Η τυπολογία των ανένταχτων
Σάκης Κουρουζίδης, Αυγή, Δημοσιευμένο: 2009-11-24
Το θέμα της συμμετοχής των ανένταχτων στις διαδικασίες του ΣΥΡΙΖΑ έχει αναχθεί ως ένα από τα κύρια επιχειρήματα για τις οργανωτικές αλλαγές που προβάλλονται. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ αποκτήσει μέλη και αυτά ψηφίζουν για εκλογή οργάνων αλλά και για τις πολιτικές αποφάσεις, τότε όλοι θα έχουν φωνή και από «ανένταχτοι» θα γίνουν όλοι «ενταγμένοι».
Μια πρώτη ένσταση στον συλλογισμό αυτό αφορά την ίδια την επίκληση του επιχειρήματος αυτού ως λόγου για την οργανωτική «ωρίμανση» του ΣΥΡΙΖΑ. Θα περίμενα να προβληθούν επιχειρήματα που να αναφέρονται στις συγκλίσεις που ενδεχομένως έχουν συντελεσθεί στην πορεία της ύπαρξης του ΣΥΡΙΖΑ και οι οποίες να υπαγορεύουν αυτή την εξέλιξη. Οι 11 συνιστώσες του ήρθαν πιο κοντά, πολιτικά - προγραμματικά, τα τελευταία 1-2 χρόνια; Έχει γραφτεί κάτι σχετικό που να τεκμηριώνει αυτή τη σύγκλιση; Έχει προβληθεί, έστω, ως λόγος για τις προτεινόμενες αλλαγές;
Οι ανένταχτοι! Αυτοί πρέπει να αποκτήσουν φωνή και γι’ αυτό πρέπει να γίνουν οι οργανωτικές αλλαγές!
Την έννοια «ανένταχτος», γενικά μπορούμε να την συνδέσουμε με δύο διαφορετικές επιλογές - συμπεριφορές. Η πρώτη έννοια που έχει συνδεθεί πιο πολύ με την αριστερά, είναι αυτή του ανένταχτου από επιλογή, δηλαδή αυτού που δεν επιθυμεί την «ένταξη», που προτιμά να μένει σε μια απόσταση από την οργανωμένη κομματική συμμετοχή. Αυτή η στάση, σεβαστή βέβαια ως προσωπική επιλογή, θέτει τον ανένταχτο σε μια θέση «πλεονεκτική» σε σχέση με τους ενταγμένους. Έχει λόγο και ασκεί την όποια κριτική του αλλά ο ίδιος είναι στο απυρόβλητο της συλλογικότητας την οποία κρίνει. Πάντως, αυτή η κατηγορία των ανένταχτων, θα εξακολουθήσει να μένει ανένταχτη καθόσον δεν συνδέει την ένταξη με τα όποια οργανωτικά ή πολιτικά δεδομένα του κομματικού φορέα που αναφέρεται, αλλά είναι ανένταχτοι από επιλογή. Μια «υπο-κατηγορία» αυτών των ανένταχτων είναι όσοι δεν εντάσσονται από προσωπικές δυσκολίες. Η ομάδα αυτή δεν έχει ιδιαίτερη πολιτική σήμανση, αλλά είναι πολυπληθής, αφού όσοι απέχουν για υποκειμενικούς λόγους θα υπάρχουν πάντα στις δύσκολες κοινωνικές συνθήκες που ζούμε.
Η δεύτερη κατηγορία ανένταχτων είναι αυτοί που θα ήθελαν την ένταξη αλλά δεν τους καλύπτει κάποιος συγκεκριμένος πολιτικός φορέας και γι’ αυτό παραμένουν σε απόσταση. Κατανοητό αυτό, να μην θέλεις να ενταχθείς σε κάποιον συγκεκριμένο φορέα αν κρίνεις ότι δεν σε καλύπτει πολιτικά. Όμως, στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ, έχουμε μια ιδιαίτερη κατάσταση. Έχουμε μια κατηγορία ανένταχτων οι οποίοι καλύπτονται από τον ΣΥΡΙΖΑ, κατά δήλωσή τους, χωρίς να τους καλύπτει καμία από τις 11 συνιστώσες του! Οι συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ εκτείνονται σε ένα πολύ ευρύ πολιτικό φάσμα, από ΔΙΚΚΗ έως ΔΕΑ, από ΣΥΝ έως ΚΟΕ, από ΑΚΟΑ έως ΡΟΖΑ και ΚΟΚΚΙΝΟ. Από τα «δεξιά» του ΣΥΝ έως τα «αριστερά» του ΚΚΕ! Και παρόλα αυτά, φαίνεται ότι μια πολυπληθής κατηγορία αριστερών που καλύπτονται από το πολιτικό στίγμα του ΣΥΡΙΖΑ, αδυνατούν να βρουν κάποια συνάφεια με κάποια από τις, ούτε λίγο ούτε πολύ, 11 συνιστώσες του. Αν βέβαια, οι ίδιοι το κρίνουν έτσι, έχει καλώς. Αλλά, το ερώτημα που προκύπτει είναι το εξής: Είναι τόσο πλουραλιστικώς ανένταχτοι που αδυνατούν να συγκροτήσουν μία ή δύο, έστω, νέες συνιστώσες και μέσω αυτών να εμπλακούν στο ΣΥΡΙΖΑ; Επαναλαμβάνω ότι το ερώτημα αυτό αφορά όσους από τους ανένταχτους δεν παραμένουν ανένταχτοι από επιλογή αλλά από δυσκολία ταύτισης με κάποιον κομματικό φορέα, ενώ αυτοί επιθυμούν την ένταξη, αφού αυτός είναι και ο λόγος των οργανωτικών αλλαγών που προτείνουν, ακριβώς για να «συμμετάσχουν».
Δηλαδή, ενώ τους καλύπτει ο ΣΥΡΙΖΑ, γι’ αυτό και δηλώνουν ότι θέλουν να γίνουν μέλη του, δεν τους καλύπτει καμία από τις 11 συνστώσες του και δεν μπορούν να ομαδοποιηθούν σε κάποια άλλη -ή άλλες- συνιστώσα! Πολύ θεωρητικό, μόνον, μου ακούγεται αυτό το σενάριο. Αντίθετα, πιο πιστευτή μου φαίνεται η εργαλειακή χρήση της έννοιας του ανένταχτου για επίτευξη πολιτικών στοχεύσεων που δεν αφορούν τα οργανωτικά του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά, δια των οργανωτικών επιλογών να γίνει «αναδιανομή» των συσχετισμών εντός της ανανεωτικής αριστεράς. Και μάλιστα, όταν «φουσκώνεται» τόσο πολύ ο πιθανός αριθμός των «ανένταχτων» σε σχέση με τους συμμετέχοντες στις συνιστώσες, τόσο πολύ που να θεωρούν ως, περίπου, έτοιμους να «ενταχθούν» και όσους είναι «ανένταχτοι» από επιλογή ή από υποκειμενική αδυναμία, κάτι που θα συνεχίσει να ισχύει ανεξάρτητα από τις οργανωτικές αλλαγές στον ΣΥΡΙΖΑ.
Μια πρώτη ένσταση στον συλλογισμό αυτό αφορά την ίδια την επίκληση του επιχειρήματος αυτού ως λόγου για την οργανωτική «ωρίμανση» του ΣΥΡΙΖΑ. Θα περίμενα να προβληθούν επιχειρήματα που να αναφέρονται στις συγκλίσεις που ενδεχομένως έχουν συντελεσθεί στην πορεία της ύπαρξης του ΣΥΡΙΖΑ και οι οποίες να υπαγορεύουν αυτή την εξέλιξη. Οι 11 συνιστώσες του ήρθαν πιο κοντά, πολιτικά - προγραμματικά, τα τελευταία 1-2 χρόνια; Έχει γραφτεί κάτι σχετικό που να τεκμηριώνει αυτή τη σύγκλιση; Έχει προβληθεί, έστω, ως λόγος για τις προτεινόμενες αλλαγές;
Οι ανένταχτοι! Αυτοί πρέπει να αποκτήσουν φωνή και γι’ αυτό πρέπει να γίνουν οι οργανωτικές αλλαγές!
Την έννοια «ανένταχτος», γενικά μπορούμε να την συνδέσουμε με δύο διαφορετικές επιλογές - συμπεριφορές. Η πρώτη έννοια που έχει συνδεθεί πιο πολύ με την αριστερά, είναι αυτή του ανένταχτου από επιλογή, δηλαδή αυτού που δεν επιθυμεί την «ένταξη», που προτιμά να μένει σε μια απόσταση από την οργανωμένη κομματική συμμετοχή. Αυτή η στάση, σεβαστή βέβαια ως προσωπική επιλογή, θέτει τον ανένταχτο σε μια θέση «πλεονεκτική» σε σχέση με τους ενταγμένους. Έχει λόγο και ασκεί την όποια κριτική του αλλά ο ίδιος είναι στο απυρόβλητο της συλλογικότητας την οποία κρίνει. Πάντως, αυτή η κατηγορία των ανένταχτων, θα εξακολουθήσει να μένει ανένταχτη καθόσον δεν συνδέει την ένταξη με τα όποια οργανωτικά ή πολιτικά δεδομένα του κομματικού φορέα που αναφέρεται, αλλά είναι ανένταχτοι από επιλογή. Μια «υπο-κατηγορία» αυτών των ανένταχτων είναι όσοι δεν εντάσσονται από προσωπικές δυσκολίες. Η ομάδα αυτή δεν έχει ιδιαίτερη πολιτική σήμανση, αλλά είναι πολυπληθής, αφού όσοι απέχουν για υποκειμενικούς λόγους θα υπάρχουν πάντα στις δύσκολες κοινωνικές συνθήκες που ζούμε.
Η δεύτερη κατηγορία ανένταχτων είναι αυτοί που θα ήθελαν την ένταξη αλλά δεν τους καλύπτει κάποιος συγκεκριμένος πολιτικός φορέας και γι’ αυτό παραμένουν σε απόσταση. Κατανοητό αυτό, να μην θέλεις να ενταχθείς σε κάποιον συγκεκριμένο φορέα αν κρίνεις ότι δεν σε καλύπτει πολιτικά. Όμως, στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ, έχουμε μια ιδιαίτερη κατάσταση. Έχουμε μια κατηγορία ανένταχτων οι οποίοι καλύπτονται από τον ΣΥΡΙΖΑ, κατά δήλωσή τους, χωρίς να τους καλύπτει καμία από τις 11 συνιστώσες του! Οι συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ εκτείνονται σε ένα πολύ ευρύ πολιτικό φάσμα, από ΔΙΚΚΗ έως ΔΕΑ, από ΣΥΝ έως ΚΟΕ, από ΑΚΟΑ έως ΡΟΖΑ και ΚΟΚΚΙΝΟ. Από τα «δεξιά» του ΣΥΝ έως τα «αριστερά» του ΚΚΕ! Και παρόλα αυτά, φαίνεται ότι μια πολυπληθής κατηγορία αριστερών που καλύπτονται από το πολιτικό στίγμα του ΣΥΡΙΖΑ, αδυνατούν να βρουν κάποια συνάφεια με κάποια από τις, ούτε λίγο ούτε πολύ, 11 συνιστώσες του. Αν βέβαια, οι ίδιοι το κρίνουν έτσι, έχει καλώς. Αλλά, το ερώτημα που προκύπτει είναι το εξής: Είναι τόσο πλουραλιστικώς ανένταχτοι που αδυνατούν να συγκροτήσουν μία ή δύο, έστω, νέες συνιστώσες και μέσω αυτών να εμπλακούν στο ΣΥΡΙΖΑ; Επαναλαμβάνω ότι το ερώτημα αυτό αφορά όσους από τους ανένταχτους δεν παραμένουν ανένταχτοι από επιλογή αλλά από δυσκολία ταύτισης με κάποιον κομματικό φορέα, ενώ αυτοί επιθυμούν την ένταξη, αφού αυτός είναι και ο λόγος των οργανωτικών αλλαγών που προτείνουν, ακριβώς για να «συμμετάσχουν».
Δηλαδή, ενώ τους καλύπτει ο ΣΥΡΙΖΑ, γι’ αυτό και δηλώνουν ότι θέλουν να γίνουν μέλη του, δεν τους καλύπτει καμία από τις 11 συνστώσες του και δεν μπορούν να ομαδοποιηθούν σε κάποια άλλη -ή άλλες- συνιστώσα! Πολύ θεωρητικό, μόνον, μου ακούγεται αυτό το σενάριο. Αντίθετα, πιο πιστευτή μου φαίνεται η εργαλειακή χρήση της έννοιας του ανένταχτου για επίτευξη πολιτικών στοχεύσεων που δεν αφορούν τα οργανωτικά του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά, δια των οργανωτικών επιλογών να γίνει «αναδιανομή» των συσχετισμών εντός της ανανεωτικής αριστεράς. Και μάλιστα, όταν «φουσκώνεται» τόσο πολύ ο πιθανός αριθμός των «ανένταχτων» σε σχέση με τους συμμετέχοντες στις συνιστώσες, τόσο πολύ που να θεωρούν ως, περίπου, έτοιμους να «ενταχθούν» και όσους είναι «ανένταχτοι» από επιλογή ή από υποκειμενική αδυναμία, κάτι που θα συνεχίσει να ισχύει ανεξάρτητα από τις οργανωτικές αλλαγές στον ΣΥΡΙΖΑ.