Στις εντυπώσεις στοχεύει ο ανασχηματισμός
Ελίζα Παπαδάκη, Αυγή της Κυριακής, Δημοσιευμένο: 2009-01-11
Σε καλύτερη πολιτική διαχείριση αποσκοπεί πρώτιστα ο ανασχηματισμός στο κυβερνητικό οικονομικό επιτελείο, καθώς οι περυσινές ενέργειες είχαν αποξενώσει τη βάση της Νέας Δημοκρατίας. Εξαιρετικά δύσκολη διαγράφεται η οικονομική διαχείριση, αλλά γιʼ αυτήν ο πρωθυπουργός επαφίεται κυρίως σε εξωκυβερνητικές υποδείξεις: από Τράπεζα Ελλάδος και Βρυξέλλες. Ένα σχέδιο ανασυγκρότησης της οικονομίας, ικανό να ανακόψει τη ραγδαία επερχόμενη επιδείνωση, βρίσκεται έξω από τις δυνατότητές του.
Τις αναζητούμενες διαφορετικές ισορροπίες σηματοδοτεί το νέο κυβερνητικό όργανο που συνήλθε ήδη προχθές. Αναλαμβάνοντας ο ίδιος επικεφαλής της νεοσύστατης διυπουργικής επιτροπής για την οικονομική πολιτική, ο κ. Καραμανλής υποδηλώνει ότι θέλει να είναι πλέον ενεργά παρών στις αποφάσεις, όχι να καλύπτει μόνο σχεδιασμούς του οικονομολόγου Γιώργου Αλογοσκούφη, στον οποίο, ως ειδικό, τους είχε εμπιστευθεί επί πέντε χρόνια. Ανησυχώντας για τη μεγάλη κάμψη στην αποδοχή της κυβέρνησης, θα προσπαθήσει ιδίως να επενδύσει εδώ το περικομμένο αλλά ακόμα υπαρκτό προσωπικό του πολιτικό κύρος. Η ευφράδεια είναι άλλωστε το αναντίρρητο προσόν που θα αξιοποιεί εντονότερα για να συγχέει τις συνέπειες από τη ραγδαία διεθνή και ευρωπαϊκή κρίση με τις συγκεκριμένες ευθύνες της κυβερνητικής πολιτικής ώσπου να διεξαχθούν ξανά εκλογές. Αυτό ακριβώς ήταν το πνεύμα της πρωθυπουργικής ομιλίας στην πρώτη συνεδρίαση του ανασχηματισμένου υπουργικού συμβουλίου: κατατάσσοντας τις μεταρρυθμίσεις τέταρτες στις προτεραιότητες εφεξής (μετά την ενίσχυση της ρευστότητας, την προστασία της εργασίας, την αρωγή στους ασθενέστερους, και πριν από το ΕΣΠΑ), μάλιστα ως απλή συνέχισή τους, ο κ. Καραμανλής έδειξε να μη διακρίνει κανένα περιθώριο για τις αναγκαίες τομές στην οικονομία.
Με τη συμμετοχή του υπουργού ΠΕΧΩΔΕ Γιώργου Σουφλιά αίρεται ο μακρύς παραγκωνισμός του από τη διαμόρφωση της οικονομικής πολιτικής, αφύσικος για πολλούς Νεοδημοκράτες. Από το ξεκίνημα της κυβέρνησης της Ν.Δ. ο κ. Σουφλιάς δεν είχε κρύψει τη διαφωνία του με τους χειρισμούς της περιβόητης δημοσιονομικής απογραφής. Οι ανταγωνιστικές του σχέσεις με τον υπεύθυνο υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών Γ. Αλογοσκούφη εκδηλώνονταν έκτοτε με ποικίλλες αφορμές. Βασικός συντάκτης του εκλογικού προγράμματος του 2004 (με μέτριες δόσεις νεοφιλελευθερισμού για την εποχή), δεν είχε την ευκαιρία να δοκιμάσει την εφαρμογή του στην πράξη. Συναποκομίζει την εμπειρία από τη θητεία του το 1990-91 ως υπουργός Εθνικής Οικονομίας στην κυβέρνηση Μητσοτάκη και από μιαν ολιγόμηνη αμέσως προηγουμένως ως υπουργός Οικονομικών στην οικουμενική κυβέρνηση Ζολώτα, όταν οι συνθήκες ήσαν πολύ διαφορετικές αλλά επίσης εξαιρετικά δύσκολες. Σε απόσταση από ιδεολογικά και θεωρητικά σχήματα, όπως και από τις Βρυξέλλες και τις επεξεργασίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, έχει καταδειχτεί περισσότερο πολιτικός των πρακτικών επί τόπου διευθετήσεων, της συνεννόησης με διαφορετικά συμφέροντα καθώς και με τα άλλα κόμματα. Παροιμιώδη έχουν μείνει τα σαρκαστικά του σχόλια για συναδέλφους του των αρχών της δεκαετίας του 1990, ότι βλέπουν την Ελλάδα να εξαντλείται στον άξονα βορείων προαστίων - Πλατείας Συντάγματος και ποτέ δεν έχουν πάει κάτω από την Ομόνοια... Από τη συμμετοχή του στην επιτροπή ο κ. Καραμανλής φαίνεται να προσδοκά κυρίως ότι θα συμβάλει σε ένα πιο «φιλολαϊκό» προφίλ της κυβέρνησης στο εσωτερικό της παράταξης, ει δυνατόν και ευρύτερα.
Ανάλογη είναι η αποστολή και του νέου υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών Γιάννη Παπαθανασίου. Έχοντας από καιρό υποστείλει τις σημαίες του υπερφιλελευθερισμού των αγορών που κράδαινε την εποχή του ΠΑΣΟΚ, ο κ. Παπαθανασίου έχει το πλεονέκτημα να γνωρίζει την «πιάτσα» των μικρομεσαίων επιχειρήσεων από τα μέσα, έμπορος ο ίδιος και με μακρά συνδικαλιστική θητεία στο Εμποροβιομηχανικό Επιμελητήριο. Η ανάδειξή του στο υπουργείο τροφοδότησε αμέσως ελπίδες ότι θα τροποποιήσει τις επαχθέστερες για τους εμπόρους, επαγγελματίες και άλλους επιχειρηματίες διατάξεις του τελευταίου φορολογικού νόμου Αλογοσκούφη, ιδίως την κατάργηση του αφορολογήτου ορίου των 10.500 ευρώ. Για το πώς θα μπορούσε όμως να αναπληρώσει τα σχετικά έσοδα, για τρόπους, γενικότερα, να αυξηθούν τα δημόσια έσοδα που έχουν καταρρεύσει, ιδέες δεν έχει προτείνει μέχρι στιγμής. Ούτε για την αναχρηματοδότηση του δημοσίου χρέους, την πολύ μεγάλη δυσκολία της οποίας πάντως αναγνώριζε ρητά, με εκκλήσεις για εθνική συνεννόηση, σε σχετικά ανύποπτο χρόνο (αρχές Δεκεμβρίου, κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή). Κανείς άλλωστε δεν αναμένει από τον κ. Παπαθανασίου να παίξει ρόλο «τσάρου» της οικονομίας, σαν τον προκάτοχό του. Ούτε να διαπραγματευτεί σοβαρά με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στο Συμβούλιο Ecofin τα μέτρα που θα κληθεί να εφαρμόσει η Ελλάδα τις επόμενες εβδομάδες. Εκεί που έχει φτάσει ο εκτροχιασμός των δημοσίων οικονομικών, αξιόπιστα εθνικά κριτήρια δεν υφίστανται για να προβληθούν από την παρούσα κυβέρνηση, φαίνεται να έχει καταλήξει ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Οπότε δεν μένει παρά να ακολουθηθούν οι όποιες ευρωπαϊκές συστάσεις έρθουν μετά τις 20 Ιανουαρίου και για τη συζήτησή τους η έως τώρα ευρωπαϊκή εμπειρία του νέου υπουργού (σε θέματα περιφερειακής ανάπτυξης και αξιοποίησης των κοινοτικών πόρων) κρίθηκε επαρκής.
Αυτή η διερεύνηση των ευρωπαϊκών περιθωρίων βρισκόταν στο επίκεντρο της προχθεσινής σύσκεψης της διυπουργικής επιτροπής για την οικονομική πολιτική, ως θέμα της οποίας ανακοινώθηκε η επισκόπηση της παγκόσμιας κρίσης και των επιπτώσεών της στην εγχώρια οικονομία. Την πληρέστερη ενημέρωση, και ιδίως για το ενδεχόμενο ευρωπαϊκής κάλυψης προκειμένου να συγκρατηθεί το εκρηκτικά αυξανόμενο κόστος του δημόσιου δανεισμού, έχει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιώργος Προβόπουλος, ο οποίος θα παίζει ενεργό συμβουλευτικό ρόλο το επόμενο διάστημα. Αφότου ανέλαβε τα καθήκοντά του το καλοκαίρι, ο κ. Προβόπουλος επιμένει προπάντων στην επιτακτική ανάγκη ενός μεσοπρόθεσμου σχεδίου για την ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας, χωρίς το οποίο είναι αναπότρεπτη μια σοβαρή επιδείνωση των εισοδημάτων, της απασχόλησης, του βιοτικού επιπέδου γενικότερα. Για την εκπόνηση και την εφαρμογή ενός τέτοιου σχεδίου όμως απαιτούνται πολιτικές προϋποθέσεις που δεν συντρέχουν σήμερα, ούτε είναι δυνατό να τις αναπληρώσει η Τράπεζα Ελλάδος.
Πιο Ευρωπαίος μεταξύ των μελών της διυπουργικής επιτροπής σε εμπειρία, αντιλήψεις και μεθόδους είναι αναμφίβολα ο νέος υπουργός Ανάπτυξης Κωστής Χατζηδάκης, ο οποίος έχει να αντιμετωπίσει το οξύτατο ενεργειακό πρόβλημα της χώρας, ενώ διατήρησε την αρμοδιότητα για την πώληση της Ολυμπιακής. Σε ανάλογο κλίμα με τους συναδέλφους του απέκλεισε κατηγορηματικά κάθε αύξηση των τιμολογίων της ΔΕΗ, χωρίς να προβεί σε άλλες δηλώσεις.
Πιο απειλητική η κρίση, απαιτεί αποφασιστικές πολιτικές
Την ώρα που η κυβέρνηση Καραμανλή αναζητεί νέες ισορροπίες στο επίπεδο των εντυπώσεων για να συγκρατήσει την πτώση της στις δημοσκοπήσεις, η επιδείνωση της κρίσης σε παγκόσμιο επίπεδο επιβάλλει πολύ πιο αποφασιστικές πολιτικές.
Ένα δημόσιο «πρόγραμμα ανάκαμψης και επανεπένδυσης», με μεγάλη έμφαση στις επενδύσεις σε ένα νέο ενεργειακό πρότυπο, στις υποδομές, στην παιδεία και στην υγεία, το οποίο θα υπερβαίνει τα 700 δις δολάρια σκιαγράφησε την Πέμπτη ο Μπαράκ Ομπάμα. Καθώς αναλαμβάνει πρόεδρος στις 20 Ιανουαρίου ήταν κατηγορηματικός στην απαίτηση το πρόγραμμα να υιοθετηθεί πολύ γρήγορα με δραστικές αλλαγές στη διακυβέρνηση από την Ουάσινγκτον, εξηγώντας ότι η παράταση της απραξίας κινδυνεύει να οδηγήσει σε πολύ βαθιά και διαρκή ύφεση. Προχθές ανακοινώθηκε ότι στις ΗΠΑ έγιναν άλλες 526.000 απολύσεις το Δεκέμβριο φτάνοντας τις απώλειες θέσεων εργασίας στα 2,6 εκατομμύρια το 2008 και τους ανέργους πάνω από 11 εκατομμύρια, στο 7,2%. Ακόμα και το πρόγραμμα αυτό εκτιμάται ωστόσο ανεπαρκές από τον Πολ Κρούγκμαν, ενώ αρκετοί Δημοκρατικοί έχουν αντιρρήσεις για τις μειώσεις φόρων που προβλέπονται, θεωρώντας ότι δεν θα αποδώσουν στην τόνωση της οικονομίας.
Και στην Ευρώπη σημειώθηκε τον Δεκέμβριο νέα σοβαρή επιδείνωση των επιχειρηματικών προβλέψεων, στη Γερμανία η ανεργία ήδη ανεβαίνει, η Ιρλανδία προβλέπει πτώση του ΑΕΠ της μέχρι και 4% φέτος. Η Τράπεζα της Αγγλίας έριξε το επιτόκιό της στο ιστορικά χαμηλό 1,5% και μένει να φανεί κατά πόσο θα την ακολουθήσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Στη Γαλλία η εθνική συνέλευση ενέκρινε τα νομοσχέδια για τη στήριξη της οικονομίας με αυξημένη κρατική παρέμβαση 26 δις ευρώ. Ήδη όμως άρχισαν να εκφράζονται ανησυχίες για την ανταπόκριση των αγορών στις ανάγκες δανεισμού των κρατών, που θα είναι τριπλάσιες ή και μεγαλύτερες από πέρυσι.
Τις αναζητούμενες διαφορετικές ισορροπίες σηματοδοτεί το νέο κυβερνητικό όργανο που συνήλθε ήδη προχθές. Αναλαμβάνοντας ο ίδιος επικεφαλής της νεοσύστατης διυπουργικής επιτροπής για την οικονομική πολιτική, ο κ. Καραμανλής υποδηλώνει ότι θέλει να είναι πλέον ενεργά παρών στις αποφάσεις, όχι να καλύπτει μόνο σχεδιασμούς του οικονομολόγου Γιώργου Αλογοσκούφη, στον οποίο, ως ειδικό, τους είχε εμπιστευθεί επί πέντε χρόνια. Ανησυχώντας για τη μεγάλη κάμψη στην αποδοχή της κυβέρνησης, θα προσπαθήσει ιδίως να επενδύσει εδώ το περικομμένο αλλά ακόμα υπαρκτό προσωπικό του πολιτικό κύρος. Η ευφράδεια είναι άλλωστε το αναντίρρητο προσόν που θα αξιοποιεί εντονότερα για να συγχέει τις συνέπειες από τη ραγδαία διεθνή και ευρωπαϊκή κρίση με τις συγκεκριμένες ευθύνες της κυβερνητικής πολιτικής ώσπου να διεξαχθούν ξανά εκλογές. Αυτό ακριβώς ήταν το πνεύμα της πρωθυπουργικής ομιλίας στην πρώτη συνεδρίαση του ανασχηματισμένου υπουργικού συμβουλίου: κατατάσσοντας τις μεταρρυθμίσεις τέταρτες στις προτεραιότητες εφεξής (μετά την ενίσχυση της ρευστότητας, την προστασία της εργασίας, την αρωγή στους ασθενέστερους, και πριν από το ΕΣΠΑ), μάλιστα ως απλή συνέχισή τους, ο κ. Καραμανλής έδειξε να μη διακρίνει κανένα περιθώριο για τις αναγκαίες τομές στην οικονομία.
Με τη συμμετοχή του υπουργού ΠΕΧΩΔΕ Γιώργου Σουφλιά αίρεται ο μακρύς παραγκωνισμός του από τη διαμόρφωση της οικονομικής πολιτικής, αφύσικος για πολλούς Νεοδημοκράτες. Από το ξεκίνημα της κυβέρνησης της Ν.Δ. ο κ. Σουφλιάς δεν είχε κρύψει τη διαφωνία του με τους χειρισμούς της περιβόητης δημοσιονομικής απογραφής. Οι ανταγωνιστικές του σχέσεις με τον υπεύθυνο υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών Γ. Αλογοσκούφη εκδηλώνονταν έκτοτε με ποικίλλες αφορμές. Βασικός συντάκτης του εκλογικού προγράμματος του 2004 (με μέτριες δόσεις νεοφιλελευθερισμού για την εποχή), δεν είχε την ευκαιρία να δοκιμάσει την εφαρμογή του στην πράξη. Συναποκομίζει την εμπειρία από τη θητεία του το 1990-91 ως υπουργός Εθνικής Οικονομίας στην κυβέρνηση Μητσοτάκη και από μιαν ολιγόμηνη αμέσως προηγουμένως ως υπουργός Οικονομικών στην οικουμενική κυβέρνηση Ζολώτα, όταν οι συνθήκες ήσαν πολύ διαφορετικές αλλά επίσης εξαιρετικά δύσκολες. Σε απόσταση από ιδεολογικά και θεωρητικά σχήματα, όπως και από τις Βρυξέλλες και τις επεξεργασίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, έχει καταδειχτεί περισσότερο πολιτικός των πρακτικών επί τόπου διευθετήσεων, της συνεννόησης με διαφορετικά συμφέροντα καθώς και με τα άλλα κόμματα. Παροιμιώδη έχουν μείνει τα σαρκαστικά του σχόλια για συναδέλφους του των αρχών της δεκαετίας του 1990, ότι βλέπουν την Ελλάδα να εξαντλείται στον άξονα βορείων προαστίων - Πλατείας Συντάγματος και ποτέ δεν έχουν πάει κάτω από την Ομόνοια... Από τη συμμετοχή του στην επιτροπή ο κ. Καραμανλής φαίνεται να προσδοκά κυρίως ότι θα συμβάλει σε ένα πιο «φιλολαϊκό» προφίλ της κυβέρνησης στο εσωτερικό της παράταξης, ει δυνατόν και ευρύτερα.
Ανάλογη είναι η αποστολή και του νέου υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών Γιάννη Παπαθανασίου. Έχοντας από καιρό υποστείλει τις σημαίες του υπερφιλελευθερισμού των αγορών που κράδαινε την εποχή του ΠΑΣΟΚ, ο κ. Παπαθανασίου έχει το πλεονέκτημα να γνωρίζει την «πιάτσα» των μικρομεσαίων επιχειρήσεων από τα μέσα, έμπορος ο ίδιος και με μακρά συνδικαλιστική θητεία στο Εμποροβιομηχανικό Επιμελητήριο. Η ανάδειξή του στο υπουργείο τροφοδότησε αμέσως ελπίδες ότι θα τροποποιήσει τις επαχθέστερες για τους εμπόρους, επαγγελματίες και άλλους επιχειρηματίες διατάξεις του τελευταίου φορολογικού νόμου Αλογοσκούφη, ιδίως την κατάργηση του αφορολογήτου ορίου των 10.500 ευρώ. Για το πώς θα μπορούσε όμως να αναπληρώσει τα σχετικά έσοδα, για τρόπους, γενικότερα, να αυξηθούν τα δημόσια έσοδα που έχουν καταρρεύσει, ιδέες δεν έχει προτείνει μέχρι στιγμής. Ούτε για την αναχρηματοδότηση του δημοσίου χρέους, την πολύ μεγάλη δυσκολία της οποίας πάντως αναγνώριζε ρητά, με εκκλήσεις για εθνική συνεννόηση, σε σχετικά ανύποπτο χρόνο (αρχές Δεκεμβρίου, κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή). Κανείς άλλωστε δεν αναμένει από τον κ. Παπαθανασίου να παίξει ρόλο «τσάρου» της οικονομίας, σαν τον προκάτοχό του. Ούτε να διαπραγματευτεί σοβαρά με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στο Συμβούλιο Ecofin τα μέτρα που θα κληθεί να εφαρμόσει η Ελλάδα τις επόμενες εβδομάδες. Εκεί που έχει φτάσει ο εκτροχιασμός των δημοσίων οικονομικών, αξιόπιστα εθνικά κριτήρια δεν υφίστανται για να προβληθούν από την παρούσα κυβέρνηση, φαίνεται να έχει καταλήξει ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Οπότε δεν μένει παρά να ακολουθηθούν οι όποιες ευρωπαϊκές συστάσεις έρθουν μετά τις 20 Ιανουαρίου και για τη συζήτησή τους η έως τώρα ευρωπαϊκή εμπειρία του νέου υπουργού (σε θέματα περιφερειακής ανάπτυξης και αξιοποίησης των κοινοτικών πόρων) κρίθηκε επαρκής.
Αυτή η διερεύνηση των ευρωπαϊκών περιθωρίων βρισκόταν στο επίκεντρο της προχθεσινής σύσκεψης της διυπουργικής επιτροπής για την οικονομική πολιτική, ως θέμα της οποίας ανακοινώθηκε η επισκόπηση της παγκόσμιας κρίσης και των επιπτώσεών της στην εγχώρια οικονομία. Την πληρέστερη ενημέρωση, και ιδίως για το ενδεχόμενο ευρωπαϊκής κάλυψης προκειμένου να συγκρατηθεί το εκρηκτικά αυξανόμενο κόστος του δημόσιου δανεισμού, έχει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιώργος Προβόπουλος, ο οποίος θα παίζει ενεργό συμβουλευτικό ρόλο το επόμενο διάστημα. Αφότου ανέλαβε τα καθήκοντά του το καλοκαίρι, ο κ. Προβόπουλος επιμένει προπάντων στην επιτακτική ανάγκη ενός μεσοπρόθεσμου σχεδίου για την ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας, χωρίς το οποίο είναι αναπότρεπτη μια σοβαρή επιδείνωση των εισοδημάτων, της απασχόλησης, του βιοτικού επιπέδου γενικότερα. Για την εκπόνηση και την εφαρμογή ενός τέτοιου σχεδίου όμως απαιτούνται πολιτικές προϋποθέσεις που δεν συντρέχουν σήμερα, ούτε είναι δυνατό να τις αναπληρώσει η Τράπεζα Ελλάδος.
Πιο Ευρωπαίος μεταξύ των μελών της διυπουργικής επιτροπής σε εμπειρία, αντιλήψεις και μεθόδους είναι αναμφίβολα ο νέος υπουργός Ανάπτυξης Κωστής Χατζηδάκης, ο οποίος έχει να αντιμετωπίσει το οξύτατο ενεργειακό πρόβλημα της χώρας, ενώ διατήρησε την αρμοδιότητα για την πώληση της Ολυμπιακής. Σε ανάλογο κλίμα με τους συναδέλφους του απέκλεισε κατηγορηματικά κάθε αύξηση των τιμολογίων της ΔΕΗ, χωρίς να προβεί σε άλλες δηλώσεις.
Πιο απειλητική η κρίση, απαιτεί αποφασιστικές πολιτικές
Την ώρα που η κυβέρνηση Καραμανλή αναζητεί νέες ισορροπίες στο επίπεδο των εντυπώσεων για να συγκρατήσει την πτώση της στις δημοσκοπήσεις, η επιδείνωση της κρίσης σε παγκόσμιο επίπεδο επιβάλλει πολύ πιο αποφασιστικές πολιτικές.
Ένα δημόσιο «πρόγραμμα ανάκαμψης και επανεπένδυσης», με μεγάλη έμφαση στις επενδύσεις σε ένα νέο ενεργειακό πρότυπο, στις υποδομές, στην παιδεία και στην υγεία, το οποίο θα υπερβαίνει τα 700 δις δολάρια σκιαγράφησε την Πέμπτη ο Μπαράκ Ομπάμα. Καθώς αναλαμβάνει πρόεδρος στις 20 Ιανουαρίου ήταν κατηγορηματικός στην απαίτηση το πρόγραμμα να υιοθετηθεί πολύ γρήγορα με δραστικές αλλαγές στη διακυβέρνηση από την Ουάσινγκτον, εξηγώντας ότι η παράταση της απραξίας κινδυνεύει να οδηγήσει σε πολύ βαθιά και διαρκή ύφεση. Προχθές ανακοινώθηκε ότι στις ΗΠΑ έγιναν άλλες 526.000 απολύσεις το Δεκέμβριο φτάνοντας τις απώλειες θέσεων εργασίας στα 2,6 εκατομμύρια το 2008 και τους ανέργους πάνω από 11 εκατομμύρια, στο 7,2%. Ακόμα και το πρόγραμμα αυτό εκτιμάται ωστόσο ανεπαρκές από τον Πολ Κρούγκμαν, ενώ αρκετοί Δημοκρατικοί έχουν αντιρρήσεις για τις μειώσεις φόρων που προβλέπονται, θεωρώντας ότι δεν θα αποδώσουν στην τόνωση της οικονομίας.
Και στην Ευρώπη σημειώθηκε τον Δεκέμβριο νέα σοβαρή επιδείνωση των επιχειρηματικών προβλέψεων, στη Γερμανία η ανεργία ήδη ανεβαίνει, η Ιρλανδία προβλέπει πτώση του ΑΕΠ της μέχρι και 4% φέτος. Η Τράπεζα της Αγγλίας έριξε το επιτόκιό της στο ιστορικά χαμηλό 1,5% και μένει να φανεί κατά πόσο θα την ακολουθήσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Στη Γαλλία η εθνική συνέλευση ενέκρινε τα νομοσχέδια για τη στήριξη της οικονομίας με αυξημένη κρατική παρέμβαση 26 δις ευρώ. Ήδη όμως άρχισαν να εκφράζονται ανησυχίες για την ανταπόκριση των αγορών στις ανάγκες δανεισμού των κρατών, που θα είναι τριπλάσιες ή και μεγαλύτερες από πέρυσι.