H πολιτική ταυτότητα της ΔΗΜΑΡ
Θεόδωρος Γεωργίου, Η Εφημερίδα των Συντακτών, Δημοσιευμένο: 2013-12-05
Μολονότι το κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς είναι νεοσύστατο, πολύ νωρίς κατανόησε ότι σε μια σύγχρονη αστική κοινωνία θεμελιώδη και πρωταρχικό ρόλο στη σύσταση και τη λειτουργία αυτής της κοινωνίας παίζουν οι ιδέες του πολιτικού διαφωτισμού. Είναι γνωστό ότι οι ιδέες αυτές εδώ και δύο αιώνες μετά την εμφάνιση των κομμάτων στις ευρωπαϊκές κοινωνίες «μεταφράστηκαν» σε πολιτικά συστήματα όπως είναι π.χ. το κράτος δικαίου, η κοινοβουλευτική δημοκρατία, το κοινωνικό κράτος κ.λπ. Και κανείς δεν αμφισβητεί ότι οι ιδέες αυτές κράτησαν ζωντανές τις ευρωπαϊκές κοινωνίες κατά τον εικοστό αιώνα, όταν τα τέρατα της μυθολογίας αφυπνίστηκαν και επιχείρησαν να εξολοθρεύσουν τον ίδιο τον άνθρωπο.
Το ελληνικό πολιτικό κόμμα ΔΗΜΑΡ επωμίζεται, σε συνθήκες οικονομικής και υπαρξιακής κρίσης της ελληνικής κοινωνίας, έναν ρόλο που κανένα κόμμα στην πρόσφατη κοινοβουλευτική ιστορία της Ελλάδος δεν μπόρεσε να διεκπεραιώσει. Η ίδια η ελληνική κοινωνία εγείρει αξιώσεις πολιτικής εφαρμογής των ιδεών του διαφωτισμού στις συνθήκες της «εκτάκτου ανάγκης». Οι ιδέες της ελευθερίας, της δικαιοσύνης, της ισότητας, της αξιοπρέπειας του ανθρώπου και πολλές άλλες που έχουν να κάνουν με τα πολιτικά, τα κοινωνικά και τα οικονομικά δικαιώματα των πολιτών δεν μπορούν με τίποτα να εξαργυρώνονται. Οι ιδέες αυτές, όπως και τα πολιτικά προγράμματα εφαρμογής τους, δεν τίθενται υπό διαπραγμάτευση.
Η ΔΗΜΑΡ εξαναγκάστηκε να λάβει την πολιτική πρωτοβουλία: να αποχωρήσει από την τρικομματική κυβέρνηση τον Ιούνιο του 2013, επειδή οι δύο άλλοι κυβερνητικοί εταίροι (Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ) με εξουσιαστικό τρόπο που ονομάζεται «αυταρχισμός» και «ολοκληρωτισμός» έλαβαν την πολιτική απόφαση να «κλείσουν την ΕΡΤ». Στην πραγματικότητα οι δύο κυβερνητικοί εταίροι έκαναν κάτι πιο ριζικό που δεν έχει να κάνει με το «κλείσιμο» μιας δημόσιας επιχείρησης. Αυτό που έκαναν ήταν η ολοκληρωτική και αυταρχική επίθεση εναντίον του συστήματος επικοινωνιακής εξουσίας που καθιέρωσε και εγκαθίδρυσε ο πολιτικός διαφωτισμός. Το σύστημα αυτό της επικοινωνιακής εξουσίας περιλαμβάνει τρία επίπεδα: το επίπεδο της διαμόρφωσης της κοινής γνώμης, το επίπεδο της κοινωνικής συνείδησης και τελικά το επίπεδο της δημόσιας πολιτικής σφαίρας.
Δεν μπορούμε εδώ να αναλύσουμε τη λειτουργία των τριών αυτών επιπέδων κατά την άσκηση της επικοινωνιακής εξουσίας. Εκείνο που έχει σημασία έχει να κάνει με τη γενναία πολιτική απόφαση της ΔΗΜΑΡ να αποχωρήσει από την κυβέρνηση. Το θέμα για τη ΔΗΜΑΡ δεν ήταν διοικητικό ή τεχνικό. Ηταν πρωτίστως πολιτικό. Το γεγονός ότι εδώ και ένα εξάμηνο η ελληνική κοινωνία δεν έχει άμεση και αδιαμεσολάβητη κοινωνική φωνή στο επικοινωνιακό σύστημα εξουσίας αποδεικνύει ότι το κόμμα του Φώτη Κουβέλη έθεσε όχι απλώς ευκαιριακούς όρους κυβερνητικής συνεργασίας, αλλά επεξεργάζεται μεθόδους μέσω των οποίων θα μπορούσαν να συνδεθούν ιδέες, πρακτικές και προγράμματα που υπερασπίζονται τον πολιτικό διαφωτισμό.
Τελικά η αποχώρηση του Φώτη Κουβέλη από την τρικομματική κυβέρνηση συνεργασίας αποδεικνύει με ανάγλυφο τρόπο πώς η ΔΗΜΑΡ αντιλαμβάνεται την πολιτική «μετάφραση» των ιδεών του διαφωτισμού σε κομματικό πρόγραμμα. Η κοινοβουλευτική πρακτική του κόμματος ΔΗΜΑΡ ανάγεται εξ ολοκλήρου στην πολιτική ιδεολογία του διαφωτισμού. Κατά συνέπεια, όσα ειπώθηκαν στη δημοσιογραφική και την πολιτική γλώσσα για υπαναχωρήσεις που οδηγούν σε αδιέξοδα δεν ισχύουν. Αντιθέτως, στην περίπτωση της ΔΗΜΑΡ ο πολίτης της ελληνικής κοινωνίας αντιλαμβάνεται ότι έχει να κάνει με μια κομματική συλλογικότητα η οποία είναι σε θέση να κάνει δύο πράγματα: πρώτον, να συνδέει την κοινοβουλευτική πρακτική της με την πολιτική ιδεολογία της και δεύτερον, η ΔΗΜΑΡ η ίδια ως πολιτικό κόμμα να λειτουργεί με τους όρους του αστικού αυτοπροσδιορισμού σε καθεστώς πολιτικής «εκτάκτου ανάγκης», όπως είναι αυτό που βιώνει η ελληνική κοινωνία εδώ και πέντε χρόνια.
Το πολιτικό συμπέρασμά μας συνοψίζεται στο εξής: το κόμμα ΔΗΜΑΡ σε συνθήκες υπαρξιακής κρίσης σηκώνει το βάρος της αυτοσυνείδησης και του αυτοπροσδιορισμού της ελληνικής κοινωνίας ως συλλογικής οντότητας, η οποία μπορεί να επεξεργάζεται προγράμματα ελευθερίας, δικαιοσύνης και αξιοπρέπειας, ενώ όλα τα άλλα κοινοβουλευτικά κόμματα (είτε πρόκειται για τη Δεξιά είτε για την Αριστερά) βυθίζονται στην ιδεολογική ρευστοποίηση και την πολιτική παρακμή.