ, ΛΑΟΣ και στελέχη του ΠΑΣΟΚ (Αυγή, 11/01/09).
Παρά τις ομολογουμένως σκληρές επιθέσεις, είναι απαξιωτικό για την ίδια την Αριστερά, που υποτίθεται ότι ενέχει στην παράδοσή της την κριτική σκέψη και τον ορθολογισμό, να προσφεύγει για την ερμηνεία τους σε ανορθολογικές θεωρίες συνωμοσίας σύμπαντος του συστήματος και να καλλιεργεί σύνδρομα καταδίωξης, αντί για την ωφέλιμη και προωθητική αυτοκριτική προσέγγιση των όποιων ανεπαρκειών της.
Διότι, πώς εξηγείται το γεγονός ότι την εποχή της δημοσκοπικής ευφορίας του 16 και 18% και των ιλουστρασιόν φωτογραφήσεων, «το σύστημα» δεν αντέδρασε στον κίνδυνο ανατροπής του; Ούτε συγκροτήθηκε τότε καμιά «ιερή συμμαχία» κατά του ΣΥΡΙΖΑ. Όσα συμβαίνουν δεν είναι τίποτα άλλο παρά η καθ` υπερβολή και δυστυχώς άνευ ορίων και μέχρι λαϊκισμού απόπειρα κάθε κόμματος -του δικού μας συμπεριλαμβανομένου- να αποκομίσει τα μέγιστα εκλογικά οφέλη στην παρούσα όπως και σε κάθε συγκυρία.
Απέναντι στην κρίση και τα αδιέξοδα της δικομματικής εναλλαγής, ο ΣΥΝ για αρκετό διάστημα θεωρήθηκε από τους πολίτες ως πολιτικός φορέας θετικής διεξόδου και ρεαλιστικής αλλά και οραματικής ταυτόχρονα αντιμετώπισης των κρίσιμων και πολυσύνθετων εγχώριων και ευρωπαϊκών οικονομικών, κοινωνικών και οικολογικών προβλημάτων. Μάλιστα, η κατ` επανάληψη εξαγγελία εκπόνησης προγράμματος διεξόδου από την κρίση δημιούργησε αυξημένες προσδοκίες και απαιτήσεις.
Η εικόνα αυτή έχει, όπως φαίνεται, μεταβληθεί, όχι μόνο εξαιτίας των λανθασμένων χειρισμών της περιόδου των δεκεμβριανών κινητοποιήσεων, αλλά και εξαιτίας της χαρακτηριστικής καθυστέρησης του ΣΥΝ να καταθέσει δημόσια την εναλλακτική προγραμματική του πρόταση. Αντί γι` αυτό, χωρίς δημοκρατική και «από τα κάτω» συμμετοχή, παρουσιάστηκαν αιφνιδίως και δημοσίως, ως πρόπλασμα προγράμματος, δεκαπέντε σημεία – μέτωπα πάλης του ΣΥΡΙΖΑ.
Σύμφωνα με αυτά, μια υποθετική κυβέρνηση της Αριστεράς ή με πυρήνα τις δυνάμεις της Ριζοσπαστικής Αριστεράς θα έθετε ως προτεραιότητες, μεταξύ άλλων, τα εξής:
• την άμεση και μονομερή αποχώρηση της Ελλάδας από το ΝΑΤΟ, αντί για τη συλλογική διάλυσή του, δηλαδή την αποδυνάμωση της άμυνας και της ασφάλειας της χώρας απέναντι στην ένταση που καλλιεργεί ο εξ ανατολών γείτονας.
• τη συνολική αμφισβήτηση των συνθηκών της Ε.Ε, δηλαδή τη διάλυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης που συνοδεύτηκε και από επίσημες τοποθετήσεις για μονομερή αποδέσμευση της χώρας από το Σύμφωνο Σταθερότητας, αντί για τη συλλογική ανατροπή του, δηλαδή την αποχώρηση από τη ζώνη του ευρώ που υπό τις συνθήκες της παρούσας κρίσης θα μεταφραζόταν σε διαδοχικές υποτιμήσεις ενός εθνικού νομίσματος με ολέθριες συνέπειες για τους εργαζόμενους.
• την άνευ ουδεμίας αποζημίωσης απόκτηση δημοσίου ελέγχου στρατηγικού χαρακτήρα οργανισμών, επιχειρήσεων και υποδομών που παραπέμπει ευθέως σε «δημεύσεις» περιουσιών και κρατικοποιήσεις κεντρικά σχεδιασμένης οικονομίας σοβιετικού τύπου.
• την άμεση πρόσληψη 100.000 στο δημόσιο, σε κοινωνικές υπηρεσίες, δηλαδή επιδείνωση της ανορθολογικής διαχείρισης του ανθρώπινου δυναμικού στο δημόσιο τομέα και άκριτη επιβάρυνση των δημοσίων εξόδων που εν τέλει τα επωμίζονται οι φορολογούμενοι μισθωτοί και συνταξιούχοι.
• την καθιέρωση κατώτερων μηνιαίων αποδοχών στα 1300 ευρώ και την άμεση καταβολή διορθωτικών αυξήσεων 300 ευρώ το μήνα, όπου με δεδομένο το σημερινό αναπτυξιακό μοντέλο, την παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας και την κατάσταση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, δεν χρειάζονται σχόλια.
Αν η προγραμματική εξειδίκευση της «αριστερής στροφής» επιχειρείται με παρωχημένα υλικά περασμένων δεκαετιών του 20ού αιώνα, τότε όχι μόνο δεν είναι ελκυστική, αλλά απέχει και παρασάγγας από την απόπειρα να απαντήσει στα αιτήματα και τις απαιτήσεις του 21ου αιώνα, ακυρώνοντας και το χαρακτηρισμό της ως αριστερή.
Επειδή οι συνωμοσίες, τα σύνδρομα καταδίωξης και ο μανιχαϊσμός είναι ασύμβατα με τον κριτικό ορθολογισμό και την ίδια την έννοια της Αριστεράς, ο ΣΥΝ καλείται να εκφέρει ένα σύγχρονο προγραμματικό λόγο ικανό να οδηγήσει σε σύγκλιση και να συσπειρώσει τις ευρύτερες δυνάμεις της δημοκρατικής και σοσιαλιστικής αριστεράς σε μια νέα κοινωνική και πολιτική πλειοψηφία που θα ανατρέψει το σημερινό αδιέξοδο πολιτικό σκηνικό στην Ελλάδα και στην Ευρώπη.
Έτσι, μετά τα «Δεκεμβριανά 2008» και τη σχετικοποιημένη στάση του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στη βία -αντί για την απόλυτη και σαφέστατη καταδίκη της από την πρώτη στιγμή- η σημειούμενη σε σχέση με παρελθούσες μετρήσεις δημοσκοπική κάμψη επιχειρείται να αποδοθεί σε «ιδεολογική και πολιτική επίθεση του συστήματος κατά της ριζοσπαστικής αριστεράς» και στην «ιερή συμμαχία κατά του ΣΥΡΙΖΑ» από ΝΔ, ΚΚΕ, ΛΑΟΣ και στελέχη του ΠΑΣΟΚ (Αυγή, 11/01/09).
Παρά τις ομολογουμένως σκληρές επιθέσεις, είναι απαξιωτικό για την ίδια την Αριστερά, που υποτίθεται ότι ενέχει στην παράδοσή της την κριτική σκέψη και τον ορθολογισμό, να προσφεύγει για την ερμηνεία τους σε ανορθολογικές θεωρίες συνωμοσίας σύμπαντος του συστήματος και να καλλιεργεί σύνδρομα καταδίωξης, αντί για την ωφέλιμη και προωθητική αυτοκριτική προσέγγιση των όποιων ανεπαρκειών της.
Διότι, πώς εξηγείται το γεγονός ότι την εποχή της δημοσκοπικής ευφορίας του 16 και 18% και των ιλουστρασιόν φωτογραφήσεων, «το σύστημα» δεν αντέδρασε στον κίνδυνο ανατροπής του; Ούτε συγκροτήθηκε τότε καμιά «ιερή συμμαχία» κατά του ΣΥΡΙΖΑ. Όσα συμβαίνουν δεν είναι τίποτα άλλο παρά η καθ` υπερβολή και δυστυχώς άνευ ορίων και μέχρι λαϊκισμού απόπειρα κάθε κόμματος -του δικού μας συμπεριλαμβανομένου- να αποκομίσει τα μέγιστα εκλογικά οφέλη στην παρούσα όπως και σε κάθε συγκυρία.
Απέναντι στην κρίση και τα αδιέξοδα της δικομματικής εναλλαγής, ο ΣΥΝ για αρκετό διάστημα θεωρήθηκε από τους πολίτες ως πολιτικός φορέας θετικής διεξόδου και ρεαλιστικής αλλά και οραματικής ταυτόχρονα αντιμετώπισης των κρίσιμων και πολυσύνθετων εγχώριων και ευρωπαϊκών οικονομικών, κοινωνικών και οικολογικών προβλημάτων. Μάλιστα, η κατ` επανάληψη εξαγγελία εκπόνησης προγράμματος διεξόδου από την κρίση δημιούργησε αυξημένες προσδοκίες και απαιτήσεις.
Η εικόνα αυτή έχει, όπως φαίνεται, μεταβληθεί, όχι μόνο εξαιτίας των λανθασμένων χειρισμών της περιόδου των δεκεμβριανών κινητοποιήσεων, αλλά και εξαιτίας της χαρακτηριστικής καθυστέρησης του ΣΥΝ να καταθέσει δημόσια την εναλλακτική προγραμματική του πρόταση. Αντί γι` αυτό, χωρίς δημοκρατική και «από τα κάτω» συμμετοχή, παρουσιάστηκαν αιφνιδίως και δημοσίως, ως πρόπλασμα προγράμματος, δεκαπέντε σημεία – μέτωπα πάλης του ΣΥΡΙΖΑ.
Σύμφωνα με αυτά, μια υποθετική κυβέρνηση της Αριστεράς ή με πυρήνα τις δυνάμεις της Ριζοσπαστικής Αριστεράς θα έθετε ως προτεραιότητες, μεταξύ άλλων, τα εξής:
• την άμεση και μονομερή αποχώρηση της Ελλάδας από το ΝΑΤΟ, αντί για τη συλλογική διάλυσή του, δηλαδή την αποδυνάμωση της άμυνας και της ασφάλειας της χώρας απέναντι στην ένταση που καλλιεργεί ο εξ ανατολών γείτονας.
• τη συνολική αμφισβήτηση των συνθηκών της Ε.Ε, δηλαδή τη διάλυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης που συνοδεύτηκε και από επίσημες τοποθετήσεις για μονομερή αποδέσμευση της χώρας από το Σύμφωνο Σταθερότητας, αντί για τη συλλογική ανατροπή του, δηλαδή την αποχώρηση από τη ζώνη του ευρώ που υπό τις συνθήκες της παρούσας κρίσης θα μεταφραζόταν σε διαδοχικές υποτιμήσεις ενός εθνικού νομίσματος με ολέθριες συνέπειες για τους εργαζόμενους.
• την άνευ ουδεμίας αποζημίωσης απόκτηση δημοσίου ελέγχου στρατηγικού χαρακτήρα οργανισμών, επιχειρήσεων και υποδομών που παραπέμπει ευθέως σε «δημεύσεις» περιουσιών και κρατικοποιήσεις κεντρικά σχεδιασμένης οικονομίας σοβιετικού τύπου.
• την άμεση πρόσληψη 100.000 στο δημόσιο, σε κοινωνικές υπηρεσίες, δηλαδή επιδείνωση της ανορθολογικής διαχείρισης του ανθρώπινου δυναμικού στο δημόσιο τομέα και άκριτη επιβάρυνση των δημοσίων εξόδων που εν τέλει τα επωμίζονται οι φορολογούμενοι μισθωτοί και συνταξιούχοι.
• την καθιέρωση κατώτερων μηνιαίων αποδοχών στα 1300 ευρώ και την άμεση καταβολή διορθωτικών αυξήσεων 300 ευρώ το μήνα, όπου με δεδομένο το σημερινό αναπτυξιακό μοντέλο, την παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας και την κατάσταση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, δεν χρειάζονται σχόλια.
Αν η προγραμματική εξειδίκευση της «αριστερής στροφής» επιχειρείται με παρωχημένα υλικά περασμένων δεκαετιών του 20ού αιώνα, τότε όχι μόνο δεν είναι ελκυστική, αλλά απέχει και παρασάγγας από την απόπειρα να απαντήσει στα αιτήματα και τις απαιτήσεις του 21ου αιώνα, ακυρώνοντας και το χαρακτηρισμό της ως αριστερή.
Επειδή οι συνωμοσίες, τα σύνδρομα καταδίωξης και ο μανιχαϊσμός είναι ασύμβατα με τον κριτικό ορθολογισμό και την ίδια την έννοια της Αριστεράς, ο ΣΥΝ καλείται να εκφέρει ένα σύγχρονο προγραμματικό λόγο ικανό να οδηγήσει σε σύγκλιση και να συσπειρώσει τις ευρύτερες δυνάμεις της δημοκρατικής και σοσιαλιστικής αριστεράς σε μια νέα κοινωνική και πολιτική πλειοψηφία που θα ανατρέψει το σημερινό αδιέξοδο πολιτικό σκηνικό στην Ελλάδα και στην Ευρώπη.