Aνοικτά σύνορα στους εργαζομένους
H μετανάστευση από την Eυρώπη ήταν πολύ περιορισμένη
Ελίζα Παπαδάκη, Τα Νέα, Δημοσιευμένο: 2006-02-16
Έκθεση της Επιτροπής για την έως τώρα εφαρμογή των μεταβατικών ρυθμίσεων δείχνει ότι οι φόβοι που τις προκάλεσαν ήσαν αβάσιμοι. Στις χώρες που άνοιξαν τα σύνορά τους παρατηρήθηκε αύξηση της απασχόλησης και άνοδος της οικονομικής μεγέθυνσης, χωρίς να προκύψουν προβλήματα στην αγορά εργασίας. Συνολικά, η μετανάστευση από την Ανατολική στη Δυτική Ευρώπη στο διάστημα αυτό ήταν πολύ περιορισμένη, μην ξεπερνώντας το 0,2% του πληθυσμού σε εργάσιμη ηλικία. Τόση ήταν και στη Βρετανία και στη Σουηδία, ενώ στην Ιρλανδία, όπου ο αριθμός των εργαζομένων από την Ανατολική Ευρώπη διπλασιάστηκε από το 2004 στο 2005 σε 107.000, το 3,8% του πληθυσμού 15-64 ετών, φαίνεται να απορροφήθηκε εύκολα.
Οι μεταναστευτικές ροές ωθούνται εντέλει από τις συνθήκες προσφοράς και ζήτησης, με τους περιορισμούς μάλλον να προκαλούν στρεβλώσεις, όπως την αδήλωτη («μαύρη») εργασία, με αρνητικές κοινωνικές επιπτώσεις τόσο για τους μετανάστες όσο και για τους ντόπιους εργαζομένους, συμπεραίνει η έκθεση. Τον συμπληρωματικό ρόλο των μεταναστών - και όχι την υποκατάσταση ντόπιων - δείχνουν και οι κλαδικές στατιστικές απασχόλησης: εμφανίζουν π.χ. ίδιο ποσοστό στη βιομηχανία (18%), αλλά διπλάσιο στις κατασκευές (15% έναντι 8%). Οι μετανάστες φαίνεται έτσι να καλύπτουν υφιστάμενα κενά στην αγορά εργασίας (κατασκευές, οικιακές υπηρεσίες, τροφοδοσία), ενώ όσοι έχουν υψηλότερη μόρφωση μπορεί να συμβάλλουν στη μακροχρόνια ανάπτυξη με τη συσσώρευση ανθρώπινου κεφαλαίου.
Παρουσιάζοντας την έκθεση την περασμένη εβδομάδα, ο επίτροπος για την απασχόληση και την κοινωνική πολιτική Βλαντίμιρ Σπίντλα συνέστησε στους «12» να μην εξαντλήσουν τη μεταβατική περίοδο που δικαιούνται. Ήδη φαίνεται να συναντά ανταπόκριση στην Ισπανία, την Πορτογαλία, το Βέλγιο και τη Φινλανδία. Την άρση των περιορισμών υποστηρίζει άλλωστε η Συνομοσπονδία Ευρωπαϊκών Συνδικάτων, θεωρώντας ότι δημιουργούν πολίτες β’ και γ’ κατηγορίας και ενθαρρύνουν τον αθέμιτο ανταγωνισμό στους μισθούς και τους όρους εργασίας. H θέση αυτή αξίζει να προσεχθεί τούτες τις μέρες των πανευρωπαϊκών κινητοποιήσεων κατά του κινδύνου του κοινωνικού ντάμπινγκ, όπως πάει να εισαχθεί με την οδηγία για τις υπηρεσίες που συζητείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (την περιβόητη «Μπολκεστάιν»). Διότι η ελεύθερη είσοδος των εργαζομένων συνεπάγεται ακριβώς την ισότιμη μεταχείρισή τους από την εργατική νομοθεσία, τις συλλογικές συμβάσεις και την κοινωνική ασφάλιση.
Με μόλις 3.711 πολίτες από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης (0,1% του πληθυσμού σε εργάσιμη ηλικία), όπως καταγράφεται η Ελλάδα στην έκθεση της Επιτροπής, το ζήτημα θα έμοιαζε να μη μας αφορά και τόσο. Πρόκειται όμως μόνο για όσους διαθέτουν άδεια παραμονής, που πιθανότατα υποκρύπτουν σημαντικά μεγαλύτερο αριθμό. Τα στοιχεία μένουν στο 2004, οπότε δεν γνωρίζουμε αν μεταβλήθηκαν το 2005. Αλλά ακόμα και με μετανάστες από τις χώρες αυτές συγκριτικά πολύ λιγότερους από τους προερχόμενους εκτός E.E. έως τώρα εδώ, η εικόνα θα αλλάξει από του χρόνου, με την προσχώρηση της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας. Στην ευρωπαϊκή συζήτηση που ανοίγει για τη ρύθμιση της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων, με ή χωρίς μεταβατικές περιόδους, θα οφείλαμε επομένως να μετέχουμε σοβαρά.
Τις αρνητικές συνέπειες των απαγορεύσεων εισόδου που παράγουν μαζικά καταστάσεις παρανομίας, τις ζούμε καθημερινά, παλιοί και πρόσφατοι κάτοικοι σ’ αυτή τη χώρα. Τα αποτελέσματα της τελευταίας επιχείρησης «νομιμοποίησης» του νόμου 3386/2005 δεν είναι ακόμα γνωστά, ξέρουμε όμως ότι πολλές δεκάδες χιλιάδες εκ προοιμίου αποκλείσθηκαν από την απόκτηση άδειας. Τα επιχειρήματα της έκθεσης Σπίντλα, οι πιο ανοικτές πρακτικές άλλων ευρωπαϊκών χωρών δίνουν την ευκαιρία να ξανασκεφτούμε ποια μεταναστευτική πολιτική χρειαζόμαστε.