Προωθητικός συμβιβασμός ή Κούγκι;
Σάκης Παπαθανασίου, www.badiera.gr, Δημοσιευμένο: 2015-05-05
Οι εκλογές στη χώρα μας ανέδειξαν νέα κυβέρνηση. Όσες διαφορές και αν έχει κάποιος με την πολιτική της δεν μπορεί παρά να στηρίξει την προσπάθεια επαναδιαπραγμάτευσης, υπό τον όρο βεβαίως ότι στοχεύει σε μια νέα συμφωνία εντός του ευρωπαϊκού πλαισίου.
Η απόσταση μεταξύ των εταίρων και της κυβέρνησης είναι μεγάλη. Οι εταίροι επιμένουν στη συνέχιση της ίδιας πολιτικής με κάποιους εξωραϊσμούς. Η κυβέρνηση κάνει διαπραγμάτευση ωστόσο κινείται με τεχνικά ανέτοιμες προτάσεις, υπερτροφική επικοινωνιακή διαχείριση και ανάδειξη του ενδεχόμενου ρήξης ως κύριου όπλου της διαπραγμάτευσης.
Οι διαπραγματεύσεις είναι σε μια κρίσιμη καμπή και όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοικτά. Ποια είναι η βέλτιστη λύση;
α) μονομερείς αποφάσεις ή δημοκρατικός συγκερασμός;
Ο ισχυρισμός κυβερνητικών στελεχών ότι πρέπει να παραμεριστούν όλα και να εφαρμοστεί αυτούσιο το πολιτικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ δε λαμβάνει υπόψη δεδομένες παραμέτρους όπως:
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει καθιερωθεί ο συντονισμός των οικονομικών πολιτικών (Ευρωπαϊκό Εξάμηνο)
Οι κυβερνήσεις των χωρών που δάνεισαν την Ελλάδα είναι υποχρεωμένες να φροντίζουν για την επιστροφή των δανείων
Η συμμετοχή στο κοινό νόμισμα δεν επιτρέπει μονομερή καθορισμό πολιτικών όταν αυτές επηρεάζουν την οικονομική κατάσταση των άλλων
Από τα προαναφερόμενα διαφαίνεται πως η Ελλάδα δεν μπορεί να αποκηρύξει μονομερώς τις υποχρεώσεις της. Μπορεί όμως να επαναδιαπραγματευθεί με στόχο μια νέα κοινά αποδεκτή συμφωνία.
Αντίστοιχα οι θεσμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι υποχρεωμένοι να αλλάξουν τις μεθόδους επίβλεψης των συμφωνιών και να αναζητήσουν κοινό τόπο με την προσφάτως εκλεγμένη ελληνική κυβέρνηση. Όσοι, αντί της συνεννόησης, επιδιώκουν την πειθάρχηση της Ελλάδας στην ουσία υπονομεύουν τις δημοκρατικές διαδικασίες στην Ευρώπη και ενισχύουν τις φυγόκεντρες τάσεις.
Ένας δρόμος υπάρχει και αυτός είναι η εφαρμογή μιας διαδικασίας συγκερασμού των θέσεων της Ελλάδας και των άλλων κρατών μελών, ώστε μέσα από τις λειτουργίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης να υπάρξει μια προωθητική συμβιβαστική λύση.
β) Έντιμος συμβιβασμός ή ρήξη;
Το ενδεχόμενο ρήξης λειτουργεί αποσταθεροποιητικά για την ευρωζώνη και πρέπει να αποκλειστεί καθώς οι κόκκοι της κλεψύδρας έχουν λιγοστέψει. Ένα σχέδιο δικαιούται να έχει η κάθε πλευρά και αυτό είναι η δική της προσέγγιση για τον συμβιβασμό.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι υποχρεωμένος -αφήνοντας πίσω τις προεκλογικές αυταπάτες για αποδοχή των θέσεων του από τους εταίρους- να επιδιώξει την αλλαγή των όρων δημοσιονομικής προσαρμογής και των ρυθμίσεων για το χρέος, μέσα από έναν έντιμο συμβιβασμό. Εξάλλου η εντολή που έλαβε ήταν η διεκδίκηση αλλαγής πολιτικής εντός ευρώ και όχι η ηρωική έξοδος στο χώρο του αίματος και των δακρύων.
Ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει τη διαπραγμάτευση σε ένα ευρωπαϊκό περιβάλλον που κυριαρχούν οι πολιτικές λιτότητας. Έχει όμως δυνατότητες να πετύχει καλύτερη συμφωνία γιατί αφενός ο ίδιος δεν έχει πειθήνια στάση έναντι των δανειστών και αφετέρου στην πλευρά των εταίρων υπάρχουν υποστηρικτές της συμβιβαστικής λύσης είτε γιατί θεωρούν ότι η πολιτική λιτότητας έχει εξαντλήσει το ρόλο της είτε γιατί διαβλέπουν γεωπολιτικούς και οικονομικούς κινδύνους από το Crexit.
Μια τέτοια πολιτική εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να εκφράζεται ή να συμπορεύεται με την πολιτική της ρήξης, την πολιτική του “όλα ή τίποτα”, που αντιπροσωπεύει μια μικρή μειοψηφία του ελληνικού λαού και η υλοποίησή της θα εκτροχιάσει τη χώρα σε αχαρτογράφητα και επικίνδυνα πεδία. Η παραπλήσια θέση ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ αν δεν μπορεί να εφαρμόσει το πρόγραμμα του καλύτερα να αποσυρθεί από την κυβερνητική εξουσία», δεν κατανοεί ότι η αλλαγή πολιτικής είναι δυνατή μόνο σταδιακά και σε συνάρτηση με αλλαγές σε όλη την Ευρώπη. Η εφαρμογή μάλιστα σε κράτη μέλη διαφορετικών (από τα κυρίαρχα) υποδειγμάτων είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την προετοιμασία συνολικότερων λύσεων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.
Η επιπόλαιη θέση ότι «αν δεν υποχωρήσουν οι Ευρωπαίοι ας οδηγηθούμε σε πιστωτικό γεγονός», δε λαμβάνει υπόψη ότι αυτό θα προκαλέσει ανεπανόρθωτες βλάβες στη δική μας οικονομία (έλεγχοι στην ανάληψη καταθέσεων, ελλείψεις αγαθών, επιχειρήσεις που δεν θα παράγουν κ.α). Η δε καταβολή των μισθών-συντάξεων που ατυχώς αντιπαραβάλλεται με την πληρωμή των ομολόγων, θα μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο για διάστημα ενός ή δύο μηνών αφού μετά από πιστωτικό γεγονός θα καταρρεύσουν οι εισπράξεις του κράτους.
γ) Κόκκινες γραμμές με απειλή ρήξης ή απόκτηση δυνατοτήτων για μια νέα πολιτική;
Επιδιώκοντας τον έντιμο συμβιβασμό πρέπει να γίνουν αμοιβαίες υποχωρήσεις. Κόκκινες γραμμές δεν είναι οι επιμέρους ρυθμίσεις, παρά τη μεγάλη και αυτοτελή αξία τους. Η θέση «ούτε βήμα πίσω» είναι θέση μη συνεννόησης και βάζει στην ίδια μοίρα τα εργασιακά δικαιώματα με το ποσοστό του ΦΠΑ στα νησιά. Πολύ περισσότερο όταν σε θέματα όπως το ασφαλιστικό πρέπει να υπάρξουν με δική μας πρωτοβουλία προσαρμογές, ώστε να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του συστήματος ενσωματώνοντας τη διαγενεακή και κοινωνική δικαιοσύνη.
Αντίθετα μπορούν να γίνουν «βήματα προς τα πίσω» σε επιμέρους θέματα εάν η συνολική συμφωνία είναι ένα βήμα μπροστά. Αν περιλαμβάνει ελάφρυνση χρέους, χρηματοοικονομική αναπτυξιακή υποβοήθηση, προσγείωση δημοσιονομικών στόχων και αναγνώριση της δυνατότητας της Ελλάδας να επιλέξει μέτρα πολιτικής με διαφορετικό κοινωνικό επιμερισμό.
Αυτό που έχει σημασία είναι να μην υπάρξει υποχώρηση από τη συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου και να δημιουργηθεί πεδίο για την εφαρμογή μιας διαφορετικής πολιτικής εξόδου από την κρίση. Αυτό το βήμα σε κάποιους μπορεί να φαίνεται μικρό, αλλά είναι στην πραγματικότητα τεράστιο, διότι δημιουργεί ένα θετικό προηγούμενο για την Ελλάδα αλλά και για ολόκληρη την Ευρώπη.
Είναι ώρα ευθύνης για όλες τις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι ώρα ευθύνης για όλες τις δυνάμεις του δημοκρατικού τόξου. Είναι η ώρα της δυνατότητας για μια νέα συμφωνία πραγματικής ανάπτυξης και δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων.