Μερικές σκέψεις για την μειονοτική εκπαίδευση
Σταμάτης Σακελλίων, Αυγή της Κυριακής, Δημοσιευμένο: 2007-06-24
Η αστικοποίηση της μειονότητας
και το μειονοτικό σχολείο
Τα τελευταία χρόνια έχουν παρατηρηθεί αρκετές αλλαγές στην ζωή της μειονότητας. Μια σημαντική μερίδα πολιτών στέλνει τα παιδιά της στα δημόσια σχολεία. Ο λόγος προφανής: να μάθουν καλά την γλώσσα που θα τους φανεί χρήσιμη. Αν ακόμη στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση το μειονοτικό δημοτικό είναι η πρώτη επιλογή των γονιών, στην δευτεροβάθμια έχουμε μια θεαματική αναστροφή. Και το δημόσιο σχολείο είναι πια η πρώτη επιλογή πολλών γονιών. Παράγοντες της μειονότητας υποστηρίζουν ότι το μειονοτικό δημοτικό είναι αναπόσπαστο κομμάτι της μειονοτικής ταυτότητας. Σεβαστό. Αλλά σήμερα ας δούμε αλλιώς τα πράγματα. Τα μικρά μειονοτικά σχολεία των χωριών έξω από την Κομοτηνή, τι επίπεδο παιδείας προσφέρουν στα παιδιά της αγροτικής τάξης; Τι νόημα έχουν άραγε τα μονοθέσια ή διθέσια δημοτικά σήμερα; Το αίτημα συνένωσης μειονοτικών δημοτικών είναι υπαρκτό, αλλά ακόμη δεν έχει αποκτήσει την δυναμική εκείνη που απαιτείται ώστε να ακυρώσει το όποιο πιθανό πολιτικό κόστος από μια απόφαση συνένωσης. Ας είμαστε ειλικρινείς. Ο μέσος μειονοτικός πολίτης της υπαίθρου ξέρει ότι το μειονοτικό δημοτικό του χωριού δεν μπορεί να προσφέρει αυτά που χρειάζεται το παιδί του. Αλλά από την άλλη φοβάται. Γιατί ακόμη δεν έχει αρθεί η έλλειψη της εμπιστοσύνης προς το ελληνικό κράτος. Εδώ λοιπόν είναι το κρίσιμο ερώτημα: Θέλει η ελληνική πολιτεία την εν τοις πράγμασιν εμπιστοσύνη της μειονότητας; Αν ναι, ας βρει τον τρόπο να την κερδίσει. Και να πείσει ότι η συνένωση μειονοτικών δημοτικών είναι υπέρ της εκπαίδευσης των παιδιών της μειονότητας και όχι απώλεια κεκτημένου δικαιώματος. Θέλει εμπιστοσύνη; Ας κάνει στα δημόσια σχολεία εξαιρετικά μαθήματα τουρκικής γλώσσας. Θέλει εμπιστοσύνη; Ας καταργήσει την ΕΠΑΘ και ας κάνει ένα σοβαρό τμήμα τουρκικής γλώσσας και φιλολογίας. Στο προαναφερόμενο συνέδριο ο βουλευτής της Ν.Δ. Ιλχάν Αχμέτ είπε ότι στις σκέψεις του Υπουργείου Παιδείας εκτός από την εισαγωγή της τουρκικής γλώσσας ήταν και η εισαγωγή της διδασκαλίας του Κορανίου. Θέλω να πιστεύω ότι ο μεταρρυθμιστικός οίστρος του Υπουργείου να μην επανέλθει σε αυτό το θέμα. Γιατί νομίζω ότι αυτό που έχει ανάγκη η μειονοτική εκπαιδευτική πολιτική είναι καταρτισμένους δασκάλους. Ένα μεγάλο κομμάτι της μειονότητας ζει στην ορεινή Θράκη. Η ελληνική πολιτεία για ποιο πράγμα ενδιαφέρεται; Ενδιαφέρεται για την σοβαρή εκπαίδευση, ή θεωρεί ταξικότατα ότι τα παιδιά των μειονοτικών εν προκειμένω, αγροτών πρέπει στην καλύτερη περίπτωση να γίνουν το φτηνό εργατικό δυναμικό της περιοχής; Κάποια στιγμή νομίζω ότι και εδώ χρειάζεται μια σαφής απάντηση. Γιατί μέχρι τώρα δεν μπορούμε να είμαστε εξαιρετικά αισιόδοξοι.
Ποιοι και πως;
Ας ξεκινήσω από το πώς. Γιατί αν θέλουμε να έχουμε σοβαρές πολιτικές πρέπει το ελληνικό κράτος να πείσει ότι στο πίσω μέρος του μυαλού του δεν θεωρεί την μειονότητα πέμπτη φάλαγγα. Ότι έτσι κι αλλιώς αυτοί είναι «ξένοι» και «ξένοι» θα μείνουν. Γιατί τότε όντως γίνονται ξένοι. Πριν από λίγο καιρό, βουλευτές του ΠΑΣΟΚ έθεσαν θέμα Πομάκων. Όμως πιστεύει κανείς ότι η επερώτησή τους αυτή προς την ΥΠΕΞ είναι βοηθητική ή μήπως λειτουργεί αντίστροφα. Υπάρχουν Πομάκοι; Ασφαλώς. Έχουν δικαίωμα στην γλώσσα και στην ταυτότητά τους; Ασφαλώς. Αλλά μήπως είναι λάθος, να θεωρούμε ότι αν το ελληνικό κράτος «υιοθετήσει» μια μειονότητα ανταγωνιστικά μιας άλλης, τότε λύνει το πρόβλημα; Προσωπικά πιστεύω ότι είναι λάθος. Αν το ελληνικό κράτος δεν έχει κατορθώσει να λύσει το θέμα εμπιστοσύνης ανάμεσα σε αυτό και στην μειονότητα τότε υπεύθυνο είναι το κράτος. Αν δεν έχει πείσει τους Τούρκους της μειονότητας ότι δεν χρησιμοποιεί τους Πομάκους εναντίον τους, τότε υπεύθυνο είναι το κράτος. Αν επίσης το κράτος θεωρεί ότι θα χρησιμοποιήσει τους Πομάκους για να αναχαιτίσει τον κεμαλικό εθνικισμό των Τούρκων τότε δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να τονώνει αυτό που υποτίθεται θέλει να καταπολεμήσει. Αν υπάρχουν τα εχέγγυα εκείνα που να πείθουν τους μεν Τούρκους ότι δεν έχουν ανάγκη καμίας μητέρας πατρίδας, και τους δε Πομάκους ότι δεν χρειάζονται «ιδιώτες» εκπροσώπους, γιατί μια Δημοκρατία ξέρει τι πρέπει να κάνει για όλους τους πολίτες της, τότε δεν υπάρχει πρόβλημα. Αλλά δυστυχώς το ελληνικό κράτος θέλει να πατά σε πολλές βάρκες. Αν τα λύσει αυτά τότε μπορεί να μιλήσει και για συνένωση σχολείων, μπορεί να μιλήσει και για κατάργηση του μειονοτικού σχολείου, αλλά μια κατάργηση που θα λειτουργεί ευεργετικά για τα παιδιά της μειονότητας. Όσο ακόμη παίζονται παίγνια εκτός της εκπαίδευσης, μην έχουμε ψευδαισθήσεις. Θα υπάρχουν σημαντικά προβλήματα και θα υπάρχουν βαρίδια. Και όσο η ελληνική πολιτεία δεν δίνει ελπίδα στους μειονοτικούς αγρότες και στα παιδιά τους, τόσο θα δημιουργούνται βαρίδια. Το ζήτημα σήμερα λοιπόν είναι να απαντήσουμε στο πως, στον τρόπο προσέγγισης των πραγμάτων. Δημοκρατικός ή όχι; Και ένα πρώτο βήμα για να δείξει η ελληνική πολιτεία τις προθέσεις είναι φέρει για κύρωση στην Βουλή την σύμβαση πλαίσιο του ΟΑΣΕ, που έχει υπογράψει η Ελλάδα, για την προστασία των εθνικών μειονοτήτων. Πέρασαν περίπου δέκα χρόνια από τότε που την υπέγραψε. Αλλά δεν την έχει κυρώσει. Γιατί άραγε; Ο Σοϋσαλ, διακεκριμένο στέλεχος της πολιτικής ζωής της γείτονος είχε πει στην Κομοτηνή: «Στο συμβούλιο της Ευρώπης για θέματα μειονοτήτων συνεργαζόμασταν πολύ καλά με τους Έλληνες». Χαριτωμένο δεν είναι; Και ταυτόχρονα ειλικρινές. Μήπως αυτή είναι η απάντηση στο γιατί δεν κυρώνουμε και στην Βουλή την σύμβαση που υπογράψαμε; Θέλω να σημειώσω εν κατακλείδι πως αν δεν λυθούν τα πολιτικά η εκπαίδευση από μόνη της δεν μπορεί να σηκώσει το βάρος της ιστορίας.