Μεταξύ κάλπης και εδωλίου
Η αποδιοργανωμένη Χρυσή Αυγή που έπεσε στο δόκανο του νόμου και το υπόλειμμα της πολιτικής της ισχύος
Παύλος Τσίμας, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2014-05-10
Τα δάκρυα και οι βρισιές, οι δηλώσεις μεταμέλειας και τα χαρτονομίσματα που ανέμιζαν στο ημικύκλιο κι όλο αυτό το κακοπαιγμένο θέατρο που ανέβηκε στη Βουλή, με αφορμή τη συζήτηση για την άρση ασυλίας των τεσσάρων βουλευτών της Χρυσής Αυγής, είναι μια ακόμη επιβεβαίωση των αλλαγών που έφερε στα ενδότερα της κακόφημης οργάνωσης η δικαστική έρευνα.
Από τη στιγμή που οι άνθρωποι με τα μαύρα έχασαν την προστασία και την υποστήριξη των αστυνομικών Αρχών, από τη στιγμή που έπαψε το ακαταδίωκτο το οποίο έκανε τις δικογραφίες που τους αφορούσαν να αραχνιάζουν σε συρτάρια και τις δίκες τους να αναβάλλονται επ’ αόριστον, από τη στιγμή που η δικαστική έρευνα έριξε φως σε πρόσωπα, ιδέες, μεθόδους δράσης και εγκλήματα κι από τη στιγμή που ένα μέρος τής ηγεσίας τους βρέθηκε προφυλακισμένο, μια βαθύτερη αλλαγή άρχισε να συντελείται στους αρμούς της παραστρατιωτικής ιεραρχίας. Η συνοχή του ηγετικού πυρήνα άρχισε να κλονίζεται, φόβοι και φιλοδοξίες άρχισαν να δοκιμάζουν τις σχέσεις υποταγής, ο ευρύτερος κύκλος των ακτιβιστών άρχισε να αποκόπτεται, η κινητοποίηση των ταγμάτων, ακόμη και για συγκεντρώσεις αλληλεγγύης προς τους διωκόμενους ηγέτες, έγινε δυσκολότερη.
Η υπόθεση Μπαλτάκου επιχειρήθηκε να χρησιμοποιηθεί ώστε να ανακοπεί αυτό το μοιραίο καθοδικό σπιράλ. Να ανατραπεί το κλίμα. Να εκβιαστούν οι δικαστές. Αλλά και να ξεφοβηθούν οι μελανοχίτωνες, να ανακτήσουν κάτι από το χαμένο αίσθημα ασυλίας και να επανανομιμοποιηθούν. Και είδαμε πράγματι ξανά χρυσαυγίτες στους δρόμους, στον Αγιο Παντελεήμονα ή στο Πέραμα. Αλλά καμιά σχέση με ό,τι ξέραμε. Αχαμνή παρουσία, πρωινή, χωρίς καταδρομές νυχτερινές και χωρίς την παλιά αυτοπεποίθηση. Το θεατρο των λυγμών στην Βουλή προχθές επιβεβαιώνει ότι το διάλειμμα Μπαλτάκου τελείωσε, οι δικαστές έδειξαν να μην κάμπτονται, η χαμένη ασυλία δεν επέστρεψε. Η οργάνωση, επιχειρησιακά, δεν είναι πια αυτό που ήταν.
Σημαίνει αυτό ότι στις κάλπες θα μετρηθούν λιγότερα ψηφοδέλτια υπέρ της Χρυσής Αυγής; Οχι απαραίτητα.
Μπορεί τα έντονα αισθήματα και οι βίαιες μετακινήσεις που χαρακτήριζαν τις προηγούμενες εκλογές, τις εκλογές του μεγάλου σεισμού το 2012, ο θυμός και ο φόβος που έτρωγαν τα σωθικά του εκλογικού σώματος, να μην ανιχνεύονται τώρα στην ίδια ένταση. Μπορεί οι φόβοι να καταλάγιασαν και ο θυμός να χωνεύτηκε - χωρίς συγχώρεση όμως και χωρίς εξιλέωση. Μπορεί το εκλογικό τοπίο να μοιάζει ρευστό, χαμένο σε ένα σύννεφο δυσπιστίας και αμηχανίας. Αλλά η «κανονικότητα» δεν επέστρεψε. Αντίθετα, για έναν κόσμο ολόκληρο η απόκλιση από την κανονικότητα, ο αποκλεισμός, πραγματικός ή συμβολικός, εξακολουθούν να βιώνονται ως καθημερινότητα και ως μοίρα. Οι συνωμοτικές εξηγήσεις της κρίσης, με έντονα εθνικιστικά και φυλετικά χαρακτηριστικά, έχουν αφήσει βαθιά ίχνη κι έχουν σχεδόν νομιμοποιηθεί από την αναπαραγωγή τους από το πολιτικό mainstream. Κι έτσι το ψηφοδέλτιο με τον παραλλαγμένο αγκυλωτό σταυρό εξακολουθεί, μάλλον, για κάποιους ψηφοφόρους - πόσους; Αδύνατο να πει κανείς - να μοιάζει με το βιτριόλι της σκληρής εκδίκησης του απατημένου, του απελπισμένου.
Μα όποιο κι αν είναι το εκλογικό της αποτέλεσμα, η επιχειρησιακή παρακμή της Χρυσής Αυγής φαίνεται πως είναι μια εξέλιξη αμετάστρεπτη. Υπό την προϋπόθεση, φυσικά, η δικαστική έρευνα να προχωρήσει χωρίς να της βάζουν πολιτικά εμπόδια. Υπό την προϋπόθεση το πολιτικό προσωπικό να μη λιποψυχήσει. Υπό την προϋπόθεση να μην παρασυρθούν πονηροί πολιτευτές σε ψάρεμα στα θολά «αντιμνημονιακά» νερά της ακροδεξιάς ψήφου. Και να μην αναγεννηθεί στους κόλπους της Νέας Δημοκρατίας η ηττηθείσα θεωρία Μπαλτάκου πως οι χρυσαυγίτες είναι τα παραστρατημένα παιδιά της οικογένειας, τα οποία πρέπει να προστατεύσουμε και να επαναφέρουμε στους κόλπους της, κάνοντας «ανοίγματα» στις ιδέες τους, στον συνωμοτικό και αντιευρωπαϊκό εθνικισμό τους, τον αντιμεταναστευτικό τους ρατσισμό. Την εναντίωση τους στο τζαμί της Αθήνας, για παράδειγμα...
Από τη στιγμή που οι άνθρωποι με τα μαύρα έχασαν την προστασία και την υποστήριξη των αστυνομικών Αρχών, από τη στιγμή που έπαψε το ακαταδίωκτο το οποίο έκανε τις δικογραφίες που τους αφορούσαν να αραχνιάζουν σε συρτάρια και τις δίκες τους να αναβάλλονται επ’ αόριστον, από τη στιγμή που η δικαστική έρευνα έριξε φως σε πρόσωπα, ιδέες, μεθόδους δράσης και εγκλήματα κι από τη στιγμή που ένα μέρος τής ηγεσίας τους βρέθηκε προφυλακισμένο, μια βαθύτερη αλλαγή άρχισε να συντελείται στους αρμούς της παραστρατιωτικής ιεραρχίας. Η συνοχή του ηγετικού πυρήνα άρχισε να κλονίζεται, φόβοι και φιλοδοξίες άρχισαν να δοκιμάζουν τις σχέσεις υποταγής, ο ευρύτερος κύκλος των ακτιβιστών άρχισε να αποκόπτεται, η κινητοποίηση των ταγμάτων, ακόμη και για συγκεντρώσεις αλληλεγγύης προς τους διωκόμενους ηγέτες, έγινε δυσκολότερη.
Η υπόθεση Μπαλτάκου επιχειρήθηκε να χρησιμοποιηθεί ώστε να ανακοπεί αυτό το μοιραίο καθοδικό σπιράλ. Να ανατραπεί το κλίμα. Να εκβιαστούν οι δικαστές. Αλλά και να ξεφοβηθούν οι μελανοχίτωνες, να ανακτήσουν κάτι από το χαμένο αίσθημα ασυλίας και να επανανομιμοποιηθούν. Και είδαμε πράγματι ξανά χρυσαυγίτες στους δρόμους, στον Αγιο Παντελεήμονα ή στο Πέραμα. Αλλά καμιά σχέση με ό,τι ξέραμε. Αχαμνή παρουσία, πρωινή, χωρίς καταδρομές νυχτερινές και χωρίς την παλιά αυτοπεποίθηση. Το θεατρο των λυγμών στην Βουλή προχθές επιβεβαιώνει ότι το διάλειμμα Μπαλτάκου τελείωσε, οι δικαστές έδειξαν να μην κάμπτονται, η χαμένη ασυλία δεν επέστρεψε. Η οργάνωση, επιχειρησιακά, δεν είναι πια αυτό που ήταν.
Σημαίνει αυτό ότι στις κάλπες θα μετρηθούν λιγότερα ψηφοδέλτια υπέρ της Χρυσής Αυγής; Οχι απαραίτητα.
Μπορεί τα έντονα αισθήματα και οι βίαιες μετακινήσεις που χαρακτήριζαν τις προηγούμενες εκλογές, τις εκλογές του μεγάλου σεισμού το 2012, ο θυμός και ο φόβος που έτρωγαν τα σωθικά του εκλογικού σώματος, να μην ανιχνεύονται τώρα στην ίδια ένταση. Μπορεί οι φόβοι να καταλάγιασαν και ο θυμός να χωνεύτηκε - χωρίς συγχώρεση όμως και χωρίς εξιλέωση. Μπορεί το εκλογικό τοπίο να μοιάζει ρευστό, χαμένο σε ένα σύννεφο δυσπιστίας και αμηχανίας. Αλλά η «κανονικότητα» δεν επέστρεψε. Αντίθετα, για έναν κόσμο ολόκληρο η απόκλιση από την κανονικότητα, ο αποκλεισμός, πραγματικός ή συμβολικός, εξακολουθούν να βιώνονται ως καθημερινότητα και ως μοίρα. Οι συνωμοτικές εξηγήσεις της κρίσης, με έντονα εθνικιστικά και φυλετικά χαρακτηριστικά, έχουν αφήσει βαθιά ίχνη κι έχουν σχεδόν νομιμοποιηθεί από την αναπαραγωγή τους από το πολιτικό mainstream. Κι έτσι το ψηφοδέλτιο με τον παραλλαγμένο αγκυλωτό σταυρό εξακολουθεί, μάλλον, για κάποιους ψηφοφόρους - πόσους; Αδύνατο να πει κανείς - να μοιάζει με το βιτριόλι της σκληρής εκδίκησης του απατημένου, του απελπισμένου.
Μα όποιο κι αν είναι το εκλογικό της αποτέλεσμα, η επιχειρησιακή παρακμή της Χρυσής Αυγής φαίνεται πως είναι μια εξέλιξη αμετάστρεπτη. Υπό την προϋπόθεση, φυσικά, η δικαστική έρευνα να προχωρήσει χωρίς να της βάζουν πολιτικά εμπόδια. Υπό την προϋπόθεση το πολιτικό προσωπικό να μη λιποψυχήσει. Υπό την προϋπόθεση να μην παρασυρθούν πονηροί πολιτευτές σε ψάρεμα στα θολά «αντιμνημονιακά» νερά της ακροδεξιάς ψήφου. Και να μην αναγεννηθεί στους κόλπους της Νέας Δημοκρατίας η ηττηθείσα θεωρία Μπαλτάκου πως οι χρυσαυγίτες είναι τα παραστρατημένα παιδιά της οικογένειας, τα οποία πρέπει να προστατεύσουμε και να επαναφέρουμε στους κόλπους της, κάνοντας «ανοίγματα» στις ιδέες τους, στον συνωμοτικό και αντιευρωπαϊκό εθνικισμό τους, τον αντιμεταναστευτικό τους ρατσισμό. Την εναντίωση τους στο τζαμί της Αθήνας, για παράδειγμα...