Ένα Ποτάμι, δύο δρόμοι.
Γιάννης Μεϊμάρογλου, Μεταρρύθμιση, Δημοσιευμένο: 2016-02-19
Αν το συνέδριο του Λαυρίου, πριν δύο χρόνια, ήταν το συνέδριο της γέννησης μιας καινούργιας προσπάθειας στη πολιτική ζωή της χώρας μ” ενθουσιασμό κι ελπίδα, το συνέδριο που θα γίνει σε μερικές μέρες στο Περιστέρι δεν μπορεί παρά να σημάνει το πέρασμα του Ποταμιού σε μια νέα φάση της πολιτικής του διαδρομής. Δύο χρόνια εμπειρίας και προσαρμογής στην πολιτική πραγματικότητα, δύο χρόνια αλλεπάλληλων εκλογικών μαχών και πλούσιας κοινοβουλευτικής δράσης, δύο χρόνια θετικών και αρνητικών μηνυμάτων από την κοινωνία είναι οι αποσκευές που κέρδισε στο δρόμο για την ενηλικίωση.
Στο διάστημα αυτό, σε όλους τους εθελοντές που επένδυσαν από την πρώτη στιγμή την ενέργεια και το μεράκι τους για να δημιουργηθεί το Ποτάμι, ήρθαν να προστεθούν πολλοί και αξιόλογοι άνθρωποι από τον χώρο της πολιτικής, της επιστήμης, του πολιτισμού αλλά και του επιχειρηματικού κόσμου που έχουν ως κοινό στόχο ν” αλλάξουν ριζικά τα πράγματα στη χώρα μας, να την δουν να μπαίνει επιτέλους σε αναπτυξιακή τροχιά. Δύο χρόνια μετά, το Ποτάμι δεν είναι μόνο ένα δυναμικό κίνημα του Σταύρου Θεοδωράκη. Είναι το κίνημα – κι αυτή είναι η επιτυχία του – εκατοντάδων χιλιάδων υπεύθυνων πολιτών που ένωσαν τον αγώνα και τη φωνή τους, που στήριξαν και ψήφισαν το Ποτάμι. Όλους αυτούς καλείται – και πρέπει – να εκφράσει οργανωτικά και πολιτικά το ερχόμενο συνέδριο.
Μια νέα και φιλόδοξη πολιτική δύναμη δεν μπορεί παρά να δώσει βάρος στην δημοκρατική μορφή οργάνωσης και στον αποτελεσματικό τρόπο λειτουργίας της. Κι αν για τα δύο πρώτα χρόνια υπήρχε η αντικειμενική δυσκολία κάθε αρχής καθώς και οι καταιγιστικές πολιτικές εξελίξεις, τώρα χρειάζεται να γίνει συνείδηση όλων ότι ένα κίνημα που δεν έχει την κατάλληλη οργανωτική δομή και δεν μπορεί να πάρει συλλογικές αποφάσεις σε όλα τα επίπεδα δεν θα πάει μακριά. Η εκλογή αντιπροσωπευτικών οργάνων, η δημιουργία οργανώσεων – ζωντανών κυττάρων στο κέντρο και την περιφέρεια και ο σχηματισμός μιας ικανής συλλογικής ηγετικής ομάδας είναι προϋποθέσεις για την παραπέρα επιτυχημένη πορεία του.
Πολιτικά, δύο δρόμοι ανοίγονται μπροστά στο Ποτάμι.
Ο ένας είναι ο δρόμος της ονομαζόμενης «καθαρότητας». Της διαφύλαξης του «νέου» και της φιλαρέσκειας. Ο δρόμος που χάραξε γενναία μια ομάδα πρωτοπόρων που τραβάει μπροστά χωρίς να κοιτάζει πίσω της, είναι ουσιαστικά ο μοναχικός δρόμος. Τον πρότεινε με πολύ χαρακτηριστικό τρόπο ένας εθελοντής σε πρόσφατη προσυνεδριακή συζήτηση. «Ας πούμε αυτά που θέλουμε να πούμε κι όσοι μας ακολουθήσουν. Αν δεν τα καταφέρουμε, καλύτερα να πεθάνουμε». Την απάντηση την δίνουν οι στίχοι: «όποιος στη μάχη πάει για να πεθάνει στρατιώτη μου για πόλεμο δεν κάνει»…
Το Ποτάμι όμως δεν ήρθε στην πολιτική ζωή για να πεθάνει. Ήρθε ως μια χρήσιμη δύναμη, ικανή να κάνει πράξη αυτό που από την ίδρυσή του κιόλας δεν κουράζεται να επαναλαμβάνει ο επικεφαλής του. Να γίνει η μαγιά του καινούργιου.
Κι αυτό το καινούργιο στην πολιτική ζωή της Ελλάδας δεν μπορεί να είναι άλλο από μια μεγάλη, τολμηρή και ανοιχτή προοδευτική παράταξη, ικανή να εμπνεύσει και να συσπειρώσει. Μια παράταξη που θα απευθυνθεί θαρραλέα σε όλους τους πολίτες που αγωνιούν για το μέλλον μιας χώρας που βυθίζεται καθημερινά και βλέπουν τις θυσίες τους να πηγαίνουν χαμένες αλλά και σ” εκείνους που απογοητευμένοι, εκχώρησαν από καιρό το δικαίωμα της ψήφου τους στους άλλους μισούς. Μια παράταξη που δεν θα συγκροτηθεί μέσα από συναντήσεις κορυφής, συγκολλήσεις μηχανισμών ή αθροίσματα ποσοστών, αλλά στη βάση της σύγκλισης των κομμάτων, των κινήσεων, των πρωτοβουλιών και των ανεξάρτητων πολιτών. Θα συγκροτηθεί στη βάση ένός προγράμματος άμεσων προτεραιοτήτων και ριζοσπαστικών αλλαγών, σε ένα κοινό όραμα για μια ευρωπαϊκή, δημιουργική και παραγωγική προοδευτική Ελλάδα.
Ένα τέτοιο πρόγραμμα θα είναι η πιο πειστική απάντηση σε όλους εκείνους που δεν κατάφεραν τόσα χρόνια να βγάλουν τη χώρα από τη βαθιά κρίση, είτε γιατί δεν θέλησαν, είτε γιατί δεν τόλμησαν, είτε γιατί δεν μπόρεσαν να απαγκιστρωθούν από τα βαρύδια τους και να αντέξουν το πολιτικό κόστος.
Είναι οι μεταρρυθμίσεις, ανόητοι!
Στο διάστημα αυτό, σε όλους τους εθελοντές που επένδυσαν από την πρώτη στιγμή την ενέργεια και το μεράκι τους για να δημιουργηθεί το Ποτάμι, ήρθαν να προστεθούν πολλοί και αξιόλογοι άνθρωποι από τον χώρο της πολιτικής, της επιστήμης, του πολιτισμού αλλά και του επιχειρηματικού κόσμου που έχουν ως κοινό στόχο ν” αλλάξουν ριζικά τα πράγματα στη χώρα μας, να την δουν να μπαίνει επιτέλους σε αναπτυξιακή τροχιά. Δύο χρόνια μετά, το Ποτάμι δεν είναι μόνο ένα δυναμικό κίνημα του Σταύρου Θεοδωράκη. Είναι το κίνημα – κι αυτή είναι η επιτυχία του – εκατοντάδων χιλιάδων υπεύθυνων πολιτών που ένωσαν τον αγώνα και τη φωνή τους, που στήριξαν και ψήφισαν το Ποτάμι. Όλους αυτούς καλείται – και πρέπει – να εκφράσει οργανωτικά και πολιτικά το ερχόμενο συνέδριο.
Μια νέα και φιλόδοξη πολιτική δύναμη δεν μπορεί παρά να δώσει βάρος στην δημοκρατική μορφή οργάνωσης και στον αποτελεσματικό τρόπο λειτουργίας της. Κι αν για τα δύο πρώτα χρόνια υπήρχε η αντικειμενική δυσκολία κάθε αρχής καθώς και οι καταιγιστικές πολιτικές εξελίξεις, τώρα χρειάζεται να γίνει συνείδηση όλων ότι ένα κίνημα που δεν έχει την κατάλληλη οργανωτική δομή και δεν μπορεί να πάρει συλλογικές αποφάσεις σε όλα τα επίπεδα δεν θα πάει μακριά. Η εκλογή αντιπροσωπευτικών οργάνων, η δημιουργία οργανώσεων – ζωντανών κυττάρων στο κέντρο και την περιφέρεια και ο σχηματισμός μιας ικανής συλλογικής ηγετικής ομάδας είναι προϋποθέσεις για την παραπέρα επιτυχημένη πορεία του.
Πολιτικά, δύο δρόμοι ανοίγονται μπροστά στο Ποτάμι.
Ο ένας είναι ο δρόμος της ονομαζόμενης «καθαρότητας». Της διαφύλαξης του «νέου» και της φιλαρέσκειας. Ο δρόμος που χάραξε γενναία μια ομάδα πρωτοπόρων που τραβάει μπροστά χωρίς να κοιτάζει πίσω της, είναι ουσιαστικά ο μοναχικός δρόμος. Τον πρότεινε με πολύ χαρακτηριστικό τρόπο ένας εθελοντής σε πρόσφατη προσυνεδριακή συζήτηση. «Ας πούμε αυτά που θέλουμε να πούμε κι όσοι μας ακολουθήσουν. Αν δεν τα καταφέρουμε, καλύτερα να πεθάνουμε». Την απάντηση την δίνουν οι στίχοι: «όποιος στη μάχη πάει για να πεθάνει στρατιώτη μου για πόλεμο δεν κάνει»…
Το Ποτάμι όμως δεν ήρθε στην πολιτική ζωή για να πεθάνει. Ήρθε ως μια χρήσιμη δύναμη, ικανή να κάνει πράξη αυτό που από την ίδρυσή του κιόλας δεν κουράζεται να επαναλαμβάνει ο επικεφαλής του. Να γίνει η μαγιά του καινούργιου.
Κι αυτό το καινούργιο στην πολιτική ζωή της Ελλάδας δεν μπορεί να είναι άλλο από μια μεγάλη, τολμηρή και ανοιχτή προοδευτική παράταξη, ικανή να εμπνεύσει και να συσπειρώσει. Μια παράταξη που θα απευθυνθεί θαρραλέα σε όλους τους πολίτες που αγωνιούν για το μέλλον μιας χώρας που βυθίζεται καθημερινά και βλέπουν τις θυσίες τους να πηγαίνουν χαμένες αλλά και σ” εκείνους που απογοητευμένοι, εκχώρησαν από καιρό το δικαίωμα της ψήφου τους στους άλλους μισούς. Μια παράταξη που δεν θα συγκροτηθεί μέσα από συναντήσεις κορυφής, συγκολλήσεις μηχανισμών ή αθροίσματα ποσοστών, αλλά στη βάση της σύγκλισης των κομμάτων, των κινήσεων, των πρωτοβουλιών και των ανεξάρτητων πολιτών. Θα συγκροτηθεί στη βάση ένός προγράμματος άμεσων προτεραιοτήτων και ριζοσπαστικών αλλαγών, σε ένα κοινό όραμα για μια ευρωπαϊκή, δημιουργική και παραγωγική προοδευτική Ελλάδα.
Ένα τέτοιο πρόγραμμα θα είναι η πιο πειστική απάντηση σε όλους εκείνους που δεν κατάφεραν τόσα χρόνια να βγάλουν τη χώρα από τη βαθιά κρίση, είτε γιατί δεν θέλησαν, είτε γιατί δεν τόλμησαν, είτε γιατί δεν μπόρεσαν να απαγκιστρωθούν από τα βαρύδια τους και να αντέξουν το πολιτικό κόστος.
Είναι οι μεταρρυθμίσεις, ανόητοι!