Για την ανασυγκρότηση της Ανανεωτικής Αριστεράς
Γιάννης Παπαθεόδώρου, Δημοσιευμένο: 2009-09-08
1. Ξαφνικά φέτος το καλοκαίρι
Ξαφνικά φέτος το καλοκαίρι, όσοι παρακολουθήσαμε από κοντά τον εσωτερικό κομματικό βίο του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ μάθαμε πολλά : ότι ο Αλαβάνος και ο Τσίπρας τελικά δεν «τα βρήκαν», ότι μερικοί θέλανε μια «δεύτερη αριστερή στροφή», ότι κάποιοι άλλοι θέλανε μια πιο «αντισυστημική» αριστερά, ότι κάποιοι τρίτοι απλώς «ανακύκλωσαν» φήμες για την «κόκκινη» διαφθορά του ’89, κι ότι, τέλος, μετά τις εκλογές, με μερικά έκτακτα συνέδρια και συνδιασκέψεις, θα λυθούν αναδρομικά όλα τα προβλήματα του χώρου. Η μαγική εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ, πάντως, ξεθώριασε απότομα αφήνοντας πίσω της μόνο κάτι θολές αναμνήσεις από τη «χαμένη άνοιξη» του 2008, όταν ακόμη ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνίας έμοιαζε να στρέφεται με αγωνία προς την αριστερά γυρεύοντας διέξοδο. Η διαχείριση της εκλογικής ήττας των ευρω-εκλογών αποτέλεσε την αφετηρία για μια περίοδο «εσωστρέφειας», που ανέδειξε, ωστόσο, το πραγματικό ιδεολογικό δίλημμα του χώρου. Γιατί, - ας μη γελιόμαστε - ανεξάρτητα, από τα γραφικά επεισόδια του κομματικού μικρόκοσμου, μπροστά μας εξελισσόταν, όλο αυτό τον καιρό, μια μείζων ιδεολογική διαμάχη ανάμεσα σε δύο διακριτές προτάσεις για την ίδια την ταυτότητα της αριστεράς : από τη μια μεριά, ο περίφημος αριστερός «αντι-συστημισμός», από την άλλη μεριά, ο «αριστερός μεταρρυθμισμός».
Για πολλούς από εμάς τους ανένταχτους αριστερούς πολίτες, η δύσκολη, ομολογουμένως, ισορροπία της συμβίωσης ανάμεσα σε αυτές τις δύο υπαρκτές απόψεις εξασφαλιζόταν ως τώρα μέσα από την ηγεμονεύουσα παρουσία του ΣΥΝ, την ιστορία του, τη διακριτότητά του, την αυτονομία του, το θεσμικό του προσανατολισμό. Με όλες τις δυσκολίες, τις αδυναμίες και τις παλινωδίες του, ο ΣΥΝ λειτουργούσε ως δεσπόζουσα δύναμη συγκερασμού απόψεων αλλά και ως αμυντικό ανάχωμα απέναντι στις πιέσεις μιας εκλογικής συμμαχίας που διεκδικούσε σταδιακά και την ιδεολογική μετάλλαξη του χώρου. Ξαφνικά φέτος το καλοκαίρι, όμως, μάθαμε ότι ούτε κι αυτή η αμυντική γραμμή υπάρχει, με ευθύνη μάλιστα του «ηγετικού διδύμου», που κρατούσε το τιμόνι. Ενόψει εκλογών, ο σύντροφος Αλαβάνος, αφού απαξίωσε το κόμμα του, αποφάσισε να «κατέβει από το τρένο», και ο σύντροφος Τσίπρας, αν και παρέλαβε κόμμα, παραδίδει «συνιστώσα».
2. Η «ρευστοποίηση» του ΣΥΝ
Το σκηνικό της παρακμής του χώρου ολοκληρώθηκε (;) προχτές. Η πρόσφατη απόφαση της ΚΠΕ του ΣΥΝ (6/9/09) αποτελεί μια πρωτόγνωρη πράξη υπονόμευσης της αυτονομίας και της διακριτότητας του ΣΥΝ, μέσα στην πολιτική του διαδρομή και ιστορία. Σε αντίθεση με τις αποφάσεις της καταστατικής συμφωνίας του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και με τις πρόσφατες αποφάσεις του ΣΥΝ, η πλειοψηφία της ΚΠΕ ενέκρινε ένα «πακέτο» πολιτικής διεύθυνσης του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, που, με αφορμή τον επικεφαλής της εκλογικής συμμαχίας, δρομολογεί διαδικασίες «ρευστοποίησης» του ΣΥΝ στο σχήμα του ΣΥΡΙΖΑ. Μόνη της η Ανανεωτική Πτέρυγα έμεινε να στηρίζει το αυτονόητο «συνασπισμικό κεκτημένο», το οποίο με ευθύνη της πλειοψηφίας και του προέδρου Αλέξη Τσίπρα «εκποιήθηκε» σε άγνωστης κατεύθυνσης πολιτικές λειτουργίες, με αμφίβολη νομιμότητα και με στρεβλό ιδεολογικό προσανατολισμό. Με την πρόσφατη απόφαση δημιουργείται ένα νέο πολιτικό κέντρο αποφάσεων που υπερβαίνει οριστικά τον ΣΥΝ, ενώ, παράλληλα, δημιουργεί de facto μια νέα πραγματικότητα : την άτυπη σκιαγράφηση ενός νέου κόμματος, που κινείται στην τροχιά του περίφημου «αντι-συστημισμού». Η απόφαση αυτή, η οποία προβλήθηκε ως συναινετική διέξοδος από την κρίση «αρχηγισμού» του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, στην ουσία επισφραγίζει την πορεία μετάλλαξης του χώρου της ριζοσπαστικής αριστεράς σε αθροιστικό φορέα «συνιστωσών» με θολό πολιτικό περιεχόμενο. Κι αυτό πια, δεν έχει να κάνει με μια απλή κίνηση τακτικής στο πλαίσιο μιας εκλογικής συμμαχίας αλλά με το «σκληρό πυρήνα» της ίδιας της ιστορικής διαδρομής αλλά και του μέλλοντος της ελληνικής ανανεωτικής αριστεράς, η οποία εκχωρείται «άνευ ορίων, άνευ όρων», στο νέο αριστερισμό.
Το ζήτημα, επομένως, δεν αφορά πλέον κάποιες κομματικές «πλειοψηφίες» και «μειοψηφίες», αλλά το ίδιο το συμβολικό βάρος και την πολιτική εμβέλεια της ανανεωτικής αριστεράς μέσα στη δημόσια ζωή του τόπου. Γι αυτό, και η προχτεσινή απόφαση της ΚΠΕ του ΣΥΝ, μας αφορά όλους μας, και τον καθένα ξεχωριστά ∙ κάθε ανένταχτο αριστερό πολίτη που πίστεψε στην έκφραση της ανανεωτικής αριστεράς σε αυτό τον τόπο. Η προχτεσινή απόφαση οφείλει να συζητηθεί και να κριθεί δημόσια, ενώπιον της ευρύτερης κοινωνικής αριστεράς, που παρακολουθεί με ανησυχία την ιδεολογική χειραγώγηση του ανανεωτικού χώρου από στοιχεία ξένα και εχθρικά ως προς την παγιωμένη του φυσιογνωμία. Από τη δημόσια αυτή συζήτηση θα κριθεί και η στάση της ανανεωτικής αριστεράς, σε αυτές τις εκλογές.
3. Το μέλλον διαρκεί πολύ
Πράγματι, μπροστά μας έχουμε ελάχιστο πολιτικό χρόνο. Ερχόμαστε όμως «από μακριά» ∙ από πολιτικές παραδόσεις που δοκιμάστηκαν πάντα με βάση την αίσθηση της δημοκρατικής ευθύνης απέναντι στην κοινωνία, και όχι με τα φοβικά αντανακλαστικά του αναχωρητισμού, της απομόνωσης, του στείρου καταγγελτικού λόγου. Μπροστά στα νέα δεδομένα, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να διαφοροποιηθούμε δημόσια και αποφασιστικά από όλους όσους στην ουσία «ενταφιάζουν» τον ΣΥΝ, και με τακτικισμούς αναγγέλλουν τη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε νέου τύπου κόμμα. Στις εκλογές αυτές, η ανανεωτική αριστερά δεν καλείται απλώς να κάνει μια «καταμέτρηση» των δυνάμεών της : καλείται να διασώσει τη φυσιογνωμία της, έτσι ώστε αύριο να μπορεί να καλέσει τους παλιούς και νέους ψηφοφόρους της σε μια νέα συνάντηση για την ανασυγκρότηση του χώρου της ευρύτερης Σοσιαλιστικής Δημοκρατικής Αριστεράς. Με αυτά τα δεδομένα, η συμπόρευση με τον ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν ένας πλαστός και ευκαιριακός συμβιβασμός, με άμεση ημερομηνία λήξης. Το πραγματικό στοίχημα θα ήταν η αυτόνομη παρουσία της Ανανεωτικής Πτέρυγας, και η προετοιμασία της για μια νέα πολιτική πρωτοβουλία που θα αφορά την πραγματική κοινωνική αριστερά και όχι τις «ποσοστώσεις» και τις «συνιστώσες». Πράγματι, οι εκλογές είναι «αύριο» ∙ το μέλλον, όμως, διαρκεί πολύ.
Ξαφνικά φέτος το καλοκαίρι, όσοι παρακολουθήσαμε από κοντά τον εσωτερικό κομματικό βίο του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ μάθαμε πολλά : ότι ο Αλαβάνος και ο Τσίπρας τελικά δεν «τα βρήκαν», ότι μερικοί θέλανε μια «δεύτερη αριστερή στροφή», ότι κάποιοι άλλοι θέλανε μια πιο «αντισυστημική» αριστερά, ότι κάποιοι τρίτοι απλώς «ανακύκλωσαν» φήμες για την «κόκκινη» διαφθορά του ’89, κι ότι, τέλος, μετά τις εκλογές, με μερικά έκτακτα συνέδρια και συνδιασκέψεις, θα λυθούν αναδρομικά όλα τα προβλήματα του χώρου. Η μαγική εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ, πάντως, ξεθώριασε απότομα αφήνοντας πίσω της μόνο κάτι θολές αναμνήσεις από τη «χαμένη άνοιξη» του 2008, όταν ακόμη ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνίας έμοιαζε να στρέφεται με αγωνία προς την αριστερά γυρεύοντας διέξοδο. Η διαχείριση της εκλογικής ήττας των ευρω-εκλογών αποτέλεσε την αφετηρία για μια περίοδο «εσωστρέφειας», που ανέδειξε, ωστόσο, το πραγματικό ιδεολογικό δίλημμα του χώρου. Γιατί, - ας μη γελιόμαστε - ανεξάρτητα, από τα γραφικά επεισόδια του κομματικού μικρόκοσμου, μπροστά μας εξελισσόταν, όλο αυτό τον καιρό, μια μείζων ιδεολογική διαμάχη ανάμεσα σε δύο διακριτές προτάσεις για την ίδια την ταυτότητα της αριστεράς : από τη μια μεριά, ο περίφημος αριστερός «αντι-συστημισμός», από την άλλη μεριά, ο «αριστερός μεταρρυθμισμός».
Για πολλούς από εμάς τους ανένταχτους αριστερούς πολίτες, η δύσκολη, ομολογουμένως, ισορροπία της συμβίωσης ανάμεσα σε αυτές τις δύο υπαρκτές απόψεις εξασφαλιζόταν ως τώρα μέσα από την ηγεμονεύουσα παρουσία του ΣΥΝ, την ιστορία του, τη διακριτότητά του, την αυτονομία του, το θεσμικό του προσανατολισμό. Με όλες τις δυσκολίες, τις αδυναμίες και τις παλινωδίες του, ο ΣΥΝ λειτουργούσε ως δεσπόζουσα δύναμη συγκερασμού απόψεων αλλά και ως αμυντικό ανάχωμα απέναντι στις πιέσεις μιας εκλογικής συμμαχίας που διεκδικούσε σταδιακά και την ιδεολογική μετάλλαξη του χώρου. Ξαφνικά φέτος το καλοκαίρι, όμως, μάθαμε ότι ούτε κι αυτή η αμυντική γραμμή υπάρχει, με ευθύνη μάλιστα του «ηγετικού διδύμου», που κρατούσε το τιμόνι. Ενόψει εκλογών, ο σύντροφος Αλαβάνος, αφού απαξίωσε το κόμμα του, αποφάσισε να «κατέβει από το τρένο», και ο σύντροφος Τσίπρας, αν και παρέλαβε κόμμα, παραδίδει «συνιστώσα».
2. Η «ρευστοποίηση» του ΣΥΝ
Το σκηνικό της παρακμής του χώρου ολοκληρώθηκε (;) προχτές. Η πρόσφατη απόφαση της ΚΠΕ του ΣΥΝ (6/9/09) αποτελεί μια πρωτόγνωρη πράξη υπονόμευσης της αυτονομίας και της διακριτότητας του ΣΥΝ, μέσα στην πολιτική του διαδρομή και ιστορία. Σε αντίθεση με τις αποφάσεις της καταστατικής συμφωνίας του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και με τις πρόσφατες αποφάσεις του ΣΥΝ, η πλειοψηφία της ΚΠΕ ενέκρινε ένα «πακέτο» πολιτικής διεύθυνσης του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, που, με αφορμή τον επικεφαλής της εκλογικής συμμαχίας, δρομολογεί διαδικασίες «ρευστοποίησης» του ΣΥΝ στο σχήμα του ΣΥΡΙΖΑ. Μόνη της η Ανανεωτική Πτέρυγα έμεινε να στηρίζει το αυτονόητο «συνασπισμικό κεκτημένο», το οποίο με ευθύνη της πλειοψηφίας και του προέδρου Αλέξη Τσίπρα «εκποιήθηκε» σε άγνωστης κατεύθυνσης πολιτικές λειτουργίες, με αμφίβολη νομιμότητα και με στρεβλό ιδεολογικό προσανατολισμό. Με την πρόσφατη απόφαση δημιουργείται ένα νέο πολιτικό κέντρο αποφάσεων που υπερβαίνει οριστικά τον ΣΥΝ, ενώ, παράλληλα, δημιουργεί de facto μια νέα πραγματικότητα : την άτυπη σκιαγράφηση ενός νέου κόμματος, που κινείται στην τροχιά του περίφημου «αντι-συστημισμού». Η απόφαση αυτή, η οποία προβλήθηκε ως συναινετική διέξοδος από την κρίση «αρχηγισμού» του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, στην ουσία επισφραγίζει την πορεία μετάλλαξης του χώρου της ριζοσπαστικής αριστεράς σε αθροιστικό φορέα «συνιστωσών» με θολό πολιτικό περιεχόμενο. Κι αυτό πια, δεν έχει να κάνει με μια απλή κίνηση τακτικής στο πλαίσιο μιας εκλογικής συμμαχίας αλλά με το «σκληρό πυρήνα» της ίδιας της ιστορικής διαδρομής αλλά και του μέλλοντος της ελληνικής ανανεωτικής αριστεράς, η οποία εκχωρείται «άνευ ορίων, άνευ όρων», στο νέο αριστερισμό.
Το ζήτημα, επομένως, δεν αφορά πλέον κάποιες κομματικές «πλειοψηφίες» και «μειοψηφίες», αλλά το ίδιο το συμβολικό βάρος και την πολιτική εμβέλεια της ανανεωτικής αριστεράς μέσα στη δημόσια ζωή του τόπου. Γι αυτό, και η προχτεσινή απόφαση της ΚΠΕ του ΣΥΝ, μας αφορά όλους μας, και τον καθένα ξεχωριστά ∙ κάθε ανένταχτο αριστερό πολίτη που πίστεψε στην έκφραση της ανανεωτικής αριστεράς σε αυτό τον τόπο. Η προχτεσινή απόφαση οφείλει να συζητηθεί και να κριθεί δημόσια, ενώπιον της ευρύτερης κοινωνικής αριστεράς, που παρακολουθεί με ανησυχία την ιδεολογική χειραγώγηση του ανανεωτικού χώρου από στοιχεία ξένα και εχθρικά ως προς την παγιωμένη του φυσιογνωμία. Από τη δημόσια αυτή συζήτηση θα κριθεί και η στάση της ανανεωτικής αριστεράς, σε αυτές τις εκλογές.
3. Το μέλλον διαρκεί πολύ
Πράγματι, μπροστά μας έχουμε ελάχιστο πολιτικό χρόνο. Ερχόμαστε όμως «από μακριά» ∙ από πολιτικές παραδόσεις που δοκιμάστηκαν πάντα με βάση την αίσθηση της δημοκρατικής ευθύνης απέναντι στην κοινωνία, και όχι με τα φοβικά αντανακλαστικά του αναχωρητισμού, της απομόνωσης, του στείρου καταγγελτικού λόγου. Μπροστά στα νέα δεδομένα, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να διαφοροποιηθούμε δημόσια και αποφασιστικά από όλους όσους στην ουσία «ενταφιάζουν» τον ΣΥΝ, και με τακτικισμούς αναγγέλλουν τη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε νέου τύπου κόμμα. Στις εκλογές αυτές, η ανανεωτική αριστερά δεν καλείται απλώς να κάνει μια «καταμέτρηση» των δυνάμεών της : καλείται να διασώσει τη φυσιογνωμία της, έτσι ώστε αύριο να μπορεί να καλέσει τους παλιούς και νέους ψηφοφόρους της σε μια νέα συνάντηση για την ανασυγκρότηση του χώρου της ευρύτερης Σοσιαλιστικής Δημοκρατικής Αριστεράς. Με αυτά τα δεδομένα, η συμπόρευση με τον ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν ένας πλαστός και ευκαιριακός συμβιβασμός, με άμεση ημερομηνία λήξης. Το πραγματικό στοίχημα θα ήταν η αυτόνομη παρουσία της Ανανεωτικής Πτέρυγας, και η προετοιμασία της για μια νέα πολιτική πρωτοβουλία που θα αφορά την πραγματική κοινωνική αριστερά και όχι τις «ποσοστώσεις» και τις «συνιστώσες». Πράγματι, οι εκλογές είναι «αύριο» ∙ το μέλλον, όμως, διαρκεί πολύ.