Πολεμώντας τις προκαταλήψεις
Γιώργος Αγγελόπουλος, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2008-02-12
Εδώ και δύο χρόνια, η δικηγόρος Ιζαμπέλ Βεκστάιν-Στεγκ και η δημοσιογράφος Σουάντ Μπελχαντάντ βοηθούν μαζί τους δασκάλους να καταπολεμήσουν τις προκαταλήψεις στα σχολεία των υποβαθμισμένων γαλλικών προαστίων, παίζοντας με τα στερεότυπα.
«Είμαστε δύο, η μία είναι μουσουλμάνα, η άλλη Εβραία· η μία είναι δικηγόρος, η άλλη δημοσιογράφος. Ποια είναι ποια;» Το αίνιγμα που βάζουν οι δύο γυναίκες στην τάξη εξάπτει την περιέργεια. Μια μεμονωμένη αντίδραση- «μα δεν μπορούμε να κρίνουμε από την εμφάνιση»- καλύπτεται αμέσως από τον χωρισμό της τάξης σε δύο στρατόπεδα. Για μια μικρή πλειοψηφία, η Εβραία είναι η Σουάντ, απόδειξη η «γαμψή» μύτη της. Εκείνη διορθώνει. «Η Αράβισσα είμαι εγώ, η Εβραία είναι η Ιζαμπέλ». Η μαθήτρια που είχε μιλήσει πρώτη για γαμψή μύτη ζητάει συγγνώμη: «Λυπάμαι, κυρία». Η Ιζαμπέλ επεμβαίνει: «Ζητάς συγγνώμη επειδή είπες ότι η Σουάντ έχει γαμψή μύτη ή επειδή είπες ότι όλες οι Εβραίες έχουν γαμψή μύτη;». Απάντηση δεν δίνεται.
Η σκηνή την οποία περιγράφει η «Λε Μοντ» έλαβε χώρα στις 18 Ιανουαρίου στο Επαγγελματικό Λύκειο ΜουλένΦοντύ στο Νουαζύ-λε-Σεκ, μπροστά σε 15 μαθήτριες ηλικίας 14 ώς 17 ετών, οι περισσότερες από τις οποίες προέρχονται από την Αφρική, τη μαύρη ή τη βόρεια, και σπουδάζουν για να γίνουν γραμματείς. «Όλοι οι Άραβες είναι...», λένε στις μαθήτριες, καλώντας τες να συμπληρώσουν τη φράση. Τα στερεότυπα ήταν «κλέφτες», «ψεύτες», «άνεργοι». Οι μαύροι εμφανίζονται ως «βιαστές» και οι Εβραίοι ως «ρατσιστές», «λεφτάδες», «φιλάργυροι». Βέβαια πάντα υπάρχει και κάποια φωνή που θα πει, «Άραβες, μαύροι, Γάλλοι, είμαστε όλοι ίδιοι». Όμως η Σουάντ και η Ιζαμπέλ δεν αφήνουν τίποτε να πέσει: «Οι Άραβες που είναι εδώ, δεν είναι Γάλλοι; Και εσείς, οι μαύροι, δεν γεννηθήκατε στη Γαλλία;». Η Σουάντ επιμένει: «Όλοι οι Άραβες είναι κλέφτες, άρα κι εγώ είμαι κλέφτρα;». «Α, όχι κυρία, δεν είπα αυτό!». «Τότε είμαι εξαίρεση;». Επί τρεις ώρες, μέσα στην τάξη, η Ιζαμπέλ και η Σουάντ δίνουν μάχη κατά των προκαταλήψεων με «παιγνίδια» τα οποία επιτρέπουν να εκδηλωθεί η βία του προκατειλημμένου. Ο στόχος είναι να γίνει κατανοητό ότι ο λόγος δεν είναι αθώος, ότι οι λέξεις μπορεί να γίνουν φονικές. Να φανεί πως ένας μαύρος, ένας Άραβας ή ένας Εβραίος μπορεί να υποφέρει από τον ρατσισμό, αλλά μπορεί να είναι και ο ίδιος δράστης ρατσιστικών πράξεων. Σε κάθε τάξη η δικηγόρος Ιζαμπέλ εξηγεί πως ο ποινικός κώδικας τιμωρεί όλες τις μορφές διακρίσεων. Και πως ακόμη και τα «ανέκδοτα» κάθε άλλο παρά αθώα είναι. Στη Ρουάντα, οι Χούτου αστειεύονταν με τους Τούτσι επί χρόνια, λέγοντάς τους τραγουδιστά: «Μια μέρα θα σας σκοτώσουμε όλους». Και σταδιακά αυτό συνέβη. «Όλα τα αστεία δεν οδηγούν στη γενοκτονία», λέει η Σουάντ, «όμως στη ρίζα μιας γενοκτονίας υπάρχουν πάντα ρατσιστικά αστεία».
«Είμαστε δύο, η μία είναι μουσουλμάνα, η άλλη Εβραία· η μία είναι δικηγόρος, η άλλη δημοσιογράφος. Ποια είναι ποια;» Το αίνιγμα που βάζουν οι δύο γυναίκες στην τάξη εξάπτει την περιέργεια. Μια μεμονωμένη αντίδραση- «μα δεν μπορούμε να κρίνουμε από την εμφάνιση»- καλύπτεται αμέσως από τον χωρισμό της τάξης σε δύο στρατόπεδα. Για μια μικρή πλειοψηφία, η Εβραία είναι η Σουάντ, απόδειξη η «γαμψή» μύτη της. Εκείνη διορθώνει. «Η Αράβισσα είμαι εγώ, η Εβραία είναι η Ιζαμπέλ». Η μαθήτρια που είχε μιλήσει πρώτη για γαμψή μύτη ζητάει συγγνώμη: «Λυπάμαι, κυρία». Η Ιζαμπέλ επεμβαίνει: «Ζητάς συγγνώμη επειδή είπες ότι η Σουάντ έχει γαμψή μύτη ή επειδή είπες ότι όλες οι Εβραίες έχουν γαμψή μύτη;». Απάντηση δεν δίνεται.
Η σκηνή την οποία περιγράφει η «Λε Μοντ» έλαβε χώρα στις 18 Ιανουαρίου στο Επαγγελματικό Λύκειο ΜουλένΦοντύ στο Νουαζύ-λε-Σεκ, μπροστά σε 15 μαθήτριες ηλικίας 14 ώς 17 ετών, οι περισσότερες από τις οποίες προέρχονται από την Αφρική, τη μαύρη ή τη βόρεια, και σπουδάζουν για να γίνουν γραμματείς. «Όλοι οι Άραβες είναι...», λένε στις μαθήτριες, καλώντας τες να συμπληρώσουν τη φράση. Τα στερεότυπα ήταν «κλέφτες», «ψεύτες», «άνεργοι». Οι μαύροι εμφανίζονται ως «βιαστές» και οι Εβραίοι ως «ρατσιστές», «λεφτάδες», «φιλάργυροι». Βέβαια πάντα υπάρχει και κάποια φωνή που θα πει, «Άραβες, μαύροι, Γάλλοι, είμαστε όλοι ίδιοι». Όμως η Σουάντ και η Ιζαμπέλ δεν αφήνουν τίποτε να πέσει: «Οι Άραβες που είναι εδώ, δεν είναι Γάλλοι; Και εσείς, οι μαύροι, δεν γεννηθήκατε στη Γαλλία;». Η Σουάντ επιμένει: «Όλοι οι Άραβες είναι κλέφτες, άρα κι εγώ είμαι κλέφτρα;». «Α, όχι κυρία, δεν είπα αυτό!». «Τότε είμαι εξαίρεση;». Επί τρεις ώρες, μέσα στην τάξη, η Ιζαμπέλ και η Σουάντ δίνουν μάχη κατά των προκαταλήψεων με «παιγνίδια» τα οποία επιτρέπουν να εκδηλωθεί η βία του προκατειλημμένου. Ο στόχος είναι να γίνει κατανοητό ότι ο λόγος δεν είναι αθώος, ότι οι λέξεις μπορεί να γίνουν φονικές. Να φανεί πως ένας μαύρος, ένας Άραβας ή ένας Εβραίος μπορεί να υποφέρει από τον ρατσισμό, αλλά μπορεί να είναι και ο ίδιος δράστης ρατσιστικών πράξεων. Σε κάθε τάξη η δικηγόρος Ιζαμπέλ εξηγεί πως ο ποινικός κώδικας τιμωρεί όλες τις μορφές διακρίσεων. Και πως ακόμη και τα «ανέκδοτα» κάθε άλλο παρά αθώα είναι. Στη Ρουάντα, οι Χούτου αστειεύονταν με τους Τούτσι επί χρόνια, λέγοντάς τους τραγουδιστά: «Μια μέρα θα σας σκοτώσουμε όλους». Και σταδιακά αυτό συνέβη. «Όλα τα αστεία δεν οδηγούν στη γενοκτονία», λέει η Σουάντ, «όμως στη ρίζα μιας γενοκτονίας υπάρχουν πάντα ρατσιστικά αστεία».