Χωρισμός σχολείου - κατηχητικού
Πάσχος Μανδραβέλης, Η Καθημερινή, Δημοσιευμένο: 2008-11-26
Κατάλαβε κανείς ποια είναι η θέση του υπουργού Παιδείας για τη διδασκαλία των Θρησκευτικών στα σχολεία; Σύμφωνα με τον κ. Ευριπίδη Στυλιανίδη το μάθημα είναι υποχρεωτικό για τους ορθόδοξους και προαιρετικό για τους αλλόδοξους. Αλλά πάλι αυτό ίσχυε έτσι κι αλλιώς τα τελευταία χρόνια: αρκούσε μια δήλωση γονέα ότι είναι αλλόδοξος για να απαλλαγεί ο βλαστός του από το μάθημα. Με την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου ο γονέας δεν κάνει δήλωση αλλοδοξίας - οφείλει μόνο να δηλώσει ότι δεν θέλει για λόγους συνειδήσεως ο υιός ή η θυγατέρα του να παρακολουθήσει το μάθημα.
Κατά τον κ. Στυλιανίδη το μάθημα για τους ορθόδοξους είναι υποχρεωτικό. Το ερώτημα είναι πώς θα γνωρίζουν οι μηχανισμοί του υπουργείου το ορθόδοξον ενός γονιού για να υποχρεώσουν τον μαθητή να παρακολουθεί το μάθημα. Μπορεί δηλαδή κάποιος ορθόδοξος να έχει άλλους λόγους συνειδήσεως και να μην θέλει το παιδί του να παρακολουθεί Θρησκευτικά. Πρέπει να αποκηρύξει την πίστη του για να το κάνει; Και οι ιερωμένοι που σχίζουν τα ιμάτιά τους για το υποχρεωτικό του μαθήματος, νομίζουν ότι τέτοιες τακτικές ενισχύουν την Εκκλησία; Πώς συμβιβάζεται, δηλαδή, το υποχρεωτικόν της σχολικής κατήχησης με τη ρήση του ιδρυτή της χριστιανικής θρησκείας που έλεγε «όστις θέλει οπίσω μου ελθείν»;
Το μπέρδεμα με τα Θρησκευτικά στα σχολεία έχει να κάνει με το γεγονός ότι σε θέματα συνειδήσεως η πολιτεία οφείλει να μην επεμβαίνει. Οχι μόνο για ηθικούς λόγους, αλλά για πολύ πρακτικούς. Δεν υπάρχουν αντικειμενικά μέτρα συνειδήσεως, ούτε καντάρι μέτρησης της πίστης κάποιου. Οταν όμως δεν υπάρχει ασφαλές έδαφος άσκησης πολιτικής, η πολιτική καταντάει κωμωδία. Οταν το κράτος παίρνει τη μεζούρα μέτρησης της συνείδησης κάποιου το αποτέλεσμα είναι τραγελαφικό. Η πίστη των ανθρώπων δεν χωρά στις γραφειοκρατικές νόρμες οποιουδήποτε κοσμικού μηχανισμού. Γι’ αυτό καλά είναι να την αφήνουμε να την διαχειρίζεται το άτομο μόνο του. Αν κάποιος θέλει να ενισχύσει την πίστη του, υπάρχει το κατηχητικό της γειτονιάς όπου μπορεί να στείλει τα παιδιά του. Η ανάμιξη του θρησκευτικού με το κοσμικό παλαιότερα στη Δύση γεννούσε πόνο και αίμα. Σήμερα δημιουργεί ιλαρότητα, σαν την προσπάθεια του υπουργείου Παιδείας να κάνει υποχρεωτικά τα Θρησκευτικά, χωρίς να είναι υποχρεωτικά.
Οι ελιγμοί του κ. Στυλιανίδη και στο θέμα των Θρησκευτικών είναι συνεπής μόνο με το ιδεολόγημα του μεσαίου χώρου. Αυτό που κυριάρχησε την πενταετία της διακυβέρνησης και θέλει ως μεταρρύθμιση τη θέση συν την αντίθεση διά δύο. Ξεχνά όμως τον απλό μαθηματικό κανόνα που λέει ότι αν προσθέσουμε το «α» με το «-α» το αποτέλεσμα είναι μηδέν ασχέτως με το τι θα το διαιρέσουμε.
Αυτό το ιδεολόγημα που χαρακτήρισε τη διακυβέρνηση είναι ένα από τα αίτια της σημερινής τελμάτωσης. Οχι μόνο στα σχολεία, αλλά και στην οικονομία και στη διαχείριση του κράτους. Διότι αν είναι να σπας αυγά και να ρίχνεις μέσα και τα τσόφλια, τότε και τα αυγά χάνεις και ομελέτα δεν τρως. Αυτό έκανε και ο κ. Στυλιανίδης: υιοθέτησε ένα νεωτερικό μέτρο, το μπόλιασε με προνεωτερικές παραμέτρους για να καταλήξουμε στον τέλειο παραλογισμό.
Κατά τον κ. Στυλιανίδη το μάθημα για τους ορθόδοξους είναι υποχρεωτικό. Το ερώτημα είναι πώς θα γνωρίζουν οι μηχανισμοί του υπουργείου το ορθόδοξον ενός γονιού για να υποχρεώσουν τον μαθητή να παρακολουθεί το μάθημα. Μπορεί δηλαδή κάποιος ορθόδοξος να έχει άλλους λόγους συνειδήσεως και να μην θέλει το παιδί του να παρακολουθεί Θρησκευτικά. Πρέπει να αποκηρύξει την πίστη του για να το κάνει; Και οι ιερωμένοι που σχίζουν τα ιμάτιά τους για το υποχρεωτικό του μαθήματος, νομίζουν ότι τέτοιες τακτικές ενισχύουν την Εκκλησία; Πώς συμβιβάζεται, δηλαδή, το υποχρεωτικόν της σχολικής κατήχησης με τη ρήση του ιδρυτή της χριστιανικής θρησκείας που έλεγε «όστις θέλει οπίσω μου ελθείν»;
Το μπέρδεμα με τα Θρησκευτικά στα σχολεία έχει να κάνει με το γεγονός ότι σε θέματα συνειδήσεως η πολιτεία οφείλει να μην επεμβαίνει. Οχι μόνο για ηθικούς λόγους, αλλά για πολύ πρακτικούς. Δεν υπάρχουν αντικειμενικά μέτρα συνειδήσεως, ούτε καντάρι μέτρησης της πίστης κάποιου. Οταν όμως δεν υπάρχει ασφαλές έδαφος άσκησης πολιτικής, η πολιτική καταντάει κωμωδία. Οταν το κράτος παίρνει τη μεζούρα μέτρησης της συνείδησης κάποιου το αποτέλεσμα είναι τραγελαφικό. Η πίστη των ανθρώπων δεν χωρά στις γραφειοκρατικές νόρμες οποιουδήποτε κοσμικού μηχανισμού. Γι’ αυτό καλά είναι να την αφήνουμε να την διαχειρίζεται το άτομο μόνο του. Αν κάποιος θέλει να ενισχύσει την πίστη του, υπάρχει το κατηχητικό της γειτονιάς όπου μπορεί να στείλει τα παιδιά του. Η ανάμιξη του θρησκευτικού με το κοσμικό παλαιότερα στη Δύση γεννούσε πόνο και αίμα. Σήμερα δημιουργεί ιλαρότητα, σαν την προσπάθεια του υπουργείου Παιδείας να κάνει υποχρεωτικά τα Θρησκευτικά, χωρίς να είναι υποχρεωτικά.
Οι ελιγμοί του κ. Στυλιανίδη και στο θέμα των Θρησκευτικών είναι συνεπής μόνο με το ιδεολόγημα του μεσαίου χώρου. Αυτό που κυριάρχησε την πενταετία της διακυβέρνησης και θέλει ως μεταρρύθμιση τη θέση συν την αντίθεση διά δύο. Ξεχνά όμως τον απλό μαθηματικό κανόνα που λέει ότι αν προσθέσουμε το «α» με το «-α» το αποτέλεσμα είναι μηδέν ασχέτως με το τι θα το διαιρέσουμε.
Αυτό το ιδεολόγημα που χαρακτήρισε τη διακυβέρνηση είναι ένα από τα αίτια της σημερινής τελμάτωσης. Οχι μόνο στα σχολεία, αλλά και στην οικονομία και στη διαχείριση του κράτους. Διότι αν είναι να σπας αυγά και να ρίχνεις μέσα και τα τσόφλια, τότε και τα αυγά χάνεις και ομελέτα δεν τρως. Αυτό έκανε και ο κ. Στυλιανίδης: υιοθέτησε ένα νεωτερικό μέτρο, το μπόλιασε με προνεωτερικές παραμέτρους για να καταλήξουμε στον τέλειο παραλογισμό.