Οπισθεν ολοταχώς και στη διαφθορά
Πάσχος Μανδραβέλης, Η Καθημερινή, Δημοσιευμένο: 2009-07-01
Kάθε χρόνο τέτοια μέρα η ελληνική κοινωνία ζει μια ιδιότυπη «Ημέρα της Μαρμότας». Ο επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης δημοσιοποιεί την ετήσια αναφορά του. Ολοι μένουμε με το στόμα ανοιχτό για τα επίπεδα διαφθοράς στον δημόσιο τομέα· η κυβέρνηση εκφωνεί τον πανηγυρικό «ότι μόνιμος στόχος και επίκεντρο των προσπαθειών μας είναι η πάταξη της διαφθοράς», οι εφημερίδες δημοσιεύουν τα πιο γαργαλιστικά στοιχεία και μετά γυρνάμε όλοι στις δουλειάς μας. Ομως, επειδή όλες οι δουλειές μας αργά ή γρήγορα έχουν να κάνουν με το κράτος, κρατάμε ένα πόσο για την ώρα που θα χρειαστεί να δώσουμε το «γρηγορόσημο».
Η διαφθορά είναι φαινόμενο που απαντάται και στις καλύτερες κοινωνίες του κόσμου. Μόνο στις τριτοκοσμικές χώρες γίνεται ενδημική. Και στην Ελλάδα, επειδή απαντάμε στερεότυπα στο φαινόμενο. Κάθε φορά που ακούμε για διαφθορά το μόνο που σκεπτόμαστε είναι οι μεγαλύτερες ποινές. «Κρέμασμα στο Σύνταγμα» είχε υποσχεθεί το 2004 ο πρωθυπουργός κι έκτοτε (όπως δείχνουν όλες οι έρευνες όλων των διεθνών οργανισμών) η διαφθορά φούντωσε. Σύμφωνα με την ετήσια έρευνα της Παγκόσμιας Τράπεζας με άριστα το 100, η Ελλάδα είχε το 2004 «Βαθμό Ελέγχου της Διαφθοράς» 71,4. Δεν ήταν καλός, αλλά είδαμε ότι υπήρχαν και χειρότεροι: Το 2005 αυτός ο βαθμός κατρακύλησε στο 65. Το 2006 έμεινε στο 65. Το 2007 ξανάπεσε στο 62,8 και το 2008 βρέθηκε σε επίπεδα Κόστα Ρίκα, δηλαδή 60,9.
Υπάρχουν δύο τρόποι για την καταπολέμηση της διαφθοράς. Ο συντηρητικός και ο σοβαρός. Ο συντηρητικός κάνει μεγαλύτερο θόρυβο και γι’ αυτό πολλές φορές κερδίζει τις προτιμήσεις των ανθρώπων. Εχει πολλή ηθικολογία και περισσότερες οιμωγές για τον «κακό κόσμο» που ζούμε. Διακηρύσσει πως κάπου υπάρχει ένα φανταστικό ηθικό κέντρο, στο οποίο αν δοθεί ανεξέλεγκτη εξουσία θα επιβάλει την καλοσύνη παντού και έτσι θα ζήσουν οι ηθικοί καλά και οι ανήθικοι χειρότερα. Ξεχνούν όμως ότι στην αλήστου μνήμης ΕΣΣΔ, που οι ποινή για τους διεφθαρμένους ήταν θανατική η διαφθορά είχε γίνει κανόνας ακόμη και για τις καθημερινές (αυτονόητες για εμάς) συναλλαγές στα εμπορικά καταστήματα.
Ο σοβαρός τρόπος είναι μακροπρόθεσμος και γι’ αυτό σχετικά αθόρυβος. Θέλει μηχανισμούς ελέγχου και ισορροπιών μέσα στο σύστημα, μηχανισμοί που επειδή ακριβώς θα αλληλοϋποβλέπονται, θα δημιουργούν αντικίνητρα στη διαφθορά. Τέτοιοι μηχανισμοί δημιουργήθηκαν επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και πριν προλάβουν να αποδώσουν πλήρως, ξηλώθηκαν από τη Νέα Δημοκρατία. Μιλάμε για τις Ανεξάρτητες Αρχές (που συκοφαντήθηκαν όσο τίποτε άλλο) και τα δειλά μέτρα για την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. Δεν είναι τυχαίο ότι από το 1996 που μετρά η Παγκόσμια Τράπεζα τον «Βαθμό Ελέγχου της Διαφθοράς» η Ελλάδα παρουσίαζε μια ανοδική καμπύλη. Το 1996 ο βαθμός ήταν 64,4, φτάνει το 2004 το 71,4, για να κατρακυλήσει το 2008 στο 60,9. Δηλαδή η χώρα βρέθηκε πίσω ακόμη και από το 1996.
Το θέμα είναι ότι η κυβέρνηση συνεχίζει στην ίδια ρότα. Αντί να φτιάξει μηχανισμούς ελέγχου εξαγγέλλει πιο σκληρές ποινές. Οι οποίες φυσικά δεν θα επιβληθούν, διότι όπως απέδειξε η ιστορία του παραδικαστικού δεν υπάρχει άμωμο ηθικό κέντρο που θα μας φτιάξει ένα παράδεισο.
Η διαφθορά είναι φαινόμενο που απαντάται και στις καλύτερες κοινωνίες του κόσμου. Μόνο στις τριτοκοσμικές χώρες γίνεται ενδημική. Και στην Ελλάδα, επειδή απαντάμε στερεότυπα στο φαινόμενο. Κάθε φορά που ακούμε για διαφθορά το μόνο που σκεπτόμαστε είναι οι μεγαλύτερες ποινές. «Κρέμασμα στο Σύνταγμα» είχε υποσχεθεί το 2004 ο πρωθυπουργός κι έκτοτε (όπως δείχνουν όλες οι έρευνες όλων των διεθνών οργανισμών) η διαφθορά φούντωσε. Σύμφωνα με την ετήσια έρευνα της Παγκόσμιας Τράπεζας με άριστα το 100, η Ελλάδα είχε το 2004 «Βαθμό Ελέγχου της Διαφθοράς» 71,4. Δεν ήταν καλός, αλλά είδαμε ότι υπήρχαν και χειρότεροι: Το 2005 αυτός ο βαθμός κατρακύλησε στο 65. Το 2006 έμεινε στο 65. Το 2007 ξανάπεσε στο 62,8 και το 2008 βρέθηκε σε επίπεδα Κόστα Ρίκα, δηλαδή 60,9.
Υπάρχουν δύο τρόποι για την καταπολέμηση της διαφθοράς. Ο συντηρητικός και ο σοβαρός. Ο συντηρητικός κάνει μεγαλύτερο θόρυβο και γι’ αυτό πολλές φορές κερδίζει τις προτιμήσεις των ανθρώπων. Εχει πολλή ηθικολογία και περισσότερες οιμωγές για τον «κακό κόσμο» που ζούμε. Διακηρύσσει πως κάπου υπάρχει ένα φανταστικό ηθικό κέντρο, στο οποίο αν δοθεί ανεξέλεγκτη εξουσία θα επιβάλει την καλοσύνη παντού και έτσι θα ζήσουν οι ηθικοί καλά και οι ανήθικοι χειρότερα. Ξεχνούν όμως ότι στην αλήστου μνήμης ΕΣΣΔ, που οι ποινή για τους διεφθαρμένους ήταν θανατική η διαφθορά είχε γίνει κανόνας ακόμη και για τις καθημερινές (αυτονόητες για εμάς) συναλλαγές στα εμπορικά καταστήματα.
Ο σοβαρός τρόπος είναι μακροπρόθεσμος και γι’ αυτό σχετικά αθόρυβος. Θέλει μηχανισμούς ελέγχου και ισορροπιών μέσα στο σύστημα, μηχανισμοί που επειδή ακριβώς θα αλληλοϋποβλέπονται, θα δημιουργούν αντικίνητρα στη διαφθορά. Τέτοιοι μηχανισμοί δημιουργήθηκαν επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και πριν προλάβουν να αποδώσουν πλήρως, ξηλώθηκαν από τη Νέα Δημοκρατία. Μιλάμε για τις Ανεξάρτητες Αρχές (που συκοφαντήθηκαν όσο τίποτε άλλο) και τα δειλά μέτρα για την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. Δεν είναι τυχαίο ότι από το 1996 που μετρά η Παγκόσμια Τράπεζα τον «Βαθμό Ελέγχου της Διαφθοράς» η Ελλάδα παρουσίαζε μια ανοδική καμπύλη. Το 1996 ο βαθμός ήταν 64,4, φτάνει το 2004 το 71,4, για να κατρακυλήσει το 2008 στο 60,9. Δηλαδή η χώρα βρέθηκε πίσω ακόμη και από το 1996.
Το θέμα είναι ότι η κυβέρνηση συνεχίζει στην ίδια ρότα. Αντί να φτιάξει μηχανισμούς ελέγχου εξαγγέλλει πιο σκληρές ποινές. Οι οποίες φυσικά δεν θα επιβληθούν, διότι όπως απέδειξε η ιστορία του παραδικαστικού δεν υπάρχει άμωμο ηθικό κέντρο που θα μας φτιάξει ένα παράδεισο.