Ο ελέφαντας στο σαλόνι και η Αριστερά
Στέφανος Κασιμάτης, Η Καθημερινή, Δημοσιευμένο: 2011-07-01
Τα προχθεσινά επεισόδια στο κέντρο της Αθήνας ήταν ένα «πολύ καλά οργανωμένο σχέδιο», που είχε σκοπό -τι άλλο; - να πλήξει το λαϊκό κίνημα. Δεν εκπλήσσει ότι η παραπάνω ερμηνεία των γεγονότων της Τετάρτης προέρχεται από την κυρία Παπαρήγα του ΚΚΕ. Είναι σύνηθες για τους κομμουνιστές να γνωρίζουν αυτοί -και μόνον αυτοί- τον τελικό σκοπό των πραγμάτων και το συνολικό σχέδιο βάσει του οποίου κινείται η Ιστορία. Οπως άλλωστε συμβαίνει με κάθε θρησκόληπτο, για τους κομμουνιστές τίποτε δεν είναι τυχαίο, τίποτε δεν μπορεί να εκτρέψει επί μακρόν την πορεία των πραγμάτων προς το προκαθορισμένο τέλος τους. Αγνοούν την αριστοτελική ετερογονία των σκοπών και, με τον ντετερμινισμό του συνεπούς καλβινιστή, αδυνατούν να συμφιλιωθούν με την ιδέα ενός κόσμου τόσο σύνθετου και χαοτικού, ώστε η αλληλεπίδραση των πολλών βουλήσεων και των ανεξαρτήτων δράσεων να διαμορφώνει ένα αποτέλεσμα το οποίο κανείς δεν επεδίωκε εξ αρχής.
Μέσα σε ένα τόσο αυστηρό πλαίσιο σκέψης, το ενδεχόμενο να υπάρχουν παράφρονες οπαδοί της βίας, οι οποίοι μάλιστα πιστεύουν ότι αποτελούν την εμπροσθοφυλακή της πιο ριζοσπαστικής Αριστεράς και, για λόγους κοινωνικούς και πολιτικούς, έχουν αυξηθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε σήμερα να έχουν καταστεί ανεξέλεγκτοι και να αντιπροσωπεύουν τη σοβαρότερη απειλή της έννομης τάξης, είναι αδύνατο να γίνει δεκτό από τους μόνους -κατά την άποψή τους- αυθεντικούς ερμηνευτές της πραγματικότητας. Εν μέρει είναι κατανοητή αυτή η στάση, διότι η αβεβαιότητα μας ξεβολεύει και μας αγχώνει. Η αναγνώριση του ρόλου που μπορεί να παίζει το τυχαίο στην έκβαση των πραγμάτων, όπως και οτιδήποτε ξεφεύγει από το απλουστευτικό σχήμα «λαϊκό κίνημα εναντίον αντιδραστικών δυνάμεων» δεν χωράει την ύπαρξη των κουκουλοφόρων αντιεξουσιαστών. Αν οι ταραξίες δεν είναι με το λαϊκό κίνημα, τότε οπωσδήποτε είναι με την αντίδραση. Και επειδή σε τέτοιου είδους διαζευκτικά σχήματα δεν χωρούν ενδιάμεσες καταστάσεις δεν μπορεί παρά οι κουκουλοφόροι να είναι το αποτέλεσμα «οργανωμένου σχεδίου». Οπως για κάποιους σαλούς οι Νεφελίμ ζουν στα βάθη της κοίλης Γης, έτσι και για πολλούς αριστερούς οι κουκουλοφόροι ζουν κρυμμένοι κάπου από την αστυνομία, η οποία τους βγάζει από την κρυψώνα τους, αναλόγως των περιστάσεων και του εκάστοτε συμφέροντος της άρχουσας τάξης, για να τους ξαναβάλει έπειτα στη μυστική κρύπτη τους, μέχρι να τους χρειασθεί ξανά.
Ολα αυτά θα ήταν ίσως διασκεδαστικά για να περνά η ώρα, αν δεν συνέβαινε, με την εκλαϊκευμένη συνωμοσιολογική εκδοχή τους, να έχουν ριζώσει για τα καλά στα μυαλά ενός, δυστυχώς, διόλου ευκαταφρόνητου τμήματος της κοινωνίας. Για όλους εκείνους που ασπάζονται τη συνωμοσιολογική ερμηνεία του φαινομένου είναι πολύ δύσκολο να αντιστρέψουν την ίδια τη λογική τους και να αναρωτηθούν γιατί άραγε οι σατανικοί εγκέφαλοι, που υποτίθεται ότι στήνουν το παιγνίδι της προβοκάτσιας με τέτοια ικανότητα και αποτελεσματικότητα, δεν χρησιμοποιούν την ίδια ικανότητα, τους ίδιους πόρους και τα ίδια μέσα που επιστρατεύουν για να πετύχουν εμμέσως και διά της τεθλασμένης τον σκοπό τους, προκειμένου να τον πετύχουν αμέσως και ευθέως. Πολύ απλά, δηλαδή, πώς γίνεται σε μια χώρα όπου δεν είμαστε ικανοί να έχουμε οργανωμένο κράτος να μπορούμε να έχουμε τόσο άψογα οργανωμένο παρακράτος;
Για να παραφράσω μια παροιμιώδη αγγλική έκφραση, οι περιβόητοι κουκουλοφόροι είναι ο ελέφαντας στο σαλόνι της μεταπολίτευσης, τον οποίο υποκρινόμαστε ότι δεν βλέπουμε. Είναι το αποτέλεσμα της νοοτροπίας που τόσο γλαφυρά περιέγραψε τις προάλλες σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή» ο Νίκος Πορτοκάλογλου, με ένα περιστατικό του πρώτου καιρού της μεταπολίτευσης. Ενας αστυνομικός επιχειρεί να σταματήσει ένα μηχανάκι που κινείται ανάποδα στον δρόμο και ο οδηγός του φωνάζει στο όργανο της τάξης: «Αυτά που ξέρατε να τα ξεχάσετε, τώρα έχουμε δημοκρατία!» Αλήθεια, κυκλοφορώντας στην πόλη, έχετε προσέξει πόσες οδικές παραβάσεις διαπράττονται συνεχώς μπροστά σε αστυνομικούς, χωρίς ποτέ να ενοχλείται κανείς; Είδατε ποτέ, λ. χ., μοτοσικλετιστή να διστάζει να καβαλήσει το πεζοδρόμιο, επειδή απέναντί του, στα τρία μέτρα, στέκεται μια ομάδα αστυφυλάκων, που συνήθως κουβεντιάζουν για γκόμενες ή παίζουν με τα κινητά τους;
Οι κουκουλοφόροι είναι το προϊόν αυτής της δήθεν ελευθερίας, που «απαλλαγμένη από σοφία και αρετή καταντά τυραννία», όπως έλεγε ο Εντμουντ Μπερκ. Ομως το ιδεολογικό πλαίσιο μέσα στο οποίο φύτρωσαν και γιγαντώθηκαν τόσο, ώστε σήμερα να είναι σχεδόν άτρωτοι, είναι πολύ ευρύτερο του μικρόκοσμου των Εξαρχείων. Πρόκειται για τον απόλυτο καθαγιασμό της Αριστεράς και της ιστορίας της. Αρκεί να επικαλείται κανείς τα ιδεώδη της Αριστεράς και τότε μπορεί ακόμη και να κάψει την Αθήνα όπως τον Δεκέμβριο του 2008. Από τη Βουλή μέχρι τα τηλεπαράθυρα, ο ισχυρισμός ότι «η Αριστερά δεν έχει σχέση με τη βία» εκφέρεται ως αξίωμα που δεν επιδέχεται απόδειξη - λες και σε τούτο τον τόπο δεν συνέβη ποτέ ο Εμφύλιος, λες και η Αριστερά δεν είχε μερίδιο ευθύνης για τη βία της περιόδου εκείνης.
Είναι όμως και κάτι ακόμη που συνέβαλε στη δημιουργία της παθογένειας. Αν η βλακεία της χούντας του 1967 εξιλέωσε πλήρως την Αριστερά, ταυτοχρόνως προκάλεσε ένα βαθύτατο σύμπλεγμα ενοχής στην Δεξιά, το οποίο ακόμη δεν έχει ξεπεράσει. Φθάσαμε στο σημείο, όπου η ευθύνη του κράτους για τη δολοφονία ενός νέου εξαγοράστηκε από μια δεξιά κυβέρνηση με την παροχή «δικαιώματος» προς τους κουκουλοφόρους σε ένα τριήμερο όργιο λεηλασιών, καταστροφών και πυρπολήσεων. Διαμορφώθηκε, έτσι, ένα κλίμα ανοχής στη βία και τον λαϊκισμό, αλλά και αποστροφής για την έννομη τάξη, ώστε τα κριτήριά μας να έχουν χαμηλώσει σε βαθμό εξευτελιστικό για τη δημοκρατία. (Δεν βλέπετε, φέρ’ ειπείν, πόσοι γλείφουν ανενδοιάστως την «πλατεία», παραβλέποντας τις κρεμάλες και το σύνθημα να καεί η Βουλή;) Πρέπει λοιπόν κάποτε να σταματήσουμε να βλέπουμε τον ελέφαντα και να πείθουμε τους εαυτούς μας ότι είναι μπαλαρίνα. Οσο δεν συμβαίνει αυτό, οι κουκουλοφόροι δεν έχουν τίποτε να φοβούνται.
Μέσα σε ένα τόσο αυστηρό πλαίσιο σκέψης, το ενδεχόμενο να υπάρχουν παράφρονες οπαδοί της βίας, οι οποίοι μάλιστα πιστεύουν ότι αποτελούν την εμπροσθοφυλακή της πιο ριζοσπαστικής Αριστεράς και, για λόγους κοινωνικούς και πολιτικούς, έχουν αυξηθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε σήμερα να έχουν καταστεί ανεξέλεγκτοι και να αντιπροσωπεύουν τη σοβαρότερη απειλή της έννομης τάξης, είναι αδύνατο να γίνει δεκτό από τους μόνους -κατά την άποψή τους- αυθεντικούς ερμηνευτές της πραγματικότητας. Εν μέρει είναι κατανοητή αυτή η στάση, διότι η αβεβαιότητα μας ξεβολεύει και μας αγχώνει. Η αναγνώριση του ρόλου που μπορεί να παίζει το τυχαίο στην έκβαση των πραγμάτων, όπως και οτιδήποτε ξεφεύγει από το απλουστευτικό σχήμα «λαϊκό κίνημα εναντίον αντιδραστικών δυνάμεων» δεν χωράει την ύπαρξη των κουκουλοφόρων αντιεξουσιαστών. Αν οι ταραξίες δεν είναι με το λαϊκό κίνημα, τότε οπωσδήποτε είναι με την αντίδραση. Και επειδή σε τέτοιου είδους διαζευκτικά σχήματα δεν χωρούν ενδιάμεσες καταστάσεις δεν μπορεί παρά οι κουκουλοφόροι να είναι το αποτέλεσμα «οργανωμένου σχεδίου». Οπως για κάποιους σαλούς οι Νεφελίμ ζουν στα βάθη της κοίλης Γης, έτσι και για πολλούς αριστερούς οι κουκουλοφόροι ζουν κρυμμένοι κάπου από την αστυνομία, η οποία τους βγάζει από την κρυψώνα τους, αναλόγως των περιστάσεων και του εκάστοτε συμφέροντος της άρχουσας τάξης, για να τους ξαναβάλει έπειτα στη μυστική κρύπτη τους, μέχρι να τους χρειασθεί ξανά.
Ολα αυτά θα ήταν ίσως διασκεδαστικά για να περνά η ώρα, αν δεν συνέβαινε, με την εκλαϊκευμένη συνωμοσιολογική εκδοχή τους, να έχουν ριζώσει για τα καλά στα μυαλά ενός, δυστυχώς, διόλου ευκαταφρόνητου τμήματος της κοινωνίας. Για όλους εκείνους που ασπάζονται τη συνωμοσιολογική ερμηνεία του φαινομένου είναι πολύ δύσκολο να αντιστρέψουν την ίδια τη λογική τους και να αναρωτηθούν γιατί άραγε οι σατανικοί εγκέφαλοι, που υποτίθεται ότι στήνουν το παιγνίδι της προβοκάτσιας με τέτοια ικανότητα και αποτελεσματικότητα, δεν χρησιμοποιούν την ίδια ικανότητα, τους ίδιους πόρους και τα ίδια μέσα που επιστρατεύουν για να πετύχουν εμμέσως και διά της τεθλασμένης τον σκοπό τους, προκειμένου να τον πετύχουν αμέσως και ευθέως. Πολύ απλά, δηλαδή, πώς γίνεται σε μια χώρα όπου δεν είμαστε ικανοί να έχουμε οργανωμένο κράτος να μπορούμε να έχουμε τόσο άψογα οργανωμένο παρακράτος;
Για να παραφράσω μια παροιμιώδη αγγλική έκφραση, οι περιβόητοι κουκουλοφόροι είναι ο ελέφαντας στο σαλόνι της μεταπολίτευσης, τον οποίο υποκρινόμαστε ότι δεν βλέπουμε. Είναι το αποτέλεσμα της νοοτροπίας που τόσο γλαφυρά περιέγραψε τις προάλλες σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή» ο Νίκος Πορτοκάλογλου, με ένα περιστατικό του πρώτου καιρού της μεταπολίτευσης. Ενας αστυνομικός επιχειρεί να σταματήσει ένα μηχανάκι που κινείται ανάποδα στον δρόμο και ο οδηγός του φωνάζει στο όργανο της τάξης: «Αυτά που ξέρατε να τα ξεχάσετε, τώρα έχουμε δημοκρατία!» Αλήθεια, κυκλοφορώντας στην πόλη, έχετε προσέξει πόσες οδικές παραβάσεις διαπράττονται συνεχώς μπροστά σε αστυνομικούς, χωρίς ποτέ να ενοχλείται κανείς; Είδατε ποτέ, λ. χ., μοτοσικλετιστή να διστάζει να καβαλήσει το πεζοδρόμιο, επειδή απέναντί του, στα τρία μέτρα, στέκεται μια ομάδα αστυφυλάκων, που συνήθως κουβεντιάζουν για γκόμενες ή παίζουν με τα κινητά τους;
Οι κουκουλοφόροι είναι το προϊόν αυτής της δήθεν ελευθερίας, που «απαλλαγμένη από σοφία και αρετή καταντά τυραννία», όπως έλεγε ο Εντμουντ Μπερκ. Ομως το ιδεολογικό πλαίσιο μέσα στο οποίο φύτρωσαν και γιγαντώθηκαν τόσο, ώστε σήμερα να είναι σχεδόν άτρωτοι, είναι πολύ ευρύτερο του μικρόκοσμου των Εξαρχείων. Πρόκειται για τον απόλυτο καθαγιασμό της Αριστεράς και της ιστορίας της. Αρκεί να επικαλείται κανείς τα ιδεώδη της Αριστεράς και τότε μπορεί ακόμη και να κάψει την Αθήνα όπως τον Δεκέμβριο του 2008. Από τη Βουλή μέχρι τα τηλεπαράθυρα, ο ισχυρισμός ότι «η Αριστερά δεν έχει σχέση με τη βία» εκφέρεται ως αξίωμα που δεν επιδέχεται απόδειξη - λες και σε τούτο τον τόπο δεν συνέβη ποτέ ο Εμφύλιος, λες και η Αριστερά δεν είχε μερίδιο ευθύνης για τη βία της περιόδου εκείνης.
Είναι όμως και κάτι ακόμη που συνέβαλε στη δημιουργία της παθογένειας. Αν η βλακεία της χούντας του 1967 εξιλέωσε πλήρως την Αριστερά, ταυτοχρόνως προκάλεσε ένα βαθύτατο σύμπλεγμα ενοχής στην Δεξιά, το οποίο ακόμη δεν έχει ξεπεράσει. Φθάσαμε στο σημείο, όπου η ευθύνη του κράτους για τη δολοφονία ενός νέου εξαγοράστηκε από μια δεξιά κυβέρνηση με την παροχή «δικαιώματος» προς τους κουκουλοφόρους σε ένα τριήμερο όργιο λεηλασιών, καταστροφών και πυρπολήσεων. Διαμορφώθηκε, έτσι, ένα κλίμα ανοχής στη βία και τον λαϊκισμό, αλλά και αποστροφής για την έννομη τάξη, ώστε τα κριτήριά μας να έχουν χαμηλώσει σε βαθμό εξευτελιστικό για τη δημοκρατία. (Δεν βλέπετε, φέρ’ ειπείν, πόσοι γλείφουν ανενδοιάστως την «πλατεία», παραβλέποντας τις κρεμάλες και το σύνθημα να καεί η Βουλή;) Πρέπει λοιπόν κάποτε να σταματήσουμε να βλέπουμε τον ελέφαντα και να πείθουμε τους εαυτούς μας ότι είναι μπαλαρίνα. Οσο δεν συμβαίνει αυτό, οι κουκουλοφόροι δεν έχουν τίποτε να φοβούνται.